diff options
| author | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 20:11:50 -0700 |
|---|---|---|
| committer | Roger Frank <rfrank@pglaf.org> | 2025-10-14 20:11:50 -0700 |
| commit | 44dee6f97e0bfbc16cc1240bc72ac4c79cf18503 (patch) | |
| tree | 1291416eab1fc29a898bcf834e2f12cc835686c9 | |
| -rw-r--r-- | .gitattributes | 3 | ||||
| -rw-r--r-- | 39073-0.txt | 2111 | ||||
| -rw-r--r-- | 39073-0.zip | bin | 0 -> 35201 bytes | |||
| -rw-r--r-- | 39073-h.zip | bin | 0 -> 91923 bytes | |||
| -rw-r--r-- | 39073-h/39073-h.htm | 2127 | ||||
| -rw-r--r-- | 39073-h/images/cover.jpg | bin | 0 -> 56218 bytes | |||
| -rw-r--r-- | LICENSE.txt | 11 | ||||
| -rw-r--r-- | README.md | 2 |
8 files changed, 4254 insertions, 0 deletions
diff --git a/.gitattributes b/.gitattributes new file mode 100644 index 0000000..6833f05 --- /dev/null +++ b/.gitattributes @@ -0,0 +1,3 @@ +* text=auto +*.txt text +*.md text diff --git a/39073-0.txt b/39073-0.txt new file mode 100644 index 0000000..3196c19 --- /dev/null +++ b/39073-0.txt @@ -0,0 +1,2111 @@ +The Project Gutenberg EBook of The Libation Bearers, by Aeschylus + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + + +Title: The Libation Bearers + +Author: Aeschylus + +Translator: Ioannis Gryparis + +Release Date: March 7, 2012 [EBook #39073] + +Language: Greek + +Character set encoding: UTF-8 + +*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK THE LIBATION BEARERS *** + + + + +Produced by Sophia Canoni + + + + +Note: The tonic system has been changed from polytonic to +monotonic. The spelling of the book has not been changed +otherwise. + +Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε +μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου. + + + +ΑΙΣΧΥΛΟΣ + + + +ΟΡΕΣΤΕΙΑ + +ΧΟΗΦΟΡΟΙ + + + +ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ +I. Ν. Γ Ρ Υ Π Α Ρ Η + + + +ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ + +ΟΡΕΣΤΕΙΑ + +ΧΟΗΦΟΡΟΙ + +ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ + +I. Ν. Γ Ρ Υ Π Α Ρ Η + +ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ + + + +Υ Π Ο Θ Ε Σ I Σ + + + +Το δεύτερον δράμα της Ορεστείας, αι Χοηφόροι, περιέχουσι την +κυρίαν πράξιν, δηλ. την μητροκτονίαν του Ορέστου επί της οποίας +στηρίζεται το ηθικόν πρόβλημα της Τριλογίας. + +Η ένοχος Κλυταιμνήστρα ταρασσομένη από απαίσια όνειρα στέλλει την +κόρην της Ηλέκτραν με συνοδείαν δούλων γυναικών (ο χορός) δια να +εξευμενίση με νεκρωσίμους εκ μέρους της σπονδάς (χοάς) την σκιάν +τον αδικοσκοτομένου Αγαμέμνονος. — Εκεί επί του τάφου, γίνεται η +αναγνώρισις των δύο αδελφών, της Ηλέκτρας και του Ορέστου, όστις +κρυφίως εκ της Φωκίδος είχεν έλθη μετά τον φίλον του Πυλάδου διά +να λάβη εκδίκησιν του φόνου του πατρός