summaryrefslogtreecommitdiff
diff options
context:
space:
mode:
-rw-r--r--.gitattributes3
-rw-r--r--36129-0.txt5149
-rw-r--r--36129-0.zipbin0 -> 121879 bytes
-rw-r--r--LICENSE.txt11
-rw-r--r--README.md2
5 files changed, 5165 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes
new file mode 100644
index 0000000..6833f05
--- /dev/null
+++ b/.gitattributes
@@ -0,0 +1,3 @@
+* text=auto
+*.txt text
+*.md text
diff --git a/36129-0.txt b/36129-0.txt
new file mode 100644
index 0000000..d7f6fc8
--- /dev/null
+++ b/36129-0.txt
@@ -0,0 +1,5149 @@
+The Project Gutenberg EBook of Studies, by Ion Dragoumis
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+
+Title: Studies
+ 10 of his articles published in Noumas
+
+Author: Ion Dragoumis
+
+Editor: Dimitris Tagopoulos
+
+Release Date: May 16, 2011 [EBook #36129]
+
+Language: Greek
+
+Character set encoding: UTF-8
+
+*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK STUDIES ***
+
+
+
+
+Produced by Sophia Canoni
+
+
+
+Note: The tonic system has been changed from polytonic to
+monotonic. The spelling of the book has not been changed
+otherwise. Bold words have been included in &&. Each article
+has a preface from the editor. This has been included in _.
+In 2 places square brackets indicate that some words are
+missing. Footnotes have been converted to endnotes.
+
+Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε
+μονοτονικό. Η ορθογραφία του βιβλίου κατά τα άλλα παραμένει ως έχει.
+Λέξεις με έντονους χαρακτήρες έχουν συμπεριληφθεί σε &&. O
+πρόλογος κάθε άρθρου έχει στην αρχή και στο τέλος του _.
+Σε 2 μέρη που έχουν σημειωθεί με [] λείπουν ορισμένες λέξεις.
+Οι υποσημειώσεις των σελίδων έχουν μεταφερθεί στο τέλος του
+βιβλίου.
+
+
+
+Μ Ε Λ Ε Τ Α I
+
+
+
+ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ (ΙΔΑΣ)
+2 ΣΕΠΤΕΜΕΡΙΟΥ 1878 — 31 ΙΟΥΛΙΟΥ 1920
+
+
+
+10 άρθρα του
+στο «Νουμά»
+
+
+
+ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΣΜΕΝΑ
+ΑΠΟ ΤΟ Δ. Π. ΤΑΓΚΟΠΟΥΛΟ
+
+
+
+ΕΚΔΟΣΗ "ΤΥΠΟΥ„
+ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ 3, ΑΘΗΝΑΙ
+
+
+
+ΤΟΥ βιβλίου αυτού τυπώθηκαν εκατό αντίτυπα σε χαρτί
+χειροποίητο ολλανδικό, αριθμημένα στο πιεστήριο.
+
+
+
+.........................................
+
+Λευκή ας βαλθή όπου έπεσες κολώνα,
+(Πώς έπεσες, γραφή να μην το λέη. . . .)
+λευκή με της Πατρίδας την εικόνα·
+μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίη,
+
+βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίη.
+
+ ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
+
+
+
+ΓΙΑ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
+
+
+
+Εξόν από τα τρία βιβλία του κι από τρία-τέσσερα ακόμα
+φυλλάδιά του, πολιτικά και πατριωτικά πάντοτε, όλη σχεδόν η
+άλλη λογοτεχνική εργασία του I. Δραγούμη (Ίδα), δημοσιεύτηκε
+στο «Νουμά». Κι από τα τρία ακόμα βιβλία του, το ένα η
+«Σαμοθράκη, στο «Νουμά» πρωτοτυπώθηκε (1909 ― 1910), κι από
+τις σελίδες του «Νουμά» τραβήχτηκε σε βιβλίο ξεχωριστό.
+Γιατί ο Ίδας, αγωνιστής του Δημοτικισμού κρατερός, στάθηκε
+πλάι στο «Νουμά», στήριγμα του ακριβό, σωστά δέκα χρόνια,
+από τα 1905, που πρωτοφάνηκε στις στήλες του με τη μελέτη
+του: «Στην Πόλη», ίσαμε τα 1915 πούβγαλε δικό του, καθαρά
+πολιτικό περιοδικό, την «Πολιτική Επιθεώρηση». Μα και την
+«Πολιτική Επιθεώρηση» σαν έβγαζε, δεν αποτραβήχτηκε από το
+«Νουμά». κι ας έπαψε να στολίζει τις στήλες του με τάρθρα
+του, μόνο του απόμεινε φίλος πιστός και υλικός ακόμα
+υποστηριχτής. Έτσι, μια δεκάχρονη στενή συνεργασία μαζί του
+σ' έναν αγώνα «απεγνωσμένο» και «πολυμέτωπο», όπως είτανε
+στην πρώτη περίοδο του «Νουμά» ο δημοτικιστικός αγώνας,
+μούδωσε όλον τον καιρό κι όλες τις ευκαιρίες να τονέ
+μελετήσω καλά, καταβάθος, και να χαρώ τις τόσες αρετές του,
+που στολίζανε την ψυχή του κι αποτελούσανε το χαραχτήρα του.
+Θυμάμαι με πόσο πόνο, σαν αυτοχτόνησε ο Περικλής
+Γιαννόπουλος, μούπε τα βαθιοστόχαστα τούτα λόγια:
+
+ ― Πάει κι αυτός! Κρίμα!... Κ' είμαστε τόσο λίγοι!..
+
+Τόνιωθε πως είταν κι αυτός ένας από τους λίγους, από τους
+τόσο λίγους αγνούς ιδεολόγους, που αφίνοντας το ατόφιο τους
+καταμέρος, μόνο μια Ιδέα προσκυνούν κι ακολουθούν, και
+φεύγοντας, θεληματικά ή άθελα ή και με βία, από τη ζωή, όπως
+έφυγε κι αυτός, αφίνουν πίσω τους όχι κείνο που συνηθίσαμε
+να λέμε συμβατικά «κενόν», μα αληθινά κάπιο χάος.
+
+Ο Ίδας, μ' όλα τα ξεχωριστά λογοτεχνικά του χαρίσματα,
+θαπομένει στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας
+περισσότερο ως π ο λ ε μ ι σ τ ή ς, militant, παρά ως
+λογοτέχνης. Η κυρίαρχη γραμμή σ' όλη τη σκέψη του, σ' όλη
+την εργασία του, είταν ο αγώνας, ο πόλεμος. Για τούτο, αν
+καλοπροσέξει κανείς και κείνες τις σελίδες του ακόμα, που
+φαίνονται σε πρώτο διάβασμα, καθαρά λογοτεχνικές, θα ιδεί
+πως κάτου κι από τις απαλότερες φράσες κουφοβράζει η
+ακράτητη ορμή του πολεμιστή.
+
+Η Εταιρία «Τύπος» τιμώντας τη μνήμη του ευγενικού αυτού
+πολεμιστή, θέλησε, να βγάλει το βιβλίο τούτο, ως μνημόσυνό
+του φιλολογικό, κι ανάθεσε τη σύνταξή του και τη φροντίδα
+του σε μένα. Τιμή μου που και δεύτερη φορά μου δίνεται η
+ευκαιρία να βάλω τόνομά μου πλάι στο δικό του. Στα 1916 τα
+Αλεξαντριανά «Γράμματα» βγάλανε μια σύντομη και δυσκολόβρετη
+σήμερα μελέτη μου με τον τίτλο «ΙΔΑΣ», και να που και τώρα,
+σε μένα μοιραία πέφτει ο κλήρος να βγάλω το επιμνημόσυνο
+βιβλίο του.
+
+Βέβαια, θάπρεπε να μαζωχτούνε στοργικά και να βγούνε σε τόμο
+πολυσέλιδο, όλα τάρθρα του κι όλες οι μελέτες του, πούναι
+τυπωμένες στο «Νουμά». Τούτο σίγουρα πρέπει να γίνει, μια
+μέρα, από τους θαυμαστές του. Σήμερα, το βιβλίο τούτο ας
+λογαριαστεί για περίληψη της σκορπισμένης στους τόμους του
+«Νουμά» εργασίας του. Και τέτια αληθινά, είναι: Περίληψη.
+Γιατί τάρθρα και οι μελέτες που διάλεξα να τυπώσω σ' αυτό αν
+και είναι γραμμένα πάνου σε διαφορετικά, τα περισσότερα,
+θέματα, είναι κινημένα όλα από την ίδια «αφετηρία», και
+καταλήγουνε στο ίδιο «τέρμα»: την εθνικιστική του ιδεολογία.
+Μια σ υν έ π ε ι α αξιοθαύμαστη παρατηρεί κανείς σ' όλη την
+εργασία του. Ούτε το παραμικρότερο παραστράτισμα. Δεν
+ξεχνιότανε ποτέ, ποτέ το θέμα δεν τον παράσερνε. Ακόμα και
+στην «Αγνή», σε μιαν όαση ολοπράσινη αγάπης, που απλώνεται
+για ξεκούρασμα της ψυχής, μέσα στις αιματοβαμένες σελίδες
+του «Ηρώων και Μαρτύρων αίμα» ο ανθρώπινος έρωτας
+θαμποσκεπάζεται, αν δεν χάνεται ολότελα, από τον έρωτα της
+Πατρίδας. Παντού και πάντοτε ο ιδεολόγος εθνικιστής. Και
+στις απαλότερες γραμμές του ακόμα.
+
+Το μαρτυρικό τέλος του, τον ανέβασε πολύ στην κοινή
+συνείδηση, σχεδόν τον εξαΰλωσε ― του πρόστεσε κάτι το
+θρυλικό στην τίμια κι ολοφώτεινη ζωή του. Χωρίς να μπορώ να
+ξελαγαρίσω κάτι θολό κι άμορφο που καλοθρονιάστηκε επίμονα
+μέσα στην ψυχή μου και να ερμηνέψω με λόγια ό,τι τώρα, τούτη
+τh στιγμή, που ρίχνω στο χαρτί τις γραμμές μου αυτές,
+σφηνώθηκε μέσα στη σκέψη μου, γεννημένο ίσως αυτόματα από
+την όλη δράση του κι από την όλη πνευματική του εργασία που
+είναι απλωμένη ανάκατα, δίχως τάξη, στη θύμηση μου ― χωρίς
+να μπορώ λοιπόν να το ξελαγαρίσω αυτό που μου συμβαίνει,
+μούρχεται να πω πως έτσι θάπρεπε να πεθάνει ο άνθρωπος ο
+ξεχωριστός, που είχε σ' όλη τη ζωή του οδηγό το ΧΡΕΟΣ και
+που έναν αφέντη μοναχά ένιωσε πάντα πάνω του το ΠΡΕΠΕΙ το
+αδυσώπητο (1). Δεν ξαίρω, δε μαθεύτηκε, τι είπε σαν τονέ
+σωριάζανε καταγίς οι σφαίρες, οι ηρωικές (2). Αν τον άφιναν
+οι σφαίρες και οι λογχισμοί να πει μια λέξη, σίγουρα η λέξη
+αυτή θα είταν κείνο που βροντοφώναξε μέσα στο πρώτο του
+βιβλίο ― και θα το είπε σαν ευκή ολόψυχη προς την Πατρίδα
+του, που τόσο την αγάπησε και που τόσο τίμια σ' όλη του τη
+ζωή την υπερέτησε:
+
+ ― Σώνουν οι μάρτυρες!.. ..
+
+ Δ. Π. ΤΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
+
+
+
+ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στα φύλλα 129 και 130 του «Νουμά» (Γεννάρης
+του 1905) στην επιφυλλίδα, με την υπογραφή «&Τοξότης&», μια
+υπογραφή που την έβαλε, εκεί, στο γραφείο μου, χαμογελώντας,
+γιατί, μου είπε, γεννήθηκε στο μήνα που ο Ήλιος είναι στον
+Τοξότη. Είναι το πρώτο άρθρο του που δημοσίεψε στο «Νουμά»,
+και στο άρθρο του αυτό μέσα βρίσκεται ολόκληρος ο Ίδας. Το
+άρθρο του αυτό, όπως έγραψα αλλού (ΙΔΑΣ, έκδοση Γραμμάτων,
+1916) είναι «το προσκέδιο, το πρόγραμμα, το πρώτο κύτταρο
+της κατοπινής του εργασίας. Ακόμα κι ολόκληρος ο
+&ανθρώπινος& χαραχτήρας του, όλος ο εσωτερικός ο άνθρωπος,
+βρίσκεται σ' αυτό. Στον παράγραφο που αρχίζει: «Ένα πρωί στο
+δρόμο, είδα την κόρη της Ιωνίας, τη μαυροφόρα...», εξόν που
+μας πρωτοπαρουσιάζει την ασύγκριτη κόρη, που θα μας χαρίσει
+το κεφάλαιο «Αγνή» στο «Ηρώων και Μαρτύρων αίμα», μας
+δείχνει, μας αποκαλύπτει, και τον εαυτό του. Στο άρθρο αυτό,
+που περίληψή του βρίσκεται στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου
+του Ίδα: «ΟΣΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ», είχα διαπράξει τότε, που τόβαλα
+στο «Νουμά», και μιαν ασέβεια. Είχα αφαιρέσει ολάκερο
+κεφάλαιο, που περίγραφε σ' αυτό με ζωντάνια και με
+πρωτοτυπία, το Προσκύνημα του Χαμίτ, «όχι γιατί δε μου άρεσε
+(«ΙΔΑΣ», σελ. 5) μα γιατί τότε κάτι Τουρκομερίτες αναγνώστες
+του φύλλου μου γράφανε και μου ξαναγράφανε ξορκίζοντας με να
+μην τυπώνω λέξη για το Σουλτάνο, μήπως και παραπέσει κανένα
+φύλλο και τους πάρω έτσι στο λαιμό μου»._
+
+
+ΦΕΥΓΟΝΤΑΣ από την Αθήνα για την Πόλη ένας ποιητής, θα
+ένοιωθε γονιμότητα· σαν από βρύσες κρυφές θα ανάβρυζαν μέσα
+του παλιές ιστορίες, και λέξεις «θα μουρμούριζαν
+διαβαίνοντας. Η γνώση πως ταξιδεύει κατά την Ανατολή, θα του
+έλεγε λόγια χρυσά και παραμύθια. Εγώ είμαι γυμνός από
+αντιλαλιές, ξερός από αναβρυστικά νερά, και άδειος, και
+άγονος. Εγώ βλέπω πως όταν ο ήλιος πέφτει κατεπάνω τους, τα
+νησιά και η Αττική είναι τριανταφυλλιά και η θάλασσα πολύ
+βαθειά χρωματισμένη.
+
+Έκαναν δαντέλες τα κύματα που έσπαναν επάνω στα πλευρά του
+πλοίου. κ' έπειτα οι δαντέλλες, ανοίγονταν, γίνουνταν
+ανθρωπάκια που βαστιούνταν από τα χέρια τους ανάλαφρα και
+χόρευαν τρελλούς χορούς. Και χάνουνταν έπειτα και γίνουνταν
+άλλοι, και πάλι χάνουνταν. Όταν σήκωσα το κεφάλι, ο ήλιος,
+σφαίρα ολόπυρη, κατρακυλούσε επάνω στον ορίζοντα της
+θάλασσας της σκοτεινής. Άμα τον αντίκρυσα, στάθηκε· φώτιζε
+χαϊδευτικά τα νερά που κουνούσαν, και τα περνούσε με
+στενώτατα φύλλα χάλκινα, και αγάλι βούλιαζε από το πολύ
+βάρος.
+
+Μια μέρα ύστερα είμαι στην Ιωνία, κ' επειδή ήταν άλλοτε
+λεπτός και πλούσιος ο πολιτισμός της, το όνομά της έχει
+μάγια. Εκείνη την ημέρα μόνο η Ιωνία υπάρχει στον κόσμο, τα
+νησιά της, τα βουνά της, και η θάλασσά της. Περνώ από τη
+Λέσβο τη νύχτα, το φεγγάρι φέγγει στα νερά και τη Σαπφώ μου
+φαίνεται πως την ακούω. Στην Πόλη που πηγαίνω, είναι μια
+κόρη νόστιμη και λιγερή, που είναι από τα νησιά της Ιωνίας
+και τη λένε Σαπφώ.
+
+***
+
+Όταν περνούσα τον Ελλήσποντο, τα ξημερώματα, ο νους μου
+στενοχωρημένος, σα φυλακισμένος, χτυπούσε παντού. Έλληνες
+ελεεινοί, σας σιχαίνουμαι!
+
+Μπαίνω στην Πόλη με ρωσικό πλοίο. Με τι άλλο πλοίο μπορούσα
+να μπαίνω στην Πόλη, για να νοιώσω τελειότερα το ταπείνωμά
+μου; Στην πρώρη είναι ο δικέφαλος αητός, ο ρωσικός· το πλοίο
+είναι φορτωμένο Ρώσους στρατιώτες και πεζοναύτες Ρώσους που
+γυρίζουν, φαίνεται, από την Ιαπωνία στην Οδέσσα. Τα χώματα
+αυτά και τα δέντρα της Θράκης θέλουν να τα βιάσουν σλαυικοί
+τράγοι, και τα λερώνουν οι αβάσταχτοι πόθοι τους. Ποιος θα
+τα φυλάξει; Έλληνες ελεεινοί, μήπως θα τα φυλάξετε σεις;
+Χωρίς πίστη, ακούω και μουρμουρίζει στ' αυτί μου μια φωνή:
+«Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δική μας θάναι»
+
+Ήμουν στην πλώρη και φυσούσε υγρασία στο πρόσωπό μου ο
+πρωινός αέρας. Κάτι Τούρκοι πίσω μου, κοίταζαν. Περπάτησα
+στο κατάστρωμα και είδα μερικούς Έλληνες, που είχαν ξυπνήσει
+να δουν, με κανέναν πόθο ίσως, τα Δαρδανέλια και την Πόλη
+(3). Ήταν και μια Ρωσίδα φουσκωμένη, που κοίταζε με
+βουλιμία. Κοίταζαν και δυο Αμερικάνοι με απλοϊκή περιέργεια.
+Ένας Γερμανός στάθηκε κοντά μου και είπε: «Οι Ρώσοι από πάνω
+την θέλουν, αν τους αφήσουν οι Άγγλοι από κάτω». Και,
+Έλληνες, επειδή είστε ελεεινοί και άκαρδοι, ντράπηκα να του
+πω πως θα την πάρουμε μεις. Μέσα μου μονάχα είπα: «Και όμως,
+είναι δική μας».
+
+Μου ήρθε να ορκιστώ τότε στο όνομά της, πως θα κάνω κάτι για
+το γένος μου· και μόνον αργότερα συλλογίστηκα πως δεν μπορώ
+να κάμω, παρά μόνον ό,τι μ π ο ρ ώ, και τότε χάθηκα στην
+απελπισία της αδυναμίας μου και ήμουν κατάκαρδα κουρασμένος.
+
+***
+
+Γεμάτο πίκρα είναι το πρώτο αντίκρυσμα της Πόλης. Μα ο
+πλούτος της βράζει μέσα μου. Πού είναι η φτώχεια και ξεραΐλα
+που μ' έδερναν τις περασμένες, όταν ταξίδευα! Γυρίζω τα
+μεσημέρια στους δρόμους και δεν ξέρω τις ώρες. Από έναν
+ανηφορικό δρόμο, που έχει αριστερά πύργους αραδιασμένους
+βυζαντινούς, κ' έχουν χτισμένα σπίτια, αναμεταξύ, διαφόρων
+χρωμάτων, ανεβαίνω προς την Άγια Σοφιά.
+
+Μόλις μπήκα, ― δεν κοίταζε ούτε ο Εβραίος που θέλησε κ'
+έγινε οδηγός μου, ούτε ο Χότζας Τούρκος, ― κ' έκαμα, χωρίς
+να θέλω, το σταυρό μου.
+
+Μπαίνω σε κάθε τζαμί, που ήταν πρώτα εκκλησιά! Τι δροσιά που
+είναι μέσα και τι θύμησες αλάλητες. Μπαίνω και σε τζαμιά που
+έχτισαν, με βυζαντινό πάντα σχέδιο, οι Τούρκοι. Αντί
+ψηφιδωτά, έχουν συχνά χρωματιστές πλάκες στους τοίχους, με
+κλαδιά, φύλλα και λουλούδια, άσπρα και μαβιά και πράσινα. Τα
+παράθυρα έχουν κάποτε γιαλιά χρωματιστά, όμορφα, με σχέδια
+απλά ή λουλούδια. Η Άγια Ειρήνη είναι κλειστή και ποτέ δεν
+την ανοίγουν για τους ξένους οι Τούρκοι, που την έχουν κάμει
+τζαμί· ο τρούλλος της όμως φαίνεται καλά απ' έξω.
+
+Περίεργη είναι η ανάγκη του προσκυνήματος. Μόνο να πάγω ως
+στο μέρος που με συγκινεί, μόνο αυτό με φτάνει.
+
+Αλλού είναι κάτι αρχαιότερα πράματα· η στήλη του Θεοδοσίου,
+και σ' άλλη μεριά η καμένη στήλη. Στον Ιππόδρομο είναι ένας
+οβελίσκος, και των Πλαταιών το χάλκινο τριπλό φίδι, που δεν
+το είδα στους Δελφούς, όταν διάβαζα τον Παυσανία. Τι να
+θυμηθώ πρώτα στον Ιππόδρομο;
+
+Τον Κωνσταντίνο, τον Ιουστινιανό, τους Ισαύρους, ή τον καιρό
+που άφιναν και γίνουνταν ερείπια ο τόπος αυτός της ζωής και
+της ταραχής; Αυτός ο καιρός είναι πιο σιμά μου. Όταν
+ξέπεφτε το κράτος και ο Ιππόδρομος, βασίλευαν οι Κομνηνοί
+και οι Παλαιολόγοι και ήταν οι ελληνικότεροι από τους
+βασιλιάδες. Πολεμούσαν, οι άτυχοι, πολεμούσαν να βαστάξουν
+κάτι, κοίταζαν να βρουν αλλού βοήθεια, και Φράγκοι να γίνουν
+ίσως για να σώσουν το κράτος θέλησαν, την αδυναμία τους την
+έβλεπαν, τη δύναμη την ένοιωθαν, και τίποτε δεν έκαναν. Σας
+αγαπώ, ω τελευταίοι βασιλιάδες, γιατί είστε Έλληνες και
+δυστυχισμένοι. Αν με είχαν μάθει καλλίτερα την ιστορία μου,
+τη βυζαντινή, εκείνοι που με μάθαιναν τα γράμματα, θα ήξερα
+να ξυπνώ περισσότερες ψυχές της περασμένης ζωής. Τώρα, σα
+λάβα πυρωμένη, χυμίζει από μέσα μου η αξεδιάλυτη, πλεγμένη
+ιστορία των Αυτοκρατόρων.
+
+***
+
+Σκύλοι κοιμούνται στους δρόμους, σκύλους βλέπω στα πόδια μου
+μπροστά, και είναι μερικοί άσπροι και οι περισσότεροι
+κιτρινωποί. Και κάθε τόσο παραμερίζω για να τους αφήσω να
+κοιμηθούν.
+
+Οι Τούρκοι νοιώθουν τα ερείπια και τη σχέση τους με τη ζωή.
+Στους τοίχους τους αρχαίους, τους βυζαντινούς, ακουμπούν τα
+σπίτια τους, κι απάνω στους πύργους αφήνουν να φυτρώνουν
+δέντρα και χαμόκλαδα. Δεν τους μέλλει, τους ζωντανούς ποιος
+έχει χτίσει τα ερείπια, ούτε γιατί, και η αδιαφορία αυτή
+είναι η ζωή. Αντί να γκρεμίζουν και να ξαναχτίζουν τοίχους,
+μεταχειρίζονται τους παλιούς. Έτσι και στα νεκροταφεία τους
+περνοδιαβαίνουν σκύλοι και άνθρωποι και πατούν τα μνήματα·
+γυναίκες κάποτε κάθονται ώρες εκεί, όταν ο καιρός είναι
+καλός, και κουβεντιάζουν και λέγουν. Και τα κυπαρίσσια δεν
+είναι πένθιμα και οι πέτρινες στήλες των τάφων πέφτουν μία
+μία και σκεπάζονται, από των ανθρώπων τα βήματα και από το
+χώμα της βροχής και των άνεμων.
+
+***
+
+Την ώρα που περπατεί ο κόσμος ο Ελληνικός, ο Τούρκικος, ο
+Αρμένικος και των Φραγκολεβαντίνων η σάρα, ― ανακατωμένοι
+σαν τα νερά μεγάλου λασπωμένου ποταμού, ― στο Σαυροδρόμι, το
+Φανάρι, είναι ήσυχο και λίγες είναι στις πόρτες οι γυναίκες,
+λιγοστοί στους δρόμους οι άντρες. Βλέπω κάποιους παπάδες. Οι
+πλούσιοι έφυγαν· τους τράβηξε η ζωή και πήγαν κ' έφτειασαν
+καινούρια σπίτια στο Πέρα του Γαλατά. Γι' αυτό τα σπίτια, τα
+ξύλινα και τα πέτρινα, είναι παλιά και μαυρισμένα στο μεγάλο
+δρόμο του Φαναριού, ― σπίτια που είναι σα να μην κάθεται
+κανένας μέσα τους, και θέλω να καθίσω εγώ. Τα παράθυρα είναι
+βυζαντινά και μετρημένα, δροσιά δεν έχει θέση να περάσει, τ'
+απόγεμα είναι πληχτικά κ' η θάλασσα δε βλέπει τον παλιωμένο
+δρόμο. Τις ανηφορικές, τις άλλες στράτες, όμως και τα στενά
+σοκάκια, εκείνα πού και πού τα βλέπει η θάλασσα. Για να
+νοιώσω λίγη ζωή Ελληνική, τρέχω στα σχολεία· αλλ' είναι
+κλειστά γιατί είναι καλοκαίρι κ' έχουν τελειώσει τα
+μαθήματα. Ο καλόγερος, ο διευθυντής, μόνος μ' ένα παιδί
+φυλάγει τη μεγάλη Σχολή του Γένους. Κ' επειδή είμαι ξένος, ο
+νέος μ' έδειξε το σχολείο, και ανεβαίνουμε μαζύ στον πύργο
+τον υπερήφανο, που περνά και σπίτια και μιναρέδες· βασιλεύει
+ο ήλιος μέσα στους ατμούς, και η φορτωμένη μέρα είναι γεμάτη
+ζέστη. Και είπα στο νέο: «Ποτέ να μην ξεχάσεις πως ζεις για
+το Γένος». Μαζί του έπειτα πήγα στην Παναγία τη Μουχλιώτισσα
+και στο αγίασμα του Άη Γιώργη του Ποτηρά. Ο καντηλανάφτης με
+πήγε σ' ένα τζαμί εκεί κοντά, που φαίνονται ακόμη μερικά
+ψηφιδωτά χριστιανικά στο ταβάνι, αλλ' ο χότζας είχε φύγει
+και κανείς άλλος δεν μπορούσε ν' ανοίξει την πόρτα της
+παλιάς εκκλησίας. Ακούω φωνές, και τρέχει ο κόσμος, σωρός,
+παιδιά και άνδρες Τούρκοι. Λέγει ο καντηλανάφτης: «Πυρκαϊά».
+
+***
+
+Ένα πρωί, στο δρόμο, είδα την κόρη της Ιωνίας, τη μαυροφόρα,
+εκείνη που μονάχη με είχε φωτίσει στο ταξίδι, όταν η μεγάλη
+ξεραΐλα μ' έδερνε. Ήθελα να της πω πράγματα ευχάριστα, μα
+ήταν αλλού ο νους μου, συλλογισμένος, κ' ήμουν σκληρός. Αφού
+διηγήθηκε κείνη μερικές παλιές θύμησες, της είπα: «Αυτά μας
+αρέσουν, μα δεν μπορούν να μ' εξηγήσουν τον πόνο μου που
+βρίσκομαι στην Πόλη. Θέλεις, λες, να γίνεις καλογριά, μα θα
+ήσουν πιο σύμφωνη με μένα αν ήθελες να μείνεις δασκάλισσα,
+όπως είσαι, και να δώσεις νέα ζωή, πνοή ελληνική στις
+Ελληνίδες». Φεύγοντας, με ρώτησε αν θα μπορούσε να με
+ξαναϊδεί προτού φύγω από την Πόλη. Αποκρίθηκα: «Όχι, γιατί
+πρέπει να πάω στο Φανάρι σήμερα, και αύριο θα δω τα κάστρα
+και τους τοίχους, και μεθαύριο θα φύγω». Τότε γύρισε να
+φύγει· έπεφτε πολύ φως επάνω της, και ήταν λιγνή και
+κατάχλωμη, το δέρμα της είχε χάσει τη δροσεράδα του, και
+είπε · «Τότε... χαίρε....» και πέρασε. Ξύπνησε τότε μέσα μου
+μια λαχτάρα για την περασμένη γνωριμία μας, και με τράβηξε η
+δυστυχία της, και θέλησα να γυρίσω να της πω να έλθει να με
+ιδεί όταν θέλει. Και δε γύρισα· κατέβηκα στο Γαλατά, πήρα
+ένα καΐκι και πήγα στο Φανάρι.
+
+***
+
+Γνώρισα έναν παπά στο αγίασμα της Άγιας Βλαχέρνας· ήλθε μαζί
+μου· περάσαμε από το Γαλατά και φτάσαμε στο Πενταπύργιο,
+κοντά στον εξωτερικό τοίχο. Είναι κάτι πύργοι εδώ κ' εκεί,
+και έχουν φυτρώσει δέντρα πολλά και πυκνά γύρω τους· ανάμεσα
+σε κάτι τάφους τουρκικούς, πνιγμένους μες στον ίσκιο και στη
+δροσιά, και μπλεγμένους μέσα στα χαμόκλαδα, είναι κρυμμένο
+ένα ήσυχο τζαμί· τόπος ταιριασμένος για την ατάραχη, την
+απαλή, τη σιωπηλή την τουρκική τη σκέψη. Σ' έναν πύργο είναι
+μια καταχωσμένη πόρτα, που μόλις χωρούσα να περάσω. Σηκώθηκε
+ένα κιρκινέζι, ή καμιά κουκουβάγια, και φτερούγισε στα
+σκοτεινά κ' έφυγε από μια τρύπα· ένα σταχτί φτερό έπεσε
+κοντά μου. Ένα σκυλί, ή ήταν τσακάλι; ή αλεπού; τρόμαξε και
+βγήκε σιωπηλά από μια τρύπα, έξω στο φως, και χάθηκε στα
+χαμόκλαδα. Ανατρίχιασα.
+
+Όταν βγήκα από κει μέσα, ηύρα τον παπά, χωρίς ράσα, και
+σκαρφάλωνε σ' έναν άλλο πύργο· σκαρφάλωσα και γω· ήταν ψηλός
+κι από μέσα είχε μαυρισμένους τους τοίχους· φως έπεφτε από
+το χαλασμένο καμαρωτό ταβάνι· στον τοίχο φαίνουνταν οι
+τρύπες δυο πατωμάτων και κάτι ντολάπια μικρά, λίγο ψηλότερα
+απ' το καθένα. Πριν πάγω στο Πατριαρχείο, πέρασα από το λόφο
+που ήταν τα υστερινά παλάτια των αυτοκρατόρων, τα παλάτια
+των Βλαχερνών.
+
+***
+
+Σ' ένα σπίτι Ελβετικού ρυθμού, είδα τον Πατριάρχη, και
+φαίνουνταν σα να φοβάται τους Τούρκους, να σέβεται τους
+Ρώσους, και να μην του πολυαρέσει να μπλέκει με τους
+Έλληνες. Αλλά και σα να μην πρέπει να τα χαλάσει με κανένα.
+
+Δεν είδα το μέγα Λογοθέτη· θα είναι κανένας κύριος με
+φράγκικα. Ο Μέγας Χαρτοφύλαξ όμως, ο μικροκαμωμένος, με τα
+μακριά τα μαύρα ρούχα και τα γυαλιά του και την ποντικίσια
+μύτη του και το μουστάκι και τη γυναικεία του φωνή,
+ψευδίζει, και μου λέγει πράγματα βυζαντινά στο δρόμο καθώς
+πηγαίναμε.
+
+ ― «Αυτά τα σπίτια είναι το πολύ διακοσίων χρόνων. Να, τούτο
+δω είναι του Παναγιώτη Νικουσίου, του διερμηνέως, τον
+ξέρετε; Μου έδειξαν ένα σπίτι εκεί πάνω στο λόφο του
+Φαναριού, και μου είπαν πως είναι πολύ παλιό. Θα είναι μόλις
+τριακοσίων χρόνων. Μη νομίσετε πως τα παλαιότερας βυζαντινά
+σπίτια ήταν έτσι. Ζούσαν κλεισμένες οι γυναίκες, χειρότερα
+από τις Τούρκισσες· ένα δυο παράθυρα μικρά, και όλο το άλλο
+τοίχος.. ..»
+
+ ― «Ναι, τέτοιο είναι του Μπάμπουρα ή Φλάμπουρα το σπίτι,
+στο Μελένικο. Το είδα· λεν πως είναι 500 χρόνων».
+
+ ― «Οι δρόμοι αυτοί είναι οι ίδιοι των Βυζαντινών. Οι
+Τούρκοι δεν τους έχουν αλλάξει. Αυτός όμως ο μεγάλος δρόμος·
+του Φαναριού, βλέπετε, είναι έξω από τα τείχη· πριν ήταν
+θάλασσα εδώ· ύστερα έγινε και ο δρόμος και τα σπίτια τούτα.
+Δεν ήταν όμως έτσι στρωμένοι οι δρόμοι, ήταν στρωμένοι με
+μεγάλες πέτρες. Θα σας δείξω ένα πλακόστρωμα τέτοιο έξω από
+τα τείχη, στο δρόμο της Σηλυμβρίας. Τον έστρωσε, λέγουν, ο
+Ιουστινιανός».
+
+ ― «Τι είναι, δω;»
+
+ ― «Α, αυτό είναι έμβολος».
+
+ ― «Δηλαδή;»
+
+ ― «Σκεπαστή αγορά, με θολωτά καμαρωτά ταβάνια, καθώς
+βλέπετε, η μόνη που μας απέμεινε· μοναδικό δείγμα τέτοιου
+χτιρίου. Οι Τούρκοι αυτούς τους έμβολους μιμήθηκαν κ' έκαμαν
+τα παζάρια τους. Τίποτε δεν ανεκάλυψαν οι Τούρκοι· όλα τα
+έχουν πάρει από κείνους, αρχιτεκτονική, υδραγωγεία, κάστρα,
+δρόμους. Εδώ κοντά είναι και η παλαιότερη από τις εκκλησίες
+που μένουν ακόμη όρθιες στην Πόλη. Την έχουν κάμει και αυτήν
+τζαμί οι Τούρκοι».
+
+Από το παλιό γεφύρι γύρισα στο Πέρα· στο δρόμο πουλούσαν, σε
+καλαθάκια, χαμοκέρασα, σμέουρα, φραγκοστάφυλα και βερύκοκα.
+Άλλοι πουλούσαν παγωτά του δρόμου και λεμονάδες παγωμένες,
+γιατί ήταν μεγάλη ζέστη.
+
+***
+
+Ύστερα πήγα στο Ζάππειο. Είναι κει για την τελετή ο
+Πατριάρχης και η Πρεσβεία· και η Σύνοδος, σε δυο αράδες,
+δεξιά κι αριστερά τους. Ο άλλος κόσμος είναι, χαμηλότερα
+καθισμένος, αναρίθμητος, στολισμένος και ανακατωμένος. Τα
+κορίτσια τραγούδησαν από μακριά, σ' ένα μέρος μισοφωτισμένο
+από κίτρινα παραπετάσματα. Τραγουδούσαν οι Ελληνίδες, οι
+βυζαντινές· ένοιωθα πως ήταν δροσερές και καλοκαμωμένες οι
+αδερφές μου αυτές. Και η κόρη εκείνη της Ιωνίας εδώ
+ανατράφηκε· είναι το μεγαλύτερο σχολείο των κοριτσιών του
+Γένους. Την είδα μια στιγμή ανάμεσα στον κόσμο, μαυροφόρα
+και χλωμή, σαν την Παναγία στον τάφο του Γιου της.
+
+***
+
+Τότε με πήραν οι γνώριμοι μ' ένα καΐκι στο Βόσπορο, και
+τράβηξα κουπί. Περάσαμε ανάμεσα σε παλάτια, σπίτια και
+περιβόλια. Είναι πάρα πολύ η ζωή που γεμίζει αυτά τα μέρη
+και δεν έχω καιρό να ξεκαθαρίσω τις καλλονές από τα ξένα
+βάρη, από τα φράγκικα και ασιατικά στολίδια. Το βράδι-
+βράδι μόνο, όταν βασίλεψε ο ήλιος κ' έγιναν όλα λεπτότερα
+και περασμένα, και μαλάκωσε το φως, και μεγάλωσαν οι ίσκιοι,
+οι καλλονές αυτές καθάρισαν μόνες τους και στέκουνταν σαν
+ανάγλυφα μπροστά μου. Διά μιας κοίταξα κατά την Ασία· είχαν
+ανάψει και άστραφταν όλα τα γυαλιά της Χρυσοπόλεως.
+
+***
+
+Έφαγα σ' ενός το σπίτι που πάντα, μόλις τα πιάσει, χαλνά τα
+πράγματα που μαρέσουν, ξεσκεπάζει σκεπασμένα κάλλη, και τα
+λόγια του με κρυώνουν. Μ' έκαμε και συλλογίστηκα πρώτα έναν
+που μ' άρεσε, και τώρα τον καταφρονούν όλοι, κι αυτός.
+Ύστερα, με τα ανόητα χτυπήματά του, γκρέμισε έναν που
+πίστευα πως τα λόγια του ήταν αληθινά. Και αργότερα, στο
+θέατρο, που μια έπαιζε με όλου του κορμιού τη δύναμη τον
+γυναικείο έρωτα, αυτός έλεγε με ηρεμία πως το στόμα της
+είναι πολύ μεγάλο.
+
+***
+
+Πέρασαν τα μεσάνυχτα, και τώρα χορεύουν μέσα μου χορό
+σατανικό, όλες οι ταραχές της μέρας. Η μια, κουτρώντας με
+την άλλη, την ανάβει περισσότερο, και τσούζουν και καίουν σα
+λαβωματιές, και όλο ξετρελλαίνουνται και ζωντανότερες
+γίνονται, και θέλει η κάθε μια να γεμίσει τον κόσμο και τις
+άλλες να τις πνίξει. Κοντεύει να φέξει η αυγή και να χαράξει
+άλλη μέρα, κ' εγώ μένω άγρυπνος, με μια θέρμη υπεράνθρωπη,
+και τόσο σκληρός που ο ύπνος δε με πιάνει.
+
+***
+
+Πώς ξέρουν και μπερδεύουν τη ζωή οι άνθρωποι! Θα ήταν τόσο
+απλό χωρίς αυτούς, και τόσο βαθύτερη, και τόσο πιο αληθινή!
+Θα ήμουν σαν το κύμα, θα ήμουν σαν το χορτάρι και σαν τον
+άνεμο και σαν το βράχο. Δεν είμαι άνθρωπος, αφού οι άνθρωποι
+δε μ' αρέσουν. Μα ενώ έπρεπε να είμαι κάτι άλλο, έχω του
+ανθρώπου τη μορφή, και όλα τα πράματα με αναγκάζουν να πάγω
+στη θέση μου, να κάνω τον άνθρωπο, να ζω σαν άνθρωπος, να
+είμαι άνθρωπος.
+
+***
+
+Παθαίνουμαι στην Πόλη· αν και δεν ενδιαφέρει τους άλλους,
+όμως παθαίνουμαι· πρέπει να έβγω απ' αυτή την πυρωμένη
+κατάσταση και να νοιώσω τι θέση έχω στην Πόλη ... Θα ιδώ την
+Πόλη, το πρωί, από τον Άγιο Στέφανο.
+
+***
+
+Πρωί ― πρωί ήμουν εκεί, κι από το χωριό πήγα στους λόφους,
+όπου έχουν χτίσει οι Ρώσοι το μνημείο τους για τη νίκη του
+1878. Από κείνους τους λόφους φαίνουνται κάπου κάπου,
+μακριά, ύστερ' από τα κίτρινα χωράφια, στην καταχνιά της
+ζέστης, ο τοίχος της Πόλης, οι πύργοι, και μερικοί σβησμένοι
+μιναρέδες. Ας φύγουν μιαν ώρα αρχήτερα οι Τούρκοι, γιατί δεν
+μπορώ να νοιώθω από πάνω μου, σα Μοίρα, τη Σλαυική επιδρομή.
+Ας πάρουν δεύτερη φορά την Πόλη, ας την πάρουν Σλαύοι,
+όποιος άλλος θέλει, για να έρθει γρηγορώτερα η μέρα που θα
+την ξαναπάρουμε μεις. Γιατί θα ζήσει το Γένος ως εκείνη την
+ημέρα. Ίσως νοιώσουν τίποτα οι Έλληνες, άμα καταλάβουν πως
+την πήραν δεύτερη φορά ξένοι. Κι αν είναι ν' αποκοιμηθούν οι
+νυσταγμένοι, μόλις δουν στην Πόλη χριστιανούς, κι ορθόδοξους
+μάλιστα, τότε ας πάγει να πνιγεί το Γένος μας στα νερά της
+Άσπρης θάλασσας. Αρκετά ζήσαμε, κι αν δεν μπορούμε να
+επιθυμήσουμε τίποτε άλλο, παρά μια βρωμοζωή, καλλίτερα να
+μην υπάρχουμε.
+
+Είναι σκληρή η ιδέα πως χάνεται η Πόλη, αλλά δε με ταράζουν
+βυζαντινά όνειρα τόσο, όσο η γνώση πως είτε έχουμε είτε δεν
+έχουμε την Πόλη, είμαστε μέτριοι, ψόφιοι, κακομοιριασμένοι,
+κοιμισμένοι και μέτριοι, μέτριοι. Οι λέξεις «Να πάρουμε την
+Πόλη», είναι σύμβολο, που δεν σημαίνει «Να ξαναφτειάσουμε τη
+βυζαντινή αυτοκρατορία», αλλά «Να είμαστε δυνατοί».
+
+Πρέπει να νοιώθω την Πόλη, όπως πρέπει να νοιώθω την αρχαία
+Ελλάδα. Δε σημαίνει πως πρέπει να γίνουμε αρχαίοι Έλληνες,
+ούτε Βυζαντινοί. Σημαίνει πως πρέπει να ξέρω την περασμένη
+μου ζωή, να μη λησμονώ τα παλιά καλούπια που μπόρεσε να
+εύρει ο Ελληνισμός για να γίνει κράτος ανάμεσα στα κράτη,
+και ξανοίγοντας όσο μπορώ την τωρινή ζωή μου, να ξεκαθαρίζω
+το δρόμο, να εύρω το νέο τόπο που θα διαλέξει ο Ελληνισμός
+για να γίνει κράτος δυνατό.
+
+***
+
+Το μεσημέρι είχα φτάσει στα τείχη απ' έξω από την Πόλη· ο
+πρώτος πύργος είναι μαρμαρένιος, και πλένει τα πόδια του
+γλυκά η θάλασσα. Καλοί είναι οι Τούρκοι που άφησαν και δεν
+εχάλασαν τα τείχη και τους πύργους. Και δούλεψε μόνη, όσο
+θέλησε, η πολυκαιρία. Πίσω, προς την Πόλη, είναι ο μεγάλος
+τοίχος με τους μεγάλους τετράγωνους πύργους, αραιά
+χτισμένους. Μπροστά είναι ο δεύτερος τοίχος, μικρότερος, με
+μικρότερους και πυκνότερα χτισμένους πύργους στρογγυλούς.
+Και πιο μπροστά είναι το χαντάκι· ο όχτος του φαίνεται σαν
+τρίτος τοίχος, χαμηλότερος. Σε πολλά μέρη το χαντάκι γέμισε
+χώμα, και οι άνθρωποι έχουν φυτέψει μέσα ζωηρούς
+λαχανόκηπους. Στα τείχη επάνω φυτρώνουν δέντρα και
+χαμόκλαδα, που οι ρίζες τους χώνουνται στο ασβέστι,
+αναμεταξύ στις πέτρες, σα να πεισμάτωσαν να διαλύσουν και
+καλά τους τοίχους. Πότε θα νικήσει τάχα τα βυζαντινά κάστρα
+η ζωή; Προχώρεσα και ηύρα την πρώτη πόρτα, και ύστερα άλλη,
+και ως στον Κεράτειο κόλπο άλλες πέντε· απ' αυτές τις πόρτες
+βγαίνουν από την Πόλη οι δρόμοι οι μεγάλοι, προς όλα τα
+θέματα της Ευρώπης. Είδα και κείνη την αγιασμένη πόρτα, που
+κοντά εκεί πολέμησε κ' έπεσε ο τελευταίος Κωνσταντίνος.
+
+***
+
+Αριστερά ήταν ένα νεκροταφείο απέραντο των Τούρκων, με
+φουντωτά, πυκνά, βαθυπράσινα κυπαρίσσια. Κοίταξα πίσω, και
+είδα χαμηλά τη θάλασσα, βαθειά μεσημεριάτικα βαμένη, ανάμεσα
+στα τείχη και στα κυπαρίσσια. Κοντά στο δρόμο ήταν ένας
+τάφος, χαμόκλαδα γεμάτος και χορτάρια σκονισμένα, και είχε
+γύρω κάγκελα και κυπαρίσσια· μόλις μπήκα μέσα, ξαφνίστηκε
+και ούρλιασε ένας σκύλος άγρια· σταμάτησα, και με
+κατεβασμένη την ουρά ο σκύλος έφυγε. Ήταν μέσα στα χαμόκλαδα
+και στα χορτάρια πέντ' έξη βαμένες στήλες, με σαρίκια,
+όρθιες, αλλά γερμένες λίγο από διάφορες μεριές. Εκεί είναι
+θαμένος ο Αλή Πασσάς από το Τεπελένι. Πάρα πέρα,
+τριγυρισμένη από τα Τούρκικα απέραντα νεκροταφεία, είναι η
+Ζωοδόχο Πηγή, εκεί που ζωντάνεψαν τα ψάρια που τηγάνιζε ο
+καλόγερος στις 29 του Μάη του 1453, ημέρα Τρίτη. Όταν γύρισα
+απ' αυτού, ανέβηκα και περπατούσα επάνω στον τοίχο· μέσα
+κοίτουνταν η Πόλη, απέραντη, μπερδεμένη με τη ζωή και γεμάτη
+σπίτια· απ' έξω ερημιά και νεκροταφεία· απότομα κόβεται η
+ζωή. Από μέσα οι Γύφτοι έχουν κολλήσει στους τοίχους τα
+σανιδένια χάρβαλά τους, που τα στολίζουν τενεκέδες. Έβλεπα
+κάτι στενές αυλές, βρώμικες, και ήταν μέσα στιβαγμένες
+γύφτισσες μισόγυμνες, και γυφτόπουλα κουρελιασμένα. Απ' έξω
+από τον τοίχο σκύλοι κοιμώνταν στο ρίζωμα των ρημαγμένων
+πύργων, κι άλλοι περιδιάβαζαν σαν πεινασμένοι· άλλοι έχωναν
+μ' απελπισία τη μούρη τους μες στα σκουπίδια και γύρευαν
+φαγί, ανταμωμένοι με τα κοράκια. Κάποτε περιδιάβαζε και
+κανένας Γύφτος, γυρεύοντας κουρέλια ή θησαυρούς. Σηκώνουνταν
+αγριοπερίστερα κάποτε, καθώς περνούσα. Κάργιες φτερούγιζαν
+πολλές μαζί, φωνάζοντας πάντα. Από ψοφίμια, τα σκουπίδια και
+τα κουρέλια που σύναζαν τους σκύλους και τα όρνια, έβγαζε η
+μεσημεριάτικη λάβρα μια βρώμα θεόρατη. Ο ήλιος είχε πιει το
+ζουμί των χορταριών, και αφού τάφησε ξερά, τα έκαψε ύστερα.
+Κάτι κακομοιριασμένα χαμόκλαδα ξεροψήνουνταν στον ήλιο, και
+πάντα με δρόσιζε κανένα βαθύ κυπαρίσσι, μέσα ή έξω από τον
+τοίχο. Κατέβηκα πάλι έξω, και από μια μεγάλη πόρτα μπήκα
+στην Πόλη. Από κει βγαίνει ο δρόμος που πάει στην
+Αδριανούπολη, και ο δρόμος αυτός μέσα στην Πόλη, τη
+διαπερνά, και από το ψήλωμα παίρνει τις ράχες των λόφων και
+πάγει κάτω. Πήγα στο Κεχριέ τζαμί, άλλοτε εκκλησία, που στον
+πρόναο έχουν αφήσει οι Τούρκοι τα μωσαϊκά. Έχουν ανοιχτά
+χρώματα, πολλή ζωή και όχι πολύ σωστήν ανατομία. Τα άλλα
+ψηφιδωτά της εκκλησίας τα χάλασαν οι Τούρκοι, αλλά ο χότζας
+λέγει πως τα χάλασε η πυρκαϊά. Από κει φαίνεται ψηλότερα έν'
+άλλο τζαμί, μεγάλο, μαυρισμένο από την πολυκαιρία και
+ραγισμένο από τους σεισμούς, κλειστό και με γυαλιά και
+παράθυρα σπασμένα. Παλαιά σπίτια, σχεδόν ακατοίκητα, παλαιοί
+δρόμοι, πεσμένοι τοίχοι, ερημιά και ανωμαλία, τέτοιο είναι
+το μέρος εκείνο. Πήρα ένα δρόμο κατηφορικό κοντά στον τοίχο
+και από μέσα, ως που έφτασα σ' ένα παλάτι όμορφο, του
+Πορφυρογέννητου, χτίριο βυζαντινό. Άλλο από εκκλησία, μεγάλο
+σπίτι βυζαντινό άλλοτε δεν είδα. Για να φανεί από την άλλη
+του πλευρά, πέρασα, από μια ξύλινη σκεπαστή είσοδο, από μιαν
+αυλή γεμάτη γυαλιά σπασμένα, χώματα, σανίδια και κάρβουνα·
+δεξιά, κοντά στα τείχη, ήταν ένας φούρνος πυρωμένος κ'
+έφτειαναν μπουκάλες, εργάτες που ψήνονταν κ' έλυωναν στην
+ανθρακιά. Αφού πέρασα την αυλή είδα το χαριτωμένο παλάτι,
+ολόκληρο, σχεδόν κολλημένο στο μεγάλο τοίχο. Είχε δυο
+πατώματα και δυο σειρές καμαρωτά παράθυρα. Το επάνω πάτωμα
+εφτά και το κάτω έξ. Το ισόγεια είχε στην αράδα έξ καμαρωτές
+πόρτες. Ο τοίχος ήταν στολισμένος με κεραμιδένια σχέδια.
+Βυζαντινές πριγκήπισσες και βασιλιάδες ξύπνησαν πάλι μέσα
+μου. Από το δεύτερο πάτωμα έβγαινε στον πρώτο πύργο του
+τοίχου μια βασιλοπούλα και, επειδή ήταν αντηλιά πολλή, είχε
+ανοίξει το χέρι της, σα στέγη, από πάνω από τα μάτια της,
+και κοίταξε έξω από την Πόλη, πέρα.
+
+***
+
+Πάλι βγήκα έξω από τα τείχη. Πάλι, νεκροταφείο τούρκικο με
+κυπαρίσσια ήταν απέναντι μου. Πάνω σε μια πλάκα τάφου ήταν
+ξαπλωμένος ένας σκύλος, σαν ανάγλυφο. Πέρασα, ήταν
+καταπράσινος ο τόπος από άλλα δέντρα. Δεξιά είδα μιαν άλλη
+θάλασσα, τον κόλπο τον Κεράτειο. Οι πύργοι ήταν πολυγωνικοί
+κι ο τοίχος μονός, τώρα, ψηλός και καλοχτισμένος· πέρασα
+αρκετά μακριά από τους πύργους του Ισαακίου Αγγέλου και του
+Ανεμά, επειδή ανάμεσα στο δρόμο και στον τοίχο, σε κείνο το
+μέρος, φυτρώνουν περιβόλια. Ένα δυο σπίτια ξύλινα, σαν
+κυψέλες γεμάτες ανθρώπους, ήταν κολλημένα στον τοίχο. Κι
+από την τελευταία πόρτα, προτού φτάσω στη θάλασσα, μπήκα
+πάλι στην Πόλη. Πέρασα το Γαλατά, τη Βλαχέρνα, το Φανάρι, σ'
+έναν ατέλειωτο δρόμο, και τα πόδια μου πονούσαν. Το σώμα μου
+έκαιε και αγέρας δε φυσούσε.
+
+Κοίταξα όλα τα μαυρισμένα σπίτια, για να ιδώ αν είναι
+βυζαντινά και να ποτιστώ από τον τύπο τους, αλλ' ήμουν
+κατακομένος, τα μάτια μου πονούσαν κ' έτσουζαν και μου
+ήρχονταν να πέσω.
+
+Είμαι όλος άρνηση στην Πόλη και αντιλογία. Η διήγηση των
+άλλων για την Πόλη μου χαρίζει χίλια δώρα και δεν τα
+δέχουμαι. Η φράση, που την ακούω από μικρός, «Θα πάρουμε την
+Πόλη», μου λέγει ψέματα. Η Πόλη δεν είναι η Χάλκη, η
+Πρίγκηπο, τα Θεραπιά, δεν είναι τα Γλυκά Νερά της Ασίας. Η
+Πόλη δεν είναι οι δερβίσηδες, που άλλοι γυρίζουν σα σβούροι,
+άλλοι ουρλιάζουν σα λύκοι. Δεν είναι οι χοτζάδες, οι
+χαμάληδες, οι χανούμισσες, ούτε η πολύχρωμη ανακατωσούρα,
+που αρέσει μερικών ζωγράφων. Η Πόλη δεν είναι ο Σουλτάνος,
+το Γιλδίζ, το προσκύνημα, και τα παλάτια του στο Βόσπορο,
+και οι θησαυροί του στο Σταμπούλ. Ούτε οι Αρμένηδες, ούτε οι
+Λεβαντίνοι. Η Πόλη δεν είναι ίσως ούτε καν οι Έλληνες οι
+τωρινοί με το εμπόριό τους, ούτε οι Ελληνίδες που περιφέρουν
+την παχουλή τους χάρη και τα στολίδια τους στο Σταυροδρόμι,
+στα θέατρα και στα καφενεία. Ακόμης λιγώτερο είναι η
+Πρεσβεία και το Προξενείο, που έχουν μεταφερθεί εκεί με
+άπειρη πεζότητα και γραφειοκρατική ανοστιά από την Ελλάδα. Η
+Πόλη είναι άραγε πια και το Οικουμενικό Πατριαρχείο;
+
+Πήγαινα κάθε μέρα στο Φανάρι και στην Πόλη την καθαυτό, κ'
+εκεί έπαιρνα ό,τι εύρισκα δικό μου. Την Αγιά Σοφιά, με το
+Σταυρό που έκαμα την έκαμα δική μου, την πήρα πίσω τη Μεγάλη
+Εκκλησιά. Τις εκκλησιές, τις πέτρες και τους πύργους, τα
+φίλησα, τα τείχη τα αγάπησα μέσα στο λιοπύρι του μεσημεριού.
+Και σκληρά σκληρά στάθηκα στους ρωσικούς τους λόφους του
+Άγιου Στέφανου, εκεί που δεν είναι άλλο καλλίτερο μέρος για
+να σταθεί το Γένος όλο, να κοιτάζει την παρμένη Πόλη.
+Σκληρότατα οι Ρώσοι ξεδιάλυσαν τα όνειρά μου τα βυζαντικά
+και μ' έδεσαν αλύπητα με την τωρινή κατάστασή μου. Η Πόλη,
+δεν είναι η Πόλη όπως την ήξερα· είμαι ε γ ώ. Δεν υπάρχει
+πια η Πόλη. Στην Πόλη ξύπνησαν και άναψαν μέσα μου όλες οι
+παλιές οι ταραχές μου και αποκάηκαν, και δεν απόμεινε μέσα
+μου παρά η στάχτη.
+
+Ήμουν κουρασμένος και ψυχρός, και κοίταζα με απονιά την
+Πόλη, όταν έβγαινε το πλοίο μου από το Βόσπορο· και ίσως
+ήμουν έτοιμος να θελήσω μεγάλα έργα ελληνικά για τα ερχόμενα
+χρόνια.
+
+
+
+
+ΤΟ ΕΘΝΟΣ, ΟΙ ΤΑΞΕΣ ΚΑΙ Ο ΕΝΑΣ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αρ. 271 του «Νουμά» (25 του Νοέβρη 1907).
+Την εποχή εκείνη είχε ανάψει στο «Νουμά» η σοσιαλιστική
+συζήτηση. Αφορμή της, το βιβλιαράκι του Γ. Σκληρού «&Το
+κοινωνικόν μας ζήτημα ― » ή σωστότερα το τετρασέλιδο άρθρο
+που μας έστειλε τότε από το Starnburg ο κ. Αλέξ. Δελμούζος,
+και που με τον τίτλο «&Στους δημοτικιστάς&» και με υπογραφή
+«&Α. Ντέλος&» δημοσιεύτηκε στον αριθ. 257 του «Νουμά» (19
+Αυγ. 1907). Ο κ. Δελμούζος στο άρθρο του εκείνο, καθώς και
+στο δεύτερό του που με τον τίτλο «Για το ζήτημα» (Schloss ―
+Bieberstein, 10.9.97) δημοσιεύτηκε στον αριθ. 261 (16 Σεπτ.
+1907) του «Νουμά» σύσταινε στους δημοτικιστές να προσέξουν
+το βιβλιαράκι του Σκληρού και μας εξόρκιζε νανοίξουμε τις
+στήλες μας σε μια τέτια, σοσιαλιστική δηλαδή, συζήτηση, «για
+για να χυθεί στον κύκλο μας νέα ζωή». Στον αγώνα αυτόν τότε
+κατέβηκαν, πάνοπλοι, όλοι σκεδόν οι δικοί μας, χωρισμένοι σε
+δυο στρατόπεδα. Από τη μια μεριά, τη σοσιαλιστική, με αρχηγό
+το Γ. Σκληρό, ο Πέτρος Βασιλικός (Κ. Χατζόπουλος), Α.
+Δελμούζος, Μ. Σ. Ζαβιτσιάνος, Ν. Γιαννιός, Ηλ. Βουτιερίδης
+κλπ. Κι από την άλλη μεριά, την εθνικιστική, με αρχηγό τον
+Ίδα, ο Έρμονας, ο Στέφ. Ραμάς και άλλοι. Η συζήτηση αυτή
+κράτησε δυο περίπου χρόνια στις στήλες του «Νουμά» και ήταν
+η πρώτη επιστημονική συζήτηση πούγινε στην Ελλάδα για το
+σοσιαλισμό. Ο Δραγούμης, εξόν από τούτο το άρθρο του, έγραψε
+τη μελέτη του «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία» που θα
+δημοσιευτεί στις κατοπινές σελίδες, κι ένα δυο άρθρα ακόμα._
+
+ΑΠΟ τότε που διάβαζα το βιβλιαράκι που επιγράφεται «Το
+Κοινωνικόν μας ζήτημα», μου ήρθε να αποκριθώ ευτύς, γιατί
+χοροπηδούσε μέσα μου πολλή αντιλογία. Όχι πως δε λέει σωστά
+πράματα, μπορεί μάλιστα κι ολάκερο να είναι σωστό και
+λογικό. Αλλά κάτι έχει όλο το σύστημα του κ. Σκληρού, που
+δεν έρχεται στην ιδιοσυγκρασία [...] κάτω της γραφής, κάθε
+φιλοσοφικό σύστημα [...] αποτέλεσμα χωριστής ιδιοσυγκρασίας.
+
+Και ο κ. Σκληρός, όπως ο κάθε άνθρωπος, είναι ψυχολογικό
+φαινόμενο. Και γω το ίδιο. Θα έπρεπε να βρεθεί κάποιος έξω
+από τον τόπο και το χρόνο, για να μας ζυγίσει όλους και να
+μας κρίνει. Έχουμε ο καθένας μας διαφορετικές
+ιδιοσυγκρασίες, ψυχολογίες, φιλοσοφίες, ή ίσως, καλλίτερα,
+είμαστε διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, ψυχολογικά φαινόμενα,
+φιλοσοφικά συστήματα. Τον κ. Σκληρό, ας πούμε, τον έχει
+ρουφήξει η ψιλόλογη επιστήμη, εμένα η πολύμορφη, η πλούσια
+ζωή.
+
+Για να νοιώσεις τη φιλοσοφία ενός ανθρώπου, πρέπει πρώτα να
+μελετήσεις τα προηγούμενα, δηλαδή τον άνθρωπο, το ψυχολογικό
+φαινόμενο.
+
+Και συμπέρασμα: όλων οι αντίληψες είναι σωστές ― γιατί είναι
+αναγκαίες ― και κανενός αντίληψη δεν είναι π ι ο σ ω σ τ ή.
+
+Και δε θαπαντούσα τίποτα στο βιβλιαράκι εκείνο, αν δεν
+έβγαιναν παραμορφωτές του, σαν τον κ. Π. Βασιλικό.
+
+***
+
+Έχει πολλά προτερήματα το βιβλιαράκι. Είναι χυμένο σ' έ ν α
+σύστημα, έχει ενότητα και πάστρα, και γυρεύει να ταιριάξει
+την τωρινή ε λ λ α δ ι κ ή κοινωνία (μεταχειρίζομαι τη λέξη
+ε λ λ α δ ι κ ή ή ε λ λ α δ ί ν ι κ η κι' όχι Ε λ λ η ν ι κ ή,
+η διάκριση αυτή θα μας χρειαστεί παραπέρα), σ' ένα
+κοινωνιολογικό σύστημα, γερμανικό, υποθέτω. Ίσως το σύστημα
+είναι όμορφο, συμμετρικό, ευχάριστο, αλλά πάντα σύστημα
+μένει, δηλαδή θα αφίνει και κάποιο έξω, θάχει και τα στραβά
+του.
+
+Εγώ δε γνώρισα το Χέγκελ, ούτε έμαθα τι πάει να πει
+δ ι α λ ε χ τ ι κ ή και μ ε τ α φ υ σ ι κ ή μέθοδο. Είμαι πραχτικός
+άνθρωπος, Ρωμιός, Τουρκομερίτης, ραγιάς καταγίνουμαι σε
+πολιτικά, εδώ, στην Τούρκικη Ελλάδα, που δεν καταδέχτηκε να
+στοχαστεί γι' αυτήν ο κ. Σκληρός. Ίσως εμάς δε μας
+καταφρόνεσε, γιατί δε θα μας γνωρίζει, αλλά περιγέλασε
+κείνους από τους Ελλαδίτες που καταγίνουνται με μας.
+
+Όλα αυτά τα ονομάζει μεγάλη ιδέα!
+
+Το βιβλιαράκι του κ. Σκληρού το έκρινε αρκετά καλά ο Ραμάς,
+και συμφωνώ μαζί του σε πολλά, όπως σε τούτο: ότι ο ανοιχτός
+και άγριος πόλεμος αναμεταξύ μια κοινωνική τάξη και μιαν
+άλλη, είναι σημάδι πως διαλύνεται μια κοινωνία, αφού δεν
+μπορούν οι τάξες αυτές να βρουν πια κανέναν τρόπο για να τα
+ταιριάξουν και να ζήσουν μαζί, ― αφού αδιάκοπα, σαν εχτροί,
+μαλλιοτραβιούνται, ενώ μπορούσαν φιλικά να ξεδιαλίσουν τους
+λογαριασμούς τους, ― αφού στα άτομα δεν αρέσει σ' άλλο
+τίποτα να καταγίνουνται, παρά στον ξετσίπωτο κομματικό,
+κοινωνικό πόλεμο μεταξύ τους. Ο κ. Σκληρός αναφέρνει τη
+Γαλλία, από την επανάσταση και δώθε. Μα και πριν βρίσκουνταν
+τάξες στη Γαλλία (όπως και στην Αγγλία είταν και είναι), που
+ζούσαν μ' έναν ανταγωνισμό αναμεταξύ τους, φυσικό κι όχι
+υπερβολικό, και με μιαν αλληλεγγύη τέλεια.
+
+Κοινωνικές τάξες θα βρίσκουνται πάντα στη γη επάνω, αλλού
+πιο ξεχωρισμένες η μια από την άλλη, άλλου λιγώτερο
+ξεχωριστές, και πότε θα παλεύουν λιγώτερο αναμεταξύ τους,
+πότε περισσότερο, πότε και καθόλου, γιατί θα έχουνε φτάσει
+σε μιαν ισορροπία (αλληλεγγύη φρόνιμη και σοφή), που
+δικαιώματα και χρέη θα είναι κανονισμένα και θα εμποδίζουν
+τα αλληλοφαγώματα. Είναι καιροί που ξεσπάνουν πάλι και
+μαλώνουν άγρια οι τάξες μεταξύ τους (και με τουφέκια και
+δίχως τουφέκια), είναι και καιροί που μαλώνουν ατέλειωτα και
+δεν μπορούν νάβρουνε ισορροπία. Αυτοί είναι οι καιροί της
+κοινωνικής αρρώστιας. Κι από τις τάξες όλες άλλες διοικούν
+κι άλλες υποτάζονται, και κάποτε τούτες ρίχνουνε κάτου τις
+άλλες και διοικούν αυτές.
+
+Αυτά δεν είναι καινούρια πράματα, ούτε αξιοθαύμαστα. Πάντα
+έτσι είταν στις κοινωνίες και θα είναι.
+
+Και σε τούτο συμφωνώ με το Ραμά, ότι η κοινωνιολογία είναι
+μπερδεμένη ακόμα, πολύπλοκη, όχι καλά μελετημένη επιστήμη,
+ώστε τα συμπεράσματά της δεν μπορούν ούτε πρέπει να βγαίνουν
+σε φετφάδες. Πολλά, πάρα πολλά στοιχεία των κοινωνιών έχουν
+να μελετηθούν ακόμα.
+
+Συμφωνώ με το Ραμά και σ' ένα άλλο: ότι ξέχασε ο Σκληρός τον
+α γ ρ ό τ η ν.
+
+Αλλά θύμωσε ο Π. Βασιλικός που ο Ραμάς είπε τη γνώμη του
+ευσυνείδητα, και ξεσπάθωσε και χτύπησε δεξιά, και χτύπησε
+ζερβιά, και άφρισε, έβγαλε φλόγες από το στόμα του,
+πυροβόλησε στον αέρα ― για να υποστηρίξει κάποιον Μαρξ, όπως
+θάκανε κανένας κομματάρχης για το Μερκούρη.
+
+Μας ερμηνεύει λοιπόν αυτό το τι θα πει ε ξ έ λ ι ξ η και
+π ρ ό ο δ ο.
+
+Μα και πάλι εγώ αισθάνομαι σαν το δισταχτικό το Ραμά, που
+δεν ξέρει καλά καλά αν «εξέλιξη» και «πρόοδο» είναι το ίδιο
+πράμα. Μα εγώ παθαίνω και χειρότερα. Από μεγάλη μου
+στενομυαλιά, ούτε τι θα πει το καθένα χωριστά μπορώ να
+νοιώσω. Π ρ ό ο δ ο ; προβαίνει, κανένας ή κάτι, κατά κάποιο
+σημάδι; Τι είναι αυτό το σημάδι; Άραγε μην πάει να πει
+προκοπή; ή μήπως κι όταν πάει να χαντακωθεί κανένας, κι αυτό
+το λένε πρόοδο; και γιατί να μην το λένε έτσι, αφού είναι
+πρόοδο να χαντακώνεται η Γαλλία, όπως χαντακώνεται; Και η
+λέξη « ε ξ έ λ ι ξ η » ξέρω πως πάει να πει επάνω ― κάτω
+αλλαγή. Την ανακάλυψαν οι Άγγλοι σοφοί του καιρού μας, για
+να εκφράσουν τις λογικές παραδοξολογίες τους, που μπορεί να
+είναι λιγάκι αλήθειες και λιγάκι ψευτιές.
+
+Ο κ. Βασιλικός με τρομερή φούρια ξεσηκώθηκε, ανασκουμπώθηκε
+και ξεσπάθωσε. Η ριζοσπαστική του αυτή επαναστατική φούρια
+άξιζε καλλίτερο περιεχόμενο. Αν και δεν ξέρω. Ο ριζοσπάστης
+αυτός, μόλις έφτασε να ξεστομίσει τη λ έ ξ η «επανάσταση»,
+βιάστηκε να βάλει αποκάτω μια σημειωσούλα για να ορμηνέψει,
+τον κατατρομαγμένο κοσμάκη, πως επανάσταση δε θα πει ν'
+αδράξει ο λαός τα τουφέκια, παρά έχει τη «νεώτερη κοινωνική
+της σημασία» (;).
+
+Αν δεν έβαζε αυτή την εξήγηση, πολλά μπορούσε να υποθέσει ο
+κ. Εισαγγελέας και να τονέ χώσει άξαφνα μέσα. Και ίσαμε κει
+δεν πήγαινε το θάρρος του κ. Βασιλικού.
+
+Αραδιάζει έπειτα πολλά ο κ. Βασιλικός, βρίζει τους Ρωμιούς
+γιατί δεν έχουν όρεξη να φαν πολύ, τις Ρωμιές γιατί δε
+γίνουνται όλες φοιτήτριες να τρέξουν, στις Ευρώπες, ―
+γυρεύει σιδηρόδρομους, τραμ, ηλεκτρικά και δεν ξέρω τι άλλο,
+γνώρισε τους βαλκανικούς λαούς και τους βρήκε καλλίτερους
+από μας, (πιο «προοδευτικούς» βέβαια), γιατί έχουνε μέσα
+στις Σκουψίνες και Σομπράνιες τους μερικούς
+ψευτοσοσιαλιστές, ψευτοριζοσπάστες, ψυυτοφιλελεύτερους, που
+δεν ξέρουν τι τους γίνεται και με λίγα χρήματα ή λίγο κνούτι
+ακολουθούν όποιον και νάναι....
+
+Δε βλέπω τίποτα άξιο να ενθουσιάσει κανέναν αυτού μέσα. Δεν
+είμαι κακόπιστος, όχι, ξέρω τι θέλετε να πήτε, ξέρω πως από
+τον πόλεμο αναμεταξύ στις κοινωνικές τάξες προσμένετε την
+αναγέννηση της μικρής Ελλάδας. Αυτό ίσως ― μ' όλη τη
+μικρότητά του ― μπορούσε να ενθουσιάσει κανένα. Τι λέτε; Να
+δήτε άξαφνα το Ελληνικό Βασίλειο να μεταμορφωθεί μονομιάς σε
+Κάτω χώρες. Θα πίναμε όλοι πολλή μπίρα, θα τρώγαμε
+λαχαναρμιά και λουκάνικα μπόλικα, θα καπνίζαμε ηδονικά
+ολλαντέζικα χοντρά πούρα και θα ζούσαμε με περίσσια
+«ευμάρεια». Δε θα βρίσκουνταν πια κρασάδες για να τσιρίζουν
+και να κάνουν παράπονα στην Κυβέρνηση, ούτε να ταράζουν την
+ησυχία του κ. Βασιλικού, γιατί θα είχαν πνιγεί από τους
+μπιράδες.
+
+ ― Κ' έπειτα;....
+
+ ― Ε, έπειτα «θα εβαίνομεν προς την. . . Πρόοδον».
+
+ ― Ουφ! Λίγο καθαρόν αέρα, γιατί σκάνω!
+
+***
+
+Θα μιλήσω λίγο σοβαρά με τον κ. Σκληρό που τον εκτιμώ για το
+καθάριο μυαλό του, και την ησυχία που συζητεί όλα, και
+καθίζει στο κάθε τι το σύστημά του. Θα τον ήθελα μονάχα
+λιγάκι πιο άνθρωπο σωστό και λιγώτερο σκλάβο της επιστήμης.
+Σε κανενός τις θεωρίες ο άνθρωπος δεν ταιριάζει να
+σκλαβώνεται, ούτε στις δικές του. Και της επιστήμης υπάρχουν
+σύνορα. Πρέπει να τα βλέπει ο αληθινά σοφός. Από τα λόγια
+μου αυτά καταλαβαίνει ο αναγνώστης, πως δε μου πολυαρέσουν
+οι θεωρίες και τα συστήματα, ούτε και σαστίζω μπροστά στην
+επιστήμη, ούτε ξιππάζομαι όπως τα 999/1000 των συγκαιρινών
+μου Ευρωπαίων. Την επιστήμη δεν την πολυπιστεύω, και η
+υπερβολική πίστη του κόσμου σ' αυτήν, μου φαίνεται εμένα σαν
+καμιά αρρώστια του καιρού μας ― ίσως σύμπτωμα κι αυτό
+ξεπεσμού μερικών λαών της Ευρώπης. Το επιστημονικό πνεύμα,
+αφού ξαπλώθηκε στους αρχαίους λαούς, τους έφαγε. Να δούμε
+μάς τι θα μας κάμει. ·
+
+Μου φαίνεται πως φρόνημο θα είταν να βάζαμε κάποια σύνορα·
+ε μ ε ί ς, οι πολλοί, να ζούμε και να συλλογιζόμαστε ολότελα,
+έξω από τη μολυσμένη ατμόσφαιρα της επιστήμης, ― όσο για
+τους ε π ι σ τ ή μ ο ν ε ς, αυτοί να κρατούν την επιστήμη
+για τον εαυτό τους και ό,τι χρειαζόμαστε απ' αυτούς να τους
+το γυρεύουμε. Ενώ αυτοί έχουν τώρα πλημμυρίσει τον κόσμο.
+
+Θα μου πει βέβαια ο κ. Σκληρός: «Και λοιπόν δεν παραδέχεσαι
+πως θα φανερωθούν και στην Ελλάδα πόλεμοι άγριοι μια μέρα
+ανάμεσα στις κοινωνικές τάξες;»
+
+Και θα του αποκριθώ: «Είμαι, κ. Σκληρέ, πολιτικός. Μεις οι
+πολιτικοί πηγαίνουμε σύμφωνα με τις περίστασες, ― δηλαδή
+βλέποντας και κάνοντας. Ο καλός πολιτικός, με το δυνατό
+ψυχολογικό του μάτι, προβλέπει πολλά που είναι να γίνουν,
+και προετοιμάζεται να τα δεχτεί, να τα διορθώσει όσο μπορεί,
+να τα μπαλώσει προσωρινά, να τα ξερριζώσει τελειωτικά αν
+μπορεί και είναι ανάγκη, να τα σπρώξει να μεγαλώσουν, να
+δυναμώσουν, να πάρουνε δρόμο, αν κρίνει πως έτσι πρέπει. Τι
+πράμα όμως κανονίζει όλες αυτές τις πράξες του; Πώς ξέρει
+και διαγνώνει σε κάθε περίσταση τ ι π ρ έ π ε ι; Αν είναι
+πολιτικός όπως χρειάζονται τα κράτη, θα έχει νόμο απαράβατο
+και σταθερό το αυστηρό πολιτικό συμφέρο του κράτους, δηλαδή
+την αυτοσυντηρησία του κράτους, και τη νίκη της εθνικής
+ζωής, ας είναι και εις βάρος άλλων κρατών. Αυτό ήθελαν να
+πουν και οι Ρωμαίοι ― οι μεγάλοι πολιτικοί ― με το salus
+populi suprema lex esto. Αλλά πρόσεχε δω, κύριε Σκληρέ, εδώ
+είναι ο κόμπος. Πρέπει λοιπόν να θυσιαστούν τα συμφέροντα
+της κάθε τάξης; οι προλετάριοι πρέπει, να αρρωστήσουν, να
+μείνουν δίχως ψωμί, γυμνοί, χωρίς σπίτια, να χαντακωθούν, να
+χαθούν ολότελα, να πεθάνουν; (Βλέπω δάκρυα στα μάτια σου, κ.
+Σκληρέ, γιατί; μην είσαι και συ σπλαχνικός, φιλάνθρωπος,
+μαλακός; ― και τότε είσαι καθαυτό του καιρού μας φαινόμενο,
+ή μήπως, επειδή παίρνω άλλη βάση στις σκέψες μου από σένα,
+λυπήθηκες που σε βγάζω από το σύστημά σου;)
+
+Ναι, αν είναι ανάγκη να ζήσουν έτσι οι εργάτες, αν το κράτος
+έχει γενικώτερες δουλειές να κοιτάξει, αν δεν είναι σοβαρός
+κίντυνος για το κράτος, ― ας ζήσουν ακόμα έτσι. Αν πάλε
+είναι να σηκωθούν, ας κάμουν το σηκωμό τους, και θα πάρουν
+με το «έτσι το θέλω» άλλο κανένα κόκκαλο για να ζήσουν. Αν ο
+σηκωμός αυτός καταντήσει μεγάλος, σαν τη γαλλική επανάσταση,
+θα αλλάξει η τάξη που κυβερνά και θάρθει να κυβερνήσει άλλη
+τάξη. Αυτό όμως δε μ' ενδιαφέρει. Όποια τάξη κι αν θέλει ας
+έρθει, αν μπορεί, να κυβερνήσει, σύμφωνα με τα συμφέροντα
+της και τα ιδανικά της. Φτάνει το κράτος να ζει, να στέκεται
+στα πόδια του, να μπορεί να έχει τη θέση του ανάμεσα στα
+τόσα άλλα κράτη. Κάθε τάξη που κυβερνά ένα κράτος, πρέπει
+μεταξύ στα ιδανικά της, (στις φαντασίες της, να πούμε,), να
+έχει και την εικόνα του κράτους, τη συνείδηση, πως κάτι τι
+κοινό έχουν όλοι όσοι κάνουν το κράτος, και όλες οι τάξες
+της κοινωνίας, και ότι και οι άλλες τάξες, μ' όλες τους τις
+διαφορές, έχουν κάποια κοινά αισθήματα, κοινές ιδέες, κοινές
+παράδοσες, κοινά συμφέροντα, κοινές ανάγκες, και τη μεγάλη
+ανάγκη της αλληλεγγύης αναμεταξύ τους. Δεν μπορεί να τα
+παραγνωρίσει αυτά η τάξη που κυβερνά, γιατί αλλοιώς δε
+στέκεται.
+
+Η διαφορά μεταξύ σένα, κ. Σκληρέ, και τους δημοτικιστές,
+μπορεί να είναι, καθώς λες, πως τούτοι είναι μ ε τ α φ υ σ ι κ ο ί
+ενώ συ είσαι δ ι α λ ε χ τ ι κ ό ς (όπως λέγει, ο
+Χέγκελ). Αλλά η διαφορά μεταξύ των δυνώ μας, είναι, κ.
+Σκληρέ, ότι συ ταράζεσαι πάρα πολύ με τα συμφέροντα μιας
+τάξης ή και δυο, ή και με τα μαλλιοτραβήγματά τους, ― ίσως
+είσαι και συ σπλαχνικός, χωρίς να το πολυνοιώθεις, (η
+υπερβολική ψυχοπονιά είναι κι αυτή σημάδι του καιρού μας) ―
+ενώ ο αληθινά σκληρός είμαι ε γ ώ, ο πολιτικός, που δε με
+ταράζουν, αν και τα βλέπω, τα μαλλιοτραβήγματα από τάξη σε
+στάξη, είτε από άτομο σε άτομο, και κοιτάζω προπάντων τη ζωή
+του έθνους. Τις τάξες τις λογαριάζω κι αυτές, αφού κι αυτές
+είναι μέσα στο έθνος, αλλ' ούτε τόσο τις ξεχωρίζω, όπως συ,
+ούτε τις επαναστάσεις τους τις θεωρώ απαραίτητες, αφού
+ανταγωνισμός υπάρχει και μπορεί ελεύτερα πάντα να γίνεται.
+Συ παίρνεις βάση και αρχή για τις σκέψες σου τις κοινωνικές
+τάξες. Παίρνεις ένα μεγαλωτικό φακό και ξεδιαλύνεις τους
+οικονομικούς λόγους που πλάθουνε τις τάξες. Και απ' αυτού
+προχωρείς και βγάζεις συμπεράσματα λογικά και σύμφωνα με την
+αρχή σου. Αλλ' ο φακός σου μεγαλώνει πάρα πολύ εκείνα που μ'
+επιμονή παρατηράς. Πιάνεις τα πλήθη και χάνεσαι αυτού μέσα,
+και όλα από κει γυρεύεις να τα βρεις. Τη μεγάλη δύναμη, που
+μια εξαιρετική ιδιοφυία μπορεί να μαζέψει στα χέρια της, δε
+φαίνεσαι να τη διακρίνεις καλά, ούτε την υπερβολική σπρωξιά,
+που μπορεί, την κατάλληλη στιγμή, να δώσει σ' ένα έθνος
+ολάκερο ― όχι μονάχα σε μια τάξη ― μια ιδέα, και όταν δεν
+προέρχεται από το στομάχι.
+
+Εγώ για βάση της σκέψης μου βάζω το salus populi, τη
+σωτηρία, τη ζωή όλου του έθνους που με γέννησε. Αγαπώ όλες
+τις τάξες του έθνους μου και κάποτε δεν τις ξεχωρίζω, τα
+παλέματα των ατόμων, καθώς και των ομάδων, της κοινωνίας
+μου, δεν τα πολυλογαριάζω· παντού και πάντα υπάρχουν. Δε
+συλλογίζουμαι συχνά τα στομαχικά συμφέροντα. Δε λυπούμαι
+κείνους που, μην ξέροντας να βρουν ψωμί, πεθαίνουν από την
+πείνα. Άξιος ο μισθός τους. Έτσι δε με πολυσκοτίζουν ούτε οι
+άρρωστοι και οι αρρώστιες τους. Πιστεύω πως όταν ο
+ανταγωνισμός μεταξύ στις τάξες ― που υπάρχει πάντα ― μπει
+στην πρώτη γραμμή και γίνει η πρώτη φροντίδα και σκέψη των
+ανθρώπων ενός κράτους, και γίνει αυτό ιδανικό κι όλα, το
+κράτος αυτό δεν είναι πια για να ζήσει. Μπορεί το έθνος να
+εξακολουθεί να ζει, μα το κράτος θα χαντακωθεί. Πιστεύω και
+τούτο, πως μια ιδέα, άμα καταφέρει ένας ή πολλοί να τη
+βάλουν στο κεφάλι ενός έθνους, όχι μόνο δύσκολα βγαίνει,
+αλλά όσο υπάρχει, μπορεί να σπρώξει το έθνος, να
+αναποδογυρίσει βουνά, και τα δικά του τα συμφέροντα το κάθε
+άτομο για καιρό να τα ξεχάσει. Και πιστεύω πως έ ν α ς
+άνθρωπος μπορεί ναξίζει περισσότερο από τα πλήθη των
+ανθρώπων: Μ' αρέσει ο άνθρωπος, δε μ' αρέσουνε τα πλήθη με
+τη χοντροκοπιά τους. Έχουν βέβαια δύναμη τα πλήθη, αλλά και
+ο ένας άνθρωπος έχει δύναμη πιο τρανή και πιο όμορφη. Δεν
+πίστεψα ποτέ πως οι μεγάλοι άντρες έπεσαν από τον ουρανό,
+ούτε πως ξέρουν «εξ αποκαλύψεως» μυστικά που δεν τα ξέρει το
+πλήθος. Ξέρω και πως, για να βγει ένας Σαιξπήρος, χρειάστηκε
+για έναν αιώνα οι δραματογράφοι και θεατρίνοι να πληθύνουν
+τόσο στην Αγγλία, που να καταντήσουν τάξη και προλετάριοι.
+Αλλά πιστεύω πως οι κοινωνίες τίποτε άλλο δε χρησιμεύουν,
+παρά για να ξεφυτρώνουν από μέσα τους εξαιρετικοί άνθρωποι,
+και για τούτο ονομάζω τις κοινωνίες μ α γ ε ρ ι ά
+α ν θ ρ ώ π ω ν. Στις κοινωνίες επάνω ακουμπούν οι λιγοστοί
+που φανερώνονται εξαιρετικοί άνθρωποι, από τις κοινωνίες
+παίρνουν τη δύναμη τους, το είναι τους, όλα, μα είναι
+διαφορετικοί από την κοινωνία, κι αυτό μ' αρέσει.
+
+Βλέπεις, μας χωρίζουν, τον κ. Σκληρό και μένα, οι
+ιδιοσυγκρασίες μας.
+
+Αλλά τώρα θα μιλήσω για ένα τελευταίο ζήτημα, που δε με
+φαίνεται να το σκέφτηκε καλά ο κ. Σκληρός.
+
+***
+
+Σ' όλο το βιβλιαράκι αναφέρνεται η Ελλάδα ως διδόμενο ως
+βάση ασάλευτη. Μα ποιος λέει πως είναι η Ελλάδα
+πραγματικότητα;
+
+Μη φοβάστε, δε με ταράζουνε βυζαντινά όνειρα, δεν έχω στο
+νου μου τη Μεγάλη Ιδέα. Έκαμε τη δουλειά κι αυτή για μιαν
+ώρα, και την ώρα εκείνη είτανε πραγματικότητα.
+
+Αλλά ρωτώ τον κ. Σκληρό τι θα έλεγε αν βρίσκουνταν αυτός σε
+κάτι περίστασες που βρέθηκα εγώ έξαφνα. Φέρω παραδείγματα,
+γεγονότα, κρίσες δεν κάνω, παρατηρώ μονάχα.
+
+1). Το Ελληνικό το Κράτος είναι κει πέρα με τα σύνορά του.
+Έξω απ' αυτό βρίσκονται άλλα κράτη. Σε μιαν επαρχία ενός από
+τα τριγυρινά κράτη γίνεται σφαγή ανθρώπων, κι αυτοί οι
+άνθρωποι είναι Έλληνες, κι όσοι σώθηκαν από τη σφαγή,
+φεύγουν όπως όπως στο Ελληνικό κράτος.
+
+2). Σ' ένα νησί ενός ξένου κράτους βαρυέστησαν πια να
+τυραννιούνται οι κάτοικοι (Έλληνες) από τους ανθρώπους του
+μονοπωλίου των καπνών ― που σκλάβωσαν μες το χρήμα τους και
+τους ίδιους τους επίσημους τυράννους (Τούρκους), και τους
+κάνουν ό,τι θέλουν, διοικούν αυτοί το νησί αντί για τους
+Τούρκους, ― λοιπόν βαρυέστησαν οι κάτοικοι και σηκώθηκαν στο
+πόδι και είπαν πως θέλουν να ενωθεί το νησί τους με την
+Ελλάδα.
+
+3). Σ' ένα άλλο νησί, μισοανεξάρτητο και προνομιούχο, θέλει
+να χώσει τη μούρη του πάρα πολύ ένας βεζύρης από την Πόλη,
+και οι κυβερνήτες του νησιού δεν τους αρέσει αυτό και
+σηκώνουν το νησί στο πόδι, γυρεύουνε βοήθεια από τους
+αδερφούς τους, από την Ελλάδα, και ζητούν ένωση κι αυτοί.
+
+4). Ένα χωριό στη Θράκη (Τούρκικο κράτος), φτωχό και
+κακομοιριασμένο, που μόλις μπορεί και ζει με την
+ψωροκαλλιέργεια που κάνει, ζητάει ως τόσο δάσκαλο και
+σκολειό, γιατί οι γερόντοι θέλουν τα παιδιά τους να μάθουνε
+γράμματα, σαν κάτι καλό τους φαίνεται αυτό. Μα αυτοί δεν
+έχουν αρκετά χρήματα για να πληρώνουν το δάσκαλο, ούτε έχει
+περισσευούμενα να τους στείλει η εκκλησιαστική αρχή. Λοιπόν
+παρακαλούν οι χωριάτες να τους σταλθούν από την Ελλάδα
+χρήματα. Κι αυτό το κάνουν όχι ένα, όχι δυο, μόνον άπειρα
+χωριά.
+
+5). Ένα χωριό στη Μακεδονία (Τούρκικο κράτος) το βασανίζουνε
+συμμορίες βουλγάρικες, ή να γίνει βουλγάρικο ή να ξεσπιτωθεί
+και ν' αδειάσει τον τόπο, σκοτώνουνε κάθε χωρικό που
+αντιστέκεται. Γυρεύει το χωριό βοήθεια από την Ελλάδα, γιατί
+η νόμιμη αρχή του, ο Τούρκος, δεν το προστατεύει. Κι αυτό
+γίνεται όχι σ' ένα, όχι σε δυο, μα σε πεντακόσια χωριά.
+
+6). Στην Ήπειρο (Τούρκικο κράτος) τούρχεται έξαφνα του
+Σουλτάνου και 100 ρωμαίικα χωριά, κεφαλοχώρια, τα κάνει
+τσιφλίκια δικά του, και λέει στους χωρικούς: «ή θα γίνετε
+δουλοπάροικοι, σκλάβοι μου, ή να ξεσπιτωθήτε και αμέτε όπου
+θέλετε». Και τα χωριά αυτά γράφουνε, στον Πατριάρχη
+απελπιστικά γράμματα, μα ο Πατριάρχης δεν έχει αρκετή δύναμη
+για να πάρει πίσω τα χωριά. Πιάνουν λοιπόν κι αυτοί κάτω
+στην Ελλάδα και γυρεύουν προστασία.
+
+Κάθε μέρα χωριά Ελληνικά, άνθρωποι Έλληνες, ελληνικές
+επαρχίες (κοινωνίες), στρέφουν κατά την Ελλάδα και γυρεύουν
+προστασία, βοήθεια, υποστήριξη, και στο τέλος ένωση.
+
+Αυτά, κ. Σκληρέ, δεν είναι μεγάλες ιδέες, ούτε μικρές. Είναι
+πραγματικότητες.
+
+Και τότε η μικρή Ελλάδα, το μικρό κράτος, που μιλείτε γι
+αυτό σα νάτανε τελειωτικό, τι πρέπει να κάμει, κατά τη γνώμη
+σας; Να απαντήσει τάχα στα ελληνικά νησιά, στα Ελληνικά
+χωριά, στους Έλληνες: «Είστε ξένο κράτος, τι γυρεύετε από
+μένα; Σεις λέγεστε Τουρκιά, εγώ Ελλάδα, τα σύνορά μου δεν τα
+βλέπετε; είναι ο Πηνειός και ο Άραχθος. Δε σας γνωρίζω.
+Πηγαίνετε στους άρχοντές σας. Μη μας σκοτίζετε, εμάς εδώ
+πέρα, έχουμε άλλες δουλειές· οι προλετάριοι γυρεύουν κι
+αυτοί ψωμί· ο Φαρδαύλης φρενιάζει· το κεφάλαιο δεν ακούει· η
+βουρζουαζία κοιμάται».
+
+Ίσως θα είταν κι αυτό μια πολιτική. Μα έλα που παθαίνονται
+πολλοί στην Ελλάδα, άμα μάθουν καμιά τέτοια είδηση από
+κείνες που περιγράφω. Μπορεί να τους ονομάσει ο κ. Σκληρός
+με καταφρόνια, π α τ ρ ι ώ τ ε ς, όμως είναι γεγονός πως
+κάποιοι κάπως ταράζονται. Και μπορεί μια μέρα να σηκώσουν
+πολλούς στο πόδι.
+
+Ε! Τι σημαίνουν όλ' αυτά τα πράματα; Δε σου φαίνεται, κ.
+Σκληρέ, πως σα να λέγουν ότι αυτό το μικρούτσικο Ελληνικό
+κράτος, που μας έφτειασαν οι ξένοι βασιλιάδες και
+διπλωμάτες, δ ε ν ε ί ν α ι φ υ σ ι ο λ ο γ ι κ ά
+φ τ ε ι α σ μ έν o; Ότι πότε από δω, πότε από κει, του μηνούν
+του κράτους αυτού τα εθνικά νεύρα πως μιαν άκρη του έθνους
+παθαίνει πάλι, μιαν άλλη άκρη γυρεύει κάτι, μιαν άλλη πονεί,
+εκείνη χαίρεται, ετούτη στεναχωριέται; Ότι, στα τωρινά τα
+χρόνια τουλάχιστο, ψέμα δεν είναι, δεν είναι ιδέα, παρά
+είναι αλήθεια η ενότητα μιας φυλής; Ότι η Ελληνική φυλή
+είναι μεγαλύτερη από το Ελληνικό το κράτος, ότι όσο δεν
+ενώνεται η φυλή, κανένα κράτος ελληνικό δε θα είναι
+τελειωτικό, ούτε θάχει ησυχία από «εξωτερικά ζητήματα;» Ότι
+τα εξωτερικά ζητήματα της Ελλάδας δεν είναι σαν τα εξωτερικά
+ζητήματα της Αγγλίας, αλλά είναι ε σ ω τ ε ρ ι κ ά ζητήματα;
+Ότι, ο κλεφτοπόλεμος της Μακεδονίας είναι όμοια εσωτερικό
+ζήτημα όπως είναι και τα κινήματα των σταφιδοπαραγωγών του
+Πύργου και οι τσαρλαταναρίες του Φαρδούλη; Ότι ο επιστήμονας
+που πιάνει και εξετάζει την Ελλάδα σαν κανένα Βέλγιο ή
+Ολλαντία ή Αγγλία, και βγάζει συμπεράσματα, ο επιστήμονας
+αυτός δε δουλεύει επιστημονικά;
+
+Λένε Μεγάλη Ιδέα τη φαντασία και την ελπίδα πως θα αναστηθεί
+μια μέρα το Βυζαντινό κράτος με πρωτεύουσα την Πόλη; Ίσως!
+Αλλά Μεγάλη Ιδέα δεν είναι ότι μόνη η Θράκη, όση απομένει
+στην Τουρκιά, είχει μαζί με την Πόλη σχεδόν ένα εκατομμύριο
+Έλληνες. Αυτά είναι αριθμοί. Τι θέλουν οι Έλληνες αυτοί, δεν
+ξέρω. Μα σεις που μιλείτε για τόσα γενικά εθνικά ζητήματα,
+δε στοχαστήκατε πως ίσως σας διαβάσουν και μερικοί απ'
+αυτούς, και βλέποντας πως μικραίνετε όσο μπορείτε τα σύνορα
+του έθνους και πως μιλείτε για μια μικρούτσικη Ελλάδα, και
+πως μιλείτε σα νάταν τελειωμένη η Ελλάδα και να μην είχε να
+σκεφτεί πια για τίποτε άλλο, παρά για τους προλεταρίους της
+― δε στοχαστήκατε, λέω, πως ίσως τολμήσουν και σας ρωτήσουν;
+«Ε και μας τι μας έκαμες, τους άλλους; Σε ποιο κράτος θα
+είμαστε προλετάριοι ή διοικούσα τάξη; Πού μας βάζεις; Ποιος
+σου είπε πως θ' αφήσουμε την Ελλάδα ήσυχη, εμείς, να
+γίνεται, Βέλγιο της Ανατολής; Μεις τη χρειαζόμαστε γι' άλλα,
+για τη ζωή μας που κιντυνεύει από εχτρούς που δεν τους
+βλέπεις επειδή βρίσκουνται έξω από τα σύνορα του κράτους. Τη
+χρειαζόμαστε και για να καλλιτερέψουμε την τύχη μας. Πώς συ
+ορίζεις τα πράματα, χωρίς να μας ξετάσεις και μας, να δεις
+τι είμαστε, και τι θέλουμε, και από τι παθαίνουμε, και π ώ ς
+βλέπουμε το κράτος το Ελληνικό; Τους Έλληνες από την Ελλάδα
+που, σαν και σένα, στοχάζονται την Ελλάδα ξετελειωμένο
+κράτος, ολοστρόγγυλο, σαν ολλανδέζικο τυρί, με σύνορα κι όλα
+τάλλα σημάδια ενός κράτους, ― σας ονομάζουμε μεις
+Ε λ λ α δ ι κ ο ύ ς, με κάποια καταφρόνια. Και αυτό το όνομα
+που σας δίνουμε, αποδείχνει πως ο τρόπος που νοιώθετε την
+Ελλάδα σεις, δεν είναι αληθινός. Για να σας δίνουμε αυτό το
+παρατσούκλι, πάει να πει πως νοιώθουμε πως έχετε ή θέλετε να
+έχετε άλλη ψυχή από τη δική μας. Και πάντα δεν το
+παραδεχόμαστε. Η ψυχή η δική μας θέλει, την ύπαρξη του
+έθνους, τη ζωή του έθνους, την ένωση του έθνους όλου σ' ένα
+κράτος. Κι ό,τι λέει η ψυχή μας, αυτό είναι και η αλήθεια
+(4)».
+
+Αν πιστεύει αλήθεια ο κ. Σκληρός, ότι πόλεμος είναι ζωή,
+όπως το πιστεύω κ' εγώ, αν θέλει κίνηση κι αγώνες, ας
+θυμηθεί το τι κίνηση κι αγώνες και στρατιωτικούς και
+πολιτικούς και οικονομολογικούς χρειάστηκε να κάμουν οι
+Ιταλοί προτού καταφέρουν την ένωσή τους. Εκεί θα βρει
+ομοιότητες. Οι Έλληνες οι τωρινοί ― Ελλαδίτες και
+Τουρκομερίτες, ― βρίσκουνται στη θέση που είταν οι Ιταλοί
+πριν από τα 1868.