του, συμφώνως με την +επιτακτικήν διαταγήν του Απόλλωνος. Οι δύο αδελφοί ψάλλουσιν +αμοιβαίον επιτάφιον θρήνον (κομμόν) επί τον τάφου του πατρός των, +και σχεδιάζουσι την εκδίκησιν. + +Πράγματι ο Ορέστης εισάγεται διά δόλου, όπως απήτησεν ο χρησμός +του δελφικού Θεού, εις το πατρικόν ανάκτορον, όπου φονεύει πρώτον +τον Αίγισθον και κατόπιν επί του πτώματος αυτού την μητέρα του +Κλυταιμνήστραν. + +Ακολούθως ανοίγει τας πύλας του ανακτόρου και επιδεικνύει εις τον +λαόν τους νεκρούς των τιμωρηθέντων ενόχων και αφ' ετέρου τον +πέπλον διά τον οποίον εκείνοι περιετύλιξαν τον πατέρα τον και τον +εδολοφόνησαν. Αλλά συγχρόνως αρχίζει να ταράσσεται το λογικόν του, +βλέπει ενώπιόν του τα φάσματα των τιμωρών Ερινύων, επικαλείται την +μαρτυρίαν των Αργείων διά την αθωότητά τον και τρέπεται εις +εκουσίαν εξορίαν. + + + + +Π Ρ Ο Σ Ω Π Α + + + +ΟΡΕΣΤΗΣ +ΠΥΛΑΔΗΣ +ΧΟΡΟΣ +ΗΛΕΚΤΡΑ +ΔΟΥΛΟΣ +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ +ΤΡΟΦΟΣ +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + + +ΑΙΣΧΥΛΟΥ + + + +ΧΟΗΦΟΡΟΙ + + + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ω χθόνιε Έρμη, της πατρικής μου αρχής προστάτη, + σωτήρας, δέομαι, γίνε μου και σύμμαχος μου, + τώρα που πίσω ο εξόριστος φτάνω στη γη μας + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + και κράζω του πατέρα μου, σ' αυτόν επάνω + του τάφου του τον όχτο, να μ' ακούση . . + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + . . . πλεξίδα πότρεφα του Ινάχου + κι' αυτή την άλλη για το πένθος του πατρός μου. + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + γιατί δεν ήμουν μπρος να κλάψω το νεκρό σου, + πατέρα, ουδέ στο ξόδι σου ν' απλώσω χέρι. + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + Α! + + τι 'ναι που βλέπω! σαν ποια νάναι η συνοδεία + των γυναικών αυτών των μαυροφορεμένων, + πόρχουνται δώθε; τι να φαντασθώ πως τρέχει; + μη βρήκε νέα το σπίτι μας συμφορά πάλι; + Ή δεν θα γελαστώ αν ειπώ πως του πατρός μου + φέρνουν χοές που τους νεκρούς καλοκαρδίζουν; + το δίχως άλλο! γιατί, νά, θαρρώ κ' η Ηλέκτρα + έρχεται η αδερφή μου εδώ βαρυπενθούσα. + Ω Δία, δόσε του πατέρα μου το φόνο + να εκδικηθώ και γίνε πρόθυμος βοηθός μου! + Πυλάδη, ας τραβηχτούμε, για να εξακριβώσω + τι νάναι αυτών των γυναικών η λιτανεία. + +ΧΟΡΟΣ + (πάροδος) + + Ήρθα σταλμένη συνοδειά + χοές να φέρω απ' τα παλάτια + γοργά τα στήθια μου χεροχτυπόντας· + πρέπουν στα ματωμένα μάγουλά μου + ξεγδάρματ' απ' το νιόκοπο σπάραγμα των νυχιών + — όσο για θρήνους βόσκομαι καθημερνά μ' αυτούς. + Των πέπλων μου τα λινά φάδια + σχίστηκαν κ' έγιναν κουρέλια + από τη λύπη μου, πάνω στα στήθια, + που στόλιζαν, κομματιασμένα, + από τα αγέλαστά μας πάθια. + Γιατί φόβος ορθότριχος τρανός + ονειρομάντης των σπιτιών, στον ύπνο + φρουμάζοντας μ' οργή, στης νύχτας την καρδιά, + έβαλ' ένα ξεφωνητό τρομάρας στα παλάτια + στο γυναικίτη μέσα πέφτοντας βαρύς· + κι αυτού του ονείρου οι εξηγητάδες + είπαν, μ' εγγύησι θεϊκιά, + πως τόχουν οι κατωκοσμίτες + βαριά παρμένο στην καρδιά + και κρατούν όργητα στους φονιάδες. + + Ζητόντας χάρι αχάριστη, ω μάννα γη, + να στρέψη τούτα τα κακά απ' την κεφαλή της, + μ' έστειλ' εμένα δω η άθεη η γυναίκα· + όμως, φοβούμαι να τον πω το λόγο αυτό· + γιατί ποιάν έχει γιατρειά το αίμα που θα χυθή; + Αλλοί, σπίτι πανάθλιο, + θεμελιοξεσπιτώματα, + ανήλια ανθρωπομίσητα + σκοτάδια σε σκεπάζουνε, + με του κυρίου το θάνατο. + + Τώρα το πριν το σέβας ταπολέμητο + κι ανίκητο κι αδάμαστο, που μέσ' απ' του λαού + τ' αυτιά περνούσε και μέσ' απ' τα φρένα, + χάθηκε· και καθείς τέτοια ευτυχία φοβάται + πούναι θεός για τους θνητούς και κάτι πιο πολύ. + Της δίκης η απόφασι αγρυπνά + γι' άλλους γοργή καταμεσήμερα, + γι άλλους φυλάει με τον καιρό + την τιμωρία το σούρπωμα, + κι άλλους κρατάει μεσάνυχτα. + + Για τα αίματα που χύθηκαν και τάπιε η μάννα γης + μένει πηχτός κι ασκόρπιστος λύθρος εκδικητής· + κ' η βασανίστρα εκδίκησι τον σέρνει εδώ κ' εκεί + τον ένοχο, που πάσα αρρώστεια τυραγνεί. + Και να κρυφτή σε νυφικό δεν έχει γλυτωμό + κι όλοι ναρθούν οι ποταμοί + απόνα δρόμο, για να πλύνουν χέρι αιματωμένο, + του κάκου θε να ξεχειλίσουν. + + Μα εγώ αφού μου ωρίσανε οι θεοί + διπλή πατρίδα, κι απ' τα σπίτια + τα πατρικά με ρίξανε στην τύχη της σκλαβιάς — + πρέπει σε δίκια κι άδικα + των κύριων της ζωής μου + σύμφωνη νάμαι, πνίγοντας + την πικρήν έχθρα στην καρδιά μου· + και σκέποντας το πρόσωπο δακρύζω + του αφέντη μας την τυφλή τύχη + κ' οι κρυφές λύπες με μαργώνουν. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Πιστές μου σκλάβες, των σπιτιών μας κυβερνήτρες, + αφού μαζί μου έχετ' ερθή, της λιτανείας + ετούτης συνοδεία, ζητώ τη συμβουλή σας, + τώρα που αυτές τις νεκρικές χοές στο μνήμα + του πατέρα μου χύνω, ποιαν ευχή να κάμω + που να τούνε καλόδεχτη; να του πω τάχα + πως από μέρος της μητέρας μου τις φέρνω, + της καλής του γυναίκας στον καλό της άντρα; + Δεν έχω θάρρος αχ! και τι να πω δεν ξέρω, + ενώ την προσφορά στον τάφο του θα χύνω. + Ή να του δεηθώ, καθώς και νόμος είναι + ανθρώπινος, να δώση αυτών, που του τις στέλλουν + τις προσφορές, την πλερωμή που τους αξίζει; + ή δίχως λόγο, ατίμητα, καθώς και κείνος + εχάθηκε, να χύσω τις χοές στο χώμα, + που θα τις πιή και να γυρίσω έτσι οπίσω + σαν ένας που αφίνει καθαρμούς και φεύγει + δίχως τα μάτια του να στρέψη να κοιτάξη; + Και σεις την ίδια νάχετε, φίλες μου, γνώμη, + αφού την ίδιαν έχουμε στο σπίτι έχθρα· + ανοίξετέ μου δίχως φόβο την καρδιά σας, + γιατί τ' όμοιο γραφτό της μοίρας περιμένει + κ' ελεύθερο κι όποιος σε ξένα χέρια