+
+
+
+“Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ TOΥ ΓΥΦΤΟΥ„
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 245 του «Νουμά» (29 του Απρίλη
+1907) με την υπογραφή ΙΩΝ και με την ακόλουθο σημείωση: «Το
+κριτικώτατο αυτό γράμμα στάλθηκε στον ποιητή Παλαμά από
+κάποιο φίλο σημαντικό, που μας έδωσε την άδεια και το
+δημοσιεύουμε»._
+
+Φίλε ποιητή,
+
+ΠΩΣ μπορώ να κρίνω ένα τέτοιο ποίημα; Δε θα σας πω τη γνώμη
+μου, μα μερικά μου συναισθήματα, σαν το διάβαζα. Πριν να μου
+το στείλετε σεις, το είχα πάρει και το διάβαζα ανάκατα.
+Ύστερα το ξαναδιάβαζα πάλι έτσι. Και τώρα το πήρα από την
+αρχή. Σαν όλα τα αληθινά και βαθειά έργα τέχνης, το πρώτο
+κοίταγμα δεν αρκεί· όσο περισσότερο το κοιτάζω, τόσο μ'
+αρέσει περισσότερο, και τόσο βρίσκω περισσότερους θησαυρούς
+μέσα του. Γιατί είναι πλούσιο, πάρα πολύ πλούσιο, το ποίημά
+σας, ― όπως άλλως τε και όλα τα ποιήματά σας. Είσθε
+δημιουργός δηλαδή φιλόσοφος, δηλαδή ποιητής. Η επική διήγηση
+του ποιήματος μόλις διακρίνεται, γιατί η λυρική μουσική τη
+σκεπάζει, την πνίγει, κάποτε. Ο Γύφτος είναι σα μια πρόφαση,
+για να πήτε πιο ξάστερα και πιο ελεύθερα εκείνο που
+στοχάζεσθε. Αλλά τι καλά διαλεγμένη που είναι η πρόφαση
+αυτή. Και σ ε ι ς βέβαια δεν τον ε δ ι α λ έ ξ α τ ε το
+Γύφτο, αλλά τονέ ν ο ι ώ σ α τ ε κατάβαθα, και μόνος απ'
+όλα τα άλλα έθνη σάς συντάραξε και σας μίλησε στην ψυχή. Κι
+από μέσα από τους Γύφτους εφτειάσατε, εντείνοντας,
+δυναμώνοντας κάθε Γύφτικια χορδή, εφτειάσατε ένα Γύφτο
+ξεχωριστό, μεγαλήτερο, ωραιότερο, δυνατώτερο ― και στο στόμα
+του βάλατε την ελληνική, τη νεοελληνική, τη βαθύτατη ψυχή
+σας. Βάλατε την ψυχή τη νεοελληνική, που βαρέθηκε στους
+περασμένους πολιτισμούς, επειδή είδε διάφανα πως πέθαναν και
+πάνε, κ' επειδή έχει κάτι μέσα της, έχει κάτι καινούρια να
+δημιουργήσει, ― γιατί η ψυχή αυτή κουράστηκε μονάχα από τη
+θύμηση των περασμένων, αλλά δεν κουράστηκε από τη δημιουργία
+των ερχόμενων. Όταν ήμουν στη Βενετία, μ' έπιασε μια λαχτάρα
+τρομερή ναν την έβλεπα να βούλιαζε, μαζί με τα παλάτια της
+και μ' όλες τις θύμησες, και μ' όλη την ιστορία της, και μου
+ήρθε έπειτα ένας πόθος, κάτι να γεννήσω καινούριο κι όμορφο,
+όσο άσκοπο κι αν φαίνονταν. Κ' είναι, βέβαια, όλα άσκοπα στη
+ζωή αυτή, αλλά η δημιουργική δύναμη δεν της μέλει, και όλο
+γκρεμίζει και ξαναφτειάνει τα ίδια και τα ίδια. Μ' αρέσει η
+αίσθηση που δίνει το ποίημά σας, πως όλα αιώνια περνούν και
+όλα αιώνια ξαναγυρνούν αλλαγμένα. Το ονομάζω αυτό εγώ, το
+δράμα του αιώνιου περάσματος, ή το δράμα της αιωνιότητας.
+Άμα ο άνθρωπος είναι τόσο καθαρόματος ή ανοιχτομάτης, που να
+έχει, πάντα το δράμα αυτό, ο άνθρωπος αυτός α ξ ί ζ ε ι,
+γιατί είναι ανώτερος από κάθε του πράξη, και ουδέ χάνεται
+μένοντας ανάμεσα στους ανθρώπους.
+
+ Όμως η ψυχή μου είναι παρθένα.
+
+Πάντα μ ό ν ο ς θα είναι, μα η μοναξιά και η ερημιά του θα
+είναι χαρά του.
+
+Όλα περνούν αγύριστα,
+
+ Μα η Ελλάδα μια και αγύριστη·
+ πάει, και να την κλαις!
+
+Όλα όμως ξαναγυρνούν, όσο αλλαγμένα κι αν είναι.
+
+ Όπου τόποι, όπου γεράματα, θα σπείρουμε
+ μιαν Ελλάδα, και μια νιότη.
+
+Ξανάρχεται η άνοιξη, η ίδια, και όμως όχι η ίδια. Θα ήταν
+απαράλλαχτη, αν δεν είχαμε μνημονικό οι άνθρωποι, κι αν
+ξεχνούσαμε ολότελα. Αλλά η ιστορία μας είναι μέσα στο αίμα
+μας (από την αρχή ως τώρα) και το φαρμακώνει. Πρέπει να
+μάθουμε να ξεχνούμε. Είναι πολύ όμορφο εκείνο το «Κι όποιος
+δούλος σας θα γίνη...» στο τέλος της στροφής.
+
+Αλλά και τι δεν είναι όμορφο και δυνατό και σκληρό στο στόμα
+του Γύφτου;
+
+ Σαν κ' εμάς είν' η φυλή σας· δε θαράξη
+ πουθενά!
+
+Κάθε «Λόγος» του ποιήματος είναι ένα ολάκαιρο και ξεχωριστό
+ποίημα. Μερικοί είναι δυνατώτεροι από τους άλλους. Ο
+«Ερχομός» του Γύφτου είναι πολύ μουσικός και τρέχει σαν
+ποτάμι. Άπειρα πράγματα λέει ο στίχος ο όμορφος:
+
+ Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρη.
+
+Δείχνει όλη την εξάντληση της Πόλης. Δεν είχε πια τη δύναμη
+να θέλει τίποτα. Ο «Δουλευτής» είναι πολύ δυνατό. Η «Αγάπη»
+δεν εξαντλεί όλο το βάθος κι όλο το πάθος της αγάπης, ίσως
+επειδή την έχει από καιρό ξεπεράσει ο Γύφτος. Αλλά είναι
+γιομάτο ιδέες χτυπητές. Και τους «Θεούς» τους έχει ξεπεράσει
+ο Γύφτος, όχι όμως και τους «Αρχαίους». Ο «Θάνατος των
+αρχαίων», το πέρασμα κείνο των ειδώλων, είναι θαυμάσιο. Η
+περιγραφή, σ' όλο το ποίημα, μου μιλούν κατευθεία, και είναι
+χτυπητά βάλμένες και πλασμένες (είναι το επικό μέρος). Ο
+στίχος κι ο ρυθμός, ο πλούτος και το ανυπόταχτο των ρυθμών
+και στίχων, με μαγεύουν σ' όλο το ποίημα. Και ότι όλα,
+ιδέες, εικόνες, στοχασμοί, αισθήματα, στίχοι ρυθμοί,
+μουσική, σκοτάδια και φώτα, ίσκιοι και φεγγοβολιές, είναι
+π ρ ο σ ω π ι κ ά και δ ι κ ά σας, το λέει το τετράστιχο
+αυτό, το όμορφο, και που ταιριάζει στον καθένα, που ξέρει να
+τραγουδά κατά κάποιο δικό του τρόπο:
+
+ Ξέρω απ' όλα τα τραγούδια,
+ μα για να τα πω,
+ τα ταιριάζω τα τραγούδια,
+ στο δικό μου το σκοπό.
+
+Οι τρεις λόγοι: ο «Θάνατος των θεών», ο «Θάνατος των
+αρχαίων» και «Γύρω σε μια φωτιά», συγγενεύουν μεταξύ τους
+και είναι αχώριστα· και τα τρία, το καθένα δηλαδή χωριστά,
+περιέχονται το ένα στο άλλο. Αλλά η σειρά τους είναι σωστή,
+και μετά το θάνατο των περασμένων και των ειδώλων, έπρεπε να
+θανατωθούν και κείνοι που θέλησαν να ξαναφέρουν ταποθαμένα
+και να τα ζωντανέψουν. Έπρεπε να καθαριστεί ο αέρας κι απ'
+αυτούς, τους Παραβάτες.
+
+Το «Πανηγύρι της Κακάβας» είναι ωραιότατο και σε τραντάζει η
+δύναμή του. Η περιγραφή των Γύφτων τρέχει σαν ποτάμι, όπως
+και στον «Ερχομό». Μόνο μου φάνηκε πως οι Γύφτισσες δεν
+είναι αρκετά ζωγραφισμένες, αν και το λίγο που λέτε γι'
+αυτές είναι πανέμορφο. Και γι' αυτό ίσως θα ήθελα
+περισσότερα, για να χορτάσω την ομορφιά τους. ― Τι δύναμη
+βρίσκεται μέσα στην ξαφνική εμφάνιση του Αποκρισάρη του
+Βασιλιά, τι δύναμη μέσα στα λόγια του ξεχωριστού Γύφτου
+έπειτα, και τι δύναμη στο άμυαλο, πολύβοο ξανάρχισμα του
+πανηγυριού, μόλις απόσωσαν τα λόγια τους ο μαντάτορας του
+Βασιλιά κι ο αντίλογος του Γύφτου! Τι δύναμη και τι ομορφιά!
+
+Μ' άρεσε έπειτα ο «Προφητικός», που η σκληρή προφητεία του
+βγήκε αλήθεια («Και θαρθή μια μέρα, μαύρη μέρα!»), και που
+μας αφήνει στο τέλος μιαν ελπίδα πως θα ξαναφυτρώσουν πάλι
+μια μέρα τα φτερά της φυλής. Και πλατύτερη ελπίδα μάς δίνει
+ο «Αναστάσιμος», που προφητεύει μιαν πλατύτερη ψυχή.
+
+Το «Παραμύθι του Αδάκρυτου» είναι μονάχο του ένα διαμάντι.
+Δεν ξέρω τι σχέση ιδιαίτερη έχει με τάλλα, γιατί το διάβασα
+χώρια, μα βέβαια έχει σχέση στενή, αφού διδάσκει την
+ελευθερία και προλέγει μια γενιά ανώτερη απ' όλες τις
+περασμένες, σκληρή και άπονη, νικήτρα του παντός.
+
+Αν σκοπός ενός έργου τέχνης είναι να ξελευτερώνει τον
+άνθρωπο, το ποίημα «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου» τον επέτυχε το
+σκοπό του. Αλλά είναι βαθύ, και όσο περισσότερο το διαβάζω,
+τόσο θέλω περισσότερο να το διαβάζω, και πάντα βρίσκονται
+καινούρια πετράδια ατίμητα μέσα του. Καμμιά φορά το νόημα,
+στο πρώτο διάβασμα, είναι σκοτεινό, και μπορεί να μείνει
+σκοτεινό όσο κι αν το διαβάσει κανείς· τότε όμως ενεργεί η
+μουσική του στίχου, και η suggestion που μια λέξη, μια
+φράση, ένα απλό επίθετο, ξυπνά μέσα μας και χύνει φως
+απροσδόκητο. Μάλιστα, συχνά μ' αρέσει περισσότερο η
+suggestion, αυτή, παρά τα ξάστερα και ευκολοδιάλυτα νοήματα,
+που ενίοτε λένε λιγώτερα πράγματα και χύνουν λιγώτερο φως.
+
+Με συγχωρείς γι' αυτή την άταχτη πολυλογία μου, μα καθώς σας
+είπα, δεν είναι κρίση αυτή, ούτε είμαι άξιος να κάνω κρίσες,
+παρά είναι απλά συναισθήματα. Μπορούσα σε κάθε στίχο σχεδόν,
+να σταματήσω και να πω τα συναισθήματα που μου γεννά. Μα τι
+σημαίνει; Όσοι συνηθίζουν να στοχάζονται βαθύτερα, δεν
+μπορούν, παρά να βρουν πλούτο αμύθητο στο ποίημά σας και
+δύναμη περίσσια. Αυτωνών μιλά το ποίημα με χίλιες μύριες
+φωνές, και μετά το διάβασμα βγαίνουν, σαν από λουτρό,
+καθαρότεροι, πιο ελεύθεροι, πιο έτοιμοι για μια νέα ζωή.
+
+
+
+ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 274 (16 του Δεκέβρη 1907) του
+«Νουμά», με υπογραφή: ΙΔΑΣ και με ημερομηνία 26 του Νοέμβρη
+1907. Παίρνει το Γλωσσικό ζήτημα από τη δική του την άποψη,
+την εθνικιστική, και πλαταίνοντας τα σύνορά του το
+αποδείχνει για την κυριώτερη δημιουργική δύναμη μιας
+καινούριας Ελλάδας._
+
+ΟΙ Έλληνες οι καλλίτεροι, οι πιο ζουμεροί, οι πιο ζωντανοί,
+είναι όλοι τους δημοτικιστές, ή είναι έτοιμοι να δεχτούνε τη
+δημοτική. Τι πάει να πει αυτό; Μήπως το ζήτημα το γλωσσικό
+δεν είναι μόνο γλωσσικό;
+
+Με το να πληθαίνουν κάθε ώρα οι δημοτικιστές, μήπως
+σημαίνει, πως σιγά-σιγά αλλάζει το μυαλό των Ελλήνων, κι
+αρχίζει και νοιώθει πράματα που δεν τα ένοιωθε πριν;
+
+Τι γίνεται;
+
+Οι Έλληνες μέρα με την ημέρα γίνονται πραγματικώτεροι, πιο
+σύμφωνοι με τον εαυτό τους, τον αληθινό, τον τωρινό.
+Ξεπετιούνται και ξελευτερώνουνται από μερικές βαρειές
+σκλαβιές, από σιδερένιες φορεσιές που τους κάθισε ο
+φιλελληνισμός των ξένων, η αρχαιομανία των γραμματισμένων,
+κι ο βυζαντινισμός των Φαναριωτών ― λαϊκών και παπάδων.
+
+Οι Φιλέλληνες και οι γραμματισμένοι μας είπαν πως είμαστε
+Περικλήδες, Θεμιστοκλήδες, Σωκράτηδες, Αριστοτέληδες και
+Σοφοκλήδες. Μας μασκάρεψαν με κράνη και περικεφαλαίες, με
+δόρατα, σάνταλα, χιτώνες, θώρακες ― όλα χάρτινα και ξύλινα,
+χρυσωμένα με χρυσόχαρτα κολλημένα. ― Από την άλλη μεριά, η
+παράδοση κ' οι Φαναριώτες, ενεργούσαν. Αυτοί πάλι έλεγαν:
+«Θα πάρουμε την Πόλη», «ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς κ' η
+κόκκινη, μηλιά», «η Αγιά Σοφιά», το βυζαντινό κράτος ― η
+Μεγάλη Ιδέα.
+
+Οι Φιλέλληνες κ' οι γραμματισμένοι Ρωμιοί έπλασαν και την
+αντίληψη της μικρής Ελλάδας, εκείνην που έχουν οι Ελλαδικοί
+σήμερα, τοποθέτησαν την τωρινή Ελλάδα επάνω στην κλασική
+Ελλάδα, και είπαν: «Τα σύνορά της θα είναι και σύνορά σας,
+για να είναι η εικόνα σας πανομοιότυπη». Η βυζαντινή
+παράδοση πάλι, έφτειασε τη φαντασία μιας πολύ μεγάλης
+Ελλάδας, με κέντρο την Πόλη, ― ξαναδημιούργησε κι ανάστησε
+τη βυζαντινή αυτοκρατορία στα κεφάλια των Ελλήνων.
+
+Όλ' αυτά πέφτουνε τώρα, γκρεμίζουνται. Με την ελεεινότητα
+του Ελληνικού κράτους, που μας έκανε κορόιδο, χάσαμε την
+πίστη μας σ' αυτά που μας έλεγαν οι Φιλέλληνες, οι
+Γραμματισμένοι και οι Φαναριώτες, και μαζί χάσαμε σκεδόν και
+την πίστη στον εαυτό μας, στη δύναμη της φυλής μας. Αυτό το
+τελευταίο είναι κακό μεγάλο, μα είναι η φυσική αντίδραση.
+Πρέπει να περάσει.
+
+Και τώρα καθένας αγάλι αγάλι ξυπνά και λέει:
+
+«Όσα μας είπαν είναι λοιπόν ψευτιές, θέλουμε μεις αλήθεια.
+Οι Φιλέλληνες, οι Δασκαλογραμματισμένοι, και οι Φαναριώτες
+είπανε ψέματα στους γονιούς μας, και επειδή είταν απλοϊκοί
+άνθρωποι, τους επίστεψαν. Μα εμείς πια δε θέλουμε να
+γελιούμαστε. Πού είναι η αλήθεια; Δεν ήμαστε Περικλήδες,
+Σοφοκλήδες και Σωκράτηδες, κάτω οι χάρτινες περικεφαλαίες
+και τα ξύλινα δόρατα. Αυτά είναι ψευτιές. Δε θα πάρουμε την
+Πόλη. Πέθανε ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς. Μεις είμαστε μικροί,
+ανάξιοι, τιποτένιοι (υπερβολή). Έλα, ας πιάσουμε να δούμε τι
+έχουμε και δεν έχουμε. Η αρχαία γλώσσα δεν υπάρχει, είναι
+ψέμα. Το σκολειό που μας μαθαίνει πως υπάρχει, λέει ψέματα.
+Έπειτα το σχολειό όλο θεωρίες μας διδάσκει, ενώ μεις θέλουμε
+πραγματικότητες, θετικά, πραχτικά πράματα. Να κάνουμε πρέπει
+σκολειά πραχτικά, εμπορικά, επαγγελματικά, που δε θα μας
+μαθαίνουν άχρηστες γνώσες. Ούτε καιρό γι' αυτές έχουμε ούτε
+όρεξη. Ο κόπος μας ας πάει αλλού. Γλώσσα θα μεταχειριζόμαστε
+αυτή που έχουμε και μιλούμε. Αυτή μας σώνει, άλλη δε
+χρειαζόμαστε. Ό,τι κι αν θέλουμε να πούμε, μ' αυτή θα το
+λέμε. Όποιος λέει πως μας χρειάζεται άλλη γλώσσα, καλλίτερη,
+λέει ψέματα. Το κράτος δε θα προκόψει με τα σκολειά και
+ταρχαία γράμματα. Με το να λέμε και να ξαναλέμε πως ο
+Περικλής είταν παπούλης μας, και πως είτανε μεγάλος
+άνθρωπος, δεν πάει να πει πως κ' εμείς είμαστε ή γινήκαμε
+μεγάλοι. Το κράτος θέλει στρατό και στόλο. Τάλλα όλα είναι
+κουρουφέξαλα. Ναι, η Μεγάλη Ιδέα είναι φαντασία, και γι'
+αυτό έπεσε στην υπόληψή μας, αλλά βέβαια μένει η
+πραγματικότητα ότι πολλά ελληνικά χώματα είναι σκλαβωμένα
+στον Τούρκο και πρέπει να ξεσκλαβωθούν και να ενωθούν με τη
+μικρή Ελλάδα. Γιατί ούτε η κλασική Ελλάδα με τα κλασικά της
+σύνορα (που τα φύλαγε, σαν κέρβερος, ο στενόμυαλος
+Δημοστένης), είναι κανένα πρότυπο για τη σημερινή Ελλάδα,
+ούτε πάλε η απέραντη βυζαντινή αυτοκρατορία, με τα
+αναρίθμητα έθνη της, μπορεί να γίνει παράδειγμα για μια
+τωρινήν Ελλάδα. Η δική μας η τωρινή Ελλάδα θέλει σύνορα εκεί
+που τελειώνει η Ελληνική φυλή. Για να φτειαστεί η Ελλάδα
+αυτή, χρειάζεται να δουλέψουμε. Η ελευτεριά δεν πέφτει από
+τον ουρανό σαν το μ ά ν α. Τι, περιμένουμε; Από τ ώ ρ α
+πρέπει ναρχίσουμε να δουλεύουμε, δούλοι κ' ελεύτεροι, για να
+ενωθεί η φυλή μας σ' έ ν α κράτος. Μα και οι νόμοι και τα
+συστήματα, που μας φόρτωσαν εμάς τους Ελλαδίτες, οι πρώτοι
+και κατοπινοί μας νομοθέτες ― νομοθέτες θεότυφλοι, ― είναι
+στραβά κι ανάποδα. Σύντριψαν την αυτοδιοίκηση, που ύπαρχε
+χιλιάδες χρόνια, και μας έντυσαν με ρούχα που δε μας
+έρχονται. Για, ας ανοίξουμε τα μάτια μας να δούμε. Όταν
+ήρθαν και μας πλάκωσαν οι βαυαρέζικοι κι άλλοι νόμοι, τι
+είχαμε; Είχαμε, κοινότητες και τοπική αυτοδιοίκηση. Ας
+δοκιμάσουμε, τώρα που ανοίξαμε τα μάτια μας, να
+ξαναφτειάσουμε κείνο, που έτσι αστόχαστα κλωτσοπατήσαμε
+τότε. Ας αφήσουμε να ξαναφυτρώσουν μονάχες τους οι
+κοινότητες....»
+
+Κ' έτσι και σ' όλα τάλλα. Η γλωσσική αλλαγή φέρνει κι άλλα
+κρυφά κουσούρια ― χρυσά κι ατίμητα κουσούρια ― σ' όποιον την
+παθαίνει. Η δημοτική γλώσσα είναι μιαν αρρώστια ― χρυσή και
+αξιαγάπητη αρρώστια που δεν έρχεται μονάχη, παρά φέρνει μαζί
+της χίλια μύρια καλά, σέρνει σωρούς κι αρμαθιές τις ιδέες,
+τις αντίληψες, τα φώτα, τις σκέψες, τα αισθήματα, ―
+καινούρια, δροσερά, ανοιξιάτικα, και τι όμορφα! Τέτοια
+είναι, που μόνο να τα συγκρίνεις με τους σωρούς και τους
+μεγαλόπρεπους όγκους της αρχαιοπρέπειας των περασμένων
+γενεών, αμέσως διαγνώνεις πως τούτα είναι ψ ό φ ι α, ενώ τα
+σημερινά είναι ζ ω ν τ α ν ά. Και αν θέλει ρώτημα, τι είναι
+καλλίτερο απ' τα δυο, η ζωή γιά η ν έ κ ρ α, ας βρεθεί
+κανείς να πει πως καλλίτερα έχει τη νέκρα, την αρχαιόπρεπη,
+κι ας έρθει εδώ μπροστά μου να το μολογήσει ― να τον ονομάσω
+ευτύς κ' ήσυχα ― ήσυχα «Ψ ο φ ί μ ι! ».
+
+Να πώς το γλωσσικό ζήτημα δεν είναι ξερά ξερά γλωσσικό
+ζήτημα, παρά είναι κοινωνικό ζήτημα.
+
+Πιστεύω πως οι άνθρωποι που θα πρωτοστατήσουν στο έθνος μας,
+σε τούτης τη γενιά ― δηλαδή στη γενιά που φύτρωσε ύστερα από
+το 97, ― θα είναι όλοι ή δημοτικιστές δηλωμένοι, ή έτοιμοι
+για να δεχτούν τη ζωντανή, τη δημοτική γλώσσα.
+
+
+
+Ο ΕΥΓΕΝΙΚΩΤΕΡΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΟΣ ΛΑΟΣ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 275 του «Νουμά» (23 του Δεκέβρη
+1907). Στο βιβλίο του «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ» πούβγαλαν τ'
+Αλεξαντριανά «Γράμματα» στα 1914 μπορεί σε δεύτερη έκδοση,
+να μπει το άρθρο αυτό για πρόλογο, αφού πολλά σημεία του
+άρθρου δείχνονται πιο ξάστερα στο βιβλίο του εκείνο_.
+
+ΓΝΩΡΙΣΑ μια Ρώσσα, νέο κορίτσι. Μοιάζει όλες τις Ρώσσες.
+Επειδή βρίσκομαι σε τόπο Ελληνικό, περιτριγυρισμένος από
+Έλληνες κ' Ελληνίδες, μου φανερώθηκε χτυπητότερη η Ρώσσα.
+Μου φάνηκε σα μάζα αδούλευτη, άμορφη, ασχημάτιστη, ζεστή,
+ζωντανή, ζουμερή, που μπορεί κάθε μορφή να μεταλλάξει, που
+θα κατασταλάξει βέβαια κάποτε, σε μακρυνότερους καιρούς, και
+θα βρει τον τελειωτικό της τύπο ― το καλούπι της, μα τώρα
+ακόμα είναι σαν τη μαλακή, τη διαλυμένη ουσία των άστρων,
+που δεν έπηξαν ακόμα, και στριφογυρίζουνε γύρω στον ήλιο σα
+μισολυωμένες σβούρες. Η Ρώσσα είναι μάζα που δεν έπηξε.
+Μπορεί να γίνεται μονομιάς ό,τι θέλεις, θρήσκα, άθεη,
+συντηρητική, επαναστάτρια, κοιμισμένη, ριζοσπαστική,
+φουριόζα. Μπορεί, μόλις αγναντέψει κάποιον, να τον
+ερωτευτεί, και μόλις απαντήσει κάποιον άλλο, να ξαπολύκει
+τον πρώτο και μονοστιγμίς να ερωτευτεί το δεύτερο. Ό,τι έχει
+μέσα της το βγάζει, στο φόρο, ή, καλλίτερα, βγαίνει μονάχο
+του, άθελα. Ό,τι στοχάζεται, το λέει, δεν κρύβει τίποτα. Δεν
+ξέρει καλά καλά τι λέει και τι φτειάνει, δεν ορίζει τον
+εαυτό της. Είναι της στιγμής, και στη στιγμή παθαίνεται,
+ακράτητη, Και δεν ντρέπεται, δειλή δεν είναι. Και δεν
+υποψιάζεται μην τύχει κι ο αντικρυνός της την κρίνει, ακόμα
+λιγώτερο μην πάει και την κατακρίνει. Άμα της το πεις πως
+την κρίνουν έτσι για αλλοιώς, θα φανεί σα να ξυπνά εκείνη τη
+στιγμή. θα σκοτιστεί λιγάκι, θα συλλογιστεί και θα πει: «Και
+τι με νοιάζει εμένα;». Κ' ευτύς θα ξαναπιάσει τις ομιλίες,
+θα λέει, θα ρωτά, θα ξεχύνει τα σωτικά της στον καθένα. Λέει
+και είναι σα να μη συλλογίζεται ολότελα τι θα πει. Τα λόγια
+της έρχονται κουτρουβαλιαστά το ένα πάνου στ' άλλο, σα να
+μην έβγαιναν από κεφάλι, μα από μηχανή. Είναι όμως ζωντανά
+τα λόγια της, γιατί είναι ζωντανή κι αυτή η ίδια, καίει,
+βράζει, θερμαίνεται, παθαίνεται και σε αφαρπάζει. Η Ρώσσα
+δεν έχει πήξει ακόμα.
+
+Αμέσως έπειτα είδα την Ελληνίδα. Τα φούμαρα έχουν από καιρό
+ξεθυμαίνει. Δεν είναι μάζα, είναι μορφή, και οι γραμμές της
+είναι ξεκομμένες, ζωγραφιστές. Ο σκελετός της είναι
+ξετελειωμένος, και η Ελληνίδα είναι πηγμένη. Ζει βέβαια κι
+αυτή, και ίσως καίει, μα καίει όμορφα, σαν το λυχνάρι, όχι
+σαν την τρελλή τη φωτιά. Μετρημένη σ' όλα, λογαριάζει, το
+τ ι θα πει, το π ώ ς θα το πει, το γ ι α τ ί θα το πει, το
+π ό τ ε θα το πει. Θα ερωτευτεί α φ ο ύ λογαριάσει και
+της έρθει στο λογαριασμό ο άντρας που απαντά. Πάντα ορίζει
+τον εαυτό της, και στις τρέλλες της ακόμα. Ζουμερή δεν
+είναι, είναι ξερή. Η δροσιά της είναι η χάρη της, ενώ της
+άλλης η δροσεράδα είναι το ασυλλόγιστο και σύγκαιρα
+στοχαστικό της σκέψης. Μπορεί και η Ελληνίδα, να μην είναι
+πάντα δειλή, μα πάντα κρύβει τη σκέψη της, δε βγάζει από τα
+σωτικά της ό,τι και νάναι. Και την κρίση του αντικρυνού της
+τη φοβάται. Όλα είναι πιο κατακαθισμένα μέσα της, τίποτα δε
+μνήσκει στην επιφάνεια, παρά μονάχα η χάρη της, ― η μορφή, ―
+γιατί η μορφή είναι το παν, η σκέψη δε σημαίνει τίποτα.
+
+Και μονομιάς, σα φως, ένοιωσα το χάσμα που μας χωρίζει από
+τ' άλλα έθνη, προ πάντων τα βορεινά (γιατί με τους νότιους
+θάχουμε, δε γίνεται, κάποιες ομοιότητες). Και είδα, φως
+φανερό, την ενέργεια ενός παλιού, προαιώνιου πολιτισμού, το
+βάρος γενεών και χρόνων, επάνω στην Ελληνίδα. Η μορφή της,
+πώς να μην είναι ορισμένη, σίγουρη κι αλάθευτη, που μπήκε
+στο αίμα της, στα νεύρα της, στα κόκκαλά της η ιστορία της
+όλη ― και την πότισε;
+
+***
+
+«Ο λαός ο Ελληνικός όλος, από το μικρό ίσαμε το μεγάλο,
+είναι πολιτισμένος». Μου το είπε ένας Βούλγαρος. Η ζωή του
+Ελληνικού λαού είναι απλή, πολλά πράματα δεν του
+χρειάζονται, οι πολυτέλειες και τα ακροπρεπίδια τα πολλά δεν
+του αρέσουν, μα έχει τη λεπτότητα κάθε ευγενικής καταγωγής,
+κάθε μακρυνού, αιώνιου κι αδιάκοπου πολιτισμού. Οι Πελασγοί
+ήταν πολιτισμένοι, οι Έλληνες πολιτισμένοι, οι Μακεδόνες κι
+αυτοί πολιτισμένοι, κ' οι Βυζαντινοί πολιτισμένοι. Τόσοι
+αιώνες πολιτισμός, μπήκε πια στο αίμα, στα νεύρα και στα
+κόκκαλα του Ελληνικού λαού. Ο σκελετός και τα νεύρα του
+Έλληνα κατάντησαν παλιά και πολιτισμένα. Μα, σαν τα παλιά τα
+κεραμίδια, είναι δοκιμασμένα κι αντιστέκονται. Και τούτο
+είναι σύγκαιρα κ' η δύναμη κ' η αδυναμία της φυλής. (Η
+χοντρή η δύναμη των δυτικών λαών μπορεί να είναι ίσα ίσα
+τούτο, ότι είναι λιγώτερο πολιτισμένοι στ' αλήθεια από τους
+Έλληνες).
+
+Άμα θέσει κανείς τα ζητήματα έτσι, βγαίνουνε μόνα τους
+διάφορα συμπεράσματα:
+
+α'.) Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, όπως και κάθε άλλος ξένος
+πολιτισμός, δεν μπορεί ναλλάξει τον Έλληνα, ούτε κι αν
+αιώνες ενεργήσει επάνω του. Είναι λοιπόν περιττό να πολεμούν
+ο κ. Δαμβέργης και ο κ. Μιστριώτης για να κρατήσει ο
+Ελληνικός λαός «τα πάτρια». ― «Τα πάτρια» τα κρατεί ο
+Ελληνικός λαός μονάχος του, χωρίς να το θέλει και δίχως να
+το πολυξέρει. Και είναι μάλιστα υπερβολικά συντηρητικός
+ίσως. Το σακάκι, η ρεπούμπλικα, ο κορσές και το τρισμέγιστο
+καπέλλο ― ταψί με τα ψεύτικα κεράσια και τριαντάφυλλα, δεν
+αλλάζουν ούτε τον Έλληνα ούτε την Ελληνίδα, όπως δεν τον
+αλλάζουν μήτε οι φράγκικες ιδέες. Αυτά μοναχά τον
+ασχημαίνουν. Θα πάρει απ' όλ' αυτά ό,τι του χρειάζεται,
+μικρά πράματα όμως. Τα άλλα θα ξεθυμαίνουν μόνα τους. Θα
+γίνουν καπνός, στάχτη, αέρας. Και είναι αλήθεια καπνός,
+στάχτη, αέρας για τον Έλληνα ό,τι δεν μπορεί να το χωνέψει
+και να το κάμει δικό του. Χάνουν τον καιρό τους οι κύριοι
+αυτοί, σκοτίζουνται και λυπούνται άδικα, γιατί είτε το
+θέλουν, είτε δεν το θέλουν, είτε αυτοί, είτε και άλλοι τόσοι
+«πάτριοι» ή «απάτριοι», ο Έλληνας θα μείνει Έλληνας.
+
+β'.) Είναι στενόμυαλοι και κοντόφθαλμοι όσοι Έλληνες θέλουν
+και καλά να μας καθίσουν φράγκικες ιδέες, συστήματα και
+συνήθια. Κι αυτοί τίποτα δεν κάνουν. Κι αυτοί τον καιρό τους
+χάνουν. Φαντάζουνται πως ο φράγκικος πολιτισμός μπορεί να
+μας κάμει άλλους, και θαρρούν πως ο φράγκικος πολιτισμός
+είναι ευγενικώτερος και καλλίτερος από τον ελληνικό, ή
+νομίζουν ίσως πως ελληνικός πολιτισμός δεν υπάρχει. Αν σεις
+έχετε καλλίτερα τις φράγκικες ιδέες και τα συνήθια, γενήτε
+Φράγκοι κι αφήστε μας στην ησυχία μας. Δεν είστε άξιοι για
+να μένετε μεταξύ μας.
+
+γ'.) Κανείς μας δεν ταιριάζει να παθαίνεται πάρα πολύ για τα
+πολιτικά ζητήματα, τα τρεχούμενα. Κανείς δεν πρέπει να χάνει
+την πίστη του στη δύναμη του Έθνους. Πρέπει να βλέπουμε
+μακρύτερα. Δε θα χαθεί η φυλή κι αν πέσει ακόμα σε ξένα
+χέρια. Και να χάσει την ανεξαρτησία του (τη δήθεν
+ανεξαρτησία του), το τωρινό το κράτος, η Ελλαδούλα, ― η
+φυλή, δε θα χαθεί. Φτάνει να νοιώσει κάθε Έλληνας την
+ελληνική του υπόσταση και να περηφανεύεται γι' αυτή.
+Περήφανος για τη γενιά μου την ελληνική, την ευγενικότατη,
+χαρούμενος γιατί βλέπω ξάστερα το έθνος μου τυραννισμένο,
+και φτενό, και εφτάψυχο, έμορφο στη μοναξιά του και στην
+ερημιά του, και στην εγκατάλειψη, ― μ' αρέσει να χώνουμαι
+στη ζωή του και να κοιτάζω από τι πέρασε, ― μ' αρέσει να το
+ξέρω πως τυραννιέται, γιατί θέλω να φανερώσει, πάλι όλη την
+απέθαντη δύναμη που κρύβει. Π ρ έ π ε ι, να βασανιστεί, για
+να δείξει την αξιοσύνη του. Και είναι καιρός να τηνέ δείξει.
+
+δ'.) Η ανατροφή πρέπει να ξεπλακώσει τα Ελληνόπουλα από τους
+όγκους τις ανωφέλευτες γνώσες που τους φόρτωσαν ως τώρα οι
+δάσκαλοι, να καθαρίσει το μυαλό τους από τα αρχαιόπρεπα βάρη
+που έχωσαν στα κεφάλια των πατέρων τους η αμάθεια και
+κουταμάρα διαφόρων δασκάλων του Γένους και νομοθετών του
+Κράτους, να ξεζαρώσει το νου τους το σκοτισμένο, να τους
+ανοίξει τα μάτια, να τους ελευτερώσει. Η ανατροφή θα
+ξεσκλαβώσει τους Έλληνες, ώστε να μπορέσουν να σηκώσουν
+κεφάλι, να σταθούν ίσια, να κουνηθούν, να τανυσθούν, να
+φυτρώσουν ελεύτερα σαν τα δέντρα, ― να φουντώσουν, να
+θεριέψουν και ν' απλώσουν τα κλαριά τους. Στην ανατροφή αυτή
+θα βρούνε κόπους πολλούς, μα θα χαίρουνται, γιατί θα τους
+νικούν. Και στο τέλος, όλοι οι Έλληνες, θα συμπληρώνουν τις
+σπουδές τους, όχι το σκολείο των πολιτικών επιστημών στο
+Παρίσι, αλλά στον Ε λ λ η ν ι κ ό σ τ ρ α τ ό ή σ τ η
+Μ α κ ε δ ο ν ί α, ― γιατί στην ανατροφή των Ελλήνων
+χρειάζονται προ πάντων οι κίντυνοι, και ο πόλεμος. Πρέπει ο
+Έλληνας να βρεθεί σε κόσμο επικίντυνο, σε κόσμο αλύπητο,
+περιτριγυρισμένο από γκρεμούς και βάραθρα, από διαβόλους και
+Βουλγάρους, από τριβόλους και παγίδες, από στοιχειά κι από
+αίματα, ― σε κόσμο ζωής αληθινής. Πρέπει να αναγκαστούν οι
+Έλληνες νακονίσουν το μυαλό τους, τα πόδια τους, τα χέρια
+τους, να ξεσκουριάσουν τ' άρματα τους, να είναι αδιάκοπα,
+κάθε στιγμή, έτοιμοι, ξυπνητοί, ανασκουμπωμένοι για πόλεμο
+με θηρία. Πρέπει να αναγκαστούν οι Έληνες ναγναντεύουν το
+θάνατο ― γιατί ο θάνατος είναι αλήθεια δυνατώτερη από κάθε
+άλλη και καθαρίζει τον άνθρωπο από τη ψευτιά που μ' αυτή
+συνήθισε να ζει. Οι ψ ε ύ τ ι κ ο ι Έλληνες, με την ανατροφή
+αυτή, θα γίνουν Έλληνες α λ η θ ι ν ο ί, ― άνθρωποι, γιατί
+έχουν τη ζύμη για να γίνουν, μα τους λείπει η ανατροφή.
+
+
+
+Α' ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΜΕΝΟΥΣ
+ΕΛΛΗΝΕΣ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 383 του «Νουμά» (17 του Φλεβάρη
+1908). Είχε πρωτοτυπωθεί σε φυλλάδιο ξεχωριστό στην Πόλη,
+όπου τότε έμενε ο Δραγούμης ως Γραμματέας της Ελλ.
+Πρεσβείας. Ύστερ' από λίγους μήνες έβγαλε πάλι σε φυλλάδιο,
+τη Β' &Προκήρυξή& του, με τον τίτλο «Η ΜΙΚΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ» και
+ύστερ' από ένα χρόνο πρωτοτύπωσε στο «Νουμά» την Γ'
+Προκήρυξη «στους ξεσκλαβωμένους και στους αξεσκλάβωτους
+Έλληνες, γιατί ελεύτεροι Έλληνες δεν υπάρχουν πια ή ακόμη»
+με τον τίτλο «ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ». Και οι τρεις αυτές
+&Προκήρυξες& που κλειούν όλη την εθνικιστική και πολιτική
+ιδεολογία του Δραγούμη, εκρίθηκε απαραίτητο να δημοσιευτούνε
+σε τούτο το βιβλίο, στη σειρά, κατά τη χρονολογική τους
+τάξη._
+
+ΕΛΛΗΝΙΚΑ χ ώ μ α τ α είναι κείνα που χιλιάδες χρόνια τώρα
+τα κατοικούν και τα δουλεύουν Έλληνες, εκείνα που μέσα τους
+είναι θαμένα τα κόκκαλα από χιλιάδες Ελληνικές γενεές.
+
+Η ελεύθερη Ελλάδα, με τα νησιά, της και την Κρήτη, η Ήπειρο,
+η Μακεδονία, η Θράκη, ένα μέρος της Μικρασίας και όλα τα
+νησιά του Μαρμαρά και της Άσπρης Θάλασσας είναι ελληνικά
+χώματα.
+
+Τα ελληνικά χώματα τα ορίζουν άλλα οι Έλληνες και άλλα οι
+Τούρκοι.
+
+Οι Έλληνες ορίζουν τα λιγώτερα, δηλαδή την Ελλάδα και την
+Κρήτη. Και οι Τούρκοι όλα τ' άλλα. Μόνο η Σάμο είναι
+μισοανεξάρτητη. Την Κύπρο την ορίζουν, μαζί με τον Τούρκο,
+οι Άγγλοι.
+
+Γύρω τριγύρω στα ελληνικά χώματα ζούνε λογής άλλα έθνη.
+
+Καθώς βλέπετε στο χάρτη (5), στα βορεινά κατοικούν οι
+Αρβανίτες, οι Σέρβοι και οι Μαυροβουνιώτες, οι Βούλγαροι και
+οι Ρωμάνοι. Πάνω από τη Μικρασία, στα βορεινά, κατοικούν οι
+Ρώσσοι, έπειτα χαμηλότερα οι Αρμεναίοι, οι Πέρσες και κάτω
+κάτω οι Άραβες.
+
+Κοντά στα ελληνικά χώματα, πέρα από την Κέρκυρα, κατοικούν
+οι Ιταλοί, στη δική τους τη χερσόνησο.
+
+Λοιπόν πολλοί λαοί βρίσκονται γύρω μας. Κ' επειδή ξέρουν πως
+η Τουρκιά γρήγορα θα αποτραβηχτεί από την Ευρώπη, όλοι αυτοί
+οι γειτονικοί μας λαοί κοιτάζουν ποιος να πρωταρπάξει τους
+τόπους, που, φεύγοντας, θ' αφήσουν οι Τούρκοι. Και οι τόποι
+αυτοί είναι η Ήπειρο, η Μακεδονία, η Θράκη, η Αλβανία και η
+Παλιά Σερβία. Από τους τόπους αυτούς οι τρεις πρώτοι, καθώς
+το είπαμε, είναι ελληνικοί. Πολλοί από τους γειτόνους μας
+λοιπόν έχουνε βάλει στο μάτι κ' ελληνικά χώματα.
+
+Οι πιο χειρότεροι μας εχθροί, δηλαδή οι πιο επικίνδυνοι,
+είναι οι Σ λ ά β ο ι. Και Σλάβοι είναι οι Ρώσσοι, Σέρβοι,
+Μαυροβουνιώτες, Βούλγαροι, και άλλοι, που κατοικούν μες στην
+Αυστρία. Αυτοί όλοι πασκίζουν να μας τυλίξουν από παντού, να
+μας ρημάξουν και να μας πνίξουν. Οι Ρ ώ σ σ ο ι, που έχουν
+και το μεγαλύτερο σλαβικό κράτος, μας έχουν στήσει φανερό
+πόλεμο. Μα και οι Α υ σ τ ρ ι α κ ο ί μας κατατρέχουν πιο
+κρυφά και πιο επιτήδεια. Και οι δυο τους βάζουν τους
+μικρότερους σλαβικούς λαούς, ― πότε τον ένα, πότε τον άλλο,
+(δηλαδή τους Σέρβους και Βουλγάρους), ― να μας χτυπούν, να
+μας βασανίζουν, να μας αδυνατίζουν, για ν' αρπάξουν
+ευκολώτερα, μόλις παρουσιαστεί περίσταση, τα ελληνικά τα
+χώματα. Οι Αυστριακοί βάζουν κι άλλους (τους Αλβανούς, τους
+Εβραίους, τους Φραγκολεβαντίνους και τους Ρουμάνους). Οι
+Ρώσσοι πάλι κατεβαίνουν κι από την Ασία, για να μας
+περικυκλώσουν. Στον Άγιο Τάφο, στην Ιερουσαλήμ, έχουνε
+στρατόπεδο από καλογέρους και προσκυνητάδες, και όλο κι
+αγοράζουν τόπους, χτίζουνε μοναστήρια και προσκυνήματα. Και
+αλλού, όπου και νάβρουν, αγοράζουν τόπους και χτίζουνε
+μοναστήρια, στο Άγιον Όρος, κοντά στη Θεσσαλονίκη
+(Μακεδονία), στον Άγιο Στέφανο, κοντά στην Πόλη (Θράκη),
+στον Τσεσμέ, κοντά στη Σμύρνη, (Μικρασία). Τι τα θέλουν τα
+τόσα μοναστήρια οι άγιοι τούτοι άνθρωποι, ο Θεός το ξέρει.
+Μα πρέπει, να το ξέρουμε και μεις. Σκοπός των Ρώσσων είναι
+να πάρουν την Πόλη και τα Στενά, (Βόσπορο και Δαρδανέλλια.),
+να φτάσουν κι από την Ευρώπη κι από την Ασία ως στην Άσπρη
+Θάλασσα, και να μην αφήσουν το Ελληνικό το έθνος να
+μεγαλώσει.
+
+Σ τ η Μ α κ ε δ ο ν ί α κ α ι σ τ η Θ ρ ά κ η είναι
+βαλμένοι οι Βούλγαροι, να μας σφάζουν και να μας ρημάζουν.
+Σκοτώνουν ανθρώπους, καιν αμπέλια, χωράφια, δέντρα,
+καταστρέφουν εκκλησιές και σκολειά, κάνουνε στάχτη χωριά
+ολάκερα. Τώρα, σ' αυτά τα μέρη, γίνεται κ' ένα άλλο κακό,
+που πρέπει κι αυτό να το ξέρουμε. Από τα μέρη της Ευρωπαϊκής
+Τουρκιάς οι Τούρκοι σιγά σιγά φεύγουνε κατά την Ασία, γιατί
+νοιώθουν πως σε λίγο δε θα μείνει πια ψωμί γι' αυτούς στην
+Ευρώπη. Φεύγοντας, αφίνουν τα χωράφια και τα τσιφλίκια τους,
+και τα παίρνουν οι Σλάβοι. Αλλά, από τα ίδια μέρη, και δικοί
+μας φεύγουνε στην ξενιτιά για να μαζέψουν τους θησαυρούς του
+Κροίσου, που θα τους βρούνε τάχα εκεί, σκορπισμένους στους
+δρόμους. Τη θέση λοιπόν των δικών μας πάλε οι Σλάβοι τη
+παίρνουν, για οι Εβραίοι, γιατί και τούτοι αγοράζουνε μεγάλα
+τσιφλίκια και φέρνουν Σλάβους χωριάτες να τους τα οργώσουν.
+Το κατάλαβε η σλαβική προπαγάντα και σαν καλό της φάνηκε να
+κατεβαίνουν Σλάβοι στα νότια και να ζυγώνουν στην Άσπρη
+Θάλασσα, στη Θράκη και στη Μακεδονία, σε τόπους δηλαδή
+ελληνικούς, και ναγοράζουνε χτήματα. Αυτός είναι μεγάλος
+κίντυνος για το έθνος μας, για όσους έχουνε μάτια και
+βλέπουν. Γυρεύουν οι Σλάβοι σιγά σιγά να μας πάρουν το
+χ ώ μ α .
+
+Στην Ή π ε ι ρ ο και στη Μ α κ ε δ ο ν ί α μνήσκουν και
+κάμποσοι Ελληνόβλαχοι, σκόρπιοι σε διάφορες πολιτείες και
+χωριά. Αυτούς, με την αφορμή τάχα πως είναι συγγενείς τους,
+βάλθηκαν οι Ρουμάνοι να μας τους πάρουν και να τους κάμουν
+Ρουμάνους. Φωνάζουν οι κακόμοιροι οι Βλάχοι πως δεν είναι
+Ρουμάνοι, πως δε θέλουν να είναι άλλο παρά Έλληνες. Οι
+Ρουμάνοι, τίποτε. Με το ζόρι θα τους κάμουν δικούς τους.
+Τους Ρουμάνους σ' αυτό τους το φέρσιμο τους υποστηρίζουν και
+άλλοι, οι Γερμανοί, οι Αυστριακοί και οι Τούρκοι, που
+γυρεύουν με κάθε τρόπο να μας αδυνατίσουν. ― Για την ίδια
+αιτία έχουνε βάλει οι Γερμανοαυστριακοί και τους Εβραίους να
+μας χτυπούν στη Μακεδονία, Αυτοί φυσικά, εμπορικός και
+τραπεζιτικός λαός, μας κάνουν συναγωνισμό μέσα σ' όλη την
+Τουρκιά. Αυτούς λοιπόν ηύραν κ' έκαμαν πλάτες τους οι
+ΓερμανοΑυστριακοί για να διαδώσουν το εμπόριο τους και τα
+προϊόντα τους, και σύγκαιρα να μας αδυνατίσουν εμάς.
+
+Στην Α λ β α ν ί α κάθονται οι Αρβανίτες, συγγενικός μας
+λαός, που εχθρεύεται τους Σλάβους. Όμως κι αυτούς έχουνε
+φαρμακώσει οι Αυστριακοί εναντίο μας, και οι Ιταλοί το ίδιο,
+γιατί και οι δυο τους γυρεύουν να πάρουν την Αρβανιτιά. Μας
+βάζουν λοιπόν ζιζάνια και τρωγόμαστε με τους Αρβανίτες, τους
+κολακεύουν αυτούς, &τους& λεν πως είμαστε εχθροί τους και
+τους αναγκάζουν να μας κυνηγούν στην Ήπειρο για να μας
+αδυνατίσουν. Αλλά τους γέλασαν τους Αρβανίτες πως είμαστε
+εχθροί τους, πως δε θέλουμε να προκόψουν μήτε να φτιάσουν κι
+αυτοί το έθνος τους. Τους Αρβανίτες εμείς τους αγαπούμε,
+είναι αδέρφια μας και θέλουμε το καλό τους, και έχουμε, όπως
+κ' εκείνοι, εχθρούς τους Σλάβους. Λοιπόν πάντα αδελφικά μαζί
+τους πρέπει να ζούμε, μαζύ να πολεμούμε τους Σλάβους.
+
+Κοντά σ' όλους αυτούς είναι και οι Τ ο ύ ρ κ ο ι. Ορίζουν
+ακόμα τους τόπους που τους έχουνε στο μάτι τα γειτονικά
+μικρά και μεγάλα έθνη. Μα οι Τούρκοι, είναι ξένοι
+καταχτητές, ήρθαν και θα φύγουν πάλι. Αυτοί τουλάχιστο δε
+θέλησαν ή δεν κατάφεραν ποτέ να πάρουν τη θρησκεία, τη
+γλώσσα, τον εθνισμό μας. Ενώ οι άλλοι λαοί που μας
+περιτριγυρίζουν και το θέλουν και το καταφέρνουν, Γι' αυτό
+είναι και πιο επικίνδυνοι από τους Τούρκους. Αλλά οι Τούρκοι
+δεν ξέρουν να φυλάξουν το έθνος μας από τις επιβολές, των
+τριγυρινών εθνών. Και δυστυχώς οι Τούρκοι δεν ξέρουν ούτε να
+κυβερνήσουν δίκαια τους λαούς που κατάχτησαν, και γι' αυτό
+όλοι όσοι έχουν να κάμουνε μαζί τους, έ ν α μονάχα
+γυρεύουν, πώς να τους ξεφορτωθούν μια ώρα αρχήτερα. Σεις οι
+σκλαβωμένοι Έλληνες, που σας ορίζουν οι Τούρκοι, ξέρετε πόσο
+δυνατή είναι η λαχτάρα σας για να ξεσκλαβωθήτε από τα χέρια
+τους.
+
+Ούτε έγινε, ούτε και τώρα γίνεται ό,τι έπρεπε, για να
+ξεσκλαβωθούνε τα ελληνικά χώματα, και να ενωθεί όλη η
+Ελληνική φυλή, να κάμει έ ν α, μ ε γ ά λ ο, ε λ ε ύ θ ε ρ ο
+κ α ι δ υ ν α τ ό Ελληνικό κράτος. Όπως είμαστε
+κομματιασμένοι, εμείς οι Έλληνες, μένουμε αδύνατοι, δε
+δουλεύουμε όλοι μαζί μ' ένα σκοπό, δεν πολεμούμε όπως έπρεπε
+τους εχθούς μας. Κι όμως και καιρό είχαμε, και χρήματα δε
+μας λείψανε, για ν' αγωνιστούμε, να καταφέρουμε την ένωσή
+μας. Θα πει πως δεν είμαστε αρκετά άνθρωποι, αρκετά
+ανεξάρτητοι, για να σηκώσουμε κεφάλι κατεπάνω στον Τούρκο.
+Κ' έχουμε χρέος να γίνουμε άνθρωποι, γιατί γύρω μας είναι
+κίνδυνοι, που χρειάζονται άνθρωποι, δυνατοί, αληθινοί
+Έλληνες, για να τους νικήσουν.
+
+Ας πάρουμε πρώτα εκείνους που έχουν και μπορούν να δώσουν
+χρήμα για το κοινό καλό. Απ' αυτούς πολλοί είναι φιλάργυροι,
+δε δίνουν ποτέ τους τίποτε, ούτε για την ψυχή των αποθαμένων
+τους ― άλλοι σκορπούν τα χρήματά τους για δική τους
+διασκέδαση, ― άλλοι χαρίζουν χρήματα, (δωρεές και
+κληροδοτήματα) για το έθνος τάχα, ― άλλοι με τα χρήματά τους
+κάνουν επιχείρησες γεωργικές, εμπορικές, ναυτικές,
+βιομηχανικές, που δίνουνε δουλειά σε αναρίθμητα χέρια. Τα
+δυο τελευταία είδη είναι τα καλλίτερα. Ας κοιτάξουμε ως τόσο
+μια στιγμή εκείνους, που δίνουν για φιλάνθρωπα έργα. Τους
+κοστίζει να δίνουν και να μην ακούγεται τόνομά τους, και
+ίσως δίνουνε μόνο και μόνο για ν' ακούγεται. Γι' αυτό τους
+αρέσουν τόσο τα χτίρια που φαίνουνται σαν παντοτεινά κι
+αχάλαστα, και μπορεί κανείς να γράψει επάνω με χρυσά
+γράμματα τόνομά του. Κάποτε δίνουν κι άμα τους τύχει κανένα
+δυστύχημα και γυρεύουν να βρούνε συχώρεση, γι' αμαρτίες. Δε
+μας μέλει το πώς και γιατί δίνουν, φτάνει που δίνουν και δεν
+είναι σαν άλλους τσιγκούνηδες. Αλλά πρέπει άλλο να
+προσέχουμε, δηλαδή το π ο ύ δίνουμε τα χρήματά μας.
+Δυστυχώς οι πλούσιοί μας τα χρήματά τους τ' αφίνουν οι
+περισσότεροι σε νοσοκομεία, και λένε πως τ' αφίνουνε στο
+έθνος, σα νάταν το έθνος άρρωστο. Όπως πάμε, θα καταντήσουν
+τα νοσοκομεία του έθνους να έχουν τόσα κρεβάτια, όσα
+κρεβάτια χρειάζονται, για να μπει σε κρεβάτια όλο το έθνος,
+δηλαδή δέκα εκατομμύρια άνθρωποι. Και τότε πια θα ησυχάσουν
+οι πλούσιοι μας ή θα ξενιτευτούν, για να μπορέσουν και τάλλα
+έθνη να τ' αρρωστήσουν και να τα χώσουν σε κρεβάτια μέσα.
+Αλήθεια η φιλανθρωπία μας τελειωμό δεν έχει!
+
+Ως τόσο, απ' αυτά που είπαμε παραπάνω, από τους κίνδυνους
+του έθνους, καταλαβαίνετε, πιστεύω, και μονάχοι σας, πού θα
+ήταν καλλίτερα να μαζεύουνταν και να πήγαιναν τα χρήματά
+μας. Για να το δήτε όμως πιο ξάστερα, σας τα βάζω κάτω ένα
+ένα τα έργα που μπορούν και πρέπει να γίνουν με τα χρήματά
+μας και με την ενέργειά μας.
+
+Α'). Χρειάζεται ν' αγοράζουμε τσιφλίκια στα υπόδουλα μέρη
+και να βάζουμε δικούς μας χωριάτες να τα δουλεύουν, να
+βγάζουν το ψωμί τους και να κερδίζουν κιόλας. Τα μέρη αυτά
+είναι πλούσια, γιατί και το χώμα είναι καλό, και δάση
+βρίσκουνται και βουνά, και νερά πολλά τρεχάμενα και
+στεκάμενα, κ' έτσι μπορεί το χρήμα να βγάλει κι άλλες
+δουλειές στη μέση, χτηνοτροφία, βιομηχανία και μεταλλουργία,
+(χαλιά, υφάσματα μάλλινα και μεταξωτά, νήματα, τυριά,
+βουτύρατα, κρασιά, ψάρια, ζάχαρη, γυαλί, μάρμαρα κτλ.). Έτσι
+και τα χώματα τα Ελληνικά θα μένουνε σ' ελληνικά χέρια, και
+ο λαός θα βρίσκει καλή δουλειά και θα γλυκαίνεται και θα
+μνήσκει στον τόπο του και θα πληθαίνει και θα πλουταίνει,
+χωρίς να πηγαίνει σε ξένους τόπους για νάβρει καλλίτερα.
+
+Β'). Το ίδιο να κάνουμε και στο ελεύθερο βασίλειο. Να γίνουν
+μεγάλες επιχείρησες, γεωργικές, βιομηχανικές, εμπορικές,
+ναυτικές. Η Θεσσαλία μπορεί να θρέψει χιλιάδες ανθρώπους
+ακόμη. Έχει όμως ανάγκη από υδραυλικά έργα για να γίνει
+καλλίτερη και σιγουρότερη η καλλιέργεια και η εσοδιά.
+Είμαστε ναυτικό έθνος, και όμως μια ατμοπλοϊκή εταιρία της
+προκοπής για επιβάτες από την Αθήνα στην Πόλη, στη
+Θεσσαλονίκη και στη Σμύρνη δεν υπάρχει. Και μεταλλεία άπειρα
+έχει ο τόπος μας, και πόσα άλλα. Πρέπει να βρίσκει δουλειά ο
+λαός. Ο τόπος μας έχει να μας θρέψει, έννοια σας, φτάνει να
+ξέρουμε νανοίγουμε δουλειές, και τότε θα βρίσκουμε γλύκα
+στον τόπο μας.
+
+Γ'). Σα θέλει κανείς και καλά να χτίσει χτίρια για να μείνει
+τ' όνομά του αθάνατο, ας χτίσει στρατώνες και αποθήκες,
+υδραγωγεία, γεφύρια, ας φτειάσει δρόμους και σιδερόδρομους,
+ας ναυπηγήσει πολεμικά καράβια. Θα πείτε, γιατί να μη χτίσει
+και σκολειά; Μα γι' αυτό θα μιλήσουμε αμέσως παρακάτω.
+
+Δ'). Σκολειά στην Ελλάδα δε χρειαζόμαστε· έχουμε αρκετά, και
+δημοτικά, και γυμνάσια και πανεπιστήμιο. Τα γυμνάσια στην
+Ελλάδα είναι πάρα πολλά μάλιστα. Να ήταν τρόπος να έδιναν οι
+πλούσιοί μας χρήματα για να κλειστούνε μερικά. Γιατί τα
+γυμνάσια βγάζουν ανθρώπους όχι της δουλειάς, μα χασομέρηδες
+και ακαμάτες που γυρεύουνε θέσες. Κ' οι τέτοιο άνθρωποι
+είναι ψώρα σ' έναν τόπο. ― Και μολονότι το πανεπιστήμιο που
+έχομε, κι αυτό πολύ μας πέφτει, βρέθηκε κάποιος πλούσιος να
+μας φτειάσει και δεύτερο. Κρίμα στα χρήματα!
+
+Σκολειά χρειαζόμαστε αλλού. Σκολειά ― όχι με χτίρια
+μεγαλόπρεπα, παρά απλά, παστρικά κι αερικά ― όχι γυμνάσια,
+παρά δημοτικά σκολειά, γι' αγόρια και για κορίτσια και
+νηπιαγωγεία, ― όχι με πολλούς δασκάλους και δασκάλες, παρά
+μ' ένα, δυο ή τρεις το πολύ, μα καλούς, καλοπληρωμένους, να
+αγαπούνε τα παιδιά και τη δουλειά τους, και να ξέρουνε τι
+περιμένει το έθνος απ' αυτούς και από τα σκολειά του, ―
+τέτοια σκολειά χρειάζουνται στην Τουρκιά (στην Ανατολή και
+τη Ρούμελη) και μάλιστα εκεί που δε μιλούν ακόμα οι Έλληνες
+καλά τα ελληνικά, παρά ανακατώνουν και τούρκικα και σλαβικά.
+
+Ε'). Χρήματα χρειάζεται και ο στρατός και ο στόλος. Να,
+λοιπόν πού μπορούσαν να πηγαίνουνε κάμποσα χρήματά μας.
+Γιατί, σημειώστε το καλά, δε μιλούμε μονάχα στους πλούσιους,
+μιλούμε σ' όλους, και σε κείνους που μόνο μια δεκάρα μπορούν
+για το γενικό καλό να χαρίσουν το χρόνο. Όλοι μας έχουμε
+χρέος να βοηθήσουμε για ναγοράζονται και να δουλεύονται
+τσιφλίκια και χωράφια να γίνονται, σκολειά εκεί που
+χρειάζονται, να βρίσκεται πάντα έτοιμος και καλογυμνασμένος
+ο στρατός, να δουλεύεται το χώμα το Ελληνικό όσο μπορεί
+περισσότερο και καλλίτερα, και ούτε μια σπιθαμή γης να μη
+μείνει ανόργωτη.
+
+Πλούτος δεν είναι το χρήμα. Πλούτος είναι η δ ο υ λ ε ι ά
+. Ποτέ δεν είμαστε φτωχοί, όσο μπορούμε και δουλεύουμε. Και
+πρέπει πρώτ' απ' όλα να δουλεύουμε στον τόπο μας και να τον
+καλοδουλεύουμε τον τόπο μας σαν κάτι που το αγαπούμε
+περισσότερο από κάθε άλλο πράμα. Πρέπει να καταλάβουμε,
+μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, πως το ξενίτεμα δεν
+είναι καλό πράμα, όσο έμεινε αδούλευτος ο τόπος μας και το
+έθνος μας δεν έγινε δυνατό και μεγάλο για να μπορεί να ζήσει
+δίχως τη βοήθεια όλων των παιδιών του. Μας χρειάζεται σιμά
+της η πατρίδα, να μας έχει στο χέρι. Δεν είναι σωστό να της
+ξεφεύγουμε. Έπειτα, καθώς είπαμε, τα ελληνικά τα χώματα
+μ π ο ρ ο ύ ν να μας θρέψουν, είναι λογής λογής, και τα
+περισσότερα πλουτοφόρα. Αντί να πηγαίνουμε στην Αμερική και
+στην Αφρική, μπορούμε, όσοι δεν είμαστε ευχαριστημένοι με τη
+δουλειά στον τόπο μας, να πηγαίνουμε σ' άλλους ελληνικούς
+τόπους κι όχι στη ξενιτιά. Όλη η ελληνική γη θέλει δούλεμα
+γερό. Της λείπουν τα χέρια, γιατί τα παιδιά της την αφίνουν
+και φεύγουν, και γιατί τα ελληνικά κεφάλαια μένουν τα
+περισσότερα νεκρά. Αν εξακολουθήσει να γίνεται αυτό,
+θάρθουνε σίγουρα, σήμερα αύριο, ξένοι να εκμεταλλευτούν τον
+τόπο μας. Κοιτάξετε, άρχισε να γίνεται αυτό που λέμε. Οι
+Γερμανοί με τα όλα τους, σαν ακρίδες, έπεσαν στη Μικρασία.
+Αφού οι ξένοι έρχονται να δουλέψουνε στον τόπο μας, θα πει
+πως ο τόπος μας έχει αξία, και πλούτο, και δουλειά, για να
+θρέψει πολλούς ανθρώπους.
+
+Πρέπει να καταλάβουμε και τούτο· πως χρέος μας απαράβατο
+είναι να κάνουμε όλοι το στρατιωτικό μας, για να είμαστε
+γυμνασμένοι κ' έτοιμοι για κάθε αγώνα, και προ πάντων για
+τον αγώνα που πρέπει ναρχίσει για την ένωση της φυλής.
+
+Και τους φόρους έχουμε χρέος να τους πληρώνουμε ταχτικά, οι
+ελεύθεροι Έλληνες, όπως οι σκλαβωμένοι τις συνεισφορές τους
+για το στρατό και το στόλο.
+
+Λέμε πως το έθνος μας είναι φτωχό και χρήματα δεν έχει για
+να πορεύεται και να κάμει και τους μεγάλους σκοπούς. Κι όμως
+το έθνος μας θα είναι πλούσιο, αν τα παιδιά του όλα είναι
+γερά και της δουλειάς, αν δε βαρυούνται τον κόπο, αν
+δουλεύουνε και κερδίζουν, αν κάνουν πρόθυμα το στρατιωτικό
+τους, και αν πληρώνουν τα δοσίματα που τους ζητεί το έθνος
+για να προκόψει κι αυτό το ίδιο και το κάθε άτομο.
+
+Φτωχοί και πλούσιοι, μικροί και μεγάλοι, όλοι μας, αυτά να
+έχουμε στο νου, κι αυτά να τα κάνουμε πράξη, κ' η προκοπή
+θαρθεί μονάχη της.
+
+
+
+
+Η ΜΙΚΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 292 (11 του Μάη 1908) του «Νουμά».
+Είχε πρωτοβγεί στην Πόλη τις μέρες κείνες σε φυλλάδιο
+ξεχωριστό κ' είταν η Β' ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ &στους σκλαβωμένους και
+στους ελευθερωμένους Έλληνες&. Δεν ξαίρω αν τις Προκήρυξες
+αυτές τις έβγαζε το Δημοτικιστικό «&Αδερφάτο&» της Πόλης, ή
+η «&Οργάνωσις της Κωνσταντινουπόλεως&», που ο Δραγούμης
+είταν ένας από τους ιδρυτές και τους κυριώτερους μοχλούς
+της_.
+
+
+Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ή το χωριό που μας γέννησε, είναι η μ ι κ ρ ή
+μ α ς π α τ ρ ί δ α, είτε σε νησί βρίσκεται, είτε σε κάμπο ―
+σε μεσόγειο ή σε παραθαλάσσιο.
+
+Στα χωριά τα σπίτια είναι γνώριμα, και οι άνθρωποι σα να
+συγγενεύουν. Όλοι ξέρουν όλους, και τα τριγυρινά τους
+πράγματα. Άλλο από γειτονιές δεν υπάρχει.
+
+Χαράματα σηκώνεται ο άντρας, βουτά μια κομμάτα ψωμί στο
+κρασί του, και με το δισάκκι και την τσάπα, με το ζώο που θα
+οργώσει και με το παιδί του, πάει στο χωράφι, στ' αμπέλι ή
+στο μποστάνι. Σηκώνεται κ' η γυναίκα του και πάει στη βρύση
+για νερό. Το κορίτσι νοικοκυρεύει το σπίτι και την αυλή,
+πλένει, υφαίνει, λευκαίνει το πανί. Τη χωριάτισσα πότε τη
+βλέπεις στον αργαλειό, πότε στο ληνό με γυμνά ποδάρια να
+πατά σταφύλια, πότε μ' ανασκουμπωμένα μανίκια, σκυμένη, να
+ζυμώνει ψωμί στη σκάφη, κ' έπειτα να το βάζει στο φούρνο,
+στην αυλή, πότε ν' αρμέγει την αγελάδα, πότε να γνέθει.
+Άλλοτε πάλι συνδαυλίζει τη φωτιά και κοιτάζει τη χύτρα.
+Φρύγανα από το βουνό φέρνουν τα παιδιά.
+
+Τις αγελάδες του χωριού και τ' άλογα τα παίρνουνε δυο τρία
+παλληκάρια πρωί πρωί και τα βόσκουν. Πλανιώνται όλη μέρα τα
+ζώα στα λιβάδια, κι ακούς τα κουδουνίσματα τους στη σιγαλιά.
+Το βράδι τα γυρίζουν στο χωριό οι αγελαραίοι, κοπαδιαστά.
+Βοσκοί στο βουνό βόσκουν τα γιδοπρόβατα. Το καλοκαιριάτικο
+μεσημέρι σταλίζουν τα πρόβατα στον ίσκιο του μεγάλου πεύκου,
+αποσταμένα από το λιοπύρι. Και βράδι-βράδι τα οδηγούν στις
+στάνες.
+
+Σα νυχτώσει, βλέπει ο δραγάτης φωτιές, σαν άστρα στο βουνό.
+Ώρες ώρες ακούει γαυγίσματα μαντρόσκυλων. Έπεσε να κοιμηθεί
+το χωριό, και ο δραγάτης όλο φυλάγει, περιδιαβάζοντας στ'
+αμπέλια και στα περιβόλια, με τ' όπλο στον ώμο. Ποιος ξένος
+μπήκε στη βραγιά και πώς απέρασε τους φράχτες;
+
+Το χωριό κοιμάται δίχως ονείρατα. Ο νέος όμως, που είδε στο
+χορό, την κυριακή τ' απόγεμα, στ' αλώνια, ο νέος που είδε
+την όμορφη την κόρη τη στολισμένη, προτού αποκοιμηθεί το
+βράδι, ονειρεύεται. Ίσως και κείνη να τον ξεδιάλεξε· τα
+μάτια τους σα ν' αντικρύστηκαν μια στιγμή, την κυριακή τ'
+απόγεμα στο χορό, στ' αλώνια. Και θα την πάρει.
+
+Έρχεται, πάλε η Κυριακή στο χωριό. Νωρίς γεμίζει η εκκλησιά
+από κορίτσια, γυναίκες, παιδιά, και άντρες, και γέροντες. Ο
+δάσκαλος ψέλνει στα δεξιά, και δυο τρία σκολιταρούδια του
+κρατούν το ίσο. Στ' αριστερά είναι ένας χωριανός και ψέλνει
+με τη μύτη κι αυτός. Ο παπάς, με το κοντό το ράσο, λειτουργά
+και θυμιάζει. Οι γέροι, έχουν τα στασίδια τους και κάθονται.
+Στο παγκάρι οι επίτροποι πουλούν αγιοκέρια. Τ' αγοράζουν οι
+χριστιανοί και τα στήνουνε στα μανουάλια, προτού ασπαστούν
+τα εικονίσματα. Έπειτα γυρίζουν οι επίτροποι με τους
+δίσκους: «για την εκκλησιά, για τον παπά, για το σκολειό
+μας», και ακούς δεκάρες και κουδουνίζουν, Και σαν περνούνε
+τ' άγια, σκύβουν πολύ χαμηλά και σταυροκοπιούνται, γέροι,
+γυναίκες, άντρες, παιδιά, νιές και παλληκάρια. «Μνησθείη
+αυτών Κύριος ο Θεός εν τη Βασιλεία αυτού πάντοτε»....
+
+Τις μικροδιαφορές που τυχαίνει να έχουν ανάμεσό τους οι
+χωριανοί, τις ξεδιαλύνουν οι δημογέροντες ― έφοροι του
+σκολειού κ' επίτροποι της εκκλησιάς. Άμα βέβαια έχουνε
+μεγάλες διαφορές, τότε πηγαίνουν κάτω στη χώρα, να τους
+δικάσει κριτής, ειρηνοδίκης ή δικαστήριο. Μα πάντα καλλίτερα
+έχουν να μην κατεβαίνουν για τέτοιες δουλειές στη χώρα. Και
+μπελάς είναι και έξοδα γίνονται. Ενώ στο χωριό, με τη
+βοήθεια των γερόντων, άμα λείπουν τα πείσματα, όλα
+συμβιβάζουνται.
+
+Οι γέροντες έχουν και άλλα να σκεφτούν. Θα συμφωνήσουν το
+δάσκαλο και τη δασκάλα, θα διορίσουν τον καντηλανάφτη, το
+δραγάτη, θα φροντίσουν για το σκολειό αν θέλει διόρθωμα, την
+εκκλησιά, αν θέλει καθάρισμα ή στόλισμα, τους δρόμους, αν
+είναι να φτειαστεί ή να σιαχτεί κανένας.
+
+Με την κοινότητα ο δάσκαλος κάνει συμβόλαιο και το
+υπογράφουν. Του δίνουνε μιστό και σπίτι, και ξύλα για
+κάψιμο. Καμιά φορά του τάζουν και τόσα κοιλά σιτάρι. Πόσες
+φορές θα ήταν καλλίτερα να του έδιναν κριθάρι! Ο μισθός του
+γίνεται καλλίτερος αν κάνει και τον ψάλτη. Και τη δασκάλα
+την περιποιούνται οι χωριανοί, εξόν αν τύχει καμιά
+φανταγμένη, που δεν τους καταδέχεται, μόνο παραπονιέται
+αδιάκοπα για το κάθε τι και φορεί μεγάλα καπέλλα φτερωτά.
+
+Ο παπάς είναι χωριανός, σαν τους άλλους, με λίγα γράμματα.
+Σπάνια τον αλλάζουν, με την άδεια βέβαια πάντα και την
+ευλογία του Δεσπότη. Έχει και αυτός το χωράφι του, το αμπέλι
+του, τη γυναίκα του, το σπίτι του και την αγελάδα του. Η
+παπαδιά είναι σαν τις άλλες γυναίκες του χωριού. Και
+λειτουργάει ο παπάς κάθε κυριακή και σκόλη. Τον βλέπεις σε
+κάθε λείψανο, στεφάνωση και βάφτιση. Είναι ήσυχος άνθρωπος,
+κανένα δε θέλει να κακοκαρδίσει, δεν πολυανακατεύεται στα
+μαλώματα και στους θυμούς των χωριανών, και χαίρεται σαν του
+φιλούν το χέρι.
+
+Ο Δεσπότης θα περάσει μια φορά το χρόνο και θα λειτουργήσει.
+Μετά το Ευαγγέλιο «κηρύττει τον λόγον του Θεού» με λόγια που
+κανένας ίσως δεν τα καταλαβαίνει. Του μετρούν τα κανονικά
+του και τα τυχερά του, και ό,τι καθυστερούμενα έχει να
+πάρει, τα ζητεί. Αν είναι τίποτα ζητήματα, τα ξεδιαλύνει ή
+δεν τα ξεδιαλύνει και φεύγει.
+
+Η ποταμιά κοντά στο χωριό είναι βαθειά, ντυμένη πλατάνια,
+πικροδάφνες και δάφνες. Εκεί πλένουν οι γυναίκες τα ρούχα.
+Από την άλλη τη μεριά σηκώνεται το βουνό που βγάζουν την
+πέτρα για τα σπίτια, και το δάσος που κάνουν τα κάρβουνα.
+
+Σαν πάρει ο χωριανός τη ράχη του βουνού κι ανέβει στην
+κορυφή, βλέπει κάτω τις στέγες του χωριού του, και
+αγναντεύει άλλα χωριά που τα έχει ακουστά, και την πολιτεία
+εκεί δα πέρα, κοντά στη θάλασσα. Και μικραίνει το χωριό του.
+Νοιώθει πως δεν είναι μοναχό στον κόσμο, και πως ο τόπος
+είναι μεγάλος. Και τότε ― τότε του έρχεται να γνωρίσει και
+τάλλα τα χωριά, και να κατεβεί στη χώρα, να ζυγώσει στη
+μεγάλη λίμνη με τ' αρμυρό νερό.
+
+Γνώρισε την πολιτεία, και αρχή αρχή του φάνηκε καλή. Σα να
+είναι πιο ελεύθερα τα πράματα εδώ. Χωράφια δε βλέπει, μήτε
+λιβάδια, μα βρίσκει καπηλειά πολλά, και πίνει κρασί με
+πολλούς συντρόφους. Και δεν ντρέπεται πολύ πολύ τους
+πολίτες, γιατί δεν τονέ γνωρίζουν. Του μάθανε να βρίσκει και
+γυναίκες για μια βραδιά, με λιγοστά χρήματα. Αγάλι αγάλι η
+πολιτεία τον ποτίζει τα φαρμάκια της, αρχίζει και
+στενοχωριέται. Σαν άρρωστος είναι, και ξαναθυμάται το χωριό
+του.
+
+Εδώ, στην πολιτεία, είναι σαν το ξερριζωμένο πλατάνι της
+ρεματιάς, που αποζητάει το χώμα και τις πέτρες που το
+γέννησαν.
+
+Και μακρύτερα μπορεί να πάγει. Η θάλασσα κοντά. Καράβια
+περνούν κάθε μέρα. Στο χέρι του είναι· ποιος θα τον
+εμποδίσει; Ας πάγει κι αυτός στην ξενιτιά να γίνει πλούσιος.
+Και φεύγει. Και νοιώθει πως ο τόπος που άφησε, με τα χωριά
+και τις πολιτείες του, ήταν πατρίδα, η πατρίδα του, ―
+η μ ε γ ά λ η π α τ ρ ί δ α. Βρίσκονται στον κόσμο και άλλοι
+τόποι, ξένοι τόποι, που μιλούν οι άνθρωποι άλλες γλώσσες και
+έχουν άλλα συνήθια. Τα σπίτια τους είναι διαφορετικά κι
+αλλοιώτικες οι εκκλησιές. Οι πολιτείες μπορεί να είναι
+μεγάλες, μεγαλόπρεπες, και φαίνονται σαν πλούσιες. Αυτός
+όμως κάθεται σε μια σοφίτα σκοτεινή, με τέσσερες άλλους
+μέσα. Πού είναι το σπίτι του το νοικοκυρεμένο, στο χωριό! Το
+χρήμα δεν είναι χυτό στους δρόμους. Δε σκύβει να μαζέψει
+χρυσάφι, παρά και αυτού δουλειά αναγκάζεται να γυρέψει. Αφού
+είδε κι απόειδε, κατάφερε τέλος και τον πήραν εργάτη σ' ένα
+σιδερόδρομο, με δυο τρία φράγκα την ημέρα. Δεν είναι προκοπή
+αυτή!
+
+Ο ξενιτεμένος θυμάται το χωριό του και αποζητά το σπίτι του
+πατέρα του, της μάννας του το χάδι, το ψωμί το σπιτίσιο, το
+καλό κρασί του αμπελιού τους. Σα να μην τα χάρηκε αρκετά.
+Και θυμάται τα βώδια, το αλέτρι, το χώμα, τις αγελάδες, τα
+δέντρα, και τις πέτρες του βουνού, και τα λιθάρια του
+δρόμου. Του φαίνεται πως δεν τα δούλεψε όσο έπαιρνε.
+
+Φεύγουν όμως και άλλοι από το χωριό.
+
+Εκείνοι που αφίνουν το χωριό τους και παν σε μεγαλύτερα
+κέντρα για να σπουδάσουν, εκείνοι που, με κάποια υποστήριξη,
+είτε της οικογένειας είτε των φίλων, του βουλευτή τους ή του
+Δεσπότη, εξακολουθούν τις σπουδές τους, και από το χωριάτικο
+σχολειό της χώρας, στο γυμνάσιο, κ' έπειτα στο πανεπιστήμιο.
+Οι χωριάτες δεν ξέρουν τι κάνουν στέλνοντας τα παιδιά τους
+σε ανώτερα σχολεία. «Για να γίνεις άνθρωπος, λεν του παιδιού
+τους, πρέπει να πας στο Γυμνάσιο να μάθεις γράμματα». Και
+αφού τελειώσει το Γυμνάσιο, το στέλνουν και στο
+Πανεπιστήμιο. Φαντάζονται πως αν γίνει γιατρός ή δικηγόρος ο
+γιός τους, θα τιμηθεί τάχα η οικογένεια. Μα δε νοιώθουν πως
+τιμή είναι η δουλειά, κι ούτε το γυμνάσιο, ούτε το επάγγελμα
+κάνουν τον άνθρωπο. Άνθρωπος είναι εκείνος που έχει
+οικογενειακή ανατροφή, είτε σε πολιτεία ανατράφηκε είτε σε
+χωριό, είτε ξέρει γράμματα, είτε δεν ξέρει. Άνθρωπος είναι
+εκείνος που παίρνει τη δουλειά του πατέρα του και την
+καλλιτερεύει.
+
+Του χωριάτη ο γιος πρέπει να μείνει χωριάτης, του παπουτσή
+παπουτσής, του φούρναρη φούρναρης. Και πάλι του εμπόρου ο
+γιός έμπορος, και του τραπεζίτη τραπεζίτης. Και μόνο έτσι
+καλλιτερεύει η εργασία του καθενός.
+
+Ο γιός μαθαίνει από τον πατέρα του, καλλίτερα παρά από κάθε
+άλλον, την τέχνη που έχει να κάνει όλη του τη ζωή. Και ο
+πατέρας πάλι μ ι α τέχνη μονάχα ξέρει να διδάξει στο παιδί
+του, την τέχνη που ξέρει, τ η δ ι κ ή τ ο υ την τέχνη. Και
+τότε ο γιός, εξακολουθώντας την τέχνη του πατέρα του, μπορεί
+να την καλλιτερέψει. Μονομιάς ο άνθρωπος από παπουτσής δε
+γίνεται στρατηγός ουδέ τραπεζίτης. Και του παπουτσή ο γιός
+δε γίνεται πρωθυπουργός. Μπορεί όμως ο γιός του παπουτσή να
+μεγαλώσει το εμπόριο που έμαθε από τον πατέρα του και να
+γίνει μεγαλέμπορος. Μπορεί και άλλη σχετική τέχνη να πιάσει,
+να γίνει δερματέμπορος. Και ταμπάκικο μπορεί νανοίξει.
+Μπορεί καινούριες τέχνες ν' ανακαλύψει, και να βγάλει στη
+μέση καινούριους τρόπους εργασίας, καινούρια μέσα. Και θα
+βάλει τότε κι αυτός στις νέες τούτες τέχνες και δουλειές το
+παιδί του. Και σ' άλλους πολλούς πατριώτες του θα δώσει
+δουλειά.
+
+Αυτοί γίνουνται οι πιο χρήσιμοι άνθρωποι σε μια κοινωνία,
+όσοι κάνουν τη δουλειά του πατέρα τους, καλλιτερεύοντας και
+μεγαλώνοντάς τηνα. Όσοι αφήνουν την τέχνη του πατέρα τους
+και την καταφρονούν, οι περισσότεροι χάνονται, δεν κάνουν
+τίποτε καλό, ούτε στον εαυτό τους, ούτε στους άλλους. Θα
+καταντήσουν είτε υπάλληλοι με μεγάλες απαιτήσεις και
+τιποτένιο μισθό, είτε τεμπέληδες δασκάλοι για ν'
+αποστραβώσουν τους άλλους, είτε μπεκρήδες, ακαμάτες και
+παραλυμένοι ― δηλαδή η ψώρα μιας κοινωνίας. Δάσκαλοι δεν
+πρέπει να βγαίνουν από τους τέτοιους ανθρώπους. Στην Ελλάδα
+απ' αυτούς βγαίνουν και οι κομματάρχες, γιατί με τη βοήθεια
+του βουλευτή τους θα βρούνε καμιά θεσούλα κυβερνητική να
+κουτσοζήσουν, οι τιποτένιοι!
+
+Ο γεωργός που με η δουλειά του και τη δουλειά του πατέρα
+του, γίνεται πλούσιος και καταπιάνεται στο μικροεμπόριο,
+εκείνος με τον καιρό, ή το παιδί του, φυσικά θα κατασταλάξει
+μια μέρα στη χώρα, για να μεγαλώσει το εμπόριό του.
+
+Μα να φεύγουν οι φτωχοί ζευγολάτες από το χωριό τους για να
+παν στις πολιτείες και στην ξενιτιά, είτε για να πλουταίνουν
+είτε για να σπουδάσουν και να γίνουν μεγάλοι άνθρωποι, ―
+αυτό ποτέ δε βγαίνει σε καλό τους. Κανείς απ' αυτούς δεν
+έγινε ποτέ ούτε πλούσιος, ούτε βγήκε μεγάλος. Οι εξαίρεσες
+είναι τόσο σπάνιες, που μήτε λογαριάζονται.
+
+Οι γονιοί οι γνωστικοί, όσοι νοιώθουν από κόσμο, δε θα
+σπρώξουν ποτέ τα παιδιά τους σε τέτοιο στραβό δρόμο, παρά θα
+τα αναθρέψουν έτσι, που να μείνουν σιμά τους, και θα τα
+μάθουν από μικρά την τέχνη τους. Έτσι μονάχα τα παιδιά θα
+γίνουν ά ν θ ρ ω π ο ι, δηλαδή χρήσιμοι στην Κοινωνία και
+στον εαυτό τους. Γιατί οι γνωστικοί ξέρουν πως ο άνθρωπος δε
+γίνεται ούτε με τα πολλά γράμματα, ούτε με τα πολλά χρήματα.
+Γίνεται με την οικογενειακή ανατροφή και με τη δουλειά.
+
+***
+
+Σ' όποια μικρή πατρίδα κι αν γεννήθηκε ή κι αν ζει ο
+Έλληνας, όπου κι αν βρίσκεται, σε πολιτεία ή σε χωριό,
+πρέπει να ενδιαφέρεται και να φροντίζει για την κ ο ι ν ό τ η τ ά
+του, πρέπει να θέλει να φανεί χρήσιμος και σ' αυτήν,
+όπως θέλει να είναι χρήσιμος στον εαυτό του. Και όταν φανεί
+χρήσιμος στην κοινότητά του, πάλι στον εαυτό του θα είναι
+χρήσιμος. Πρέπει να νοιώθει πάντα πως, θέλοντας και μη,
+είναι δεμένος με τους τριγυρινούς του, τους πατριώτες του,
+και να τους βοηθεί. Μόνο εκείνος που βοηθεί τους άλλους,
+μπορεί με το δίκιο του να γυρεύει και απ' αυτούς βοήθεια.
+Πάλι καλό δικό που θα κάμει βοηθώντας τους. Η αλληλοβοήθεια
+είναι δύναμη και του καθενός ανθρώπου και της κοινότητας
+όλης. Εκείνος που δε βοηθεί, δεν είναι άξιος να τον βοηθούν
+και οι άλλοι, και δεν την πειράζει την κοινότητα αν τύχει
+και χαθεί.
+
+Ο άνθρωπος του κάθε τόπου, εκείνος και καλύτερα μπορεί να
+φροντίζει για τον τόπο του, γιατί εκείνος και πιο κοντά
+είναι, και κάθε μέρα τον βλέπει, δηλαδή τον ξέρει καλλίτερα
+από κάθε άλλον και τον πονεί περισσότερο.
+
+Σαν τι βοήθεια όμως πρέπει να δίνει στους τριγυρινούς του,
+και σαν τι φροντίδα να δείχνει για τον τόπο του;
+
+Πρέπει:
+
+Α'). Να βοηθεί τον άλλο νάβρει δουλειά. Ο άλλος αυτός φυσικά
+πρέπει νάναι άξιος να δουλέψει. Αν είναι ακαμάτης, ανίκανος,
+ποιος του φταίει αν χαθεί; Ο καθένας ας κοιτάζει να
+μεγαλώσει την εργασία του, για να μπορέσει και σ' άλλους
+συντοπίτες του να δώσει δουλειά. Όσο μεγαλώνουν οι δουλειές
+του καθενός, τόσο χωρούν και παίρνουν και άλλους. Διψά η
+δουλειά γι' ανθώπους.
+
+Β'). Να φροντίζει για τη νεώτερη γενεά. Τα σκολειά να
+καλλιτερέψουν, Όχι να γίνουν με περισσότερες τάξες ή
+πιότερους δασκάλους, παρά να τα επιβλέπουν καλλίτερα οι
+έφοροι, να είναι πάντα καθαρά, αερικά, καλά χτισμένα, και
+ό,τι μαθαίνουν τα παιδιά να το μαθαίνουν αληθινά. Πολλά
+γράμματα δε θέλει ο πολύς κόσμος. Τα παιδιά φτάνει να
+μαθαίνουν καλά λιγοστά πράματα, ό,τι τους χρειάζεται για τις
+δουλειές του χωριού ή για την τέχνη τους, όχι άλλο. Πρέπει
+να μαθαίνουν και την εθνική τους ιστορία, για να ξέρουν τι
+είναι οι ίδιοι, ποιοι τους γέννησαν, και ποιοι είναι οι
+τωρινοί εχτροί του έθνους. Περισσότεροι δάσκαλοι δεν
+χρειάζονται, αλλά καλλίτεροι. Φαντάζεστε τι θα ήταν για το
+έθνος ένα διδασκαλείο, που θα έβγαζε δασκάλους ― ανθρώπους.
+Έπειτα και τούτο να πρσσέχουμε: το χωριό που έχει δημοτικό
+σκολειό ή τετρατάξια αστική σχολή, δεν έχει ανάγκη
+σχολαρχείο ή εφτατάξια αστική σχολή. Και ακόμη λιγώτερο του
+χρειάζεται γυμνάσιο. Θα ήταν πια τρέλλα να του φτειάσουν και
+πανεπιστήμιο.
+
+Μα η νεώτερη γενιά δεν ανατρέφεται μονάχα με το σκολειό. Των
+παιδιών ταιριάζουν κυνήγια, παιχνίδια, περίπατοι, και να
+ρίχνουν στο σημάδι και να πηδούν στις τρεις, και να
+παραβγαίνουν στο τρέξιμο και στο κολύμπι, και να παλεύουν,
+και να ρίχνουν το λιθάρι, και να καβαλικεύουν άλογα. Άμα τα
+παιδιά δεν τα κάνουν αυτά μονάχα τους, πρέπει οι
+γεροντότεροι να τους κεντούν και να τους σπρώχνουν σ' αυτά.
+Οι γέροι είναι άχρηστοι, και μάλιστα επικίνδυνοι, αν, επειδή
+κουράστηκαν αυτοί και αποκοιμιούνται, θέλουν ν' αποκοιμήσουν
+και τα παιδιά τους. Τα παιδιά είναι η μελλούμενη ζωή του
+έθνους. Πρώτα απ' όλα αυτήν πρέπει να σεβόμαστε.
+
+Γ'). Να φροντίζει για κοινοτικά έργα ― να φυλάγονται τα
+χωράφια και τ' αμπέλια από καλούς δραγάτες, τα δάση από
+δασοφύλακες εμπιστεμένους να σιάζονται οι τοπικοί δρόμοι, ή
+να φτειάνονται καινούργιοι αν χρειάζονται, να χτίζονται
+πετρογέφυρα, να διορθώνονται τα σκολειά, και για όλ' αυτά να
+συνάζονται χρήματα.
+
+***
+
+Κοντά στη Σπάρτη είναι ένα χωριό, που το λένε Βαμπακού.
+Μερικοί χωρικοί φύγανε στην ξενιτιά και ξαναγύρισαν πίσω,
+άλλος με δίχως χρήματα, άλλος με λιγοστά. Αλλά γνωστικοί
+άνθρωποι, και κείνοι που έφυγαν κι όσοι μείνανε στο χωριό.
+Σύναξαν λοιπόν κάμποσα χρήματα, και επειδή ο δήμαρχος ήταν
+κομματάρχης του βουλευτή και ίσως όχι πολύ τίμιος άνθρωπος,
+και επειδή ο δήμος όλος μαζί δεν είναι τόσο συμμαζεμένος σαν
+ένα χωριό μοναχό, και επειδή το κράτος είναι πολύ μακριά και
+δε βλέπει τόσο καλά τις καθημερινές ανάγκες των χωριανών,
+όπως τις βλέπουν οι ίδιοι οι χωριανοί, ― γι' αυτά όλα
+πάσκισαν κ' έκαναν κοινότητα στο χωριό τους και την ορίζουν
+αυτοί, για να είναι και βέβαιοι πως το χρήμα που σύναξαν για
+το κοινό δε θα πάγει στα χαμένα.
+
+Από τα 1898 στη Βαμπακού υπάρχει κοινότητα που φροντίζει για
+όλα τα γενικά ζητήματα του χωριού ― διορθώνει το σκολειό,
+μεταφέρνει το νεκροταφείο έξω από το χωριό, για την υγεία
+του τόπου, ― αρχίζει υδραυλικά έργα για να ποτίζονται
+καλλίτερα τ' αμπέλια και τα περιβόλια, ― σιάχνει τους
+τοπικούς δρόμους και τα γεφύρια ― βάζει καλούς δραγάτες, και
+θα καταπιαστεί με τον καιρό κι άλλα πολλά χρήσιμα έργα.
+
+Άμα τα χωριά προκόψουν, ούτε στην Αμερική θα πηγαίνουν οι
+χωριανοί για να πλουταίνουν, ούτε στις πολιτείες για να
+σπουδάσουν, ούτε στην Αθήνα για να βρίσκουν θέσες.
+
+Αυτό που κάνει η Βαμπακού στην Ελλάδα, επειδή έτυχε να έχει
+γνωστικούς χωριάτες που καταλαβαίνουν το συμφέρο τους, αυτό
+το ίδιο το κάνουν όλες στην Τουρκιά οι ελληνικές κοινότητες,
+από τα παλιά χρόνια. Ο Τούρκος, φρόνιμος, άφησε τους Έλληνες
+να κυβερνιώνται μόνοι τους, κατά πώς θέλουν αυτοί. Δε
+σκοτίζεται για τα εσωτερικά τους ζητήματα. Γυρεύει μονάχα τα
+δοσίματα, βρίσκει λογής αφορμές και βάζει τον κόσμο σε
+μπελάδες, και για κανενός το καλό δε νοιάζεται. Και στη
+Βουλγαρία, ως τα τώρα, όπου βρίσκουνταν Έλληνες ήταν κ'
+ελληνικές κοινότητες, κι όταν αποφάσισαν οι Βούλγαροι να
+ξεπατώσουν τον Ελληνισμό από την Ανατολική Ρωμυλία,
+κατασύντριψαν τις κοινότητες, άρπαξαν δηλαδή εκκλησιές και
+σκολειά, έδιωξαν δεσποτάδες, παπάδες και δασκάλους, ρήμαξαν
+κοινοτικά χτήματα, τρόμαξαν τον κόσμο ― κ α ι π α ν ο ι
+κ ο ι ν ό τ η τ ε ς. Οι Έλληνες αυτοί, οι κακότυχοι, μη
+βρίσκοντας πια κοινότητες να ζήσουν, άφηκαν τα σπίτια τους
+και τα χωράφια τους κ' έφυγαν σε τόπους πιο φιλόξενους.
+
+Στην Τουρκιά οι ελληνικές κοινότητες θα βρίσκουνταν καλά, αν
+δεν ήταν οι Τούρκοι τόσο ελεεινοί. Στη Βουλγαρία οι Έλληνες
+θα ζούσανε καλά, αν τους άφιναν οι Βούλγαροι τις κοινότητές
+τους. Και στην Ελλάδα θα ζούσανε καλλίτερα οι Έλληνες, αν το
+κράτος καταλάβαινε πως το φυσικό του Ρωμιού είναι να ζει σε
+κοινότητες ιδιοκυβέρνητες. Ω Κράτος, μην του παίρνεις του
+Ρωμιού το ενδιαφέρο για το χωριό του, μην του κάνεις σ υ
+σκολειά, μη του διορίζεις σ υ τους δασκάλους, μην του
+φυλάς σ υ ταμπέλια, τα χωράφια, τα δάση, μην του φτειάχνεις
+σ υ τους τοπικούς δρόμους, γιατί τον λύνεις έτσι από τους
+δεσμούς του με το χωριό του. Συ έχεις άλλες δουλειές
+γενικώτερες. Αυτές να κοιτάζεις! Εμάς μονάχα να μας
+επιθεωρείς, να μας παίρνεις στρατιώτες, να μας ζητάς φόρους
+και να μας βοηθείς, αν μπορείς, να βρίσκουμε κεφάλαια για
+μεγάλες επιχείρησες.
+
+Όπου βρεθούνε δέκα Ρωμιοί φτειάνουν κοινότητα. Συνάζουν
+πρώτα χρήματα για την εκκλησιά. Άμα τη χτίσουνε φέρνουν
+παπά. Έπειτα και τις γυναίκες τους. Ύστερα, με τους δίσκους
+της εκκλησιάς, συνάζουν χρήματα και φτειάνουνε σχολειό.
+Τέλος φέρνουνε δάσκαλο για τα παιδιά τους ― και ν ά τ η ν η
+κ ο ι ν ό τ η τ α.
+
+Πρέπει, στην Ελλάδα ναφίσουν ελεύθερα ξανά τις κοινότητες να
+φυτρώσουν. Με την τ ο π ι κ ή α υ τ ο δ ι ο ί κ η σ η ―
+όπου καθένας θα κυβερνά το χωριό του, και στο κράτος μονάχα
+θα πληρώνει τους φόρους, θα δίνει ό,τι μπορεί για τα μεγάλα
+εθνικά έργα, και θα κάνει το στρατιωτικό του ― το κράτος θα
+έχει καιρό να σκεφτεί και να φροντίσει για τα γενικώτερα
+συμφέροντα του έθνους. Και έτσι, επειδή περισσότεροι θα
+κυβερνούν τα χωριά τους, λιγώτεροι θα καταπιάνουνται να
+κυβερνήσουν το κράτος, και ίσως καλλίτεροι.
+
+Ο Ε λ λ η ν ι σ μ ό ς ε ί ν α ι μ ι α ο ι κ ο γ έ ν ε ι α
+α π ό Ε λ λ η ν ι κ έ ς κ ο ι ν ό τ η τ ε ς. Αυτό
+πρέπει να το ιδούμε ξάστερα όλοι.