σκλάβος· + λέγε μου, τίποτε καλύτερό μου αν ξέρης. + +ΧΟΡΟΣ + Σέβομαι σα βωμό το μνήμα του πατρός σου + κι αφού προστάζεις θα σου κρίνω απ' την καρδιά μου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Καθώς τον τάφο του σεβάστηκες, και κρίνε. + +ΧΟΡΟΣ + Χύνε, κ' εύχου καλό για όσους τον αγαπούνε + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και ποιοί 'ναι οι φίλοι αυτοί που λες να ονοματίσω; + +ΧΟΡΟΣ + Εσένα πρώτα πες κι όσοι 'ναι εχθροί του Αιγίσθου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Τότε για με και σε την ευχή λες να κάμω. + +ΧΟΡΟΣ + Μόνη σου πια κατάλαβε τι έχεις να κρίνης. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Ποιο λοιπόν άλλο μετά μάς να βάλω ακόμα; + +ΧΟΡΟΣ + Τον Ορέστη μελέτησε, όμως κι αν λείπη. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Καλά λες, και τον έφερες και με στο νου μου. + +ΧΟΡΟΣ + Τώρα θυμάμενη, γι' αυτούς που τον σκοτώσαν . . . + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Τι να πω; ξήγησέ μου της άμαθης να μάθω. + +ΧΟΡΟΣ + Κάποιος γι' αυτούς άνθρωπος ή θεός να φτάση, + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και ποιο απ' τα δυο, κριτής των ή εκδικητής των; + +ΧΟΡΟΣ + Τόσο φτάνει να πης, το αίμα να πάρη πίσω. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και μου είναι τούτο απ' τους θεούς συχωρεμένο; + +ΧΟΡΟΣ + Πώς όχι, τον εχθρό με κακό να πλερώνης; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Κήρυκα μέγιστε της γης και τουρανού, + βοήθησέ μας, χθόνιε Ερμή, και στείλε μου τις + αυτές μου τις ευχές κάτω στη γης, ν' ακούσουν + του κάτω κόσμου οι θεοί, που το φυλάγουν + το αίμα του πατέρα μου, κ' η Γη που όλα + γεννά και θρέφει και το σπέρμα πίσω παίρνει. + Και γω σκορπόντας στους νεκρούς τα δώρα τούτα + λέω και κράζω «ελέησε και με, πατέρα, + και τον Ορέστη, να τον φέρουμε στα σπίτια, + που έτσι σαν πουλημένοι τώρα τριγυρνούμε + απ' την ίδια τη μάννα μας· κι άλλαξεν άντρα + τον Αίγιστο αντίς σε, το συνεργό του φόνου. + Κ' είμαι σε τόπο δούλας τώρα εγώ· κι ο Ορέστης + απ' τα δικά του εξόριστος, ενώ εκείνοι + χαροκοπούν απόκοτα μέσα στο βιος σου. + Μ' ας έρθη πια ο Ορέστης από κάποια τύχη, + παρακαλώ σε, κι άκουσέ μου εσύ πατέρα· + δόσε κ' εγώ πολύ πιο γνωστικιά να γίνω + απ' τη μητέρα και μ' αγνότερα τα χέρια. + Για μας αυτές οι ευχές· και στους εχθρούς μας πάλι + λέω να φανή, πατέρα μου, εκδικητής σου, + που τους φονιάδες με το δίκιο να σκοτώση· + [αυτά στη μέση βάζω της καλής ευχής μου + και λέω για κείνους την κακήν αυτή κατάρα· ] + σε μας τα καλά στέλλε μας, με τη βοήθεια + των θεών και της γης και της νικήτρας δίκης. + Σε τέτοιες πάνω ευχές τις σπονδές τούτες χύνω, + και σεις με μοιρολόγια στεφανώνετέ τις, + ως είναι νόμος, ψάλλοντας νεκρικόν ύμνο. + +ΧΟΡΟΣ + Χύνετε δάκρυα μαύρ' από σταμνιού + ταδικοσκοτωμένου μας αφέντη, + τώρα πόχει πιωμένες τις χοές + αυτός ο τάφος των καλών η σκέπη + και προστασία και φυλακτό + για τα κακά τα ξωρκισμένα· + κι άκου και δέξου, σεβαστέ, + από τη μαύρη την καρδιά μου τις ευχές μας. + Αχ, και ποιος να είταν χεροδύναμος + νάρχονταν άντρας λυτρωτής μας, + δίστροφα σειόντας βέλη σκυθικά στον πόλεμο, + και στη δεξά καλόδετα μαχαίρια κυβερνόντας! + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Ήπιεν η γης κ' έχει ο πατέρας τις χοές μας, + μα τώρα ακούστε μου κι αυτόν τον νέο το λόγο. + +ΧΟΡΟΣ + Πες μου. . . χοροπηδά απ' το φόβο μου η καρδιά μου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Βλέπω στον τάφο την κομμένη αυτή πλεξίδα. + +ΧΟΡΟΣ + Ποιου τάχ' αντρός, ή ποιας χαμηλόζωστης κόρης; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Καθένας εύκολα μπορεί να ταπεικάση . . . + +ΧΟΡΟΣ + Πώς από σε τη νεώτερή μου θε να μάθω; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Άλλος, έξω από με, δεν μπόρειε να την κόψη. + +ΧΟΡΟΣ + Γιατί 'ναι εκείνοι εχθροί πόπρεπε να πενθήσουν. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Κι όμως είν' ομοιότατη αυτή η πλεξίδα . . . + +ΧΟΡΟΣ + Με ποια μαλλιά; αυτό ίσα ίσα να μου μάθης. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Με τα δικά μου να τα βλέπης πάρα μοιάζουν. + +ΧΟΡΟΣ + Μην είναι τάχα κρυφό δώρο του Ορέστη; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Πάρα πολύ μ' εκείνου μοιάζει τις πλεξίδες. + +ΧΟΡΟΣ + Και πώς εκείνος τόλμησε ναρθή εδωπέρα; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Έστειλε τάμμα τα μαλλιά του στον πατέρα. + +ΧΟΡΟΣ + Αυτά που λες μου φέρνουν τώρα κι άλλα δάκρια, + αφού ποτέ δεν θα πατήση εδώ το πόδι. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και μένα στην καρδιά μου ανέβη πικρό κύμα + χολής, σαν να με πέρασε σπαθί για πέρα, + κι από τα μάτια μου καυτές μου πέφτουν στάλες + αβάσταγες, σα χειμωνιάτικης πλημμύρας, + ότι είδα την πλεξίδα αυτή· γιατί ποιανού άλλου + να φανταστώ πως ειμπορεί νάν' αυτ' η κόμη; + και βέβαια δεν την έκοψεν η φόνισσά του, + η μάννα μας! που ταιριαστή δεν έχει γνώμη + μ' αυτό η κακούργα τόνομα για τα παιδιά της. + Μα και πώς πάλι να παραδεχθώ πως είναι + του Ορέστη δώρο τακριβό στολίδι τούτο, + του φίλτατού μας; κι αχ, με τυραγνά η ελπίδα, + αλλοίμονο! + δεν ήταν νάχε μίλημα και κρίσι ανθρώπου + να μη στεκόμουν δίγνωμη στο ναι και στ' όχι, + μα ή να μπορούσα μια καλή να την πετάξω + αν είτανε κομμένη από κεφάλι εχθρού μας, + ή αν ήταν πάλι από δικό, να κλαίη μαζί μου + στόλισμα και τιμή σ' αυτό το μνήμα επάνω. + Μα εσείς θεοί, που ξέρετε, μάρτυρες νάστε + μέσα σε ποιους χειμώνες, σα θαλασσομάχοι, + παραδέρνουμ' εμείς! μα αν είναι να σωθούμε + τρανά θεμέλια από μικρή αφορμή στεριώνουν. + Μα νά και πατησιές, δεύτερο αυτό σημάδι, + γιατί είναι χνάρια δυο ποδιών στη γης γραμμένα + του ίδιου εκείνου αυτά και κάποιου σύντροφού του, + μετρώ και βρίσκω πως οι φτέρνες κ' οι πατούσες + με των δικώ μου συμφωνούν ποδιών το μέτρος· + ω πόνος που με παίρνει και του νου μου αντράλα! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Γνώριζε στους θεούς των ευχών σου το τέλος + κ' ευχήσου και τα επίλοιπα σε καλό νάβγουν. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Πώς τάχα τι από χάρι τους καλό με βρήκε; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Βλέπεις εμπρός σου αυτόν, που από καιρόν ευχόσουν + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και ποιον απ' τους ανθρώπους ξέρεις πως καλούσα; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ξέρω πως τον Ορέστη πάρα ελαχταρούσες. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και σε τι τάχα εισακουστήκανε οι ευχές μου; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Εγώ είμ' αυτός! κι άλλον πιο φίλο μη γυρεύης. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Μα δόλους τώρα εδώ πλέκεις για μένα, ξένε; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Τότε στον εαυτό μου πάει να πη τους πλέκω. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Μα τάχα θες ναναγελάς στις συμφορές μου; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Και στις δικές μου τότε, αφού στις εδικές σου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Να λέω λοιπόν πως είν' ο Ορέστης που μου κρίνει; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ενώ τον ίδιο βλέπεις, όμως αμφιβάλλεις· + μα όταν την πένθιμη κουρά των μαλλιών είδες + και των ποδιώ μου αναμετρούσες τα σημάδια, + σαν νάβλεπες εμένα πέταξε η καρδιά σου· + σίμωσε την πλεξίδα αυτή στην κεφαλή μου + και ιδές με τα μαλλιά πώς μοιάζει ταδερφού σου· + νά και τούτο το φόρεμα, έργο των χεριώ σου + και της σαΐτας σου διάσιμο τα ξόμπλια τούτα. + Κράτα το νου σου· κ' η χαρά σου ας μη ξεσπάση + γιατί πικροί μας είναι, ξέρω — οι φίλτατοί μας. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Ω εσύ, του πατρικού σπιτιού γλυκύτατη έγνοια, + πολύκλαυτη της σωτηρίας μας ελπίδα, + θαρρεύοντας στη δύναμί σου θε να πάρης + πίσω το θρόνο του πατέρα μας· ω μάτια, + γλυκύτατά μου μάτια, πόχετε για μένα + τέσσερ' αγάπης μερδικά, γιατί έχω χρέος + πατέρα μου να σ' ονομάζω, και μιας μάννας + που ολόδικα μισώ, σε σένα πέφτει η αγάπη, + και της θυσιασμένης άσπλαχν' αδερφής μου· + αλήθεια αδέρφι μου πιστό, τιμή μου φέρνεις. + Μόνον η Δύναμι κ' η Δίκη με τον τρίτο + το Δία τον πανυπέρτατον ας σου συντρέξουν. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ναι, Δία, στρέψε τα μάτια σου στις συμφορές μας, + και ιδές την ορφανή γενεά αητού πατέρα, + που μέσα στα σφιχτά ξεψύχησεν αρπάγια + καταραμένης όχεντρας· και τα ορφανά του + πείνα τρανή μας έσφιξε· γιατί δεν μπόρειου + άγρη στην πατρική φωλιά να φέρνω ακόμα. + Κ' έτσι νά μας, κ' εγώ και τούτη εδώ η Ηλέκτρα, + καθώς μας βλέπεις, ορφανούς από πατέρα, + κι αποδιωγμένους μέσ' από το γονικό μας· + και σαν εμάς, τανήλικα πουλιά, μας πήρες + πατέρα που σου θύσιαζε και σε τιμούσε, + τέτοιων δώρων τιμές από ποιο χέρι θάχης; + ούτ' αν τη γέννα φτείρης ταητού θε νάχης + να στέλλης μαντικά σημάδια στους ανθρώπους, + κι' ουδ' απ τη ρίζα αν μαραθή το αρχαίο το δέντρο + για τους βωμούς σου θα φελά στα πανηγύρια. + Βόηθα! κι απ' το τίποτα μπορείς να υψώσης + σπίτι ψηλό που για καλά τόχουν πεσμένο. + +ΧΟΡΟΣ + Ω τέκνα, ω της πατρικής εστίας σωτήρες, + σωπάτε μήπως και κανείς σάς νοιώση, ω τέκνα, + και πάει με γλώσσα έτσι άκριτη και πη τα πάντα + στους άρχοντες μας· που είθε να τους δω μια μέρα + νεκρούς μες τους πισσένιους τους ατμούς της φλόγας. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Δεν θα προδώση ο αλάθευτος χρησμός του Φοίβου, + που μ' έσπρωξε σ' αυτό τον κίντυνο και τόσο + με ξεσήκωσε λέγοντας φριχτές φοβέρες + και ψυχρές μπόρες μέσα στα ζεστά μου σπλάχνα, + αν έτσι αφήσω τους φονιάδες του πατρός μου + κι αν μ' όποιο τρόπο σκότωσαν δεν τους σκοτώσω, + με μια άγρια λύσσα, που άλλη πλερωμή δε στρέγει· + αλλιώς θαν το πλερώσω εγώ με τη ψυχή μου, + μ' όσα πολλά κι αγλύκαντα θα μ' εύρουν πάθια· + γιατί οι οργές των χολιασμένων απ' τον άδη + είπε πως στους δικούς θέλουνε προξενήση + φριχτές αρρώστειες, μ' άγριες να τραβούν σαγόνες + τις σάρκες, και λειχήνες που θα τις σπαράζουν + και θα κάνουν παράλλαμα την πρώτην όψι, + ως που να βγουν μ' άσπρα μαλλιά 'πό την αρρώστεια· + κι άλλες των Εριννύων πληγές μόλεγε ακόμα + που θα με βρουν από το αγδίκητο το γαίμα. + + . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . + + Γιατί των σκοτωμένων συγγενών, που θέλουν + εκδίκησι, το μαύρο βέλος απ' τον Άδη + η λύσσα κι ο νυχτερινός ο μάταιος φόβος + σειεί και ταράζει κι όξω από τη χώρα διώχτει + με χαλκή μάστιγα κορμί παραδαρμένο· + και δεν μπορούν οι τέτοιοι μήτε σε τραπέζια + μήτε σε γιορτινές σπονδές να λάβουν μέρος· + κι' απ' τους βωμούς, αθώρητος, μακριά τον διώχτει + ο χολιασμένος του πατέρας· και κανένας + ουδέ στέγη του δίνει, μ' ουδέ και βοήθεια, + όσο που τέλος έρμος, καταφρονεμένος + κακήν του κακού, άθλιος να τον τυλίξη χάρος. + Πώς να μη μπιστευτώ λοιπόν σε χρησμούς τέτοιους, + που κι αν δεν μπιστευτώ, μα πρέπει να το πράξω; + γιατί πολλές μαζί αφορμές σ' ένα συντρέχουν: + η θεϊκιά η διαταγή, και του πατρός μου + το μέγα πένθος, κ' η ανέχεια με στενεύει, + για να μη μένη ένας λαός, γενναίος μες σ' όλους, + παφάνισεν από προσώπου γης την