+
+Και είδες σε μιαν οικογένεια, σαν όλοι είναι γεροί και
+δουλεύει ο καθένας, πόση ευτυχία και πόση χαρά βασιλεύει,
+και τι προκοπή; Ο καθένας ξέρει τη θέση του, δε λαθεύει, και
+βοηθεί και τους άλλους. Κ' είδες σ' άλλην οικογένεια, που
+είναι ποιος άρρωστος, ποιος αδύνατος, και κανείς δε
+δουλεύει, πόση γρίνια και δυστυχία σωριάζεται; Ο καθένας
+ρίχνει τα λάθη στου αλλουνού τη ράχη, και δε βοηθούνται
+αναμεταξύ τους, και μαλώνουν ατέλειωτα.
+
+Έτσι και το έθνος. Είναι μιαν οικογένεια από κοινότητες.
+Όταν οι κοινότητές του ― οι πολιτείες και τα χωριά του ―
+έχουν υγεία, δουλειά και προκοπή, κοίταξε πως προκόβει και
+το έθνος όλο. Όταν πάλε οι κοινότητές του είναι
+αρρωστιάρικες, και οι άνθρωποι μισοδουλεύουν, δεν είναι
+ευχαριστημένοι, γκρινιάζουν, παραπονιούνται,
+μαλλιοτραβούνται, και γίνονται κόμματα, κοίταξε το έθνος όλο
+πως παραλεί και στενοχωριέται και δε σαλεύει πια.
+
+Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κ ο ι ν ό τ η τ ε ς πρέπει να
+κυβερνηθεί, και μόνο με κοινότητες θα προκόψει.
+
+Η δ ο υ λ ε ι ά θα ζωντανέψει ή θα δυναμώσει τις
+κοινότητες. Και άμα ζωντανέψουν και δυναμώσουν αυτές, τότε
+θα θεριέψει το Έ θ ν ο ς.
+
+
+
+ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ
+
+
+
+_Είναι η «Γ' ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ» του που την απευθύνει «&στους
+ξεσκλαβωμένους και στους αξεσκλάβωτους Έλληνες, γιατί
+ελεύτεροι Έλληνες δεν υπάρχουν πια ή ακόμη&». Γράφτηκε στη
+Ρώμη στις 7 του Σεπτέβρη 1909 και δημοσιεύτηκε στον αριθ.
+361 του «Νουμά» (11 του Οχτώβρη 1909). Όταν κυκλοφόρησε το
+φύλλο, ύστερα από λίγες μέρες ο κ. Γ. Φιλάρετος έγραψε στο
+«Ριζοσπάστη» του άρθρο φλογερό εναντίο του και ζήτησε από
+τον τότε παντοδύναμο «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» την πάψη του
+γιατί τόλμησε, λέει να γράψει στη Δημοτική γλώσσα ενώ είτανε
+δημόσιος υπάλληλος! Σ' απάντηση της αστείας αυτής φοβέρας,
+μούστειλε ο Δραγούμης την παρακάτω παλληκαρίσια επιστολή,
+που δημοσιεύτηκε ως «Δήλωση» του στην πρώτη σελίδα, πρώτη
+στήλη, του αριθ. 372 του «Νουμά» (27 του Δεκέβρη 1909):
+
+ Λόντρα 16/29 του Δεκέβρη
+1909
+&Φίλε Ταγκόπουλε&,
+
+Ο κ. Φιλάρετος, νομικός άνθρωπος, καλεί με το «Ριζοσπάστη»
+του το «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» να λάβει τα μέτρα του «κατά
+των υπό του δημοσίου ταμείου πληρωνομένων αηδών και
+επιβλαβών μαλλιαρών».
+
+Μα μου φαίνεται ο ποινικός νόμος δεν τιμωρεί εκείνους που
+γράφουν τη γλώσσα της μάννας τους, ούτε υπάρχει κανένα
+έγκλημα στο νόμο που να λέγεται «μαλλιαροσύνη». Όσο για το
+σύνταγμα, αυτό αναφέρει ότι η συνείδηση των Ελλήνων είναι
+ελεύθερη.
+
+Ωστόσο, επειδή κάθε καλός νομικός ξαίρει και άλλα μονοπάτια
+των νόμων, και μπορεί να είναι ανάγκη να πιει κανείς από μας
+τους δημοτικιστές το «κώνειον» για να σωθεί το Έθνος, θέλω
+να ξαίρει ο κ. Φιλάρετος ότι «ο υπό το ψευδώνυμον Ίδας»
+είμαι εγώ που υπογράφομαι όπως θα δήτε παρακάτω, και ότι δεν
+είμαι «μαλλιαρός πρόξενος» τώρα, παρά «μαλλιαρός
+διπλωμάτης», και ότι την προκήρυξή μου της 7 του Σεπτέβρη
+την έστειλα όχι «δήθεν εκ Ρώμης», παρά αληθινά από τη Ρώμη
+όπου είμουν τότε διορισμένος, και ότι τέλος, τώρα βρίσκουμαι
+εδώ διορισμένος. Έτσι, ξαίροντας ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος
+που βρίσκομαι και ποιος είμαι, θα μπορέσει, αν θέλει,
+ευκολώτερα να με καταδιώξει.
+
+ Με τιμή
+ I. ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
+
+
+Το παλληκαρίσιο αυτό γράμμα πόσο συνταιριασμένο είναι με
+κείνα που λέει, σε τούτη ακριβώς την «Προκήρυξη» του, πως
+«&άμα είναι γεμάτος ο άνθρωπος από ένα σκοπό τα εμπόδια του
+φαίνονται παιγνίδια και οι άνθρωποι μύγες!&»
+
+Σαν τονέ ρώτησα, τότε που πρωτοβγήκε βουλευτής στη Φλώρινα,
+ποιο πρόγραμμα πολιτικό θα ζητήσει να εφαρμόσει μέσα στη
+Βουλή, μου είπε:
+
+ ― Μου είταν εύκολο σε δέκα δεκαπέντε αράδες να δώσω το
+πρόγραμμά μου. Μα το πρόγραμμά μου το πολιτικό βρίσκεται
+πλατιά χαραγμένο στην προκήρυξη μου «&Στρατός και άλλα&»,
+καθώς και στα βιβλία μου. Φυσικά, μπαίνοντας κανείς στην
+πράξη, μπορεί ναλλάξει στη μορφή μερικές από τις ιδέες του,
+μα στην ουσία θα τις αφήσει απείραχτες._
+
+ΓΥΡΕΥΟΥΝ στρατό. Ας τον κάνουν, αυτό θέλουμε και μεις. Και
+για να γίνει, χρειάζονται όχι μόνο χρήματα παρά και
+στρατιωτικό πνεύμα και στρατιωτικός χαραχτήρας. Μα έπειτα;
+Γιατί χρειάζεται ο στρατός; Ξεκαθάρισαν τάχα καλά στο μυαλό
+τους τι είναι να κάνει ο στρατός που θα γίνει; Και πώς
+σχετίζεται ο στρατός με όλα τα άλλα; Αν τους ρωτήσεις, θα
+σου πουν: η τιμή του κράτους το απαιτεί, ή η μεγάλη ιδέα.
+Όμως το κράτος είναι χάρβαλο και τιμή δεν έχει, όσο για τη
+μεγάλη ιδέα γίνηκε ψέμα. Και ίσως ήλθε τέλος ο καιρός να
+γίνουμε οι Έλληνες ά ν θ ρ ω π ο ι. Το μυαλό μας είναι
+χαλασμένο, ο χαραχτήρας μας σαπισμένος ή σκλαβωμένος, η
+πολιτική μας υπόσταση ανήθικη, η ύπαρξη μας όλη μικρεμένη,
+στραβωμένη και κακομοιριασμένη. Δεν είμαστε ελεύτεροι, όμως
+είμαστε ζωντανοί και διόλου εκφυλισμένοι. Τα κορμιά μας
+είναι γερά. Ο εκφυλισμός, καθώς βεβαιώνουν οι γιατροί, είναι
+φαινόμενο μόνο σωματικό, και τον φέρνει η σύφιλη, η φθίση
+και οι θέρμες. Ευτυχώς οι Έλληνες, αν βγάλεις μερικούς
+Ελληνικούς τόπους, όπου τα βαλτονέρια βγαίνουν θέρμες,
+είμαστε όλο υγεία. Εκφυλισμός στο χαραχτήρα και στο μυαλό
+δεν μπορεί να υπάρξει. Σ' αυτά υπάρχουν μονάχα κάποιες
+αρρώστιες κι αδυναμίες. Μα κι αυτές γιατρεύονται. Φτάνει τα
+σώματα να είναι γερά.
+
+1
+
+ΧΑΡΒΑΛΟ. Το κράτος αυτό, η μικρή Ελλάδα, με τα σύνορά της τα
+κατεβασμένα στους κάμπους της Θεσσαλίας, ή πρέπει να
+μεγαλώσει ή θα χαθεί. Να διορθωθεί και να γίνει, τέλειο
+κράτος, σαν το Βέλγιο, δε γίνεται. Γιατί το παίρνουμε για
+οριστικό το κράτος αυτό, και απαιτούμε να διοικηθεί τέλεια,
+και χανόμαστε σε άγονες προσπάθειες για να το στολίσουμε σα
+νύφη με τιμή και όλα τα χρειαζούμενα προικιά, δεν το ξέρω.
+Πολλές αιτίες θα μπαίνουν στη μέση για να βρισκόμαστε σε μια
+τέτοια διάθεση. Ένα ξέρω μονάχα, πως το κράτος αυτό είναι
+προσωρινό, και για τέτοιο πρέπει να το λογαριάζουμε.
+
+Και γιατί είναι προσωρινό; Γιατί δεν μπορεί να ζήσει τόσο
+μικρό που είναι, αν δεν αφεθεί ήσυχο από τους Έλληνες που
+ζουν έξω από τα σύνορά του. Και οι Έλληνες αυτοί δε θα το
+αφήσουν ήσυχο. Λέτε να είναι τόσο κακοί πατριώτες; Όχι, μα
+νοιώθουν πως πρέπει εκεί να κολλήσουν κι αυτοί, με τα
+αμπελοχώραφά τους, τα χωριά τους, τις πολιτείες, τα δάση,
+και τις βοσκές που ορίζουν.
+
+Κανένας μικροπολιτικός, όπως είναι όλοι επάνω-κάτω όσοι
+διοίκησαν ως τώρα το κράτος, μπορεί να πει, (με το νου του
+βέβαια): «Κρίμα να υπάρχουν οι έξω Έλληνες! Δεν παν στο
+διάολο! Καλά είμαστε όπως είμαστε. Το κράτος είναι τσιφλίκι
+μας». Ναι, βέβαια, κρίμα είναι, μα τι να γίνει που υπάρχουν;
+Ο διάβολος δεν τους θέλει. Λοιπόν να μείνει το κράτος ήσυχο
+απ' αυτούς με κανένα τρόπο δε γίνεται.
+
+Τι εμποδίζει όμως αυτό να είναι το κράτος, κράτος αληθινό;
+Εμποδίζει πολύ. Το κράτος γι' αυτούς πρέπει να ξοδεύει
+χρήματα για στρατό, για ναυτικό, για σκολειά στην Τουρκιά,
+για προπαγάντα, για προξενεία. Και τα χρήματα δεν τα
+πληρώνουν αυτοί, παρά ο λαός που κατοικεί μέσα στα σύνορα
+του κράτους. Μα ο λαός αυτός τα πληρώνει, για να γίνουν
+προπάντων διάφορα άλλα πράματα, που τα έχει ανάγκη αυτός. Ο
+λαός θέλει, συγκοινωνίες, σιδεροδρόμους, δρόμους,
+τηλέγραφους, ταχυδρομεία, επιχωμάτωση βάλτων, υδραυλικά
+έργα, σκολειά, δικαστήρια, λιμάνια, φάρους, χωροφύλακες,
+δραγάτες, αστυνόμους τελωνεία και άλλα. Άραγε φτάνουν τα
+χρήματα που πληρώνει αυτός, φτάνουν για να γίνουν όλα αυτά,
+και να γίνουν μαζί και όλα τάλλα, όσα χρειάζονται οι έξω από
+τα σύνορα Έλληνες; Οι προϋπολογισμοί του κράτους γι' αυτό
+προπάντων δεν βγαίνουν σωστοί, και έχουν ελλείμματα, και γι'
+αυτό γίνηκαν τόσα δάνεια. Τι να πρωτοκάνει το κράτος; Ποιους
+να πρωτοκοιτάξει; Τους μέσα Έλληνες και τις ανάγκες τους ή
+τους έξω και τις δικές τους ανάγκες;
+
+Γι' αυτό πρέπει να μεγαλώσει το κράτος, να κάνει καινούρια
+σύνορα, πλατύτερα, και να πάρει μέσα στα σύνορα του τα
+καινούρια τους περισσότερους τουλάχιστο από τους έξω
+Έλληνες. Όσοι περισσότεροι από τους έξω Έλληνες γίνουν μέσα
+Έλληνες, τόσο καλλίτερα θα μπορέσουν να σιαχτούν τα
+οικονομικά του κράτους, όχι μόνο γιατί το κράτος δε θα έχει
+πια να κοιτάζει τόσους πολλούς εξωμερίτες, μα γιατί θα γίνει
+και μεγαλύτερος ο τόπος και πιο πλούσιος.
+
+Ο μικροπολιτικός που μίλησε και πρωτήτερα, θα μας διακόψει
+εδώ και θα μας πει: «Δόξα σου ο Θεός που αναγνωρίζετε και
+σεις την αδυναμία μας να επαρκέσουμε! Και όμως, μολαταύτα,
+εμείς δεν επάψαμε ποτέ να θέλουμε να μεγαλώσει το κράτος,
+και όλο πασκίζουμε να το μεγαλώσουμε».
+
+Αυτά είναι λ ό γ ι α του μικροπολιτικού. Μην τα πιστεύετε,
+όπως ούτε ο ίδιος δεν τα πιστεύει. Πρώτα πρώτα δε
+χρειάζονται μόνο χρήματα για να υπάρξει ένα κράτος. Έπειτα
+είναι βέβαιο ότι γίνονται κατάχρησες και σπατάλες στο χρήμα.
+Και τώρα ας δούμε αν έκανε ο μικροπολιτικός φαφλατάς τίποτε
+για να μεγαλώσει το κράτος.
+
+Επειδή το έθνος αισθάνεται πως πρέπει να ενωθεί για να ζήσει
+όπως του ταιριάζει, ο μικροπολιτικός του Ελλαδικού κράτους
+δεν τολμά να του αντείπει, και κάνει πως προσπαθεί να
+μεγαλώσει το κράτος, δηλαδή κ ά ν ε ι πως κάνει εθνική
+πολιτική. Όμως άλλο από ευχές απλές, από ευσεβείς πόθους,
+από λόγια παχειά και από σπασμωδικά κινήματα (όταν
+παραφουσκώνει το ρέμα) δεν έκανε ποτέ ο μικροπολιτικός. Ποτέ
+του δεν προσπάθησε να τον κάνει δουλειά του συστηματική τον
+αγώνα για την ένωση της φυλής. Ποτέ του δεν έκανε ούτε καν
+σχέδιο εξωτερικής πολιτικής, ούτε σύμφωνο ούτε ασύμφωνο με
+τις ανάγκες ή τους πόθους του Έθνους. Και αν λέει πως έχει
+σχέδιο εξωτερικής πολιτικής, μην τον πιστεύετε, σας γελά,
+είναι ψέματα. Ούτε καν στοχάστηκε ποτέ να κάνει τέτοιο
+σχέδιο. Ούτε συλλογίστηκε ποτέ αυτό το ζήτημα περισσότερο
+από πέντε λεπτά κάθε έξη μήνες, ή όταν τύχει μεγάλη σφίξη.
+Ούτε ξέρει τίποτα για τις ανάγκες του έθνους. Ούτε καν τη
+γεωγραφία των Ελληνικών τόπων ξέρει. Ούτε θέλησε ποτέ να την
+μάθει. Κι όταν του είπαν πως δεν κάνει τίποτε, οχυρώθηκε
+πίσω από την αχρηματία του κράτους και τις σοφές συμβουλές
+των μεγάλων της γης. Και για να γελάσει καλλίτερα το έθνος,
+στολίστηκε με όλη τη σοβαρότητα, το μυστικισμό και την
+«εμβρίθεια», που του ταιριάζει τόσο άσκημα, και είπε
+υποκριτικά, με τεχνητή ανυπομονησία: «Για όνομα Θεού, μην
+τύχει, και κουνηθήτε. Ούτε να αναφέρετε καν τέτοια ζητήματα.
+Μπορείτε, με μια απροσεξία σας να καταστρέψετε το παν». Και
+το π α ν αυτό είναι ένα π α ν ― μ έ γ ι σ τ ο
+μ η δ ε ν ι κ ό.
+
+Δεν έχουμε βέβαια αναρίθμητα χρήματα, μα πρώτα γίνονται
+σπατάλες, κ' έπειτα, μ' αυτά που έχουμε, μπορούμε να κάνουμε
+πολλά, αν θέλουμε να κάνουμε πολλά. Και με την οργάνωση των
+έξω από τα σύνορα κοινοτήτων, μπορούμε να βρούμε και άλλα
+χρήματα, πόρους ταχτικούς, (αφίνω τους εχτάχτους), για τον
+αγώνα του έθνους, για την ένωσή του.
+
+Πότε περιμένουμε ναρχίσουμε να το κάνουμε όλοι ― μέσα και
+έξω Έλληνες ― δουλειά μας αυτό, δεν ξέρω. Μα αν δεν το
+κάνουμε δουλειά μας, δε θα γίνει ποτέ πραγματικότητα, και
+τότε περιττό είναι να υπάρχει και να βουρλίζεται και το
+χάρβαλο αυτό που λέγεται Ελλαδικό Βασίλειο.
+
+Και με τον αγώνα αυτόν για την ένωση θα διορθωθούν κάπως,
+εξόν από τα οικονομικά, και οι χαραχτήρες, γιατί δε φτάνει
+μόνο χρήμα για να φτειαστεί κράτος. Δεν είμαστε δυνατοί
+οικονομολόγοι, (δηλαδή στενόμυαλοι θετικιστές), για να
+στοχαζόμαστε τον κόσμο μόνο οικονσμολογικώς. Οι χαραχτήρες
+τονώνονται με την κακοπέραση και τον αγώνα, και χαλαρώνονται
+με την ησυχία και την καλοπέραση.
+
+Ως τόσο, και έτσι που είναι το κράτος, και ως που να
+μεγαλώσει, μπορεί κάπως καλλίτερα να διοικηθεί, αν δηλαδή
+διοικηθεί φ υ σ ι κ ώ τ ε ρ α, Ε λ λ η ν ι κ ώ τ ε ρ α, και
+τότε θα περιοριστούν μερικές χάρες που φέρνουν σπατάλες, και
+θα εντοπισθούν μερικά ρουσφέτια επαρχιακά στις επαρχίες
+τους, αντί να μολύνουν όλο τον οργανισμό του κράτους. Μα πώς
+θα γίνει αυτό, θα το δείξουμε στον παράγραφο 4.
+
+Τώρα μονάχα πρέπει λοιπόν να σημειώσουμε, πως το χάρβαλο
+κράτος το Ελλαδικό, είναι προσωρινό, και έγινε για να είναι
+εργαστήρι, για να κατορθωθεί η ένωση του έθνους. Έχει κανείς
+καμιάν αντίρρηση για τη λέξη «Χάρβαλο»; Τι θέλει να του
+ζωγραφίσουμε τα χάλια που ξέρει; Όσο για τη λέξη,
+«προσωρινό», δε δεχόμαστε καμιάν αντιλογία. Το κράτος αυτό
+π ρ έ π ε ι να μεγαλώσει.
+
+2
+
+ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ. Μα τότε, αφού πρέπει να μεγαλώσει το κράτος,
+γιατί είναι ψέμα η Μεγάλη Ιδέα; Δεν είναι τάχα το ίδιο πράμα
+η μεγάλη ιδέα και η ιδέα που λέμε εδώ πέρα, πως πρέπει
+δηλαδή το κράτος να κάνει σύνορα πλατυτέρα και να πάρει στα
+σύνορα του μέσα και τους εξωμερίτες τους περισσότερους; Όχι.
+
+Η μεγάλη ιδέα είναι μια θύμηση που απόμεινε, χώθηκε βαθειά
+και φώλιασε μέσα στην ψυχή του Ρωμιού, από τον καιρό που οι
+Τούρκοι, στα 1453 πήρανε την Πόλη. Είναι η θύμηση πως ο
+Ρωμιός, με την Πόλη πρωτεύουσα, ώριζε την Ανατολή στα
+περασμένα χρόνια, το Ανατολικό δηλαδή κράτος με τους πολλούς
+λαούς, που το κληρονόμησε σιγά σιγά από τους αρχαίους
+Ρωμαίους. Και την κληρονόμησε τότε φυσικά ο Ρωμιός την
+Ανατολή, ως κράτος από τους Ρωμαίους, αφού την είχε πρώτα
+καταχτήσει ο ίδιος και με τον Μέγα Αλέξαντρο, αλλά προ
+πάντων με τον πολιτισμό του, που στον αρχαίο καιρό ήταν ο
+πρώτος πολιτισμός, και που τύλιξε ακόμα και τη χριστιανική
+θρησκεία στα δίχτυα του, την έβαλε κι αυτήν μέσα στο σακκί,
+και την έκανε όργανο ηθικής επιβολής. Ο Ελληνισμός λοιπόν,
+απλωμένος ίσον ανώτερος πολιτισμός, σ' όλη την Ανατολή,
+έγινε Χριστιανισμός, και κράτησε την Ανατολή με τη θρησκεία
+στα χέρια του. Ο ίδιος Ελληνισμός, ο πιο ξύπνος και πιο
+άξιος λαός της Ανατολής, μπήκε στο νόημα του τι θα πει
+μηχανισμός του Ρωμαϊκού Ανατολικού κράτους, τον κατάλαβε
+καλά, και τον πήρε κι αυτόν στα χέρια του.
+
+Μα, αφού έζησε πάμπολα χρόνια, άρχισε και ξέπεφτε το
+Ανατολικό κράτος (όπως κάθε πολιτικός οργανισμός), και ήρθαν
+οι Τούρκοι και το άρπαξαν.
+
+Τετρακόσια χρόνιοι έμειναν έπειτα οι Έλληνες σχεδόν
+απολιθωμένοι και μαζί τους πέτρωσε και το μίσος για τον
+αντίχριστο τον Τούρκο, και η θύμηση, η γλυκόπικρη, πως
+άλλοτε ώριζαν αυτοί την Ανατολή, που την έφτειασαν αυτοί με
+τον πολιτισμό τους και κληρονόμησαν αυτοί την πολιτική της
+κυριαρχία από τους Ρωμαίους. Και σιγά σιγά η θύμηση αυτή
+ξυπνούσε μέσα τους και γινόταν γλυκύτατη ελπίδα και φαντασία
+ζωηρή. Αυτή η ελπίδα κ' η φαντασία τους σήκωσε στο πόδι στα
+1821. Να ορμήσουν κατεπάνω στον Τούρκο και να του ξαναπάρουν
+την Πόλη και την Αγιά Σοφιά, και να τον διώξουν τον άπιστο
+από την Ανατολή ολότελα. Καθώς βλέπετε, είχε, και κάτι τι
+χριστιανικό και σταυροφορικό η ορμή αυτή. Οι Έλληνες
+αγωνίστηκαν και σαν Χριστιανοί και σαν έθνος, που γυρεύει να
+κάνει κράτος δικό του, ανεξάρτητο.
+
+Μα δεν ήταν πια οι Ρωμαίοι αυτού για να τους δείξουν πώς
+φτειάνονται και πώς κυβερνιούνται τα μεγάλα κράτη τους
+πολλούς λαούς.
+
+Στο αναμεταξύ αυτό σταμάτησε και ο Ελληνικός πολιτισμός εκεί
+που τον άφησαν οι άνθρωποι του 1453, ενώ ο ευρωπαϊκός
+πολιτισμός ίσα ίσα από κείνον τον καιρό άρχισε κ' έπαιρνε
+ολοένα δρόμο και κυρίευε τον κόσμο. Και έτσι στα 1770 και
+στα 1821 που ξύπνησαν και σηκώθηκαν πρώτοι από τους
+Ανατολικούς λαούς οι Έλληνες και χτύπησαν τον Τούρκο, δεν
+είχαν πια στην Ανατολή την ηθική επιβολή που είχαν άλλοτε.
+Και οι άλλοι χριστιανικοί λαοί της Ανατολής ξυπνούσαν σιγά
+σιγά και δυνάμονε μέσα τους, σύμφωνα με το πνεύμα του 19ου
+αιώνα, η εθνική συνείδηση. Άμα είδαν τους Έλληνες σηκώθηκαν
+και αυτοί έπειτα και χτύπησαν τον Τούρκο. Τον χτύπησαν κι
+αυτοί και σαν Χριστιανοί, και σαν έθνη που θέλουν την
+πολιτική τους αυθυπαρξία.
+
+Ως τόσο οι Έλληνες, που δεν κατάφεραν, για τους λόγους που
+αναφέραμε, να πάρουν την Πόλη και να ξανακάνουν το Ανατολικό
+τους κράτος, όμως κατώρθωσαν να πλάσουν, με τη βοήθεια της
+Ευρώπης, που τους συμπάθησε για τον αγώνα τους, ένα
+μικρούτσικο κράτος σ' έναν τόπο που κατοικούσαν πυκνά
+ελληνικής φυλής άνθρωποι.
+
+Τώρα τελευταία στην Τουρκιά συνέβηκε ένα περιστατικό, που
+μπορεί και να αλλάξει κάμποσο, μετά καιρό, το Τούρκικο
+κράτος. Ξύπνησαν μερικοί Τούρκοι, με τη μανία να γίνουν κι
+αυτοί Ευρωπαίοι. Οι νεοφώτιστοι από τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό
+νέοι Τούρκοι κατάφεραν και έκαναν βουλή και γερουσία στην
+Τουρκιά, νομίζοντας πως αυτό θα σώσει το κράτος τους από
+την καταστροφή. Και χάρισαν μερικά ψίχουλα ισοπολιτείας
+στους χριστιανικούς λαούς, που κατοικούν μέσα στο κράτος
+τους.
+
+Αμέσως κατέβηκε στο νου των γραμματισμένων Ρωμιών μια θύμηση
+κ' ένας συλλογισμός ― μήπως κάνουν και τίποτε άλλο οι
+τωρινοί Έλληνες από εύκολους συλλογισμούς; ― Και είπαν οι
+γραμματισμένοι: «Όπως στο Ρωμαϊκό αρχαίο κράτος, άμα δόθηκε
+ισοπολιτεία σ' όλους τους λαούς, οι Έλληνες κατάφεραν κ'
+έκαναν το Ανατολικό τμήμα του σιγά σιγά κράτος Ελληνικό,
+παίρνοντας την πολιτική εξουσία στα χέρια τους, ― έτσι και
+στο Τούρκικο το κράτος, που κι αυτό κατάχτησε την Ανατολή,
+αφού τώρα δόθηκε η ισοπολιτεία, οι Έλληνες πάλι θα πάρουν
+σιγά σιγά την πολιτική εξουσία στα χέρια τους και θα κάνουν
+πάλι το κράτος Ελληνικό. Δηλαδή θα ξαναγίνει η Βυζαντινή
+Αυτοκρατορία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται κατά γράμμα». Μακάρι
+να μπορούσε να γίνει!
+
+Μα είπαμε πως οι Έλληνες δεν έχουν πια την επιβολή που είχαν
+με τον πολιτισμό τους, τον καιρό των Ρωμαίων. Τώρα κανένας
+ανατολικός λαός δεν έχει τους Έλληνες ανώτερους από τον
+εαυτό του. Είμαστε όλοι ισοπεδωμένοι μπροστά στους
+Ευρωπαίους. Λοιπόν γιατί θα υπακούσουν στους Έλληνες, που
+τους σιχαίνονται κιόλας όλοι τους, επειδή απ' αυτούς όλοι
+έχουν κάτι ν' αρπάξουν (τα απομεινάρια της πρωτητερινής τους
+πολιτικής και θρησκευτικής κυριαρχίας; Μήπως έχουν τάχα
+λόγχες οι Έλληνες για να εξουσιάσουν τους άλλους και να
+επιβάλλουν το κράτος τους; Μήπως έχουν λάμψη άλλη; Τίποτε.
+Μονάχα που δεν είναι κακοί έμποροι. Μα και γι' αυτό ακόμα
+πρέπει να χαντακωθούν. Πώς θα ζήσουν οι άλλοι; Ώστε το
+Τούρκικο το κράτος δε θα γίνει με τον καιρό Βυζαντινή
+Αυτοκρατορία. Και είναι όχι περιττό, μα βλαβερώτατο, για το
+έθνος, να κατασκορπά την ενέργεια του δεξιά κι' αριστερά,
+άσκοπα.
+
+Και να γιατί πάει η Μεγάλη Ιδέα! Αν ήταν δυνατή η μεγάλη
+Ιδέα, γιατί δεν ήρθε στο νου των Ιταλών, που αυτοί τέλος
+πάντων έπλασαν το Ανατολικό κράτος με πρωτεύουσα την Πόλη;·
+
+Οι ιδέες πρέπει να συμφωνούν με τα πράματα, και για να
+συμφωνούν πρέπει να βγαίνουν απ' αυτά. Τα τωρινά πράματα λεν
+πως η Βυζαντινή Αυτοκρατορία με τον πολυσύνθετο και δυνατό
+μηχανισμό της, δεν ανασταίνετε, ή δεν ξαναγεννιέται. Αλλού
+πρέπει να γυρέψουν τα ιδανικά τους οι Έλληνες, και αλλού να
+συγκεντρώσουν την ενέργεια τους και να τη ρίξουν όλη
+μαζωμένη. Πάει και η Πόλη και η Αγιά Σοφιά! Πάει η Κόκκινη
+Μηλιά και ο Βασιλιάς ο Μαρμαρωμένος! Αυτός θα μείνει αιώνια
+μαρμαρωμένος, τώρα που θα τον στήσουν άγαλμα μαρμαρένιο, για
+παράδειγμα ― όμορφο, πολύ όμορφο, και συγκινητικό παράδειγμα
+― σ' ένα λόφο της Αθήνας.
+
+
+3
+
+ΝΕΟ ΙΔΑΝΙΚΟ. Και άμα βγάλουμε από τη θύμησή μας για πάντα
+την Πόλη και το Βυζαντινό κράτος, και ξερριζώσουμε τη μικρή
+σπίθα της ελπίδας που τρεμολάμπει ακόμα, τι θα απομείνει
+στην ψυχή του Έθνους; Ποια ιδέα θα πάρει τη θέση της Μεγάλης
+Ιδέας; Ποιο είναι το ιδανικό που θα βάλει το έθνος να
+σαλέψει πάλι, να ζωντανέψει, να κουνηθεί σύσωμο προς κάποια
+διεύθυνση;
+
+Το Ελλαδικό κράτος, είπαμε, αναγκαστικά θα μεγαλώσει, για να
+υπάρξει. Το Τ ο ύ ρ κ ι κ ο κ ρ ά τ ο ς λ ο ι π ό ν
+π ρ έ π ε ι ν α δ ι α λ υ θ ε ί τουλάχιστο στην Ευρώπη και
+στα νησιά, αφού το Ελληνικό κράτος θα μεγαλώσει πάντα εις
+βάρος του Τούρκικου. Ας κρατήσουν οι Τούρκοι την Πόλη.
+Καλλίτερα αυτοί. Οι Έλληνες άρα πρέπει να πάρουν από το
+Τούρκικο κράτος όσα μπορούν περισσότερα, (μαλώνοντας ή
+συναγροικούμενοι με τους άλλους λαούς της Ανατολής), τη
+Μακεδονία, την Ήπειρο, τα Νησιά, ως την Κύπρο.
+
+Πρέπει να θέλει κανείς εκείνο που μπορεί και να μη φουσκώνει
+τα μυαλά του με ονείρατα και στείρους πόθους μεγαλείων που
+δε γίνονται. Πρέπει να ξεκαθαρίζει κανείς το τι θέλει.
+
+Τα ονείρατα κ' οι υπερβολικοί πόθοι παραλύουν και τον
+άνθρωπο και τα έθνη. Αν γίνει πάλι άξιο το έθνος, είναι δική
+του πάλι αργότερα και η Πόλη, και η Ανατολή και ό,τι άλλο
+θέλει.
+
+Σ' έναν ξένο, που για να μ' ευχαριστήσει, μου επαινούσε τους
+αρχαίους Έλληνες, αποκρίθηκα πως εμείς οι τωρινοί Έλληνες δε
+θεωρούμε δικά μας τα έργα που έκαναν εκείνοι, και μας αρέσει
+να πλάσουμε εμείς άλλα. Και μου είπε τότε αυτός, πολύ σοφά:
+― Έ χ ε τ ε κ α ι ρ ό μ π ρ ο σ τ ά σ α ς!
+
+Αντί λοιπόν τη Μεγάλη Ιδέα που βούλιαξε και πάει, γιατί
+είναι αδύνατο από μας να γίνει πράγμα, να ένα ιδανικό για
+τους Έλληνες πραγματικό, η έ ν ω σ η τ ω ν
+π ε ρ ι σ σ ό τ ε ρ ω ν Ε λ λ η ν ι κ ώ ν τ ό π ω ν σ'
+έ ν α κ ρ ά τ ο ς Ε λ λ η νι κ ό α ξ ι ο σ έ β α σ τ ο .
+Ένα τέτοιο ιδανικό, που το προτείνουμε όχι μόνο στο Ελλαδικό
+κράτος το μικρό και στους Έλληνες του, άλλα σ' όλους τους
+Έλληνες της γης, μπορεί να γεμίσει τις ζωές γενεών ανθρώπων.
+
+Την ιδέα από την πράξη τη χωρίζει μια τρίχα. Από το ένα στο
+άλλο είναι ένα βήμα: Και το βήμα θα το κάνει και την τρίχα
+θα την περάσει η απόφαση. Άμα ξεδιαλύνει κανείς καλά, μα
+καλά, το τι θέλει ― αν αληθινά θέλει τίποτε ― εύκολα βρίσκει
+τον τρόπο για να το καταφέρει. Άμα είναι γεμάτος ο άνθρωπος
+από ένα σκοπό, τα εμπόδια του φαίνονται παιγνίδια και οι
+άνθρωποι μύγες.
+
+Ώστε το πρόβλημα του Ελληνισμού δεν είναι το να διοικηθεί
+τέλεια η Μικρή Ελλάδα, ούτε το να καταφερθεί η Μεγάλη Ιδέα.
+Άλλο είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι να ενωθεί μιαν ώρα
+αρχήτερα η Ελληνική φυλή σ' ένα κράτος δυνατό, για να ζήσει
+καλλίτερα και να δείξει η φυλή τη δύναμή της. Ο αγώνας όλων
+μας ας είναι αυτός, και ας μη σκορπίζεται σε άσκοπες
+ενέργειες η δύναμη της φυλής.
+
+Και τώρα ξεκαθαρίζονται τα χρέη του καθενός:
+
+1) Οι Έλληνες του κράτους πρέπει να προσπαθήσουν να
+διοικηθούν όσο γίνεται φυσικώτερα, αν όχι για τίποτε άλλο
+παρά μόνο για να κάνουν στρατό, που θα βοηθήσει την ένωση
+της φυλής. Η φυσικώτερη διοίκηση για τους Έλληνες είναι η
+τοπική αυτοδιοίκηση, που θα ελαφρώσει το κράτος από πολλά
+βάρη και πολλές σκοτούρες, αφίνοντάς το πιο ήσυχο για να
+κοιτάξει το στρατό του και την εξωτερική του πολιτική.
+
+2) Οι εξωμερίτες Έλληνες πρέπει να οργανώσουν τις κοινότητές
+τους έτσι, που να διατηρούν μονάχοι τους όλα τα σκολειά τους
+και να είναι έτοιμοι πάντα για να υπερασπίζονται από κείνους
+που επιβουλεύονται την ύπαρξή τους και για να σηκωθούν
+ενάντια στον Τούρκο (στην Ευρώπη και στα Νησιά).
+
+3) Παράλληλα μ αυτά τα χρέη, όλοι μαζί οι Έλληνες έχουν
+χρέος να μεταρρυθμίσουν την παιδεία τους. Και αυτή θα
+μεταρρυθμιστεί προ πάντων με το να πάρουν τη φυσική τους
+γλώσσα, τη ζωντανή, όργανο διδασκαλίας, και να μιλούν και να
+γράφουν τη γλώσσα τους ελεύτερα, και πάντα, χωρίς ντροπή μην
+τους ονομάσει κανείς αγράμματους.
+
+Ο αγώνας για την ένωση της φυλής, γινόμενος απ' όλους τους
+Έλληνες, θα σιάξει το χ α ρ α χ τ ή ρ α μ α ς τ ο ν
+α ν θ ρ ώ π ι ν ο. Ο ίδιος αγώνας, μαζί και με την τοπική
+αυτοδιοίκηση, θα σιάξουν, όσο παίρνει, και τ ο ν
+π ο λ ι τ ι κ ό μ α ς χ α ρ α χ τ ή ρ α . Το ελεύτερο
+μεταχείρισμα της φυσικής μας γλώσσας θα βάλει σε τάξη το
+φορτωμένο και στραβωμένο και μαραντζιασμένο μ υ α λ ό μ α ς,
+και θα ταφήσει ελεύθερο να γεννοβολήσει.
+
+Το ένα απ' αυτά να γίνει μονάχα, δε φτάνει. Πρέπει, να
+γίνονται όλα μαζί και παράλληλα, γιατί είναι όλα σχετικά και
+στενά δεμένα. Και το ένα φέρνει το άλλο.
+
+4
+
+ΦΥΣΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ. Φυσική διοίκηση στο Ρωμέικο από τότε που
+φανερώθηκε στον κόσμο, είναι η τοπική αυτοδιοίκηση. Οι
+αρχαίοι ζούσαν σε πολιτείες, που η κάθε μια με τα τριγυρινά
+χωριά της ήταν και κράτος ιδιαίτερο με πολιτική αυθυπαρξία,
+η Αθήναι, η Σπάρτη, η Θήβα, τα Μέγαρα, η Κόρινθο, η Κέρκυρα,
+η Αίγινα, η Συρακούσα, κτλ. Ύστερα παρουσιάστηκε ένας
+βασιλιάς Αλέξαντρος, Έλληνας εξαιρετικός και μοναδικός, και
+υπόταξε τις πολιτείες αυτές, μαζί με τόσους άλλους λαούς.
+Αυτός πήρε από τις πολιτείες την πολιτική τους ανεξαρτησία,
+αλλά τους άφησε την αυτονομία, δηλαδή τοπική αυτοδιοίκηση.
+
+Έπειτα οι Ρωμαίοι, πολιτικοί ανοιχτομάτες, που δεν παν να
+αφανίσουν εκείνο που σε κάθε τόπο υπάρχει, παρά το
+μεταχειρίζονται για τους δικούς των τους πολιτικούς σκοπούς,
+οι Ρωμαίοι, σαν τον Αλέξαντρο, άφησαν τις Ελληνικές
+πολιτείες να κυβερνιούνται μοναχές τους, και αυτοί κράτησαν
+την πολιτική κυριαρχία. Ας σηκωνόταν η Σπάρτη να χτυπήσει
+τις Ρωμαϊκές λεγεώνες!
+
+Το Βυζαντινό κράτος ήταν συνέχεια του Ρωμαϊκού και άφησε κι
+αυτό τοπική αυτοδιοίκηση στις ελληνικές πολιτείες.
+
+Οι Βενετσάνοι, άλλοι πάλε τετραπερασμένοι πολιτικοί κι
+αυτοί, όταν κατάχτησαν τα νησιά και τις παραθαλάσσιες
+πολιτείες τις ελληνικές, έκαναν γραφτές συνθήκες μαζί τους
+και τις άφησαν κι αυτοί να διοικούνται οι ίδιες,
+προσκυνώντας μονάχα το βενετσιάνικο λεοντάρι.
+
+Οι Φράγκοι όπου πέρασαν, τα ίδια έκαναν, χωρίς συνθήκες
+όμως.
+
+Οι Τούρκοι, πιο βάρβαροι, μα όχι λιγώτερο πολιτικοί,
+αναγνώρισαν την τοπική αυτοδιοίκηση στους Ελληνικούς τόπους,
+μη μπορώντας μήτε να κάνουν τους χριστιανούς μουσουλμάνους,
+μήτε να τους κόψουν τη γλώσσα, (όπως σκόπευαν), μήτε να
+μπουν στο νόημα της χριστιανικής διοίκησης, μη θέλοντας
+κιόλας να φορτωθούν ξένες έννοιες. Κάθονται ήσυχοι οι
+χριστιανοί, κάνουν τις διάφορες αγγαρείες, πληρώνουν τους
+φόρους, κανονικούς και ακανόνιστους; Τι άλλο ήθελε ο
+κυρίαρχος;
+
+Αυτά γίνονταν αιώνες, και ως τα τώρα.
+
+Τώρα ήλθε το Ελλαδικό το κράτος, και μ' ένα βαυαρέζικο νόμο
+αποκεφάλισε τη φυσική Ελληνική διοίκηση, ισοπέδωσε τάχα τις
+πολιτείες, τα χωριά και τους ανθρώπους, κατάστρεψε δηλαδή
+τις κοινότητες, και έχωσε τους ισοπεδωμένους Έλληνες σ' ένα
+στενό παπούτσι, που είναι μονάχα η τελευταία διοικητική
+διαίρεση του κράτους και λέγεται δήμος. Δηλαδή τι έκανε το
+κράτος; Όχι μόνον αφαίρεσε τα 9/10 από τα δικαιώματα και τα
+χρέη που είχαν οι πολιτείες και τα χωριά, αλλά και
+αναποδογύρισε τον οργανισμό τους. Ο Καποδίστριας, πιο
+έξυπνος, είχε αφήσει τις κοινότητες, γιατί δεν πάει ένας
+κυβερνήτης να αφανίζει τη βάση που στέκεται επάνω ο λαός
+του. Όταν πάω να φορέσω ένα ρούχο, δεν του αλλάζω τα φάδια
+του!
+
+Και οι Βούλγαροι, οι έξυπνοι, ένοιωσαν ποια είναι η δύναμη
+του Ρωμιού, η κοινότητά του. Και επειδή είναι στην τωρινή
+Βουλγαρία λιγοστοί Ρωμιοί, (καμιά εκατοστή χιλιάδες), και
+αποφάσισαν να τους βγάλουν από τη μέση ή να τους
+αφομοιώσουν, σοφίστηκαν, τι νομίζετε; Ο,τι σοφίστηκε και το
+Ελλαδικό κράτος. Να αφανίσουν δηλαδή τις Ελληνικές
+κοινότητες. Χωρίς κανένα νόμο βαυαρέζικο αυτοί, έσβυσαν μια
+μέρα τις κοινότητες, άρπαξαν εκκλησίες, σκολειά, κοινοτικές
+περιουσίες, έκαψαν χωριά, έδιωξαν τους δεσποτάδες, εμπόδισαν
+τους δασκάλους, τους παπάδες, τους εφόρους, και παν και οι
+κοινότητες και η ελληνική ζωή!
+
+Στην Τουρκιά όμως ακόμη υπάρχει η τοπική αυτοδιοίκηση, με
+τον τύπο της κοινότητας. Στην Αίγυπτο κάθε μέρα γ ί ν ε τ α ι.
+Στην Αμερική το ίδιο. Όπου δέκα Έλληνες, εκεί και
+κοινότητα. Κυβερνούνε τα ιδιαίτερα τους μοναχοί τους, και
+υποτάζονται κατά τα άλλα στους νόμους του κράτους όπου
+βρίσκονται. Δηλαδή τι κάνουν οι δέκα Έλληνες που βρέθηκαν
+μαζί; Πρώτα φέρνουν τις γυναίκες τους ή παίρνουν γυναίκες.
+Έπειτα χτίζουν το σπίτι τους, μια καλύβα. Ύστερα κάνουν
+παιδιά και παράδες, και μαζεύουν χρήματα και για το κοινό,
+και χτίζουν πρώτα ένα εκκλησιδάκι, και τέλος φτειάνουν και
+το σκολειό για τα παιδιά τους, δηλαδή φέρνουν έναν
+κουτσοδάσκαλο. Τις μικροδιαφορές που έχουν αναμεταξύ τους,
+μοναχοί τους τις ξεδιαλύνουν. Και ποτέ δεν αμφισβητούν την
+πολιτική κυριαρχία του κράτους όπου βρέθηκαν. Κυβερνούν
+μονάχα τα δικά τους, όσα μεταξύ τους, έξω από ξένους,
+ταιριάζει να γίνονται. Και αυτό το ξέρουν καλά οι Έλληνες,
+όσο και να τρώγονται αναμεταξύ τους.
+
+Αφότου η Ελλάδα έκανε αυτή την ασύγκριτη στραβοκεφαλιά, και
+κατάργησε τις κοινότητες, σα να ήταν παλιοπάπουτσα, αφότου
+συγκέντρωσε όλες τις δουλειές στο κράτος, που το διαίρεσε σε
+δήμους, πάει κατά διαβόλου. Αυτά που θαυμάζουν τους Άγγλους,
+χωρίς να ξέρουν γιατί, ας θαυμάσουν στην Αγγλία την τοπική
+αυτοδιοίκηση, που αν και τρισμέγιστο κράτος, δεν την
+κατάργησε, παρά την άφησε, την υποστήριξε και τη
+μεταχειρίζεται.
+
+Αφού οι Ρωμιοί της Καλαμάτας, ας πούμε από αιώνες τώρα
+συνήθισαν να κυβερνούν τις τοπικές δουλειές τους μοναχοί
+τους, τι έρχεται κι ανακατεύεται το κράτος; Τι έχει να κάνει
+στην Καλαμάτα; Το πολύ να γυρέψει φόρους λογικούς, και να
+τους εισπράξει με το καλό ή με το κακό, να διατηρεί
+χωροφύλακες, να επιθεωρεί τα σκολειά, τις εκκλησιές και τα
+τοπικά δικαστήρια, να κάνει κανένα ανώτερο δικαστήριο ή
+σχολείο, αν είναι ανάγκη, να αναλάβει κανένα μεγάλο δημόσιο
+έργο από κείνα που το κοινό της Καλαμάτας μοναχό του δεν
+μπορεί να καταφέρει, δρόμο, σιδερόδρoμο, λιμάνι, φάρο,
+στρατώνα. Οι Ρωμιοί της Καλαμάτας όλα τα άλλα ξέρουν να τα
+κάνουν, και καλλίτερα μάλιστα από το Κράτος, γιατί τους
+ενδιαφέρουν περισσότερο και πιο αληθινά, ξέρουν να
+συμβιβάσουν οι ίδιοι τις μικροδιαφορές τους, ξέρουν να
+κάνουν τοπικούς δρόμους, μικρά γεφύρια, νεκροταφεία,
+νοσοκομεία, βρύσες, φυλάγουν πολύ καλά μοναχοί τους τα
+αμπελοχώραφά τους και τα δάση τους, φτειάνουν και συντηρούν
+οι ίδιοι τα σκολειά τους και τις εκκλησιές τους. Γιατί
+ανακατεύεται και σ' αυτά το κράτος; Ποιος το προσκάλεσε; Αν
+το κράτος πρέπει να χώνει κι αυτού τη μύτη του, ας
+επιβλέπει, μονάχα κι ας καταγίνεται με όσα άλλα η κοινότητα
+δεν μπορεί να κάνει.
+
+Μα λοιπόν, θα πει κανείς, αφού όλα μπορούν και τα
+καταφέρνουν μονάχοι τους οι Καλαματιανοί, ποια είναι η
+δουλειά του κράτους; τι ανάγκη να υπάρχει κράτος; Πρώτα
+πρώτα δεν είπαμε πως όλα μπορούν να τα καταφέρουν οι ίδιοι.
+Μπορούν να κυβερνήσουν μοναχοί τους μερικά, τα τοπικά τους.
+Π ρ έ π ε ι όμως να υπάρχει και Ελληνικό κράτος, γιατί αν
+δεν υπάρχει, θα υπάρξει άλλο κράτος, ξένο κράτος, που θα
+έλθει να εκμεταλλευτεί τις Ελληνικές κοινότητες και να τις
+ορίζει. Ελληνικό κράτος πρέπει να υπάρχει για να διατηρεί
+την ενότητα της φυλής. Οι Έλληνες πρέπει να υπακούουν
+πολιτικώς σε Έλληνες και όχι σε ξένους, όπως οι Ιταλοί
+υπακούουν σε Ιταλούς, οι Άγγλοι σε Άγγλους κτλ. Μονάχα έτσι
+θα καταφέρει κάτι να κάνει ως έθνος. Και το λέμε αυτό,
+γιατί, ξέρουμε πως οι Έλληνες έχουν τη φιλοδοξία να
+δημιουργήσουν κάτι, και ως άτομα και ως έθνος.
+
+Του Ρωμιού δεν του λείπει η αξιοσύνη να κυβερνιέται πολιτικά
+ο ίδιος, μα πρέπει μονάχα πρώτα να νοιώσει, με τι τρόπο
+έζησαν και ζουν οι Έλληνες στον κόσμο, ποιος κοινοτικός
+οργανισμός τους βαστά. Οι Έλληνες ζουν π ά ν τ α σ ε
+κ ο ι ν ά ι δ ι ο κ υ β έ ρ ν η τ α . Λοιπόν ο Έλληνας ή οι
+Έλληνες, που θα κυβερνήσουν πολιτικά τους Έλληνες, πρέπει
+όχι να καταστρέψουν τα κοινά αυτά, παρά να τα αφήσουν, να τα
+περιποιηθούν, να τα μεταχειρίζονται, να τα εκμεταλλεύονται
+πολιτικά. Μ' άλλα λόγια είναι ανάγκη να κάνουν ίσα ίσα το
+αντίθετο από κείνο που έκανε ως τώρα το Ελλαδικό κράτος.
+
+Μα πώς λοιπόν φανταζόμαστε πως μπορεί και πρέπει να είναι
+ένα Ελληνικό κράτος; Τι δουλειά θα κάνει; Αν δούμε πρώτα τι
+δουλειές σε κάθε τόπο Ελληνικό μπορεί και καταφέρνει η
+κοινότητα μοναχή της, και απ' αυτό θα συμπεράνουμε τι
+απομένει στο κράτος να κάνει.
+
+&Στο κράτος λοιπόν απομένει να καταφέρει τα ακόλουθα:&
+
+α') Χτίζει εκκλησιές και τις διατηρεί, με παπάδες,
+καντηλανάφτες κλπ.
+
+β') Χτίζει σκολειά (με τα χρήματα που δίνουν είτε οι
+πλούσιοι του τόπου, είτε ο κοσμάκης στους δίσκους της
+εκκλησιάς, ― γι' αυτό δα πρέπει να υπάρχει η εκκλησιά, ― ή
+με ταχτικές συνεισφορές), πληρώνει δασκάλους για την
+κατώτερη, κάποτε και για τη μέση παιδεία.
+
+γ') Φυλάγει με δραγάτες και δασοφύλακες κοινούς, αμπέλια,
+χωράφια, βοσκές και δάση, και φυλάγει με τσοπάνηδες κοινούς
+και αγελαραίους, γιδοπρόβατα, αγελάδες, βώδια και άλογα των
+ανθρώπων.
+
+δ') Κάνει και νοσοκομεία με το χρήμα του πλούσιου που το
+συμπληρώνει με συνεισφορές, ή από την κοινοτική περιουσία
+που διαχειρίζεται.
+
+ε') Κάνει και συντηρεί νεκροταφεία, τοπικούς δρόμους μέσα
+στην πολιτεία και στα περίχωρα, υδραγωγεία, βρύσες και μικρά
+γεφύρια.
+
+στ') Με τη δημογεροντία της συμβιβάζει ή δικάζει ιδιωτικές
+μικροδιαφορές και τιμωρεί μικροκλεψιές, δαρσίματα και
+τέτοια.
+
+ζ') Έχει τοπικούς ταχυδρόμους για την πολιτεία μέσα και για
+τα τριγυρινά χωριά, (μπορεί να έχει και τοπικά τηλέφωνα
+κτλ.).
+
+η') Βαστά ληξιαρχικά βιβλία.
+
+&Η κοινότητα η Ελληνική μπορεί και καταφέρνει μοναχή της τα
+ακόλουθα:&
+
+1) Να επιβλέπει, αν θέλει, όλα αυτά που κάνει η κοινότητα
+μοναχή της, δηλαδή τα σχολειά, την τοπική ασφάλεια, τη
+συγκοινωνία, τα φιλανθρωπικά καταστήματα, την υγεία του
+τόπου, την πρόχειρη δικαιοσύνη, κτλ.
+
+2) Να μαζεύει φόρους λογικούς για τις ανάγκες του Κράτους.
+
+3) Να κάνει ανώτερα σχολεία, ειδικά σχολεία, πανεπιστήμια
+και διδασκαλεία, όσα και όπου μονάχα είναι ανάγκη.
+
+4) Να έχει χωροφυλακή για τις μεγάλες αταξίες που μπορεί να
+τύχει να συμβούν, είτε εξ αιτίας τα μαλώματα μεταξύ ανθρώπων
+της ίδιας κοινότητας, είτε μεταξύ δύο ή τριών κοινοτήτων. Η
+χωροφυλακή θα ανακατώνεται, μόνον όταν προσβάλλεται η
+υπόσταση του κράτους. Η χωροφυλακή θα βοηθεί και στη σύναξη
+των φόρων, όταν είναι ανάγκη, θα φυλάγει και τις δημόσιες
+φυλακές.
+
+5) Να κάνει ανώτερα δικαστήρια όσα και όπου είναι μονάχα
+ανάγκη. Είδαμε πως η κατώτερη δικαιοσύνη μένει χρέος της
+κοινότητας.
+
+6) Να διατηρεί στρατό και στόλο, όσος χρειάζεται για την
+ασφάλεια του κράτους από εξωτερικούς εχθρούς, για την
+περίσταση που θα πρέπει να γίνει πόλεμος για να μεγαλώσει το
+κράτος, και για να χρησιμεύει το κράτος για φόβητρο και για
+δύναμη που μπορεί να τραβήξει φιλίες και συμμαχίες άλλων
+κρατών, και να εμποδίσει τον αφανισμό του έθνους από τους
+αλλοφύλους.
+
+7) Να διατηρεί αντιπροσώπους, λιγοστούς μα διαλεμμένους, στα
+ξένα κράτη, όπου έχει συμφέροντα, και να φροντίζει προπάντων
+για τη διάδοση των Ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό.
+
+8) Να κάνει, είτε απ' ευθείας, είτε με συμβόλαια με ιδιώτες,
+τα μεγάλα δημόσια έργα, δημόσιους δρόμους, γεφύρια,
+σιδεροδρόμους, γεωργικούς σταθμούς, υδραυλικά έργα,
+τηλεγραφεία, ταχυδρομεία, λιμάνια, τελωνεία, φάρους, και με
+αυτά και άλλα μέσα (φόρους προστατευτικούς κτλ.) να κοιτάζει
+πώς να προστατέψει την εγχώρια παραγωγή και βιομηχανία, το
+εμπόριο και το εμπορικό ναυτικό. Αυτά θα τα αναλάβει το
+κράτος, όπου και όταν οι κοινότητες και οι εταιρίες δεν
+μπορούν να τα καταφέρουν μοναχές τους.
+
+9) Να έχει νομοθετικό σώμα, μια βουλή από 50 ανθρώπους, που
+να τους εκλέγουν όλους οι Έλληνες όλου του κράτους, και όχι
+κάθε επαρχία χωριστά από δυο τρεις. Η εκλογή θα γίνεται με
+απλή ή διπλή ψηφοφορία. (Ίσως η διπλή είναι καλλίτερη,
+δηλαδή μ' έναν τέτοιο τρόπο: κάθε κοινότητα να εκλέγει δυο
+τρεις αντιπροσώπους της, που αυτοί θα εκλέγουν έπειτα τους
+βουλευτές.).
+
+&Απ' όλα αυτά θα βγουν τα ακόλουθα αποτελέσματα&:
+
+Ι. Θα ενδιαφέρονται περισσότερο οι πολλοί για τον τόπο τους,
+και θα περιμένουν από την κοινότητα να τους βολέψει τα
+συμφέροντά τους, και γι' αυτό θα προσπαθούν να κυβερνιέται
+το κοινό τους όσο γίνεται καλλίτερα. Θα πασκίζουν να τα
+βολεύουν αναμεταξύ τους τα οικογενειακά, και δε θα τα
+περιμένουν αδιάκοπα όλα από το κράτος.
+
+II. Τα ρουσφέτια θα ελαττωθούν ή θα εντοπισθούν στις
+κοινότητες και δε θα μολύνουν όλη τη διοίκηση του κράτους.
+Να λείψει, ολότελα το πολιτικό ρουσφέτι δεν είναι δυνατό, μα
+θα περιοριστούν πρώτα πρώτα οι θέσες που θα έχει να δώσει το
+κράτος, γιατί πολλές θέσες θα τις δίνουν οι κοινότητες.
+Πολλοί λοιπόν από τους τωρινούς θεσιθήρες θα γυρεύουν και θα
+βρίσκουν θέσες από την κοινότητα και όχι από το κράτος, και
+αντί να μαλλιοτραβιέται το κράτος μ' αυτούς, καλλίτερα να
+μαλλιοτραβιέται μονάχα η κοινότητα. Το ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ ό,
+αντί να γίνεται μεταξύ κράτος και πολίτη, θα περιοριστεί στην
+κοινότητα, όπου είναι και φυσικό του να γίνεται.
+
+III. Θα περιοριστούν οι φιλόδοξοι μικροπολιτικοί και τωρινά
+κομματάρχες, μικροραδιούργοι και δημοκόποι, στα
+μικροπολιτικά ― δηλαδή στην κοινότητά τους που είναι αρκετό
+στάδιο για ραδιουργίες και μικροσυμφέροντα. Θα τους βαστά
+δεμένους στην κοινότητα το συμφέρον, και από την κοινότητα
+θα βρίσκουν το δίκιο τους ή το άδικό τους. Ας τρώγονται εκεί
+αναμεταξύ τους για τοπικά συμφέροντα όσο θέλουν, αντί να
+τρώγονται, όπως τώρα, πάλι για τοπικά τους συμφέροντα, με το
+κράτος. Και δε θα βρίσκουν τρόπο να απλώσουν την επιρροή
+τους και στα πολιτικά του κράτους, αφού δε θα βγάζει κανένα
+βουλευτή δικό της η κοινότητα. Και το κράτος θα στέκεται από
+πάνω και θα επιτηρεί, και θα επεμβαίνει μονάχα όταν αυτό το
+ίδιο κινδυνεύει από τους σπαραγμούς των κοινοτήτων, ή όταν
+από τους μικροπολιτικούς σατραπίσκους και ντερεμπέηδες
+ολοφάνερα αδικείται πάρα πολύ ο λαός του τόπου.
+
+IV. Οι φιλόδοξοι και επίδοξοι υποψήφιοι βουλευτές θα είναι
+λιγώτεροι και ίσως καλλίτεροι. Πολλοί, όπως είπαμε, θα
+προτιμούν να τρώγονται με τα μικροπολιτικά και τις
+μικροραδιουργίες του τόπου τους. Θα ξέρουν πως κι αν γίνουν
+βουλευτές (που πρέπει ο λαός όλου του κράτους να τους
+εκλέξει, και όχι μόνο η κοινότητα ή η επαρχία τους), δε θα
+μπορέσουν εύκολα να επωφεληθούν το βουλευτηλίκι για τα
+συμφέροντά τους τα τοπικά. Και γι' αυτό γίνονται βουλευτές
+τώρα, για να καταφέρουν καλλίτερα τις δουλειές τους στον
+τόπο τους. Από τάλλο μέρος θα τους είναι δυσκολώτερο να
+στοχαστούν να βάλουν κάλπη για βουλευτές, γιατί οι
+βουλευτές, επειδή θα εκλέγονται απ' όλους τους Έλληνες,
+(έστω και με έμμεση ψηφοφορία), θα πρέπει να είναι κάπως
+γνωστοί σ' όλο το Ελληνικό, για κάποιο καλό τους έργο, ή να
+δίνουν τουλάχιστο κάποιες ελπίδες. Και θα φιλοτιμηθούν
+μερικοί καλοί να δείξουν την αξία τους για να γίνουν
+βουλευτές. Και αυτοί οι βουλευτές δε θα έχουν κανέναν
+ιδιαίτερο σύνδεσμο ή υποχρέωση με καμιά κοινότητα ή επαρχία.
+
+V. Ο προϋπολογισμός του κράτους θα ελαφρωθεί από διάφορα
+βάρη που τώρα έχει, χωρίς να ελαττωθούν πάρα πολύ οι φόροι
+που τώρα επιβάλλει. Οι κοινότητες δε θα είναι σαν τους
+δήμους που τα περιμένουν όλα από το κράτος, που τους
+αφαίρεσε κάθε πρωτοβουλία. Η κοινότητα ξέρει πάντα και
+βρίσκει χρήματα για τα συμφέροντα του κοινού, που ο καθένας
+τα βλέπει ποιά είναι, γιατί τα έχει μπροστά του, και τα
+βλέπει και ξέρει καλά π ω ς σχετίζονται με τα ατομικά του
+συμφέροντα. Ο ψωμάς και ο παπουτσής είναι καλός κριπής και
+πολιτικός για τα πολιτικά του σπιτιού του και του κοινού, μα
+όχι πάντα καλός για τα πολιτικά του κράτους, που βρίσκονται
+πολύ μακρύτερα απ' αυτόν. Παρακάτω αναφέρουμε παραδείγματα.
+Το καλλίτερο όμως παράδειγμα είναι οι κοινότητες που
+βρίσκονται όξω από τα σύνορα του Ελλαδικού κράτους. Οι
+Έλληνες εκεί πληρώνουν ταχτικώτατα και τους φόρους που
+επιβάλλει το Κράτος όπου μνήσκουν και τα δοσίματα που
+επιβάλλουνε τα συμφέροντα του κοινού. Πολύ συχνά δίνουνε
+χρήματα και για το Ελλαδικό κράτος που αντιπροσωπεύει γι'
+αυτούς (τόσο ελεεινά αλλοίμονο) την ιδέα του μεγαλείου του
+έθνους. Ο Ρωμιός είναι φιλόδοξος και για το έθνος του, και
+δίνει, ο κακόμοιρος, δίνει. Κανείς δεν μπορεί να πει, ύστερ'
+απ' αυτά, πως το έθνος μας είναι φτωχό.
+
+Να σημειωθούν και τα παρακάτω, για να είμαστε συνεννοημένοι.
+
+Δεν είναι ζήτημα ναλλάξουν όνομα οι δήμοι και να ονομαστούν
+κοινότητες ή κοινά. Με το όνομα δεν αλλάζουν και τα πράματα.
+Ας μείνει το όνομα δήμος, αν θέλετε, και δήμαρχος και
+συμβούλιο. Ή ας ονομαστεί το κύτταρο της τοπικής
+ιδιοκυβέρνιας, αν προτιμάτε: «Ναβουχοδονόσωρ»! Το ζήτημα
+είναι ναλλάξουν τα πράματα. Να μείνουν δηλαδή οι μικρότερες
+τοπικές περιφέρειες ι δ ι ο κ υ β έ ρ ν η τ ε ς, και να μην
+είναι η κοινότητα μονάχα η μικρότερη υποδιαίρεση του
+διοικητικού οργανισμού του κράτους. Η μικρότερη διοικητική
+διαίρεση ας είναι η επαρχία ή ο νομός, ή και τίποτε άλλο.
+
+Επίσης δεν είναι ζήτημα αν τα υπουργεία είναι εφτά ή
+εβδομήντα εφτά. Ο αριθμός των υπουργείων έχει τόση σημασία
+όση και ο αριθμός των υπαλλήλων. Μπορεί δέκα υπάλληλοι να
+κάνουν δουλειά εκατό ανθρώπων και εκατό να μην κάνουν τη
+δουλειά ενός. Σκοπός είναι να ξεκαθαρίσει και να ξέρει το
+κράτος τι δουλειά έχει να κάνει και τι δουλειά πρέπει ν'
+αφήσει στις κοινότητες να κάνουν, και μονάχα το πνεύμα της
+εργασίας ν' αλλάξει. Και θα μπει σίγουρα νέο πνεύμα, δηλαδή
+κ α θ α ρ ό π ν ε ύ μ α σε κείνους που θα διευθύνουνε τις
+υπηρεσίες του κράτους, άμα ξέρουν καλά ποια είναι η δουλειά
+τους και ποια δεν είναι η δουλειά τους. Τώρα στο κεφάλι,
+τους όλα είναι σαλάτα και κουρκούτι, ανάκατα με λέξες,
+λέξες, λέξες.
+
+Και τούτο το σημάδι ας το δείξουμε, για να φανεί ξάστερα
+πόσο λάθεβε ο νομοθέτης, που αφάνισε τα κοινά και μας κάθισε
+τους δήμους, και πόσο φυσικό είναι στο Ρωμιό να κυβερνά ο
+ίδιος τα τοπικά του, όπως κυβερνά ο ίδιος και το σπίτι του.
+Να το σημάδι.
+
+Κάτω στο Μωριά ξεφύτρωσαν, κοντά στη Σπάρτη, διάφορες μικρές
+κοινότητες σα μανιτάρια, ενάντια στο νόμο. (η Βαμβακού και
+άλλες), που μη έχοντας εμπιστοσύνη ούτε στο δήμαρχο, ούτε
+στο κράτος που τους τον κάθισε, κυβερνούν οι ίδιες τα τοπικά
+τους συμφέροντα μ' ένα συμβούλιο από προεστούς, και
+ανεξάρτητα από το δήμο (χωρίς μάλιστα ν' ανακατεύουν ολότελα
+το δήμαρχο), και λοιπόν ανεξάρτητα από το κράτος. Και ποιά
+είναι τα τοπικά τους κοινά συμφέροντα; Εκείνα που είπαμε·
+έχουν δική τους περιουσία και κοιτάζουν τα σκολειά, τις
+εκκλησιές, τα νεκροταφεία, τα υδραγωγεία, τους δραγάτες,
+τους δρόμους, τα γεφύρια κτλ. Αφού όλα στην Ελλάδα ζουν εν
+παρανομίαις, γιατί να μη ζήσει και η παράνομη κοινότητα;
+
+Να το λοιπόν το σημάδι: η κοινότητα που γεννιέται άθελα και
+ατόφεια, χωρίς να ρωτήσει κανένα νόμο, φυτρώνει, φουντώνει,
+καταστρατηγεί το νόμο, και ζει και βασιλεύει.
+
+Στη Θεσσαλία, και απ' ένα δυο παλιές κοινότητες της
+Ακαρνανίας και της Εύβοιας, ο νομοθέτης, δεν ξέρω πώς,
+υποθέτω όμως από την αντίσταση των κατοίκων, άφησε την
+κοινοτική περιουσία να υπάρχει, μα πολύ στραβά ανακάτωσε στη
+διοίκησή της και τους δημάρχους. Το ότι αρχίζει να γίνεται
+φως, το λένε κάτι νομοσχέδια που άρχισαν από το 1896 και
+ξεπροβάλλουν δειλά και συμβιβαστικά που φαίνονται σα να
+δείχνουν πως μερικοί νομάρχες και βουλευτές ― πολύ λίγοι ―
+άρχισαν να νοιώθουν πώς κάτι τρέχει μες στο δήμο και κάτι
+δεν πάει καλά στη σχέση του κάθε χωριού με το κράτος, και
+ότι σ' αυτό φταίει ο οργανισμός των δήμων και ο νόμος του
+1833. Μα και τα νομοσχέδια αυτά ανακατώνουν δήμους και
+κοινότητες μαζί και τα κάνουν μια σαλάτα.
+
+Εδώ δε χρειάζονται συμβιβασμοί, παρά μονάχα χτυπήματα και
+τσεκουριές γερές στο δήμο, και θα πέσει μόνος του. Ο λαός
+παντού, σε κάθε τόπο, ας το κάνει αυτό, αν δεν το κάνει ο
+νομοθέτης. Καθεστώς που είναι ψεύτικο, δε στέκεται στα πόδια
+του.
+
+Λοιπόν λέμε πώς το προσωρινό αυτό Ελλαδικό κράτος, για να
+βολευτεί λιγάκι ― προσωρινά πάντα, πρέπει να ξαναφανερωθεί
+μέσα του η τοπική αυτοδιοίκηση, κ' έτσι θα λυθούν τα χέρια
+του για τα σπουδαιότερα ή γενικώτερα χρέη του.
+
+5
+
+ΟΙ ΕΞΩΜΕΡΙΤΕΣ. Στην έξω από τα σύνορα του Ελλαδικού κράτους
+Ελλάδα η τοπική αυτοδιοίκηση υπάρχει. Οι Τούρκοι την άφησαν
+να στέκεται. Οι Έλληνες στην Αίγυπτο, στη Ρωσσία, στην
+Αμερική, την ξαναδημιουργούν κάθε μέρα. Παντού, όπου κι αν
+πηγαίνουν, αυτό κάνουν. Και το κράτος το Ελλαδικό σ' αυτά τα
+μέρη την επισημοποιεί. Οι Ελληνικές κοινότητες στην Αίγυπτο
+επικυρώθηκαν με Βασιλικά Διατάγματα του Γεωργίου του Πρώτου.
+Και δεν ανοίγουν τα στραβά τους να δουν, οι τυφλοί νομοθέτες
+του Ελλαδικού κράτους.
+
+Αφίνουμε τις άλλες κοινότητες. Μόνο για την Τουρκιά, (ή την
+αλύτρωτη Ελλάδα), θα πούμε λίγα λόγια. Οι μεγάλες κοινότητες
+αυτού, πρέπει να καταφέρουν να συνδεθούν κάπως περισσότερο
+με τις μικρότερες. Ο μόνος σχεδόν σύνδεσμος των κοινοτήτων
+αναμεταξύ τους τώρα είναι ο δεσπότης και η «θεόσωστος»
+επαρχία του, δηλαδή το λιβάδι του. Λοιπόν ή ο δεσπότης είναι
+ανάγκη να φωτιστεί και να γίνει άνθρωπος, πράμα δύσκολο, ή
+οι μεγάλες κοινότητες πρέπει να κοιτάξουν λιγάκι γύρω, τους,
+να ιδούν τι κάνουν οι μικρότερες κοινότητες, και να
+φιλοδοξήσουν να τις περιλάβουν μέσα στην περιοχή τους ή στον
+οργανισμό τους. Έτσι θα τις βοηθήσουν να ζουν καλλίτερα, και
+καλλίτερα θα τις εκμεταλλεύονται εμπορικώς. Έτσι θα βρουν
+και οι μικρότερες κοινότητες πόρους αρκετούς για τα σκολειά
+τους, αν όχι και για άλλες ανάγκες τους, που και τώρα τις
+κοιτάζουν μοναχές τους, και οι μεγάλες θα προκόψουν
+καλλίτερα. Έτσι θα οργανωθούν και πιο βολετά οι κοινότητες
+για να υπερασπίζονται από κάθε επίθεση, είτε νόμιμη, είτε
+παράνομη, του Τουρκικού κράτους, ή των άλλων εθνών που
+κατοικούν μες στην Τουρκιά και που κοιτάζουν πώς να μας
+πάρουν το ψωμί από το στόμα και να μας ξεπατώσουν
+αδιάντροπα. Έτσι θα προετοιμαστούν οι Έλληνες της Τουρκιάς
+και για να μπορέσουν να σηκωθούν στο πόδι ενάντια στο
+Τούρκικο κράτος, όταν έρθει ο καιρός και η περίσταση (και
+μεις όλοι πρέπει να τον φέρομε τον καιρό και την περίσταση,
+γιατί βέβαια δε θα έρθει εξ ουρανού), και αποφασιστεί το
+πράμα απ' όλους τους Έλληνες. Έτσι και οι εξωμερίτες θα
+βοηθήσουν τον αγώνα για την ένωση της φυλής. Έτσι θα
+σιαχτεί, μ' αυτόν τον αγώνα, και ο χαραχτήρας τους, όσο
+παίρνει.
+
+Περισσότερα εδώ γι' αυτό το ζήτημα δεν ταιριάζει να πούμε.
+
+
+
+6
+
+
+ΦΥΣΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Μα τώρα είναι κάτι άλλο για όλο το έθνος να
+πούμε· πρέπει τέλος πάντων ν' α λ λ ά ξ ε ι κ α ι τ ο
+μ υ α λ ό τ ο υ α ν θ ρ ώ π ου λιγάκι, ίσως όχι ναλλάξει
+καθαυτό, μα να ξεσκλαβωθεί από μια βαρειά σκλαβιά που το
+πλακώνει αιώνες τώρα και το κάνει να μαραγκιάζει και
+μαραίνεται ― η ε π ί σ η μ η γ λ ώ σ σ α. Το μυαλό του
+Ρωμιού πρέπει να ξεκαθαριστεί απ' αυτή τη σκουριά.
+
+Βέβαια τα έργα που έγραψαν Όμηρος, Πίνδαρος, Αισχύλος,
+Δημόκριτος, Θουκυδίδης, Πλάτωνας, Μέναντρος, Λουκιανός,
+είναι έξοχα. Κανείς δεν αντιλέγει. Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν
+οι πρώτοι αληθινοί άνθρωποι που και τους Θεούς τους
+κατέβασαν στη γη για να τους δουν καλλίτερα. Οι αρχαίοι
+Έλληνες στην τέχνη έπλασαν, πρώτοι απ' όλους τους λαούς της
+γης, τον τ έ λ ε ι ο ά ν θ ρ ω π ο. Κοιτάξτε τα αγάλματά
+τους και τους ήρωες τους. Είναι και οι πρώτοι που άρχισαν να
+παρατηρούν σωστά και να μαζεύουν υλικό για τις τωρινές
+επιστήμες. Ύστερ' απ' αυτούς οι λαοί δεν κάνουν άλλο, παρά
+να συμπληρώνουν τις επιστήμες που άρχισαν να τις
+καταλαβαίνουν εκείνοι, και να επαναλαβαίνουν την τέχνη τους,
+πλάθοντας κι αυτοί, όσο γίνεται πιο τέλεια, τον τύπο
+«άνθρωπος». Ως αυτού πάει καλά.
+
+Μα τι έκαναν οι άλλοι λαοί για να συμπληρώσουν την επιστήμη
+και να δημιουργούν τέχνη; Μεταχειρίστηκαν ένα όργανο. Δεν
+είπαν πως επειδή οι πρώτοι αληθινοί επιστήμονες και οι
+πρώτοι τέλειοι τεχνίτες μεταχειρίζουνταν όργανο την ελληνική
+γλώσσα (ή το ελληνικό μάρμαρο) γι' αυτό είναι ανάγκη κι
+αυτοί να μεταχειριστούν το ίδιο όργανο για να φτάσουν στο
+ίδιο αποτέλεσμα. Όχι. Είπαν οι λαοί, ο καθένας χωριστά και
+με το νου του, θα συμπληρώνουμε ατέλειωτα την επιστήμη και
+θα πλάθουμε τέχνη με ό,τι όργανο έχουμε μεις. Εμείς έχουμε
+όργανο μια γλώσσα, τη δική μας γλώσσα. Κουτσή στραβή, αυτήν
+έχουμε, αυτήν και θα μεταχειριστούμε. Την τελειότητα στην
+τέχνη, και τη σωστή παρατήρηση στις επιστήμες, τα έδωσε
+στους Έλληνες εκείνους όχι η γλώσσα τους, αφού η γλώσσα
+είναι όργανο μονάχα και τίποτε άλλο, τους τα έδωσε το
+πνεύμα, ο νους τους, το μυαλό. Με μυαλό και μεις, και με μια
+γλώσσα που την ξέρουμε καλά, με τη γλώσσα που την ξέρουμε
+ίσα ίσα καλλίτερα από κάθε άλλη επειδή είναι δική μας, μ'
+αυτή τη γλώσσα θα σπουδάσουμε επιστήμες και θα πλάθουμε
+τέχνες. Το είπαν και το έκαναν.
+
+Στην αρχή είχαν κι αυτοί κάποιες αμφιβολίες, γιατί δεν τα
+είχαν καλά καλά ξεκαθαρισμένα τα πράματα στο μυαλό τους, και
+προσπαθούσαν, με μια γλώσσα πεθαμένη, ― τη λατινική, (που
+μέσον αυτής εγνώρισαν και θαύμασαν την ελληνική αρχαιότητα),
+― να κάνουν τη δουλειά τους. Μα γρήγορα είδαν πως τίποτα δε
+βγαίνει με το σύστημα αυτό. Και είπαν. Είναι άσκοπο και
+περιττό να ξεθάφτουμε πεθαμένες λαλιές για να κάνουμε μ'
+αυτές ζωντανά έργα. Η δική μας η γλώσσα σιγά σιγά πρέπει να
+γίνει και θα γίνει άξια για να εκφράσει ό,τι έχουμε στο νου
+μας. Μόνο με τη γλώσσα που αντιπροσωπεύει σωστότερα από κάθε
+άλλη τα νοήματά μας, μ' αυτήν και όχι με άλλη θα εκφράσουμε
+καλλίτερα εκείνο που θέλουμε. Μόνον αυτή είναι ολότελα
+ταιριασμένη με τη δική μας σκέψη, δηλαδή με τα τωρινά
+ζωντανά πράματα.
+
+Και έτσι, ο καθένας μεταχειρίστηκε τη γλώσσα που μιλούσε. Μ'
+αυτήν έγραψε, μ' αυτήν δίδαξε στο σκολειό, μ' αυτήν μίλησε
+στη Βουλή κτλ. κτλ. Και πέρασαν αιώνες. Και δούλεψαν και
+δουλεύουν, και έπλασαν και πλάθουν, και αφίνουν τη γλώσσα
+τους και τρέχει, και ζουν και βασιλεύουν.
+
+Και στους αιώνες αυτούς που πέρασαν, τι έκανε το έθνος το
+Ελληνικό;
+
+Θαμπωμένο από την αίγλη των έργων των προγόνων του που
+αναφέραμε, δεν πρόφτασε να εξετάσει και να ξεκαθαρίσει τα
+πράματα, δεν κατάφερε να καλοστοχαστεί και είπε: «Η γ λ ώ σ α
+τ ω ν π ρ ο γ ό ν ω ν, αυτή ήταν έξοχη, αφού σ' αυτήν
+εγράφτηκαν τα έξοχα τα έργα, που ο κόσμος αντιλαλεί εξαιτίας
+τους και που και μάς ακόμη μάς περιχύνουν με τέτοια
+φεγγοβολή!» Είπε και θαύμασε! Και ήταν μονάχα σα να έλεγε:
+«Τ ο μ ά ρ μ α ρ ο τ ω ν π ρ ο γ ό ν ω ν (δηλαδή το
+μάρμαρο της Πεντέλης και της Πάρος), αυτό ήταν έξοχο, αφού
+μ' αυτό έγιναν τα έξοχα τα έργα, οι ναοί, τα αγάλματα, τα
+ανάγλυφα». Και είπε και τη συνέχεια: «Φυρί φυρί θα γράψω
+εκείνη τη γλώσσα, έτσι θα γίνω και γω κάτι και θακουστεί και
+το δικό μου τόνομα στον κόσμο, σαν εκείνων». Γιατί, αφού
+ξέπεσε ο αρχαίος πολιτισμός, το έθνος είχε πάντα τη
+φιλοδοξία ν' ακουστεί πάλι στον κόσμο, και δε συλλογίστηκε
+πως εκείνοι που έπλαθαν τα έξοχα τα έργα μια φιλοδοξία είχαν
+μονάχα, το π ώ ς ν α π λ ά σ ο υ ν, και αδιαφορούσαν για
+το θόρυβο και για τα λόγια του κόσμου. Να αμέσως μια διαφορά
+μεταξύ εκείνων και μας.
+
+Ο χριστιανισμός ως τόσο στην Ανατολή, με τη βοήθεια του
+Ελληνικού μυαλού και της καλαισθησίας του, ξεχάνοντας τους
+αρχαίους ναούς και σπάνοντας τα αγάλματα των αρχαίων θεών,
+από αντιπάθεια έπλασε βέβαια κάτι: τ η Β υ ζ α ν τ ι ν ή
+Ε κ κ λ η σ ί α. Και ο λαός, ο ατίμητος, ο πλούσιος πάντα
+λαός, χαμπάρι μην έχοντας από τις αρχαίες τελειότητες και
+μην ξέροντας καν τους αρχαίους αλλοιώς παρά από την παράδοση
+(ο βασιλιάς Αλέξαντρος, οι Νεράιδες, ο Χάρος, η θρησκεία των
+αποθαμένων), δε εμποδίστηκε να δημιουργήσει, και έπλασε κι
+αυτός από ζωή κάτι τέλειο: τ α Δ η μ ο τ ι κ ά Τ ρ α γ ο ύ δ ι α.
+Και οι σοφολογιώτατοι γραμματισμένοι του έθνους, και
+πανιερώτατοι και πανασιολογιώτατοι αρχηγοί της εκκλησίας
+κολλημένοι στο γράμμα και όχι στο πνεύμα, αιώνες τώρα
+παρασύρουν το έθνος στην πιο τρανή, στην πιο κουτή
+παλαβωμάρα, στη μεγαλύτερη τρέλλα που μπορούσε ποτέ το έθνος
+να κάνει: να αποκηρύξει δηλαδή το ζωντανό εαυτό του και να
+προσκολληθεί σα στρείδι στη γλώσσα των αποθαμένων του.
+
+Πολλοί τώρα θα πουν πως σύγκριση του Ελληνικού με τάλλα έθνη
+σε τούτο το ζήτημα δε χωρεί, γιατί για κείνα η λατινική ή η
+ελληνική γλώσσα ήταν ξένες, ενώ για μας είναι προγονική.
+Έχουν όμως άδικο όσοι το λεν και το ξαναλέν αυτό. Πρώτα
+πρώτα οι Ιταλοί είχαν προμάμμη τους τη λατινική και την
+άφησαν. Έπειτα κάθε γλώσσα που πέθανε, είτε ξένη είναι είτε
+προγονική, είναι... πεθαμένη. Αυτό δεν το κατάλαβαν οι
+Έλληνες και πολέμησαν αιώνες ως και το μυαλό τους να
+σαβανώσουν και να απομουμιώσουν, για να απολιθωθούν εις
+α ρ χ α ί ο υ ς Έ λ λ η ν ας. Και καταλαβαίνω η τρέλλα αυτή να
+βαστάει διακόσια, τριακόσια, ας είναι και πεντακόσια χρόνια.
+Μα δυο χιλιάδες χρόνια; Τι είδος μάγια έστησαν στους
+παθολογικούς στο μυαλό απογόνους τους οι φυσιολογικοί
+μεγάλοι Έλληνες που ζούσαν τον 5ον και 4ον αιώνα πριν από το
+Χριστό; Δεν το νοιώθω. Και τι λογής μεθύσι αρχαιοπρέπειας
+ήταν αυτό, που δεν κουράστηκε να οργιάζει δυο χιλιάδες
+χρόνια; Ίσως ο Βάκχος θα το ξέρει.
+
+Θα πουν όμως άλλοι πως, από κάμποσο καιρό και δώθε, γινήκαμε
+πιο λογικοί, γιατί θελήσαμε να ταιριάσουμε την πεθαμένη
+γλώσσα με τη ζωντανή. Το αποτέλεσμα του σοφού αυτού
+συμβιβασμού θα σας το περιγράψουμε σε λίγο.
+
+Μα δε νομίζετε, αγαπητοί μου Έλληνες, πως έφτασε πια η ώρα
+να γιατρευτούμε απ' όλα αυτά; Και η παθολογική κατάσταση και
+η τρέλλα έχουν τα όριά τους. Αρκετά οργιάσαμε στο φανταχτερό
+μεθύσι της αρχαιομανίας. Δεν κουραστήκαμε πια;
+
+Η τρέλλα, η αρρώστεια, ή το σαράκι που μας τρώγει, είναι
+βαθύτερα παρ' ό,τι το θαρρούμε. Μας γύρισε το μυαλό στραβά
+σε κάθε είδος στοχασμό, και του στράβωσε κάθε δρόμο. Και
+προπάντων το σκολειό που, αφημένο στην αδειανή σοφία και
+διάκριση των γραμματισμένων, μ ο ρ φ ώ ν ε ι τάχα τον
+Έλληνα, ενώ τον αποστραβώνει και τον π α ρ α μ ο ρ φ ώ ν ε ι
+αλήθεια, το σκολειό μας είναι το χαραχτηριστικώτερο και το
+χειρότερο σημάδι της κατάντιας του μυαλού μας, το σκολειό
+που φροντίζει να τη φορτώσει και στα παιδιά μας, για να μην
+τύχει και χαθεί, μόνο να ζήσει, η στραβωμάρα αυτή εις αιώνα
+τον άπαντα!
+
+Και γιατί;
+
+1). Σκοπό έβαλε το σκολειό, από το δημοτικό στο
+Πανεπιστήμιο, να μάθει του παιδιού μ ι α γ λ ώ σ σ α και
+μάλιστα νεκρή, για να την κάνει με τον καιρό δική του
+γλώσσα. Ενώ κάθε γλώσσα δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο,
+παρά όργανο και όχι σκοπός της διδασκαλίας. Η γλώσσα στο
+σκολειό πρέπει να είναι μέσο για να μάθουμε άλλα πράματα.
+
+2). Εξόν από τον τρομερό και άσκοπο κόπο που επιβάλλει στο
+παιδί, να μάθει δηλαδή μια γλώσσα, που δεν είναι δική του,
+και να τη βάλει στη θέση της δικής του, παραφορτώνει κιόλας
+και παραγεμίζει το μυαλό του παιδιού μ' έναν αρμαθό άταχτες,
+περιττές κι ασύνταχτες γνώσες, με το σκοπό να κάνει το παιδί
+άξιο για τι νομίζετε; Για να α ν α β ε ί σε ανώτερα
+σκολεία. Και ποια η ανάγκη να παν σε ανώτερα σκολειά όλα τα
+Ελληνόπουλα, ο ζευγολάτης, ο εργάτης, ο ναυτικός, ο
+χωριάτης; Η γλώσσα δεν τους άφησε να το στοχαστούν. Ένας
+πολύ σπουδαίος λόγος για να παν σε ανώτερα σκολειά όλοι οι
+Έλληνες, είναι για να μπορέσουν να ξεμάθουν τη γλώσσα τους
+ολότελα και να απομάθουν την αττική διάλεχτο! Αν ήταν
+δυνατό, θα ανάγκαζαν οι δάσκαλοι τον Έλληνα να μην πάψει
+ποτέ να πηγαίνει στο σχολειό ως που να γίνει αρχαίος λίθος ή
+μούμια. Και οι γνώσες αυτές όλες, που αποθηκεύει ο Ρωμιός
+ανάκατα στο μυαλό του, μαζεύοντάς τες από τα σκολειά του,
+είναι μια μεγάλη φουσκαλίδα, που αφού σκάσει αφίνει το μυαλό
+του άδειο. Και αν, κατά περίσταση, δε σκάσει, εξακολουθεί,
+να φουσκώνει, και αποβλακώνει ή αποστραβώνει τον άνθρωπο.
+Είναι άραγε ανάγκη να πούμε, ότι σκοπός κάθε σχολειού είναι
+να δίνει του παιδιού λίγες μα στερεές γνώσες, ανάλογες με
+τις ανάγκες του, δηλαδή με τη ζωή που θα κάνει το καθένα άμα
+μεγαλώσει; Και να του ξυπνάει, ακόμη μέσα του ό,τι
+ικανότητες τυχαίνει να έχει;
+
+3). Και είναι βέβαια, ακόμη και τώρα, τελικός σκοπός της
+παιδείας, το να μάθει ο Ρωμιός την αττική γλώσσα, για να
+γίνει στο τέλος αρχαίος Έλλην, μα τώρα που έβαλαν νερό στο
+κρασί τους οι δάσκαλοι, προσπαθούν να φτάσουν στο αποτέλεσμα
+αυτό από άλλο δρόμο. Είδαν πως απότομα δεν μπορεί να γίνει η
+μεταμόρφωση, αφότου πέθανε μάλιστα κι ο Οβίδιος, και
+στοχάστηκαν να την καταφέρουν σιγά κι αγάλι αγάλι, με τέχνη
+και διπλωματία δασκαλοπαπαδίστικη. Ανάμεσα στη ζωντανή και
+στην πεθαμένη έβαλαν μιαν άλλη γλώσσα, ένα ανακάτωμα από
+ζωντανά και πεθαμένα κομματάκια. Και ανάγκασαν το παιδί να
+μάθει πρώτα αυτήν, και απ' αυτή σιγά σιγά ύστερα, ολοένα
+προσθέτοντας, με την ίδια τέχνη και διπλωματία, πεθαμένα
+στοιχεία και αφαιρώντας ζωντανά, να φτάσει στη νεκρική
+τελειότητα. Η μέση αυτή γλώσσα, που έγινε και η επίσημη
+γλώσσα του κράτους, ― φυσική γλώσσα ενός τραγελαφικού
+κράτους, ― λέγεται «καθαρεύουσα» και θα ήταν καλλίτερα να
+λεγόταν «βρώμα».
+
+Επειδή τώρα το παιδί ξέρει και τρίτη ελληνική γλώσσα, τη
+γλώσσα της μάνας του («το ειδεχθές εκείνο και βαρβαρικόν
+ιδίωμα»), που ο δάσκαλος πολεμάει καλά και σώνει να του την
+ξερριζώσει, και που μοιάζει βέβαια εξωτερικώς ορθογραφικώς
+και φθογγολογικώς με τη γλώσσα την αττική, που γυρεύει στο
+τέλος να του την μπίξει στο μυαλό, ― μπερδεύει, όλες αυτές
+τις γλώσσες μέσα στο μυαλό του το παιδί, και σα βγει από το
+σκολειό τις μεταχειρίζεται και όλες μαζύ και καμιά. Το τι
+σαλάτα γίνεται στην ομιλία, στο γράψιμο και λοιπόν και στο
+μυαλό του νέου Ρωμιού, είναι αφάνταστο. Δηλαδή δ ε ν τ ο
+φ α ν τ α ζ ο μ α σ τ ε ε μ ε ί ς που το βλέπουμε κάθε μέρα
+και το έχουμε για πολύ φυσικό, και μάλιστα για το μόνο
+σωστό. Έτσι έπρεπε να είναι. Αμήν. Έπειτα ένας που κάνει
+τόσον κόπο, όλα τα νειάτα του, για να μάθει κάτι, αφού το
+κουτσομάθει και νομίσει πια πως το καλοξέρει, είναι
+περήφανος φυσικά γι' αυτό και δε θα θελήσει ποτέ να
+παραδεχτεί (εξόν αν είναι έξυπνος) ότι όλοι αυτοί οι κόποι
+που έκανε παν χαμένοι και αυτά που έμαθε όχι δεν είναι
+τέλεια, παρά είναι χειρότερα κι από τη νούλα. Γι' αυτό
+βλέπουμε τις «Αρσακειάδες» και τις «Ζαππίδες», καθώς τις
+λένε, να περπατούν τόσο περήφανες στο δρόμο, και να έχουν
+τόσες απαιτήσεις για γαμπρούς αντάξιους της καθαρεύουσας,
+που αυτές πια την έχουν ξεσκολισμένη. Γι' αυτό βλέπουμε και
+τους νέους υφηγητές του πανεπιστημίου να κοκορεύονται τόσο
+και να περνούν για τέλειοι γαμπροί, που μόνο η προίκα τους
+λείπει.
+
+Η γλώσσα αύτη ως τόσο, η νεοελληνική, που καταντά να μας
+αφήνει στο μυαλό μας το σκολειό (χωρίς να έχει μάλιστα σκοπό
+α υ τ ή ν να μας μάθει), και μας τη συμπληρώνει η σπουδαία
+εφημερίδα και ο σπουδαιότερος ρήτορας, λέγεται Βαβυλωνία!
+Γλώσσα χωρίς χρώμα, ή χαμαιλέοντας, γλώσσα χωρίς σύνταξη
+δική της ή φραγκαττική φρασεολογία, γλώσσα δίχως γραμματική
+ορισμένη ή αστοιχείωτη, γλώσσα δίχως ζωή ή τεχνητή, δίχως
+πνεύμα ή ανόητη, και χωρίς νόημα ή βλαβερή, ― όχι γλώσσα
+παρά άρνηση κάθε γλώσσας, γιατί ούτε την αττική μαθαίνουμε,
+ούτε τη γλώσσα της μάνας μας μάς αφίνουν, που μας τη
+βρωμίζουν αδιάντροπα, ούτε καν τη φράγκικη, ― α υ τ ή τη
+γλώσσα που δεν είναι γλώσσα, α υ τ ή ν αφίνουν σαν κατακάθι
+στο μυαλό μας τα σκολειά του Γένους. Μα το χειρότερο
+αποτέλεσμα δεν είναι η γλώσσα καθαυτό.
+
+Το χειρότερο είναι η σαλάτα του μυαλού, όπου μαζεύονται και
+παλεύουν αναμεταξύ τους οι λέξες, και επομένως τα νοήματα,
+και βρίσκεται η λέξη συνήθως να μην αντιπροσωπεύει κανένα
+νόημα, τόσα πολλά νοήματα αλλάζει κάθε στιγμή, σύμφωνα με
+την ελεύθερη θέληση του κάθε γραμματισμένου. Και αποτέλεσμα
+ο κ ρ ο τ α λ ι σ μ ό ς, δηλαδή το να μασσά κανείς λόγια
+για να ακούει ο ίδιος ή άλλοι τον κρότο των συλλαβών, και
+τίποτε άλλο. Η λεγόμενη καθαρεύουσα, ο σοφός αυτός
+συμβιβασμός τάχα της αττικής με τη ζωντανή γλώσσα, ο
+τραγέλαφος, είναι η καλλίτερη γλώσσα για να μιλά κανείς
+μέρες ή να γράφει τόμους, χωρίς να λέγει απολύτως τίποτα.
+Λοιπόν η γλώσσα αυτή φέρνει και τη χ ι λ ι ο μ ε τ ρ ί τ ι δ α,
+δηλαδή το να μιλά κανείς και να γράφει χιλιόμετρα. Και το
+μυαλό του Ρωμιού συνήθισε έτσι, από το περίφημο σκολειό και
+από τους λόγους των ρητόρων και τα άρθρα των εφημερίδων,
+στην εύκολη σκέψη, δηλαδή στην άρνηση της σκέψης, και
+τεμπελιάζει και δε στοχάζεται τίποτα αληθινά, αφού φτάνει να
+βάζει κανείς λέξες τη μια κοντά στην άλλη χωρίς λόγο, σειρά
+και αφορμή, και να γεμίζει τον αέρα με ήχους ή το χαρτί με
+μυγοχέσματα, για να λέγεται γραμματισμένος, σοφός ή
+επιστήμονας, για να βρει νύφη με προίκα, ή για να γίνει
+ρήτορας στη Βουλή των Ελλήνων. (Αυτός δα δεν είναι τάχα και
+ο σκοπός του σκολειού, να μας μαθαίνει να γράφουμε, να
+διαβάζουμε, και να ρητορεύουμε σε μια γλώσσα που, επειδή δεν
+καταφέρνει να γίνει αρχαία, έχει τουλάχιστο τη υποκρισία να
+ντύνεται όσο μπορεί περισσότερο με τίτλους της αρχαίας και
+να τυλίγεται όσο μπορεί καλλίτερα μέσα σ' αυτούς, για να μη
+φανεί η γδύμνια του μυαλού μας;).
+
+Ο στοχασμός καταργείται, δε χρειάζεται. Η λογική
+αναποδογυρίζεται, είναι περιττή. Ο συλλογισμός είναι σειρά
+φράσες που περπατούν κοντά και καταπόδι, σαν κανένα καραβάνι
+καμήλες στην έρημο, η μια κατόπι από την άλλη, και τις
+σέρνει, ποιος φαντάζεστε; Ένας γάιδαρος! Η έρημο είναι το
+μυαλό μας. Ο γάιδαρος η λογική μας. Και το σύνολον υποκρισία
+και ψευτιά και αδειοσύνη και αδιαντροπιά και κολοκύθια με τη
+ρήγανη!
+
+Έτσι κατάντησε το μυαλό του Ρωμιού, ψεύτικο ή κούφταλο.
+Εξαιρούνται βέβαια οι .... εξαιρέσεις, που ή δεν πέρασαν από
+ελληνικό σκολειό, ή δε διαβάζουν ελληνικές εφημερίδες, ή
+ξέμαθαν ό,τι έμαθαν, ή τα πέταξαν όλα από πάνω τους και
+ξανάκαναν μόνοι τους, οι στοχαστικοί, την ανατροφή του
+μυαλού τους. Και ανάμεσα σ' αυτούς βλέπουμε τους καλλίτερους
+τωρινούς Έλληνες, την ελπίδα για τη μελλούμενη τύχη του
+έθνους. Μόνο πρέπει να ανασκουμπωθούν αυτοί, να παραβλέψουν
+τις ψιλοκοπιές που τους χωρίζουν, να τινάξουν την τεμπελιά
+από πάνω τους, να ενωθούν να θεωρήσουν κ ο ι ν ων ι κ ό
+ζ ή τ η μ α σ ο β αρ ό το ζήτημα της γλώσσας που θα
+μεταχειρίζεται, στο εξής το έθνος στα σκολειά του και
+παντού, να προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να αφανίσουν τη σχεδόν
+τραγική επιρροή των γραμματισμένων, και να ξαναδώσουν στον
+Έλληνα την καθαρή συνείδηση πως ο εαυτός του είναι πάλι
+καλλίτερος από κάθε πεθαμένο πρόγονο, όσο μεγάλος και να
+είναι, αφού το λέει μάλιστα και ο Εκκλησιαστής: «κάλλιο
+σκύλος ζωντανός, παρά νεκρό λιοντάρι»!
+
+Θα πουν βέβαια και θα ξαναπούν μερικοί, πως δεν είναι καιρός
+τώρα για τέτοια ζητήματα, τώρα που έχουμε τόσα άλλα
+«σπουδαιότερα» να κοιτάξουμε, και θα αναφέρουν το
+Μακεδονικό, το Κρητικό, το στρατιωτικό, το πολιτικό ζήτημα
+κτλ. Και θα τους ρωτήσουμε αυτούς αν το έχουν για μικρό και
+ασήμαντο το ζήτημα να καθαριστούν τα ακάθαρτα, χάρις στην
+καθαρεύουσα, μυαλά του έθνους, και αν δεν είναι σπουδαίο, να
+στοχαζόμαστε καλά. Άλλως τε το είπαμε και παραπάνω, το είπε
+και κάποιος αρχαίος: «και τούτο δει ποιείν, κακείνο μη
+αφιέναι».
+
+Αυτή είναι η αρρώστεια, αυτή η σκλαβιά του μυαλού μας, που
+δεν τη νοιώθουμε πια, τόσο τη συνηθίσαμε. Αν νομίζετε πως
+πρέπει να τη φυλάξουμε κι αυτή σα μια παράδοση παλιά του
+Έθνους, μ' όσα κι αν μας φέρνει κακά, να τη φυλάξουμε. Μα
+προσέχετε, η παράδοση αυτή δεν είναι του έθνους παράδοση,
+είναι μονάχα των γραμματισμένων του έθνους και της
+εκκλησίας. Αν η Ανατολική Εκκλησία θέλει να την κρατήσει, ας
+την κρατήσει. Και η Δυτική Εκκλησία κρατεί τη λατινική. Μα
+τα δημοτικά τραγούδια, που είναι η ζωή και η τέχνη, αυτά,
+είναι του έθνους η παράδοση. Και κοιτάξτε σε τι γλώσσα είναι
+γραμμένα. Με την παράδοση των γραμματισμένων θα καταντήσει
+το μυαλό μας τέτοιο, που θα δουλεύει λιγώτερο και από τώρα,
+που δεν καταγίνεται πια παρά σε μικροκατεργαριές, για να
+πορεύεται ο μικράνθρωπος το ψωμί του, ή για να φαντάζει και
+να κοκορεύεται. Καμιά φορά οι πρόληψες είναι χρήσιμες για τη
+συντήρηση του ανθρώπου και των εθνών. Και αυτή η παράδοση
+είναι μια πρόληψη, σπουδαία μάλιστα, αφού έχει καταντήσει
+θρησκεία. Μα σε τούτη την περίσταση και ύστερα από τόσους
+κόπους που βασίλευσε και οργίασε, είναι τέλος πάντων καιρός
+να χαντακωθεί, άλλοιώς θα χαντακωθούμε εμείς που την έχουμε
+στήσει, κατά διαταγή των γραμματισμένων, σαν είδωλο μες στο
+μυαλό μας, που κάτω κάτω δε μας φταίει και τίποτε το
+κακόμοιρο.
+
+Είναι παράδοξο αλήθεια ο έξυπνος ελληνικός λαός να καταντά
+θεληματικά κουτός από σεβασμό προς το γράμμα, προς τα
+γράμματα και προς το γραμματισμένον. Και θα ήταν συγκινητική
+η πεισματάρικη θυσία που τόσους αιώνες τώρα εξακολουθεί και
+προσφέρει στους αρχαίους και θαυμαστούς προγόνους και στα
+περασμένα μεγαλεία μια ολιγαρχία του έθνους, που σέρνει το
+λαό από τη μύτη, ― αν δεν ήταν κρίμα ένας τέτοιος λαός να
+χάνεται σε τέτοιες άσκοπες θυσίες, την ώρα που οι θυσίες
+όλες έπρεπε να γίνονται γ ι α ν α ζ ή σ ε ι τ ώ ρ α,
+θυσίες άλλες, θυσίες στη ζωή και στη νίκη.
+
+Παράλληλο με το ξ ε σ κ λ ά β ω μ α τ ω ν χ α ρ α κ τ ή ρ ω ν
+που φέρνει ο πόλεμος, ο αγώνας για την πολιτική ένωση
+της φυλής, σ' ένα κράτος ελληνικό μεγάλο, αντρειώνοντας και
+εξευγενίζοντάς τους, είναι τ ο ξ ε σ κ λ ά β ω μ α τ ο υ
+μ υ α λ ο ύ, που φέρνει το ξεφόρτωμα από την αττική και από
+την καθαρεύουσα, και το ελεύθερο μεταχείρισμα της ζωντανής
+γλώσσας παντού και πάντα. Όσο για την τοπική αυτοδιοίκηση,
+αύτη χρησιμεύει γ ι α ν α σ υ ν τ η ρ ε ί τους Ελληνικούς
+τόπους σε κάποια δ ι οι κ η τ ι κ ή ι σ ο ρ ρ ο π ί α με
+το πολιτικό τους περιβάλλον.
+
+Προτείνουμε λοιπόν στο έθνος ολόκληρο, καθαρά και ξάστερα,
+το ακόλουθο πρόγραμμα:
+
+α') Αγώνα οργανωτικό, πολεμικό, και επαναστατικό, για να
+ενωθεί η φυλή σ' ένα κράτος ελληνικό, άλλο από το τωρινό
+μικρό και πρόσκαιρο κράτος, που είναι χάρβαλο.
+
+β') Να υποστηρίξει παντού, σ' όλους τους Ελληνικούς τόπους,
+προπάντων όμως μέσα στο Ελλαδικό κράτος, όπου καταπατείται,
+την τοπική αυτοδιοίκηση.
+
+γ') Να μιλά και να γράφει τη γλώσσα της μάνας του, και μόνον
+αυτήν να έχει εθνική του γλώσσα, και να αναγκάσει και τους
+δασκάλους μ' αυτήν να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα.
+
+Ω έθνος μαργωμένο, πού είναι η περηφάνεια σου; Μην έχεις
+πεποίθηση σε κανένα, μήτε στους Μεγάλους ξένους της γης,
+μήτε στους Μεγάλους προγόνους σου, π α ρ ά μ ό ν ο σ τ ο ν
+ε α υ τ ό σ ο υ. Από κανένα μην περιμένεις τίποτε, π α ρ ά
+μ ό ν ο ν α π ό τ ο ν εα υ τ ό σ ο υ.
+
+
+
+ΚΟΙΝΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
+
+
+
+_Δημοσιεύτηκε στον αριθ. 295 του «Νουμά». (11 του Μάη 1908).
+Γράφτηκε σε απάντηση του άρθρου του Γ. Σκληρού «ΟΙ
+ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΑΔΕΣ ΣΤΟΥΣ ΝΑΤΣΙΟΝΑΛΙΣΤΕΣ» που δημοσιεύτηκε στους
+αριθ. 291, 292 και 293 του «Νουμά» (Απρίλης του 1908). Είταν
+το πρώτο άρθρο του Σκληρού αυτό, ύστερ' από το φυλλάδιο του
+το «Κοινωνικόν μας ζήτημα», που άναψε τη σοσιαλιστική
+συζήτηση στο «Νουμά». Όπως λέει στην αρχή του άρθρου του ο
+Σ., από «σοβαρούς βιωτικούς περισπασμούς» εμποδίστηκε να
+κατέβει νωρίτερα με συστηματική πολεμική με τους κριτικούς
+του για το «Κοινωνικόν μας ζήτημα», και κατεβαίνει στον
+αγώνα για να πει βιαστικά μερικά λόγια «από φόβο μήπως η
+μακρύτερη σιωπή μου παρεξηγηθεί και αυξήσει, το θάρρος
+μερικών κριτικών μου να διαστρέφουν, να στρεβλώνουν τις
+ιδέες μου όπως τους κατέβει». Ο Σκληρός κρίνοντας, στο άρθρο
+του αυτό, το άρθρο του Ίδα: «ΤΟ ΕΘΝΟΣ, ΟΙ ΤΑΞΕΣ ΚΑΙ Ο ΕΝΑΣ»
+τονέ χαραχτηρίζει ως «&υποκειμενικό ιδεολόγο και ουτοπιστή&»
+που «βάση της σκέψης του δεν έβαλε την παρατήρηση της
+&εξωτερικής αντικειμενικότητας&», αλλά μια εσωτερική
+επιθυμία. Κατά το Σ. ο Ίδας «παίρνει μόνο τα επίσημα
+&σκηνικά της ζωής& χωρίς να σπουδάσει τη &γένεσή τους& και
+παραβλέπει προ πάντων τα &παρασκήνια&, αυτά που μπορούν να
+εξηγήσουν την πραγματική έννοια της ζωής». Έτσι, κατά το Σ.
+«ορισμένη εποχή του &φεουδαλικού καθεστώτος& εδημιούργησε το
+Κράτος και κατόπι με τη φορά της εξελίξεως οι &αστοί έρριξαν
+στη μέση την ιδέα του &έθνους& και της &πατρίδας& για να
+φέρουν αντιπερισπασμό πρώτα στους φεουδάλους και κατόπι
+στους προλετάριους, σκεπάζοντας συνάμα μ' αυτές τα
+οικονομικά τους συμφέροντα». Στο παράπονο του Ίδα: «δε μας
+ξαίρεις εμάς τους Τουρκομερίτες και για τούτο μας ξέχασες
+στο βιβλίο σου», ο κ Σ. απαντάει: «Σας ξαίρω και σας
+παραξαίρω κ. Ίδα, και ίσως νάμαι περισσότερο τουρκομερίτης
+από σας. Εκεί γεννήθηκα και δεκαοχτώ χρονάκια έζησα στα βάθη
+της Μικράς Ασίας. Εκεί είδα με τα μάτια μου όχι μόνο την
+τυραννία του τούρκικου φεουδαλικού καθεστώτος, αλλά και τη
+φαυλότητα του &ρωμαίικου φεουδαλικού θεοκρατικού&
+καθεστώτος. Εκεί είδα σε τι απαίσιο σκοτάδι πλέει ο λαός
+μας, δουλεύοντας σαν είλωτας όχι μόνο στον τούρκο, αλλά και
+στο δικό του τον καλόγερο, το καθαρό αυτό απομεινάρι του
+απαίσιου φεουδαλικού Βυζάντιου. Εκεί ένιωσα κατάβαθα πως ο
+κλήρος μας με τα περιώνυμα &φεουδαλικά του προνόμια&, στα
+οποία στηρίζουν όλα τους τα μεγάλα σχέδια οι
+&μεγαλοπράγμονες τουρκομερίτες πολιτικοί μας&, είναι ο
+&καλύτερος και φυσικώτερος σύμμαχος του φεουδάλου
+σουλτάνου&, μοιραζόμενος μαζί του αθόρυβα τα πλιάτσικα του
+δυστυχισμένου λαού, που τον βαστάν και οι δυο τους σε
+κτηνώδη κατάσταση. Αλί στο Έθνος που στηρίζει τις ελπίδες
+του σε φεουδαλικό κλήρο και καθεστώς! &Όταν με καιρό
+κηρυχτεί η αστική επανάσταση στην Τουρκιά, η μόνη που θα
+πάρει το μέρος του φεουδάλου σουλτάνου θάναι η φυσική του
+σύμμαχος Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία&». Στο τέλος του
+συσταίνει να γίνει λιγάκι «ψιλόλογος επιστήμονας» γιατί έτσι
+θα τον πολεμήσει αποτελεσματικώτερα, αφού «θα τον καταλάβει
+καλύτερα». ― Στο άρθρο του αυτό, κάτω από την υπογραφή του ο
+Ίδας πρόσθεσε «&Ανθρωποΐδας& πίθηκος» και στη σημείωσή του
+δικαιολογιέται έτσι: «Το παρατσούκλι αυτό δικαιολογείται από
+τον τρόπο που με χαρακτηρίζει, με καλωσύνη, ο κ. Σκληρός
+δηλαδή «&Κοινός άνθρωπος& που δεν έχασε ακόμη το φυσικό του
+εγωισμό και τη φυσική του θηριώδη κατάσταση». Ενώ «&ευγενής
+πολιτισμένος άνθρωπος& είναι κείνος που θέλει συνειδητά να
+υποβοηθήσει το εξανθρωπιστικό έργο της εξέλιξης!» Και ποιος
+τη γνωρίζει την κ. Εξέλιξη; Δεν ξαίρω. Εγώ όμως δεν τη
+γνωρίζω»._
+
+ΤΟ τελευταίο άρθρο του κ. Σκληρού, που επιγράφεται «Οι
+σοσιαλιστάδες στους νατσιοναλίστες», με αναγκάζει να μπω
+πάλι λιγάκι στα μελάνια, πράμα που δεν το κάνω συχνά. Ούτε
+τα γραψίματα, ούτε τα λόγια τα πολλά, ούτε τα
+«ξελαρυγγίσματα» μ' αρέσουν, όπως φαίνεται να πιστεύει ο κ.
+Σκληρός. Μα αυτό είναι άλλο ζήτημα.
+
+Θέλω να πω, ― επειδή με προκαλούν, ― μερικά λόγια για το
+«σύστημά» μου, όπως είπε για το δικό του ο κ. Σκληρός.
+
+Η κ ο ι ν ω ν ι ο λ ο γ ί α (sociologie) είναι επιστήμη.
+
+Ο κ ο ι ν ω ν ι σ μ ό ς (socialisme) είναι πόθος.
+
+Η κ ο ι ν ω ν ι ο λ ο γ ί α είναι μελέτη όσο γίνεται πιο
+αντικειμενική. (Ο άνθρωπος, δηλαδή το όργανο που μελετά, δεν
+μπορεί ποτέ να είναι ολότελα αντικειμενικός).
+
+Ο κ ο ι ν ω ν ι σ μ ό ς είναι κάτι τι όλως διόλου
+υποκειμενικό, επάνω κάτω εκείνο που λέει ο κ. Σκληρός
+«υποκειμενική κοινωνιολογία», είναι δηλαδή η κοινωνιολογία,
+όπως τη νοιώθει ο σοσιαλιστής.
+
+Την κ ο ι ν ω ν ι ο λ ο γ ί α τη μ ε λ ε τ ά ο
+επιστήμονας, δηλαδή μια τάξη ανθρώπων.
+
+Τον κ ο ι ν ω ν ι σ μ ό τον α ι σ θ ά ν ε τ α ι ο
+προλετάριος, δηλαδή άλλη τάξη ανθρώπων.
+
+Επειδή ο κοινωνισμός είναι κοινωνικό φαινόμενο, το μελετά
+κ α ι αυτό ο κοινωνιολόγος. Είναι λοιπόν και ο κοινωνισμός
+ένα από τα άπειρα ζητήματα που ξεδιαλύνει και μελετά η
+κοινωνιολογία.
+
+Αν τύχει από μεγάλη ψυχοπονιά και συμπάθεια να αισθάνεται ο
+κοινωνιολόγος σαν τους προλετάριους, μπορεί να γίνει
+κοινωνιστής, θεωρητικός όμως. Δεν ξέρω αν μπορεί να συμβεί
+και το αντίθετο, δηλαδή ένας σοσιαλιστής να είναι και
+κοινωνιολόγος, γιατί τότε θα πρέπει να έχει αφήσει την
+«υποκειμενική κοινωνιολογία», που του αρέσει, και να έχει
+γίνει επιστήμονας, πράμα που δε συμβιβάζεται πολύ πολύ με
+συμπάθειες και αντιπάθειες.
+
+Ο κοινωνισμός ή σοσιαλισμός είναι η λαϊκή έκφραση μερικών
+κοινωνικών θεωριών. Γεννήθηκε από τις ανάγκες και τα
+αισθήματα των εργατικών, που γυρεύουν να καλλιτερέψουν την
+τύχη τους, να δουλεύουν δηλαδή λιγώτερο, να κερδίζουν
+περισσότερο, και να γλεντούν και να ξεκουράζουνται όσο
+μπορούν περισσότερο ― γιατί είναι αλήθεια κατακουρασμένοι
+άνθρωποι. Αλλά γιατί το ιδανικό των εργατών να γίνει όλων
+των ανθρώπων ιδανικό, αυτό δεν το νοιώθω.
+
+Ο σοσιαλισμός γίνηκε έπειτα θεωρία στα κεφάλια των
+θεωρητικών, μελετήθηκε από τους κοινωνιολόγους που τον
+έβαλαν στη θέση του (τον ταξινόμησαν), κατάντησε ουτοπία
+(δηλαδή μεταφυσικό φαινόμενο σε μερικά άλλα κεφάλια, που
+τονέ γενίκεψαν υπερβολικά), και αρματωμένος σαν τον αστακό
+με τα θεωρητικά επιχειρήματα, κατέβηκε σαν ουρανοκατέβατος
+πάλι σε μια τάξη του λαού, στην εργατική τάξη, και την
+ξεσήκωσε. Γιατί είναι συμπαθητική θεωρία, κολακεύει την
+ελπίδα της ευτυχίας ( = ησυχίας).
+
+Αλλοιώς όμως μιλεί ένας επιστήμονας σ' άλλους επιστήμονες,
+και αλλοιώς ένας πολιτικός (έστω και κοινωνιολόγος) στο λαό.
+Στους επιστήμονες ο κοινωνιολόγος θα πει πως ο σοσιαλισμός
+είναι φαινόμενο που παρουσιάζεται στις κοινωνίες άμα
+κουραστεί η εργατική τάξη από το να μνήσκει σκλαβωμένη στα
+ιδανικά και στις ανάγκες άλλης τάξης. Στο λαό θα πει ο
+πολιτικός, με επιστημονικοφανή ίσως επιχειρήματα, ότι ο
+σοσιαλισμός είναι το τέλειο, «το άκρον άωτον της προόδου και
+εξελίξεως», le dernier cri και ε π ο μ έ ν ω ς η ευτυχία.
+Είναι, βέβαια κατ' ανάγκη ο πολιτικός στα λόγια του
+αποκλειστικός, και μόνο με την αποκλειστικότητα ξεσηκώνονται
+και σαλεύουν οι κοινωνικές τάξες. Ο αποκλεισμός όμως δεν
+είναι επιστήμη, και άρα ο σοσιαλισμός που θέλει να
+αποκλείσει τις ανάγκες και τα ιδανικά κάθε άλλης τάξης, δεν
+είναι επιστημονικό επιχείρημα, αλλά α ί σ θ η μ α
+(υποκειμενική κοινωνιολογία).
+
+Με κατηγορεί ο κ. Σκληρός πως έχω «αφηρημένες ψύχωσες».
+Ίσως, μα δεν είναι λιγώτερο ευγενικές από μιαν άλλη επίσης
+«αφηρημένη ψύχωση» που ξέρω, το θεωρητικό σοσιαλισμό. Γιατί,
+καθώς είπα, και ο σοσιαλισμός από αίσθημα μεταμορφώνεται και
+γίνεται θεωρία ιδανικό, ψύχωση, και ουτοπία, όπως κάθε άλλο
+ανθρώπινο αίσθημα, όσο και αν προέρχεται από συγκεκριμένους
+λόγους.
+
+Και με κατηγορεί ο κ. Σκληρός, και λέει πως κάθομαι στην
+ησυχία μου, και για τις «αφηρημένες μου ψυχώσεις» στέλνω
+τους «συγκεκριμένους ανθρώπους στο μακελειό, κόβοντας και
+ράβοντας με ελαφρή συνείδηση την τύχη και την ευτυχία τους».
+Δε με συγκινεί πολύ αυτός ο χαρακτηρισμός μου. Όπως εγώ
+στέλνω στο μακελειό συγκεκριμένους ανθρώπους για τα ιδανικά
+μου, έτσι και ο κ. Σκληρός στέλνει στο μακελειό ― ο
+κακούργος! ― άλλους συγκεκριμένους ανθρώπους για τα δικά του
+ιδανικά, που τα νομίζει πιο σύμφωνα με τη συγκεκριμένη
+ευτυχία των συγκεκριμένων ανθρώπων. Γιατί όταν αυγατίσουν οι
+προλετάριοι στον Ελληνισμό και τους σηκώσουν στο πόδι τα
+σοσιαλιστικά αισθήματα, ένστικτα ή ιδανικά, θα κάμουν και
+απεργίες και σηκωμούς, και μπορεί και να σκοτωθούν πολλοί,
+μαλώνοντας με το πισωδρομικό κράτος. Όσο για την ευτυχία των
+ανθρώπων δε φροντίζω, γιατί, ούτε τη δική μου ευτυχία δε
+γυρεύω. Το αν κάθομαι στην ησυχία μου ή όχι, εκείνοι που με
+γνωρίζουν μπορούν να κρίνουν.
+
+Ο σοσιαλισμός λοιπόν είναι το ιδανικό, η ψύχωση, η λαχτάρα
+του εργάτη σε μερικές εποχές της ζωής των κοινωνιών. Ο κ.
+Σκληρός γυρεύει την πάλη ανάμεσο στις τάξες, αυτό θεωρεί
+ιδανικό, και όχι το σοσιαλισμό. Επειδή όμως πιστεύει πως η
+πάλη αυτή θα πάει μπροστά με το να υποστηρίζονται τα ιδανικά
+του εργάτη, δηλαδή ο σοσιαλισμός, ― ξεγελιέται και γενικεύει
+και λέει τον εαυτό του σοσιαλιστή, και βγάζει το σοσιαλισμό
+κοινωνιολογία και πανάκεια των νέων κοινωνιών.
+
+Εκείνος όμως, που καταλαβαίνει τα κοινωνικά ζητήματα, και
+νοιώθει πως μικρά και μεγάλα α ρ χ ί ζ ο υ ν από
+οικονομικούς λόγους, δε σημαίνει πως είναι και
+σοσιαλιστής.....
+
+Του κ. Σκληρού το ιδανικό δεν είναι ο σοσιαλισμός, παρά,
+όπως λέει ο ίδιος, «εκπολιτιστικά ιδεώδη που συμπίπτουν με
+τη συγκεκριμένη ευτυχία των συγκεκριμένων ανθρώπων.»
+
+***
+
+Αφού έθεσα έτσι τα ζητήματα, τώρα ας αναλύσω τον εαυτό μου,
+και ας κοιτάξω πώς σχετίζομαι με όλ' αυτά ε γ ώ, το Ελληνικό
+άτομο του 1908.
+
+Με συμβουλεύει ο κ. Σκληρός να γίνω σκληρός, και
+σκληρότητα, κατά τη γνώμη του, είναι «να αναλώνει κανείς
+αμείλικτα τα ένστικτά του, τσαλαπατώντας τις πρόληψές του,
+συντρίβοντας τις αφηρημένες ψύχωσές του». Πού να ξέρει, πως
+από μικρός άλλο τίποτε δεν κάνω παρά να αναλύνω με λύσσα και
+ευσυνειδησία τον εαυτό μου και να σημειώνω τις ανάλυσες σα
+συνταγές χημικού που αναλύνει τα σώματα (6).
+
+Λοιπόν δεν είμαι «πατριώτης». Αλλά γεννήθηκα Έλληνας και
+Έλληνας θα μείνω, θέλοντας και μη, ως που να πεθάνω.
+Αναγνωρίζω τη σκλαβιά μου και δε νομίζω πως υπάρχει
+ε λ ε ύ τ ε ρ η θ έ λ η σ η, γιατί αν ύπαρχε θα μπορούσα
+να γίνω κοσμοπολίτης.
+
+Ο κ. Σκληρός, που ξεπέρασε τάχα τον εθνισμό, αν τον
+ξεπέρασε, γιατί βάλθηκε και καλά να συλλογίζεται την
+Ελληνική κοινωνία και δε στοχάζεται κοσμοπολίτικα; Γιατί του
+έρχεται τόσο φυσικά να μιλά για την κοινωνία μας; Δε μιλεί
+βέβαια στους Έλληνες με «πατριωτικά ξελαρυγγίσματα» όπως οι
+ουτοπιστές πατριώτες, αλλά με «σοσιαλιστικές θεωρίες», όπως
+οι θεωρητικοί σοσιαλιστές. Το ίδιο κάνει: μιλεί στους
+Έλληνες, ελληνικά.
+
+Αλλά, τέλος πάντων, υπόθεσε πως είμαι εγώ, ή ο Α ή ο Β,
+«πατριώτης», Και μεις τότε είμαστε μιαν ανάγκη, όπως είναι ο
+κ. Σκληρός. Το να υπάρχω κ α ι εγώ, είναι αρκετή
+δικαιολογία της ύπαρξής μου. Αν υπάρχουν σοσιαλιστές, υπάρχω
+όμως και εγώ. Έχουμε ίσα δικαιώματα να ζήσουμε, και οποίος
+νικήσει.
+
+
+
+Επειδή ψυχολόγησα πολύ τον εαυτό μου, είδα πως έχει τάσες
+θεωρητικές, και επειδή το θ ε ω ρ η τ ι κ ό άνθρωπο τονέ
+βλέπω μ ι σ ό ν άνθρωπο, γι' αυτό ανάγκασα τον εαυτό μου
+να ανακατωθεί με τους ανθρώπους για να γίνει και μ η
+θ ε ω ρ η τ ι κ ό ς. Θα είναι και το φυσικό μου τέτοιο: να είμαι
+δηλαδή μισός θεωρητικός και μισός μη θεωρητικός. Είμαι σα
+δυο άνθρωποι: ένας που ζει και ένας άλλος που κ ο ι τ ά ζ ε ι
+απ' όξω τη ζωή μου. Και έτσι νοιώθω καλλίτερα και τον
+εαυτό μου και τους άλλους.
+
+Όταν όμως ανακατώθηκα με τους ανθρώπους, κατάντησα πολιτικός
+τους. Φαίνεται, είμαι φυσικά «αρχικός», όπως έλεγαν οι
+αρχαίοι. Αλλά δεν έγινα δούλος της πολιτικής. Την ονομάζω
+και αυτήν, όπως και τον έρωτα και την επιστήμη, ― β ά ρ α θ ρ ο,
+γιατί τις περισσότερες φορές χάνεται ο άνθρωπος μέσα
+της.
+
+Πριν ανακατωθώ με τους ανθρώπους, επειδή μ' άρεζε, σπούδαζα
+την κοινωνιολογία στα βιβλία. Τώρα τη σπουδάζω στην κοινωνία
+μέσα. Και επειδή γύρω μου έτυχε να έχω μ ι α κοινωνία, την
+Ελληνική, μ' αυτήν καταγίνομαι.
+
+Αλλά έζησα και σ' άλλους τόπους και σ' άλλους χρόνους, και
+παράβολα, σύγκρινα, και είδα τη ν έ κ ρ α της τωρινής
+κοινωνίας, της Ελληνικής. Δε μ' άρεσε η νέκρα της, και
+γύρεψα πως μπορούσε κανείς να ζωντανέψει την κοινωνία μου.
+
+Πρώτα πρώτα ένοιωσα πως κοινωνία Ελληνική δεν είναι η
+κοινωνία που ζει μέσα στα σύνορα του Ε λ λ α δ ι κ ο ύ
+κράτους, παρά όλοι οι Έλληνες που βρίσκονται στον κόσμο,
+όσοι δεν έγιναν ακόμη ούτε ξένοι, ούτε κοσμοπολίτες, γιατί
+κάτι τους συνδέει όλους αυτούς αναμεταξύ τους.
+
+Και είδα την Ελληνική αυτή κοινωνία ― λιμνοθάλασσα
+αποκοιμισμένη.
+
+Κατάλαβα πως πρέπει να κουνηθούν μεγάλες μάζες της κοινωνίας
+αυτής. Και διάλεξα τον πιο σύντομο δρόμο για να φτάσω σ'
+αυτό το αποτέλεσμα. Πήγα και ηύρα τους Έλληνες που
+κακοπερνούσαν περισσότερο, τους Μακεδονίτες, τους Ηπειρώτες,
+τους Θράκες, και έβαλα ν' αστράψει μπροστά στα μάτια, τους
+μ ι α ν ε λ π ί δ α, η ελπίδα να γλυτώσουνε από την
+κακοπέραση. Αιτία της κακοπέρασης ολοφάνερη ― ο Τούρκος. Άμα
+τον ξεφορτωθούνε αυτόν αμέσως θα καλοπεράσουν. Δηλαδή τι
+κάνω; Κολακεύω: α') Τον πόθο του γλυτωμού από το βάρος του
+Τούρκου, και β') την ελπίδα καλλίτερης τύχης. Μέσο για να
+φτάσουμε στο ξεσήκωμα των δούλων ― η αλληλοβοήθεια. Και
+άρχισα να διοργανώνω τους ανθρώπους με κοινή ενέργεια.
+
+Είχα και ένα παράδειγμα ζωντανό μπροστά μου. Οι Βούλγαροι
+στα 1903 πώς έκαμαν και σήκωσαν τόσα χωριά στη Μακεδονία,
+και δικά τους και μη δικά τους, κατεπάνω στον Τούρκο; Είπαν
+στους χωριανούς πως άμα διώξουν τους Τούρκους μπέηδες, τα
+τσιφλίκια θα γίνουνε δικά τους (των χωριανών δηλαδή). Και
+μάλιστα τους τα ξεμοίρασαν από πριν στους χωριανούς, και
+τους έδειξαν του καθενός το κομμάτι που θα πάρει.
+
+Αυτό ηύρα κατάλληλο μέσο και γρήγορο για να κουνηθεί ένα
+μέρος τουλάχιστο της Ελληνικής κοινωνίας. Τώρα βρίσκονται
+άλλοι που προτείνουν να ξεσηκώσουν τις εργατικές τάξες του
+Ε λ λ α δ ι κ ο ύ κράτους κατεπάνω στο κεφάλαιο. Δεν το
+αποκλείνω και αυτό ως καλό μέσο, μα μου φαίνεται πως γ ι α
+τ ώ ρ α πιο γρήγορα μπορεί να πιάσει το άλλο. Γιατί; Γιατί
+η βιομηχανία δεν είναι αρκετή στο Ελλαδικό βασίλειο για να
+βγάλει πολλούς προλετάριους, και ίσως οι εργάτες στην
+Ελλάδα, συγκριτικά με άλλες κοινωνίες, ζουν καλά. Πιο μακριά
+είναι ο εργάτης στην Ελλάδα από το σοσιαλισμό, παρά ο δούλος
+Ρωμιός από ένα σηκωμό κατεπάνω στον Τούρκο. Δε φοβούμαι τις
+νέες ιδέες, ούτε το αίστημα του σοσιαλισμού, όπως υποθέτει ο
+κ. Σκληρός. Νομίζω όμως πως ακόμα δεν ήρθε φυσικά η ώρα του.
+
+Δηλαδή τι κάνω; Αφίνω την Ε λ λ α δ ι κ ή κοινωνία να
+σκουληκιάζει για την ώρα, αφού δεν έχει αρκετή βιομηχανία
+για να γεννήσει προλετάριους, και παίρνω το λαό του δούλου
+Ελληνισμού, και προσπαθώ να τον σηκώσω κατεπάνω στους
+«τυράννους», όποιοι και αν είναι.
+
+Τους Δεσποτάδες του Φαναριού, αν δεν μπορέσω να τους φέρω
+στα νερά μου, θα τους χτυπήσω κι αυτούς, γιατί είναι πάντα
+έτοιμοι να συμμαχήσουν με τον Τούρκο. Το ίδιο θα γίνει και
+με τους κοτζαμπασήδες ..
+
+Τώρα κάνω κ' ένα άλλο. Πατριώτης, είπα, δεν είμαι. Ως τόσο
+τον πατριωτισμό, όπου υπάρχει γύρω μου, θα τον εκμεταλλευτώ
+σ υ ν ε ι δ η τ ά. (το έκαμε και ο Μπίσμαρκ), και μ' αυτό θα
+προκαλέσω αγώνες, γιατί πιστεύω πως οι αγώνες εξυγιαίνουν
+τους ανθρώπους και ξυπνούν τους κοιμισμένους. Το να ταράζω
+τα νεύρα των πατριωτών της Ελληνικής κοινωνίας (σε κάθε
+κοινωνία υπάρχουν ουτοπιστές πατριώτες), τους ξεσηκώνω, και
+φωνάζουν και αυτοί. Αν δεν κάνουν άλλο τίποτε οι φωνές τους,
+όμως καταστρέφουν ολότελα την πίστη του Έλληνα στο ελεεινό
+Ε λ λ α δ ι κ ό κράτος. Όλα αυτά ετοιμάζουν την κοινωνική
+επανάσταση.
+
+Με τον κ. Σκληρό δεν είμαι σύμφωνος ότι το έθνος δεν είναι
+ανθρωπινό, παρά είναι σκιά έθνους. Συμφωνώ όμως ότι το
+κράτος είναι ελεεινό.
+
+Το κίνημα των οργανωμένων ραγιάδων θα ξεσπάσει σίγουρα
+έπειτα και στην Ε λ λ α δ ι κ ή κοινωνία, χτυπώντας και
+κει κατακέφαλα κάθε παλιανθρωπάκο και τυραννίσκο, που θα
+θελήσει, άμα ελευτερωθούν και αυτοί να τους εκμεταλλευτεί.
+
+Αλλά κάνω και ένα άλλο ακόμη. Επειδή πιστεύω, όπως ο κ.
+Σκληρός, ότι «μόνο μια μεγάλη οικονομική εξέλιξη θα
+ζωντανέψει το δυστυχισμένο τόπο», κοιτάζω να βρω τρόπο να
+κουνήσω τα κεφάλαια προς τη διεύθυνση των επιχειρήσεων, για
+να φουντώσει η βιομηχανία και το εμπόριο. Αυτό θα αυγατίσει
+και τους προλετάριους, και τ ό τ ε, θα είναι πια καιρός να
+σηκωθούν και αυτοί για να γυρέψουν τύχη καλλίτερη.
+
+Θα πει ο κ. Σκληρός, πως ένα άτομο και δυο δε θα σπρώξουν το
+κεφάλαιο να κουνηθεί. Ο ίδιος όμως στο άρθρο του, σε μιαν
+ερώτηση δική του: «Και π ο ι ο ς θα τους αναγκάσει αυτούς
+(εννοώ τους πολιτικούς και την κυβερνήτρα τάξη) ναφήσουν το
+χουζούρι τους;» ― απαντά: «Οι άλλες τάξες, ο λαός». Αλλά
+λίγο παρακάτω προσθέτει: «Τότε μόνο μπορεί το άτομο να
+παίζει σπουδαίο ρόλο, όταν στηριχτεί, σε καμιά κοινωνική
+ομάδα, υποστηρίζοντας κυρίως τα συμφέροντά της. Έτσι έκαμαν
+και οι μεγάλοι πολιτικοί», και αναφέρνει με τόνομά τους τον
+Μπίσμαρκ και τον Καβούρ.
+
+Δεν είπα ποτέ, ούτε σκέφτηκα το εναντίο, γιατί δεν μπορώ να
+φανταστώ κανένα άτομο, και προπάντων άτομο πολιτικό,
+ξεκάρφωτο από την κοινωνία όπου μεγάλωσε και ζει και
+πολιτεύεται. Όχι μόνο ο Καβούρ και ο Μπίσμαρκ, παρά και ο
+Περικλής και ο Καίσαρ ακούμπησαν στις κοινωνικές τάξες για
+να αναδειχτούνε.
+
+Αλλά, ενώ ο κ. Σκληρός θα στηριχτεί στους προλετάριους, που
+ακόμα δεν υπάρχουν ή δεν είναι σωστοί προλετάριοι, εγώ, άλλο
+άτομο, θα στηριχτώ στην τάξη των βιομήχανων και εμπόρων, και
+θα υποστηρίξω τα συμφέροντά της, θα προσπαθήσω να τους
+συνασπίσω, να τους δείξω τη δύναμη της αλληλοβοήθειας και
+της αλληλεγγύης.
+
+Και φέρνω ένα μικρούτσικο παράδειγμα: εδώ που είμαι γνωρίζω
+έναν που πασκίζει να φτειάσει μια coopérative de crédit
+από Έλληνες κεφαλαιούχους κ' εμπόρους. Αυτή άμα γίνει, θα
+βοηθήσει την Ελληνική βιομηχανία και το εμπόριο και τη
+ναυτιλία.
+
+Αυτή η υποστήριξη της βιομηχανίας θα φέρει φυσικά την
+ανάπτυξη της τάξης των εργατών (προλετάριων). Και τότε θα
+είναι ευχαριστημένος ο κ. Σκληρός.
+
+Όταν έγραψα στο άλλο μου άρθρο πως κ α ι οικονομικούς
+αγώνες έκαμε η Ιταλία πριν από την ένωση της, ίσα ίσα τον
+Καβούρ είχα στο νου μου.
+
+Λοιπόν, από μια μεριά θα στηριχτώ στους δούλους και θα τους
+βοηθήσω για να γυρέψουν και να επιτύχουν καλύτερη τύχη, και
+από την άλλη, θα προσπαθήσω να ενωθούν κεφάλαια σ' όλο τον
+Ελληνισμό, για να αρχίσουν μεγάλες επιχείρησες εμπορικές,
+ναυτιλιακές, βιομηχανικές.
+
+Αυτό είναι με λίγα λόγια το πολιτικό-κοινωνικό πρόγραμμα
+ενός σύγχρονου Ρωμιού. Δεν αναφέρνω και μερικές άλλες
+προσπάθειές μου (και αυτές κοινωνικές), όπως είναι η
+προπαγάντα για τη διάδοση της δημοτικής, και για την αλλαγή
+του συστήματος στην εκπαίδεψη.
+
+***
+
+Θέλω να παρατηρήσω εδώ και το εξής: ο σοσιαλισμός πηγαίνει
+πλάγι στον κοσμοπολιτισμό. Και τον κοσμοπολιτισμό τον
+προβλέπω, έρχεται. Μα δεν τονέ φοβούμαι ούτε αυτόν, ούτε τον
+σέβομαι υπερβολικά, ούτε ξιππάζομαι μπροστά του. Θα έρθει
+και ίσως περάσει πάλι όπως τόσα άλλα. Και, το κάτω κάτω της
+γραφής, ο άνθρωπος είναι τόσο μικρό πράμα στον κόσμο τον
+απέραντο!
+
+Θα ήμουν ανόητος να αρνηθώ τον κοσμοπολιτισμό ή το
+σοσιαλισμό, ή να βαλθώ να τα πολεμήσω. Αλλά επειδή έτυχε να
+γεννηθώ Έλληνας, και επειδή οι Έλληνες την τωρινή στιγμή δε
+βρίσκονται α κ ό μ α στο στάδιο του σοσιαλισμού και επειδή
+περιτριγυρίζονται από έθνη με σύνορα που θέλουν να μας
+φάγουν, να μας εξαφανίσουν αν μπορούν, και επειδή εμένα δε
+μου καλοέρχεται να φαγωθώ από Βουλγάρους ή Ρώσσους (είμαι,
+βλέπετε, κ' εγώ μια ανάγκη, αφού υπάρχω), ― για τούτο θέλω
+π ρ ώ τ α ν α ε ξ α σ φ α λ ι σ τ ε ί η ε λ λ η ν ι κ ή
+μ ο υ υ π ό σ τ α σ η (μας το απαιτούν, βλέπετε, μας το
+επιβάλλουν τα τριγυρινά μισοάγρια έθνη), έ π ε ι τ α ν'
+α ν α π τ ύ ξ ω τ ι ς ο ι κ ο ν ο μ ι κ έ ς μ ο υ
+δ υ ν ά μ ε ι ς, και ύστερα ας διαλυθεί, ας κοσμοπολιτιστεί,
+ας σοσιαλιστεί, ας κάμει ό,τι θέλει το έθνος μας.
+
+Αν ήμουν Ιταλός και ζούσα πριν από τα 1868 θα έλεγα το ίδιο.
+Αν ήμουν Ιταλός σημερινός θα πάσκιζα ίσως να γενικέψω το
+σοσιαλισμό στο έθνος μου, και τον κοσμοπολιτισμό σ' όλους
+τους ανθρώπους.
+
+Ο κ. Σκληρός, χωρίς να το πολυπαραδέχεται, είναι Έλληνας ως
+στο κόκκαλο, και γι' αυτό συλλογίζεται π ρ ώ τ α π ρ ώ τ α
+πώς να διορθώσει την Ελληνική κοινωνία. Αδιάφορο αν η
+διάγνωση του δεν ήταν εντελώς σωστή. Κατά τη γνώμη μου, δεν
+έπρεπε να μιλήσει μόνο για την Ε λ λ α δ ι κ ή κ ο ι ν ω ν ί α,
+έπειτα δεν έπρεπε να βιαστεί να γυρέψει προλετάριους
+εκεί που δεν υπάρχουν, ύστερα δεν ήταν σωστό, νομίζω, να
+γενικέψει το σοσιαλισμό και να τον κάμει απόλυτη
+οικονομολογική και κοινωνιολογική θεωρία. Και έπρεπε να
+ξεχωρίσει πιο καθαρά την κοινωνιολογία από τον κοινωνισμό.
+
+Προσθέτω ότι εγώ τουλάχιστο δεν πιστεύω να διορθώνεται καμιά
+κοινωνία. Οι κοινωνίες ζουν ζωντανά ή κοιμισμένα. Η Ελληνική
+κοινωνία δε θέλει διόρθωμα, παρά ξύπνημα, αν ξυπνιέται,
+γιατί είναι σα μαραμένη. Για να αλλάξεις μια κοινωνία πρέπει
+να αλλάξεις το χαραχτήρα των ατόμων της. Μα πώς γίνεται
+αυτό, αφού το χαραχτήρα μας, μας τον έφτειασαν οι αιώνες;
+Και πάλε οι αιώνες, με τη βοήθεια των πρώτων της φυλής, θα
+τον αλλάξουν.
+
+Ο Έλληνας είναι συντηρητικός και δεν τον έβλαψε πολύ που
+έμεινε τέτοιος. Αυτή η συντηρητικότητά του έσωσε τον εθνισμό
+του. Μα ίσως αυτό δεν πολυσημαίνει, αδιάφορο, είναι γεγονός.
+Όπως το γλωσσικό ζήτημα που οι Ιταλοί το έλυσαν από τον 15ον
+αιώνα, οι Έλληνες έμειναν τόσο πίσω που στον 20όν αιώνα να
+μην το έχουνε λύσει ακόμα, έτσι και στάλλα ζητήματα έμειναν
+πίσω. Αυτό όμως δε θα πει πως είναι κατώτεροι από άλλους
+λαούς.
+
+Ο κ. Σκληρός λέει πως είναι σκεπτικιστής ― όπως όλοι οι. . .
+σοσιαλιστές. Μα ίσως εγώ είμαι πιο σκεπτικιστής ακόμα, και
+το σοσιαλισμό που τον παραδέχεται αυτός για τελειωτική
+σχεδόν εξέλιξη, εγώ αμφιβάλλω και διστάζω να τον παραδεχτώ
+για σχετική προκοπή. Όλα είναι σχετικά. Έτσι και για την
+επιστήμη. Δεν την περιφρονώ, όπως νομίζει ο κ. Σκληρός, αλλά
+υποψιάζομαι τη σημερινή επιστημονική διάθεση των πολλών που
+χαντακώνει κάθε ενέργεια άλλη και στενεύει πολλά ανθρώπινα
+μυαλά.
+
+Ότι τ ώ ρ α ο σοσιαλισμός δίνει και παίρνει σε μερικούς
+τόπους, το βλέπω και δεν είμαι τυφλός. Και συνταράζει τις
+μάζες τις λαϊκές. Μα ό,τι κυριαρχεί τ ώ ρ α σ ε μ ε ρ ι κ ο ύ ς
+τόπους της Ευρώπης, δεν είναι και τέλειο, ούτε
+τελειωτικό. Ίσως ο κ. Σκληρός, περιτριγυρισμένος, όπως
+είναι αυτή τη στιγμή, από θεωρίες, αισθήματα, ψύχωσες και
+ιδανικά κοινωνικών κύκλων της Γερμανίας, επηρρεάστηκε
+υπερβολικά από μερικούς κύκλους και λησμόνησε άλλους
+κύκλους, και λησμόνησε ολότελα πως κάθε έθνος έχει τα φυσικά
+του και δεν μπορεί να τα παραβλέψει ένας επιστήμονας.
+
+Παντού ίσως βρίσκονται σοσιαλιστές, αλλοιώς όμως αισθάνονται
+και αλλοιώς πολιτεύονται στη Γαλλία, διαφορετικά στη
+Γερμανία, και αλλοιώτικα στην Αγγλία ή στη Ρωσσία ή όπου
+αλλού. Αλλά και τα αποτελέσματα του σοσιαλισμού στα διάφορα
+έθνη είναι διαφορετικά. Έχουνε βέβαια κάτι τι κοινό οι
+σοσιαλιστές σ' όλα τα έθνη ― τον πόθο να καλλιτερέψουν την
+τύχη τους, δηλαδή να ξεκουράζονται όσο μπορούν περισσότερο,
+― αλλά δεν παρατηρεί τάχα πως έχουν και διαφορές, κα| ότι οι
+διαφορές αυτές βγαίνουν από τη διαφορά των χαρακτήρων και
+του πολιτισμού του κάθε έθνους; Είναι δυνατό το συγκαιρινό
+αίσθημα των λαών για τα σοσιαλιστικά ιδανικά. Μα είναι
+επίσης δυνατό και το αίσθημα, όχι του πατριωτισμού, αλλά της
+διαφοράς που υπάρχει αναμεταξύ Γάλλους, Άγγλους, Γερμανούς
+κτλ. Η διαφορά φτάνει ως στον πόλεμο αναμεταξύ στα έθνη ―
+για την επικράτηση. Η κληρονομικότητα είναι τρισμέγιστη
+δύναμη. Αν με τον καιρό σβυστούνε οι διαφορές, ― αν οι
+συγκοινωνίες γίνουν τόσο γρήγορες και τέλειες, που να μπορεί
+ο άνθρωπος σήμερα να γεννιέται στο Τουμποκτού και αύριο να
+βρίσκεται στο βόρειο πόλο, μεθαύριο στη Νέα Υόρκη, και την
+άλλη μέρα στην Τεχεράνη, ― αν οι επιγαμίες μεταξύ των
+ανθρώπων των τωρινών εθνών γίνουν πυκνότερες, ― αν
+καταργήσουμε τα κλίματα, γινόμενοι νομάδες, όπως μπορεί
+μπορεί μια μέρα να συμβεί, ― τότε βέβαια, ύστερα από αιώνες,
+θα καταντήσουμε κοσμοπολίτες, τότε βέβαια και η
+κληρονομικότητα θα αρχίσει να γίνεται κοινή σ' όλους τους
+ανθρώπους, και δε θα υπάρχουν χωριστές κληρονομικότητες, και
+χωριστά επομένως έθνη, αλλά μια κληρονομικότητα και έ ν α
+έθνος ― η α ν θ ρ ω π ό τ η .
+
+Όμως πάντα θα υπάρχουν μάζες ανθρώπινες, που θα
+ξεχωρίζουνται με σύνορα αναμεταξύ τους, και τους ανθρώπους
+της κάθε μάζας θα τους συνδέουν κάποια συμφέροντα κοινά. Δε
+θα είναι έθνη, μα θα είναι μάζες. Μονάχα οι λέξες αλλάζουν!
+
+Και η Α ν ά γ κ η, η Μοίρα η παντοτεινή, θα ορίζει αιώνια
+και θα κυβερνά τους ανθρώπους.
+
+
+
+ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑ
+
+
+
+_Το άρθρο αυτό. με την υπογραφή «Βρούτος» τυπώθηκε στον
+αριθμό 197 του «Νουμά» (29 του Δεκέβρη 1912). Έκαμε δυνατή
+εντύπωση. Όλοι το νιώσανε που είναι του Δραγούμη. Ένας
+μάλιστα, ο μακαρίτης δικηγόρος Σπύρος Συνοδινός, ήρθε ύστερ'
+από λίγες μέρες στο γραφείο μου, και αγόρασε καμιά
+τριανταριά φύλλα, για λογαριασμό του «Δικηγορικού
+Συλλόγου», λέγοντάς μου κομπαστικά:
+
+ ― Κ' εγώ είμαι φαυλοκράτης σαν το Δραγούμη!
+
+Άμα του το είπα αυτό, στο Υπουργείο των Εξωτερικών ένα
+δειλινό, μου αποκρίθηκε γελώντας ·
+
+ ― Αυτά είναι που σε κάνουνε να συλλογίζεσαι να πης λεύτερα
+στον τόπο τούτο τη γνώμη σου!
+
+Στο άρθρο του αυτό απάντησα με δικό μου άρθρο, με τίτλο
+«Τιμή και όχι ανάθεμα» και με υπογραφή «Γράκχος Γραικός»
+στον αριθ. 499. Το άρθρο μου αυτό το τέλιωνα έτσι: «Εγώ
+τουλάχιστο δεν απελπίζουμε πια για τίποτε. Ύστερ' απ' αυτά
+που είδα, που ακόμα δα θαρρώ πως τα ονειρεύουμαι, καρτερώ να
+ιδώ κ' άλλα μεγαλύτερα. Γιατί ίσαμε τα προχτές ήμουνα ο πιο
+απαισιόδοξος ίσως Ρωμηός. Σε τίποτα δεν πίστευα, όλα τα
+κορόιδευα και τα πιο ιερά ακόμα. Άκουγα Μεγάλη Ιδέα και μέσα
+μου Μεγάλη Μωρία την έλεγα. Τους Πατριώτας τους μετέφραζα σε
+Πατριδοκάπηλους. Μου μιλούσανε για πόλεμο και στα χείλια μου
+ανέβαινε μια λέξη στερεότυπη: Υποχώρηση. Μούλεγε κανείς πως
+μπορεί καμιά μέρα να φτάσουμε ίσαμε την Ελασώνα και εγώ
+έσκυβα στο χάρτη να ιδώ καταπού πέφτει ο Καβομαλιάς. Έβλεπα
+που φέρνανε τα καινούρια κανόνια και μουρμούριζα γιατί αντί
+κανόνια να μη φέρνουν ατμάροτρα και θεριστικές μηχανές. Και
+σαν πρωτοήρθε ο «Αβέρωφ» στο Φάληρο τονέ χαιρέτησα για
+περιττή πολυτέλεια και τον ήθελα νάνε καλύτερα ένα πελώριο
+υπερωκεάνειο. Σας μιλάω ειλικρινά πιστεύτε με. Σήμερα άλλαξε
+η μανταλιτέ μου, σήμερα όλα τα πιστεύω. Η πατρίδα μας θα
+γίνει μεγάλη δύναμη μια μέρα, θα θαλασσοκρατάει στην
+Ανατολή, θα θαυματουργήσει η πατρίδα μας. Θα μπούμε και στην
+Πόλι, παιδιά. Πιστεύτε το. Εγώ όλα τα πιστεύω πια, μια και
+πίστεψα στον εαυτό μου. Και αυτό το χρωστάω στο Βενιζέλο.
+Του χρωστάω λοιπόν Τιμή και όχι Ανάθεμα».
+
+Το άρθρο μου αυτό, το κάπως προφητικό, που δε μου το
+υπαγόρεψε ούτε πολιτικός νους, ούτε διπλωματική γνώση και
+πείρα, μα απλούστατα μια πίστη σε ό,τι γινότανε τότε, το
+επιδοκίμασε ο Ίδας και με συνεχάρηκε γι' αυτό.
+
+ ― Καλή η απάντησή σου, μου είπε, αν και σε μερικά ξακολουθώ
+νάχω τις γνώμες μου και τις επιφυλάξεις μου!..
+
+Συχαρητήρια πήρε κι ο μακαρίτης Στέφανος Γρανίτσας που
+βρισκότανε τότε στα Γιάννενα και που, καθώς μούλεγε
+αργότερα, τονέ συνεχάρηκε ο κ. Βενιζέλος, θαρρώντας πως το
+άρθρο είναι δικό του, για την απάντησή του στο «Τιμή και
+Ανάθεμα» του Δραγούμη._
+
+ΔΟΞΑ και τιμή στον Ελληνικό στρατό και στο ναυτικό για τις
+νίκες και τις επιτυχίες τους! Ξεπλύθηκε η ατιμία του 1897!
+
+Ανάθεμα και καταφρόνια στην παιδιάτικη απρονοησία, στην
+κοντόφθαλμη διπλωματία, στην υποχωρητική ολιγάρκεια των
+ανιστόρητων Ελλαδικών πολιτικών!
+
+Δυο πολιτικά προγράμματα είχαν μπρος τους για να διαλέξουν,
+προγράμματα βασισμένα το καθένα σε κάποια διανοητικότητα,
+διαφορετική από την άλλη.
+
+Η μια πολιτική, Ελλαδική, κρατική. Η άλλη, Πανελλήνια,
+εθνική.
+
+Η πρώτη ανταποκρίνεται στην έννοια και στην ιδανική αντίληψη
+του Κράτους. Η άλλη στην έννοια και στα ιδανικά του Έθνους.
+
+Η μια, παίρνοντας αρχή και αφετηρία τον πυρήνα της μικρής
+Ελλάδας. Η άλλη, την ψυχή του Ελληνισμού. Κάθε οργανισμός,
+πολιτικός, κοινωνικός ή ψυχικός, όπως θέλεις πες τον,
+γίνεται κέντρο, που γύρω του μορφώνονται ιδέες και
+συγκεντρώνεται, ό,τι μπορεί το κέντρο να τραβήξει
+περισσότερο.
+
+Η μια επίστευε και φώναζε, να μεγαλώσει όπως όπως η Ελλάδα.
+Η άλλη έλεγε· να ζήσει και να προκόψει το Ελληνικό Έθνος και
+να συγκυριαρχήσει με τον Τούρκο στην Ανατολή, παίρνοντας
+αγάλι αγάλι τη θέση του Τούρκου, για να γίνει ξανά το θάμα
+της Ανατολικής Αυτοκρατορίας.
+
+Η μια θέλει την Ελλάδα Βέλγιο νοικοκυρεμένο με 5
+εκατομμύρια, η άλλη θέλει τα 10 εκατομμύρια Ρωμιοί να
+κυριαρχούν στην Ανατολή και αδιαφορεί για το Ελλαδικό
+βασίλειο όσο δεν κάνει και αυτό την πολιτική που χρειάζεται
+γι' αυτό το σκοπό και μόνο.
+
+Όσοι υποστηρίζουν την πολιτική του Κράτους, ονομάζουν τον
+εαυτό τους θετικιστές και τους άλλους τους λεν ονειροπόλους
+και ιδεολόγους. Αυτοί όμως οι άλλοι αποκρίνονται πως και οι
+ιδέες είναι πραγματικότητα και πως κάποιος πλατύτερος
+θετικισμός πρέπει να τις περιλαβαίνει και αυτές και να τις
+λογαριάζει, αφού είναι δύναμη αλογάριαστη οι ιδέες, και αφού
+ιδέες χρησιμεύουν πάντα για βάση κάθε θετικισμού, όπως και
+κάθε φιλοσοφίας, όπως και κάθε πολιτικού προγράμματος.
+
+Όσοι υποστηρίζουν την πολιτική του Έθνους, ονομάζουν τους
+άλλους αφιλοσόφητους και ανιστόρητους και τρομαχτικά ρηχούς.
+
+Πού είναι η αλήθεια; Δεν το ξέρω. Ίσως να βρίσκεται και στις
+δυο πολιτικές και στα δυο προγράμματα και στις δυο
+ιδεολογίες. Μα ας μη μας στενοχωρεί πολύ το βρέσιμο της
+αλήθειας. Δική μας δουλειά δεν είναι, είναι δουλειά κάποιου
+θεού, που δεν υπάρχει. Και ας θυμούμαστε τον Πιλάτο, που
+ρωτούσε: «Και τι εστι αλήθεια;»
+
+Ας πάρουμε μονάχα τα γεγονότα. Οι πολιτικές, οι δύο, πάλευαν
+αναμεταξύ τους, ποια να νικήσει την άλλη. Στα κεφάλια των
+σύγχρονων πολιτικών της Ελλάδας νίκησε και κυριάρχησε στα
+1912 η πολιτική του Κράτους, η Ελλαδική. Εκείνο που θα
+εξετάσουμε λοιπόν, είναι αν η πολιτική του Κράτους, αυτή που
+επικράτησε σε τούτη την περίσταση, την έκαναν καλά ή άσκημα
+οι πολιτικοί της Ελλάδας.
+
+* * *
+
+Και είπε ο Πρωθυπουργός του Κράτους: «Θα πάρω τη συνεννόηση
+των Βουλγάρων και των Ρωμιών που τώρα τρία χρόνια μέσα στην
+Τουρκιά κάνει θάματα με το άλλο πρόγραμμα, το ιδεολογικό,
+και θα τη μεταχειριστώ όπως ξέρω εγώ, για το δικό μου το
+πραγματολογικό πρόγραμμα. Μαζύ με το Βούλγαρο θα χτυπήσω την
+Τουρκιά και θα μοιραστώ μαζύ με τον πρωθυπουργό της
+Βουλγαρίας, τα χώματα της Ευρωπαϊκής μεριάς της Οθωμανικής
+Αυτοκρατορίας. Έτσι θα μεγαλώσω το Κράτος κάμποσα
+τετραγωνικά χιλιόμετρα, ας είναι και λίγα, έτσι θα ξεφύγω
+και το Κρητικό ζήτημα, που με στενοχωρεί πολύ αυτή την ώρα,
+και μπορεί να με ρίξει από την εξουσία».
+
+Το ίδιο ― χωρίς το Κρητικό ζήτημα ― είπε και ο Βούλγαρος
+πρωθυπουργός ή ο Βασιλιάς: «Θωρώ μεγάλη έξαψη στο λαό μου.
+Χρόνια τώρα τους γελώ και τους λέω πως με το σήμερα και με
+το αύριο θα φάω την Τουρκιά και θα κάνω τη Μακεδονία και την
+Αδριανούπολη Βουλγαρία. Αν δε με βοηθήσουν οι άλλοι,
+Έλληνες, Σέρβοι και Μαυροβουνιώτες, θα ξανακάνω τις
+συνηθισμένες μου μπλόφες, που μπορεί όμως καμιά μαύρη μέρα
+να μου βγουν και σε κακό, τέλος πάντων. Αν όμως, καθώς
+φαίνονται πρόθυμοι, με βοηθήσουν, τότε θα τον κάνω τον
+πόλεμο, που τους τάζω τόσα χρόνια τώρα».
+
+Και είπε ο ένας στον άλλον: «Έλα να συμμαχήσουμε και να
+πετάξουμε την Τουρκιά από την Ευρώπη. Η ώρα είναι κατάλληλη
+τώρα που οι Τούρκοι έχουν στημένο πόλεμο με την Ιταλία. Δε
+θα βρεθεί καλλίτερη περίσταση!». (Σα να έλειπαν οι
+περίστασες στα έθνη που δε ζουν όσον καιρό μονάχα οι
+πρωθυπουργοί και οι βασιλιάδες, σα να μην ήταν βέβαιο, ―
+όπως και έγινε, ― πως οι Τούρκοι θα έκλειναν μονοστιγμίς
+ειρήνη με τους Ιταλούς μόλις θα βρίσκουνταν στην ανάγκη να
+αντικρύσουν άλλους εχθρούς).
+
+Μα κανένας τους δεν είπε: «Έλα να μοιραστούμε πρώτα τα
+χώματα και τους πληθυσμούς που ανήκουν δικαιωματικά, σύμφωνα
+με το δόγμα των εθνικοτήτων, στον καθένα μας, και άμα
+συμφωνήσουμε, κάνουμε τον πόλεμο».
+
+Θα σου πουν πως δεν είχαν καιρό να χάνουν σε τέτοιες
+ψιλοδουλειές. Θα σου πούνε κιόλα πως δε θα συμφωνούσαν ποτέ
+τους. Θα σου πουν ίσως και πως δε θα γίνονταν ο πόλεμος
+καθόλου αν προσπαθούσαν να συνεννοηθούν για τη μοιρασιά από
+πρωτήτερα.
+
+Ε, μα τότε γιατί τον έκαναν; Ας μη γίνουνταν ποτέ πόλεμος.
+Μήπως δεν έμενε πάντα το άλλο πολιτικό πρόγραμμα για να το
+ακολουθήσουν; Μήπως ήταν τάχα μπρος βαθύ και πίσω ρέμα;
+
+Κάποιος θα είχε συμφέρο για να γίνει, ο πόλεμος. Ποιος τάχα
+να είχε από τους δυο το μεγαλήτερο συμφέρο; Και τι λογής
+συμφέροντα ήταν στη μέση;
+
+Μπορεί να πουν και το άλλο, πως οι Βούλγαροι με τους Σέρβους
+θα έκαναν τον πόλεμο και δίχως εμάς. Μα αυτό δεν είναι
+αλήθεια, γιατί μόνο σαν είπαμε εμείς πως δεχόμαστε να
+πολεμήσουμε μαζύ τους, μονάχα τότε αποφάσισαν στ' αλήθεια να
+πολεμήσουν. Ειδεμή θα τον ξέφευγαν τον πόλεμο, όπως και
+τόσες άλλες φορές ως τώρα.
+
+Αγκαλά μπορεί να σε βεβαιώσουν ― αν δουν πως δε σε πείθουν
+τα άλλα τους επιχειρήματα ― πως δεν πίστευαν να νικηθούν
+έτσι οι Τούρκοι, τόσο γρήγορα και τόσο τελειωτικά, πως αυτοί
+έστησαν πόλεμο της Τουρκιάς για να μεταρρυθμίσει το Κράτος
+της μόνο και να καλυτερέψει η τύχη των ομογενών τους, και αν
+ήξεραν από πριν πως θα ξεπατωθούν οι Τούρκοι τόσο γρήγορα,
+βέβαια θα είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους για τη μοιρασιά. Μα
+γι' αυτό όμως ίσια ίσια υπάρχουν πολιτικοί και γι' αυτό
+πολιτικοί και όχι μπαλωματήδες ή κομπογιανίτες διευθύνουν τα
+κράτη και τα έθνη, για να π ρ ο β λ έ π ο υ ν. Και πρόβλεψη
+θα πει, να βάζεις κάτω όλες τις πιθανότητες, να παίρνεις μια
+καλοστημένη ζυγαριά, να τις ζυγίζεις όλες, και έπειτα να
+κάνεις ό,τι είναι να κάνεις. Μα και όταν λεν πως δεν
+επρόβλεπαν τέτοιο κατρακύλισμα της Τουρκιάς, δε μιλούν
+ειλικρινά.
+
+Το πρόβλεπαν, σαν πολιτικοί που είναι, και αν δεν είχαν
+όρεξη να καλοξετάσουν τα ζητήματα οι δικοί μας, ήταν γνωστό
+όμως πως οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι γι' αυτό μονάχα θα
+πολεμούσαν, για να ξεπατώσουν ήγουν την Τουρκιά και να
+μοιραστούν τη λεία. Λίγο τους έννοιαζε αυτούς για
+μεταρρύθμισες και τέτοια. Και αφού τέτοιας λογής ήταν η
+πρόθεση των άλλων, ανάγκη πάσα να ταιριάζαμε και μεις την
+πολιτική μας ανάλογα.
+
+Ως τόσο καλά. Έγινε ό,τι έγινε. Διώχτηκε, ξεπαστρεύτηκε ο
+Τούρκος από την Ευρώπη, εξόν από μιαν ασήμαντη λουρίδα γης
+στη Θράκη. Τώρα έρχεται η μοιρασιά στη μέση, το φάσμα το
+αθώρητο, το τρομερό. Είπαμε πως ο πόλεμος έγινε για να
+πάρουμε Οθωμανικά χώματα, να τα μοιραστούμε, να τα κάνουμε
+δικά μας. Μα τα χώματα αυτά δεν έχουν άραγε κατοίκους απάνω;
+Είναι ακατοίκητα, ή τα κατοικούσαν μονάχα Τουρκαλάδες; Πώς
+θα γίνει τώρα, που στη Θράκη έχουμε, εχτός από την
+Κωνσταντινούπολη και την περιοχή της, 400,000 Έλληνες; Πώς
+θα γίνει που στην περιφέρεια των Σερρών, της Δράμας, της
+Καβάλας, και στο Μοναστήρι (που θα γίνουν Βουλγάρικα),
+έχουμε άλλες 300,000 Έλληνες; Τί θα γίνουν οι άνθρωποι
+αυτοί, που από τώρα κιόλα άρχισαν οι Βούλγαροι, με τρόπο
+ακατονόμαστο (όποιος δεν τα ξέρει, ας πάει να τα μάθει), να
+τους βασανίζουν για να χάσουν τα ελληνικά τους χώματα, τα
+χώματα που κατάχτησε με τη βοήθειά μας ο Βουλγάρικος
+στρατός; Οι άνθρωποι είναι σα σημαίες, και όταν άλλοι
+άνθρωποι πετούν τις σημαίες κάτω και τις τσαλαπατούν, οι
+άνθρωποι τούτοι είναι βάρβαροι και τύραννοι.
+
+Γι' αυτό κάναμε τον πόλεμο; Δεν ξέρω, μα σ' ένα γράμμα που
+έλαβα από κείνα τα μέρη, διαβάζω τούτο: «Εσείς, με το να
+έχετε φτάσει στη Θεσσαλονίκη, ησυχάσατε και ξεκουράζεστε
+τώρα απάνω στις δάφνες σας. Εγώ, με τους Βουλγάρους που
+παίρνουν τις Σαράντα Εκκλησιές, την Αδριανούπολη, τη Βίζα,
+το Σκοπό, το Διδυμότειχο, την Αίνο, το Σουφλί, τη
+Γιουμουλτζίνα, την Ξάνθη, το Δεδεαγάτς, όλη την Θράκη την
+Ελληνική και βρίσκονται απ' όξω από την Πόλη, και ακόμα τη
+Δράμα, την Καβάλα, το Μελένικο, το Νευροκόπι, τις Σέρρες, τη
+Στρούμνιτσα, το Γεύγελι, και είναι μαζύ μας στη Θεσσαλονίκη,
+και ίσως πάρουν και το Μοναστήρι και τη Φλώρινα, με τους
+Βουλγάρους, που η μια γενιά είναι χωριάτες και η άλλη, τα
+παιδιά των χωριατών, με όλα τα καλά και όλα τα κακά του
+χωριάτη, που κατέβασαν εκατό χιλιάδες ταύρους και βώδια στις
+Ρωμέικες πολιτείες και στα χωριά, και χωριάτικα βάλθηκαν από
+τώρα να ξεκάνουν τους Ρωμιούς, με βρισιές, αρπαγές,
+ληστείες, ξύλο, αγγαρείες, βούρδουλα, ατίμωσες, και
+απαγορεύουν τη γλώσσα μας και αρπάζουν ή κλείνουν από τώρα
+τα σκολειά και τις εκκλησιές μας, εγώ, έρχονται ώρες που
+ντρέπομαι για λογαριασμό μας και μου φαίνεται πως έτσι που
+τα κάναμε, δεν κάναμε παρά τον προαγωγό στους Βουλγάρους
+μέσα στα σπίτια μας. Μας ρωτήσατε αν τους θέλουμε; Μα δε
+σκοτίζεσθε σεις για μας, γι' αυτό δε σας θέλουμε πια ούτε
+και σας. Θέλουμε την ελευτεριά μας και την αυτονομία μας,
+γιατί σεις μας καθίσατε έναν καινούριο βάρβαρο απάνω στο
+κεφάλι μας».
+
+Μα ίσως δεν πρέπει να είμαστε τόσο αισθηματικοί. «Ζώμεν εν
+εποχή μεγάλου και επιστημονικού θετικισμού» και (προσθέτω
+εγώ) μεγάλης επιπολαιότητας.
+
+Εγώ εξετάζω αν μπορούσαμε να τα πάρουμε αυτά τα μέρη με το
+στρατό μας και το στόλο μας, αφού αποφασίσαμε να
+ακολουθήσουμε την πολιτική την Ελλαδική, και λέω πως τα
+περισσότερα μπορούσαμε. Και εξετάζω ακόμα αν μπορούσαμε να
+επιμείνουμε να μας δώσουν τώρα οι Βούλγαροι ανταλλάγματα,
+αφού πρόφτασαν αυτοί και τα πήραν.
+
+Ήτανε γνωστό, σ' όσους μελετούν και στοχάζονται (και ο
+πολιτικός έχει θαρρώ, χρέος να μελετά και να στοχάζεται), πως
+οι Βούλγαροι θα προσπαθούσαν να κάνουν κατοχή στα μέρη που
+τους παραχώρησε η Ρωσσία με τη συνθήκη του Άγιου Στέφανου
+στα 1878, και κάτι περισσότερο. Λοιπόν η συνθήκη αυτή δίνει
+στους Βουλγάρους το μεγαλήτερο κομμάτι της Μακεδονίας και
+της Θράκης. Μα αν ήταν να μας αφήσουν οι Βούλγαροι εκείνα τα
+μέρη μονάχα που απόμεναν για την Ελλάδα έξω από τη γραμμή
+του Άγιου Στέφανου, δεν είχαμε ανάγκη να κάνουμε μαζύ με
+τους Βουλγάρους τον πόλεμο. Ας τον έκαναν μοναχοί τους,
+γιατί και έτσι να τον έκαναν και να νικούσαν, πάλι θα μας
+άφηναν αυτά τα ίδια μέρη, και θα τους λέγαμε και σπολλάτη. Ο
+πόλεμος ήταν περιττό ξόδιασμα χρημάτων και ανθρώπων, αν
+σκοπός του ήτανε να ευκολύνει τους Βουλγάρους να κάνουν τη
+Μεγάλη Βουλγαρία του Άγιου Στέφανου.
+
+Ήταν αναπόφευγο λοιπόν, υποθέτω, εμείς ― αφού δεν είχαμε
+ορίσει από πριν τα πράματα με τους καλούς μας συμμάχους ― να
+κοιτάξουμε να πάρουμε πρωτήτερα όσα μπορούσαμε περισσότερα
+από τα μέρη που ήταν βέβαιο πως θα βιάζουνταν να τα
+καταχτήσουν οι Βούλγαροι. Ο Διάδοχος με το στρατό του έκαμε
+ό,τι μπόρεσε, και έφτασε στα Βοδενά, στη Γουμέντσα, στη
+Θεσσαλονίκη, πήρε τη Χαλκιδική, το Λαγκαδά, τη Νιγρίτα, τις
+Ελευθερές, και έστειλε ευζωνάκια στο Γεύγελι και ιππικό στις
+Σέρρες. Έπειτα ανέβηκε και έπιασε το Όστροβο και τη Φλώρινα,
+και ο στρατός του πρόβηκε τέλος και ως στην Κορυτσά. Τα μέρη
+αυτά, εχτός από τη Θεσσαλονίκη, και τη Χαλκιδική, τα δίνει
+όλα η συνθήκη του Άγιου Στέφανου στους Βουλγάρους. Λοιπόν ο
+Διάδοχος έκανε καλά το μέρος του, το πολύ μπορούσε να είχε
+προφτάσει ίσως να πάρει και το Μοναστήρι.
+
+Μα η Κυβέρνηση, που τα σχέδια της τα άλλαζε κατά τους
+ανέμους που φυσούσαν, αντί να στέλνει αποβατικά σώματα να
+πιάνει νησιά, την ώρα που ο λόγος δεν ήταν για τα νησιά παρά
+για την Ευρωπαϊκή Τουρκία (Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρο), θα
+έκανε ό,τι έπρεπε, αν εκείνους που έστειλε στη Χίο και στη
+Μυτιλήνη, τους έστελνε στην Καβάλα (και από κει Δράμα,
+Σέρρες, Ξάνθη), και στο Δεδεαγάτς, όπου δε θα έβρισκαν
+μεγάλη αντίσταση, γιατί ο Τούρκος ήταν απασχολημένος αλλού.
+Και αν ακόμα δεν ήταν να τα κρατήσει όλα αυτά τα μέρη η
+Ελλάδα, πάλι θα είχαμε στο χέρι κάτι να ανταλλάξουμε αν τα
+είχαμε πάρει. Τώρα πια δεν έχουμε τίποτα να ανταλλάξουμε με
+τους Βουλγάρους, παρά μόνο επιχειρήματα, σαν το ακόλουθο:
+«πως ο στόλος μας βοήθησε τους συμμάχους». Ενώ αλλοιώς, αντί
+για επιχειρήματα, θα είχαμε τόπους να ανταλλάξουμε, και το
+εγχείρημα της κατοχής τόπων είναι κάπως πιο δυνατό από όλα
+τα λόγια και από όλα τα λογικώτερα επιχειρήματα της
+θετικιστικής λογικής.
+
+Μα ήταν α ν ά γ κ η να πάρουμε τα νησιά, γιατί αν μας
+κατηγορήσει κανένας αργότερα πως δεν κερδίσαμε και μεγάλα
+πράματα από τον πόλεμο και τη συμμαχία μας με τους
+Βουλγάρους, θα έχουμε να παρατάξουμε καμιά εικοσαριά ονόματα
+νησιών που πήραμε και μπορούμε να κάνουμε έτσι αίσθηση στον
+κοσμάκη. Θα του πούμε: «Μα πώς δεν κερδίσαμε πολλά, αφού
+πήραμε την Τένεδο, την Ίμπρο, τη Θάσο, τη Σαμοθράκη, τη
+Λήμνο, τον Άη-Στράτη, τα Ψαρά, τη Χίο, τη Μυτιλήνη, τα
+Μοσχονήσια, την Ικαρία, τις Κορσιές κτλ. κτλ;».
+
+Και οι θετικιστές έχουν τις ουτοπίες τους. Τώρα που
+διαπραγματευόμαστε το ζήτημα της μοιρασιάς και το ζήτημα της
+ειρήνης, δεν κοιτάζουμε τι είναι να πάρουμε περισσότερο,
+αφού είμαστε θετικιστές, παρά γυρεύουμε να σιγουρέψουμε
+προπάντων την ομοσπονδία τη Βαλκανική. Κοντεύουμε να
+ξεχάσουμε τη μοιρασιά για χάρη της μελλούμενης πιθανής
+ομοσπονδίας. Πάμε να πιάνουμε τη σκιά και αφήνουμε το κρέας.
+
+Μα, ας είναι, δεν μπορεί, θα μας απομείνουν και κάμποσα
+μέρη. Δεν ταιριάζει να παραπονιόμαστε ολοένα.
+
+Και όταν οι καλοσυνείδητες ή όχι εφημερίδες και οι
+καλόπιστοι ή κακόπιστοι αντιπολιτευόμενοι στη Βουλή σηκωθούν
+και αρχίσουν να τον χτυπούν αλύπητα, θα ανεβεί στο βήμα ή θα
+βγει σ' ένα μπαλκόνι ο πρωθυπουργός ― ο πρώτος πολίτης του
+κράτους ― και θα μιλήσει στους «άνδρας Αθηναίους» έτσι:
+«Μήπως παράλαβα την Ελλάδα μεγάλη και σας την παραδίνω
+μικρή; Μήπως είχε πολλούς κατοίκους, πολλά πλούτη, πολλούς
+τόπους, και γω σας τα λιγόστεψα όλα αυτά; Η Ελλάδα, κύριοι,
+από 64,000 τετραγωνικά χιλιόμετρα που ήταν, είναι, τώρα
+84,000, και από 2.700,000 κατοίκους που είχε, έχει τώρα
+4,000,000. Πού είναι η ζημία, και πού η προδοσία; Δεν
+επρόσθεσα στην Ελλάδα, που είναι ο ομφαλός του Ελληνισμού,
+τα Γιάννενα, τη Βέροια, τα Ψαρά, τη Χίο, τη Νιάουσα, τους
+Άγιους Σαράντα; κτλ κτλ. (άλλα σαράντα ονόματα).
+
+Και αλήθεια προδοσία δεν υπάρχει. Μα η ελαφρομυαλιά, η
+ασύγκριτη, είναι κάτι αξιοθαύμαστο. Ως τόσο οι «άνδρες
+Αθηναίοι» ― ο ομφαλός του ομφαλού της Ρωμιοσύνης ― και οι
+κύριοι συμπολιτευόμενοι βουλευτές θα χειροκροτήσουν, και στα
+πραχτικά της Βουλής και στις συμπολιτευόμενες εφημερίδες θα
+βλέπεις, ω αναγνώστα, σημειωμένα «παρατεταμένα
+χειροκροτήματα» και «ουρανομήκεις ζητωκραυγάς». Και έτσι,
+πάει λέοντας.
+
+Ποιος από τους Ελλαδίτες δεν έχει Ελλαδική αντίληψη; Ποιος
+έχει να στενοχωρεθεί για κείνο που μπορούσε να είχε γίνει
+και δεν έγινε, ή για κείνα που δεν τα κατάφεραν καλά, ή για
+τους αναρίθμητους Έλληνες που θα πρέπει ή να γίνουν
+Βούλγαροι ή να φύγουν από τους τόπους που είναι πατρίδα
+τους, πατρίδα άλλο τόσο Ελληνική, όσο Ελληνικός είναι και ο
+Μωρηάς ή η Ρούμελη; Και ποιος άλλος, παρά κακόβουλοι εχθροί
+του πρωθυπουργού και του κόμματος, για προσωπικούς λόγους,
+μπορούν να ξεστομίσουν καν την αμφιβολία τους; «Μα την ώρα
+που η Ελλάδα από 64,000 χιλιόμετρα γίνεται 84,000, τι
+γίνεται η Βουλγαρία και η Σερβία;». Αν η Βουλγαρία, γίνεται
+τζάμπα και με τη βοήθειά μας, μ ε γ ά λ η Β ο υ λ γ α ρ ί α,
+διπλή δηλαδή παρ' ό,τι ήταν, και με λιμάνια στο Αιγαίο,
+και βάζουμε στο κεφάλι μας για τα μελλούμενα χρόνια του
+Έθνους μπελάδες χίλιες μύριες φορές χειρότερους από τον
+μπελά των Τούρκων, κατεβάζοντας τους Σλαύους εμείς και
+δυναμώνοντάς τους, τι μας μέλει εμάς τους Ελλαδίτες; Δεν
+πάει να γίνει ό,τι θέλει και Βουλγαρία και Σερβία, αφού
+εμείς είμαστε ευχαριστημένοι με το κράτος μας και μας
+παινούνε κιόλας οι Ευρωπαίοι για τον πρωθυπουργό μας; Και αν
+μάλιστα μας λάχει και η Θ ε σ σ α λ ο ν ί κ η ― πράμα όχι
+αδύνατο ούτε και πολύ σπουδαίο, γιατί θα πάρουμε μόνη την
+πολιτεία και λίγα χιλιόμετρα γύρω, και σε δέκα χρόνια μέσα
+τα Σερβικά και Βουλγάρικα λιμάνια στην Αδριατική και στην
+Άσπρη θάλασσα θα ρουφήξουν όλο το τωρινό εμπόριο της
+Θεσσαλονίκης, ― ε, τότε ποιος μας πιάνει;
+
+Το όνομα «Θεσσαλονίκη» είναι μάγια φορτωμένο, αντιλαλεί σαν
+κανόνι, και λάμπει στα μάτια του λαού σαν το άστρο της
+αυγής, και μόνο αυτή να κάνουμε δική μας, ο Βενιζέλος δεν
+πέφτει από την Πρωθυπουργία, ― πράμα αδιάφορο.
+
+Ποιος θα κοτήσει τότε να βγάλει τσιμουδιά;
+
+Ως τόσο τα 3/4 της Μακεδονίας, όλη η Θράκη, εχτός από την
+Πόλη, θα είναι Βουλγαρία, και ο Αρβανίτης θα αρπάξει στο
+δικό του κράτος τη μισή Ήπειρο.
+
+
+
+
+ΠΙΝΑΚΑΣ
+
+
+
+ Για τούτο το Βιβλίο (του Δ. Π. Ταγκόπουλου) .. σελ. 5
+ Στην Πόλη (1904) ............................... » 9
+ Το Έθνος, οι Τάξες και ο Ένας (1907) ........... » 22
+ Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (ί907) ................ » 34
+ Τι είναι το Γλωσσικό ζήτημα (1907) ............. » 39
+ Ο ευγενικώτερα πολιτισμένος λαός (1907) ........ » 43
+ Α' Προκήρυξη προς τους σκλαβωμένους και
+ τους ελευθερωμένους Έλληνες (1908) ............. » 48
+ Η Μικρή Πατρίδα (Β' Προκήρυξη κτλ.) (l908) ..... » 56
+ Στρατός και άλλα (Γ' Προκήρυξη κτλ.) (1909)..... » 66
+ Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία (1908) ........... » 95
+ Τιμή και Ανάθεμα (1912) ........................ » 107
+
+
+
+ΕΚΔΟΣΕΙΣ
+ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ "ΤΥΠΟΣ„
+ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ, 3 ― ΑΘΗΝΑΙ.
+
+
+
+
+1. &Η ΜΙΝΙΟΝ& του &Γκαίτε&. Το χαριτωμένο επεισόδιο της
+&Μινιόν& βγαλμένο από το περιώνυμο ρομάντσο του Γκαίτε: «&Τα
+μαθητικά χρόνια του Βίλελμ Μάιστερ&». Μετάφρ. Ηλ.
+Βουτιερίδη ................................................. Δρ. 2.50
+
+2. &Η ΜΠΑΛΛΑΔΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ ΤΟΥ ΡΙΝΤΙΓΓ&, το υπέροχο αυτό
+έργο του &Οσκάρ Ουάιλδ&, σε αριστοτεχνική έμμετρη μετάφραση
+του αρχισυντάκτου του «Νουμά» κ. Κ. Καρθαίου. Η μετάφραση
+αυτή εκρίθηκε ως ανώτερη κι' από τη Γερμανική κι' από τη
+Γαλλική μετάφραση............................................. » 2.50
+
+3. &ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΓΚΕΛΑ&. Μικρά χαραχτηριστικά σκίτσα που
+τάγραψε μέσα στη φυλακή ο κ. Δ. Π. Ταγκόπουλος................ » 3. ―
+
+4. &ΓΥΡΙΣΜΟΙ&. Ποιήματα του ποιητή κ. Ρώμου
+Φιλλύρα ...................................................... » 3. ―
+
+5. &ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΚΑΙ ΣΙΣΥΦΟΣ&. Δράμα φιλοσοφικοκοινωνικό της
+Πολωνέζας ποιήτριας &Μαρίας Κονοπνίτσκη&, συμβολίζον τον
+πόλεμο του Πνεύματος και της Ύλης. Μετάφρ. από το Ρωσσικό
+του Στ. Κανονίδη ............................................. » 2. ―
+
+6. &ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ& της Μυρτιώτισας σ' έκδοση
+καλλιτεχνική ................................................. » 4. ―
+
+7. &ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ Η ΔΟΞΑ...& Εντυπώσεις και εικόνες του νεαρού
+λογίου και δημοσιογράφου κ. Κ. Καραμούζη από την Ελληνική
+Σμύρνη........................................................ » 3. ―
+
+8. &ΔΡΑΜΑΤΑ& Τόμος Α' του κ. Δ. Π. Ταγκόπουλου, πάνω σε
+θέματα κοινωνικά: &Ζωντανοί και Πεθαμένοι& (προγονοπληξία) ―
+&Αλυσίδες& (πολιτική συναλλαγή) ― &Στην Οξώπορτα& (κοινωνική
+αλληλεγγύη) ............................................... Δρ. 6. ―
+
+9. &ΑΔΟΛΦΟΣ& ρομαντικό διήγημα του Γάλλου συγγραφέως
+&Βενιαμίν Κωνστάν& Μετάφρ. Κ. Ουράνη ..........................» 3.50
+
+10. &ΚΑΝΑΡΙΝΑΚΙ&. Η ζωή των Ευελπίδων γραμμένη από ένα
+συνάδελφό τους ............................................... » 3. ―
+
+11. &ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ& του μεγάλου Ρώσσου συγγραφέως &Τσέχωφ&.
+Μετάφρασις Αθ. Μίχα .......................................... » 3.50
+
+12. &ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ&. Νέος καλλιτεχνικός τόμος ποιημάτων του
+ποιητή Κώστα Ουράνη .......................................... » 5. ―
+
+
+&ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ:&
+
+&ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗ& (τακτοποιημένα και φροντισμένα
+από το Δ. Π. Ταγκόπουλο). Τόμ. Α'. <Αθηναϊκαί σελίδες».
+
+&ΤΡΙΑΝΤΑΔΥΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ& του Δημοσθ. Βουτυρά.
+
+&Ο ΠΑΤΕΡΑΣ& κι άλλα διηγήματα του Κώστα Παρορίτη.
+
+&ΔΙΑΛΕΧΤΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ& του Γρ. Ξενόπουλου.
+
+&ΕΚΛΕΧΤΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ& του Αργύρη Εφταλιώτη (τακτoποιημένες και
+φροντισμένες από τον Δ. Π. Ταγκόπουλο.
+
+&ΥΜΝΟΙ&. Ποιήματα Ρήγα Γκόλφη.
+
+&ΟΙ ΑΛΑΝΙΑΡΗΔΕΣ& του Δημοσθ. Βουτυρά.
+
+&ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΓΚΕΛΑ&. Έκδοση Β'. (με νέα ανέκδοτα σκίτσα).
+
+&ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ& του Κάλβου, με κριτική μελέτη του Αρ. Καμπάνη.
+
+&ΠΟΙΗΜΑΤΑ& του Κ. Καρθαίου.
+
+***
+
+1) « ... .ούτε ζύγισα τα χρήσιμα πράγματα για να ιδώ ποια
+είναι τα πιο χρήσιμα. Αυτό που σου είπα, &πρέπει& να γίνει».
+(Ηρώων και Μαρτύρων αίμα, σελ. 64).
+
+2) .... Όταν τον είδομεν νεκρόν, το αίμα έρρεεν ακόμα από
+τα άγρια τραύματά του, αλλά το πρόσωπόν του, με το
+αλησμόνητον μειδίαμα του, έλεγεν ακόμη· «Άφες αυτοίς ου γαρ
+οίδασι τι ποιούσι». Εν τη βαθεία στοργή, την οποίαν, ως κ'
+εκείνος, έχομεν προς τον στρατόν μας, θέλομεν μάλιστα, παρά
+την οδύνην μας, να εξάρωμεν το γεγονός ότι οι κακουργήσαντες
+δεν ανήκουσιν εις σώμα του τακτικού στρατεύματος». (Από το
+υπέροχο άρθρο του κ. Αθ. Σουλιώτη Νικολαΐδη που δημοσιεύτηκε
+στην «Πολιτική Επιθεώρηση» ― σελ. 209 210. 29.8.920.)
+
+3) Εδώ, φοβάμαι, πως θάναι κάπιο χοντρό λάθος· τυπογραφικό.
+Είναι αδύνατο μπαίνοντας κανείς στην Πόλη, να ιδή μαζί
+Δαρδανέλλια και Πόλη. Ίσως το χειρόγραφο αντί &Δαρδανέλλια&
+νάχε &Βόσπορο&.
+
+4) Για τους «Ελλαδικούς» στις 6 του Μάη 1907 δημοσιεύτηκε
+στο φύλλο του «Νουμά» ένα άρθρο δικό μου σχετικό με αυτό το
+μέρος του σημερινού μου άρθρου.
+
+5) Το φυλλάδιο είχε και χάρτη στο τέλος πούδειχνε όσα
+αναφέρονται σε τούτο τον παράγραφο.
+
+6) Έχω γράψει μάλιστα πολύ νέος ένα μυθιστόρημα, που δεν το
+δημοσίεψα, και που είναι μια ψυχολογική ανάλυση του εαυτού
+μου σ' όλα τα στάδια που πέρασα από τότε που μικρός άρχιζα
+να νιώθω τον έρωτά μου. Εκεί μέσα θα έβλεπε ο κ. Σκληρός
+όλες τις τρεχούμενες ουτοπίες, σοσιαλιστικές,
+κοσμοπολίτικες, ανθρωπιστικές, χρησιμοθεωρικές, πατριωτικές
+και πόθους και λαχτάρες και σκεπτικισμό πολύ.
+ Ι.Δ.
+
+
+
+
+
+
+End of the Project Gutenberg EBook of Studies, by Ion Dragoumis
+
+*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK STUDIES ***
+
+***** This file should be named 36129-8.txt or 36129-8.zip *****
+This and all associated files of various formats will be found in:
+ http://www.gutenberg.org/3/6/1/2/36129/
+
+Produced by Sophia Canoni
+
+Updated editions will replace the previous one--the old editions
+will be renamed.
+
+Creating the works from public domain print editions means that no
+one owns a United States copyright in these works, so the Foundation
+(and you!) can copy and distribute it in the United States without
+permission and without paying copyright royalties. Special rules,
+set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to
+copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to
+protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project
+Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you
+charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you
+do not charge anything for copies of this eBook, complying with the
+rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose
+such as creation of derivative works, reports, performances and
+research. They may be modified and printed and given away--you may do
+practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is
+subject to the trademark license, especially commercial
+redistribution.
+
+
+
+*** START: FULL LICENSE ***
+
+THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE
+PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK
+
+To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free
+distribution of electronic works, by using or distributing this work
+(or any other work associated in any way with the phrase "Project
+Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project
+Gutenberg-tm License (available with this file or online at
+http://gutenberg.org/license).
+
+
+Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm
+electronic works
+
+1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm
+electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to
+and accept all the terms of this license and intellectual property
+(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all
+the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy
+all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession.
+If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project
+Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the
+terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or
+entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8.
+
+1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be
+used on or associated in any way with an electronic work by people who
+agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few
+things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works
+even without complying with the full terms of this agreement. See
+paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project
+Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement
+and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic
+works. See paragraph 1.E below.
+
+1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation"
+or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project
+Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the
+collection are in the public domain in the United States. If an
+individual work is in the public domain in the United States and you are
+located in the United States, we do not claim a right to prevent you from
+copying, distributing, performing, displaying or creating derivative
+works based on the work as long as all references to Project Gutenberg
+are removed. Of course, we hope that you will support the Project
+Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by
+freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of
+this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with
+the work. You can easily comply with the terms of this agreement by
+keeping this work in the same format with its attached full Project
+Gutenberg-tm License when you share it without charge with others.
+
+1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern
+what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in
+a constant state of change. If you are outside the United States, check
+the laws of your country in addition to the terms of this agreement
+before downloading, copying, displaying, performing, distributing or
+creating derivative works based on this work or any other Project
+Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning
+the copyright status of any work in any country outside the United
+States.
+
+1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg:
+
+1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate
+access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently
+whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the
+phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project
+Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed,
+copied or distributed:
+
+This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with
+almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or
+re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included
+with this eBook or online at www.gutenberg.org
+
+1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived
+from the public domain (does not contain a notice indicating that it is
+posted with permission of the copyright holder), the work can be copied
+and distributed to anyone in the United States without paying any fees
+or charges. If you are redistributing or providing access to a work
+with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the
+work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1
+through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the
+Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or
+1.E.9.
+
+1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted
+with the permission of the copyright holder, your use and distribution
+must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional
+terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked
+to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the
+permission of the copyright holder found at the beginning of this work.
+
+1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm
+License terms from this work, or any files containing a part of this
+work or any other work associated with Project Gutenberg-tm.
+
+1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this
+electronic work, or any part of this electronic work, without
+prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with
+active links or immediate access to the full terms of the Project
+Gutenberg-tm License.
+
+1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary,
+compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any
+word processing or hypertext form. However, if you provide access to or
+distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than
+"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version
+posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org),
+you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a
+copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon
+request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other
+form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm
+License as specified in paragraph 1.E.1.
+
+1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying,
+performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works
+unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9.
+
+1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing
+access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided
+that
+
+- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from
+ the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method
+ you already use to calculate your applicable taxes. The fee is
+ owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he
+ has agreed to donate royalties under this paragraph to the
+ Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments
+ must be paid within 60 days following each date on which you
+ prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax
+ returns. Royalty payments should be clearly marked as such and
+ sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the
+ address specified in Section 4, "Information about donations to
+ the Project Gutenberg Literary Archive Foundation."
+
+- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies
+ you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he
+ does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm
+ License. You must require such a user to return or
+ destroy all copies of the works possessed in a physical medium
+ and discontinue all use of and all access to other copies of
+ Project Gutenberg-tm works.
+
+- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any
+ money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the
+ electronic work is discovered and reported to you within 90 days
+ of receipt of the work.
+
+- You comply with all other terms of this agreement for free
+ distribution of Project Gutenberg-tm works.
+
+1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm
+electronic work or group of works on different terms than are set
+forth in this agreement, you must obtain permission in writing from
+both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael
+Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the
+Foundation as set forth in Section 3 below.
+
+1.F.
+
+1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable
+effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread
+public domain works in creating the Project Gutenberg-tm
+collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic
+works, and the medium on which they may be stored, may contain
+"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or
+corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual
+property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a
+computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by
+your equipment.
+
+1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right
+of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project
+Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project
+Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all
+liability to you for damages, costs and expenses, including legal
+fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT
+LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE
+PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE
+TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE
+LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR
+INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH
+DAMAGE.
+
+1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a
+defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can
+receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a
+written explanation to the person you received the work from. If you
+received the work on a physical medium, you must return the medium with
+your written explanation. The person or entity that provided you with
+the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a
+refund. If you received the work electronically, the person or entity
+providing it to you may choose to give you a second opportunity to
+receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy
+is also defective, you may demand a refund in writing without further
+opportunities to fix the problem.
+
+1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth
+in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS' WITH NO OTHER
+WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO
+WARRANTIES OF MERCHANTIBILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE.
+
+1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied
+warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages.
+If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the
+law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be
+interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by
+the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any
+provision of this agreement shall not void the remaining provisions.
+
+1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the
+trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone
+providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance
+with this agreement, and any volunteers associated with the production,
+promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works,
+harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees,
+that arise directly or indirectly from any of the following which you do
+or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm
+work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any
+Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause.
+
+
+Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm
+
+Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of
+electronic works in formats readable by the widest variety of computers
+including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists
+because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from
+people in all walks of life.
+
+Volunteers and financial support to provide volunteers with the
+assistance they need, are critical to reaching Project Gutenberg-tm's
+goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will
+remain freely available for generations to come. In 2001, the Project
+Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure
+and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations.
+To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation
+and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4
+and the Foundation web page at http://www.pglaf.org.
+
+
+Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive
+Foundation
+
+The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit
+501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the
+state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal
+Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification
+number is 64-6221541. Its 501(c)(3) letter is posted at
+http://pglaf.org/fundraising. Contributions to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent
+permitted by U.S. federal laws and your state's laws.
+
+The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S.
+Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered
+throughout numerous locations. Its business office is located at
+809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887, email
+business@pglaf.org. Email contact links and up to date contact
+information can be found at the Foundation's web site and official
+page at http://pglaf.org
+
+For additional contact information:
+ Dr. Gregory B. Newby
+ Chief Executive and Director
+ gbnewby@pglaf.org
+
+
+Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg
+Literary Archive Foundation
+
+Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide
+spread public support and donations to carry out its mission of
+increasing the number of public domain and licensed works that can be
+freely distributed in machine readable form accessible by the widest
+array of equipment including outdated equipment. Many small donations
+($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt
+status with the IRS.
+
+The Foundation is committed to complying with the laws regulating
+charities and charitable donations in all 50 states of the United
+States. Compliance requirements are not uniform and it takes a
+considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up
+with these requirements. We do not solicit donations in locations
+where we have not received written confirmation of compliance. To
+SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any
+particular state visit http://pglaf.org
+
+While we cannot and do not solicit contributions from states where we
+have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition
+against accepting unsolicited donations from donors in such states who
+approach us with offers to donate.
+
+International donations are gratefully accepted, but we cannot make
+any statements concerning tax treatment of donations received from
+outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff.
+
+Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation
+methods and addresses. Donations are accepted in a number of other
+ways including checks, online payments and credit card donations.
+To donate, please visit: http://pglaf.org/donate
+
+
+Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic
+works.
+
+Professor Michael S. Hart is the originator of the Project Gutenberg-tm
+concept of a library of electronic works that could be freely shared
+with anyone. For thirty years, he produced and distributed Project
+Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support.
+
+
+Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed
+editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S.
+unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily
+keep eBooks in compliance with any particular paper edition.
+
+
+Most people start at our Web site which has the main PG search facility:
+
+ http://www.gutenberg.org
+
+This Web site includes information about Project Gutenberg-tm,
+including how to make donations to the Project Gutenberg Literary
+Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to
+subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks.
diff --git a/36129-0.zip b/36129-0.zip
new file mode 100644
index 0000000..3c33436
--- /dev/null
+++ b/36129-0.zip
Binary files differ
diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt
new file mode 100644
index 0000000..6312041
--- /dev/null
+++ b/LICENSE.txt
@@ -0,0 +1,11 @@
+This eBook, including all associated images, markup, improvements,
+metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be
+in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES.
+
+Procedures for determining public domain status are described in
+the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org.
+
+No investigation has been made concerning possible copyrights in
+jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize
+this eBook outside of the United States should confirm copyright
+status under the laws that apply to them.
diff --git a/README.md b/README.md
new file mode 100644
index 0000000..962020b
--- /dev/null
+++ b/README.md
@@ -0,0 +1,2 @@
+Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for
+eBook #36129 (https://www.gutenberg.org/ebooks/36129)