Τροία, + σκλάβος σε δυο γυναίκες· γιατ' αλήθεια εκείνος + γυναίκεια 'χει καρδιά . . . ειδέ ταχιά θα μάθη + +ΧΟΡΟΣ + Αλλ' ω Μοίρες μεγάλες, ας δώση ο θεός ένα τέλος καλό + εκεί πόχουν το δίκιο μαζί τους. + «Με γλώσσα κακιά η γλώσσα η κακιά + να πλερώνεται πρέπει» φωνάζει τρανά + που ξοφλά τα χρωστούμενα η Δίκη. + «Κι αντίς φόνου πληγή πάλι φόνου πληγή, + να πλερώνεται· κάμεις θα βρης» + ο παμπάλαιος ο μύθος φωνάζει. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ω πατέρα τρισάμοιρε, + τι τάχα να πω ή να κάμω + που ήθε σου καλοσυντύχη + στη γη που κοιμάσαι; + Χώρια 'ν' το φως και χώρια το σκότος, + έτσι κλεισμένη κ' η χάρι των θρήνων + για τους αρχηγούς του σπιτιού μας + τους πρώτους Ατρείδες. + +ΧΟΡΟΣ + Τέκνον, το πνεύμα του νεκρού δεν το δαμάζει + η φλογερή η φάουσα της φωτιάς + και κάπου φανερώνει την οργή του· + θρηνολογιέται ο πεθαμένος, + βγαίνει στη μέση ο εκδικητής του· + κι αν οι πατέρες γίνουν στάχτη + μπαίνει με βια και τους γυρεύει + μέσα στη γης το μοιρολόγι + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Άκου λοιπόν στη σειρά μου και μένα, πατέρα, + πολύκλαυτα πένθη· + των δυο των παιδιώ σου σε κλαίει επιτάφιος θρήνος + και ικέτες μαζί κ' εξορίστους + μας δέχεται αυτό σου το μνήμα· + τι καλόν έχομε; ποιο κακό λείπει; + δεν είν' απολέμητη η μαύρη μας μοίρα; + +ΧΟΡΟΣ + Μ' αν θέλη ο θεός, ακόμη μπορεί κι απ' αυτά + να δώση τραγούδια γιομάτα χαρά· + κι' αντίς για επιτάφιους θρήνους + στου βασιλιά τα παλάτια, παιάνες + καινούργια να στήσουν κροντήρια χαράς. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Καν νάπεφτες νεκρός + κάτω στην Τροία, πατέρα, + απ' το κοντάρι κάποιου Τρωαδίτη, + δόξα στα σπίτια αφίνοντας + και κάνοντας στους δρόμους των παιδιώ σου + ζωή καλοπερπάτητη, + τάφο θε νάχες ψηλοστοίβαχτο + στη χώρα την περατινή + κ' υποφερτό για μας θε να είταν. + +ΧΟΡΟΣ + Φίλος στους φίλους πόπεσαν γενναία πέρα εκεί + θε νάπρεπες ξεχωριστός και κάτω από τη γης, + αφέντης πολυοτιμημένος, + κ' υπουργός πλάι στους δυνατούς + του κάτω κόσμου βασιλιάδες· + γιατ' ήσουν και σαν ζούσες βασιλιάς + και τέτοιον κλήρον έλαχες από τη μοίρα + να κυβερνάς με δύναμι και σκήπτρο τους λαούς. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Μα ουδέ και κάτω από τα Τρωικά + πατέρα μου, τα κάστρα σκοτωμένος + μάλλους που το κοντάρι δάμασε λαούς + νάσουν πλάι στο Σκάμαντρο θαμμένος. + Κάλλιο πριν έτσι να είχαν σκοτωθή + εκείνοι που σε σκότωναν και κάποιος + <από μακριά> να την εμάθαινε + τη φονικιά τη συντυχιά τους + ξένος σ' αυτές τις συμφορές. + +ΧΟΡΟΣ + Πιο καλές κι απ το μάλαμα είν' αυτές σου οι ευχές + κι απ των Υπερβορείων τη μεγάλη ευτυχία + πολύ ανώτερ' ακόμη· κ' είν' αυτό που μπορείς. + Αλλά τώρα ως εκεί φτάνει ο χτύπος βαρύς + της διπλής σας της μάστιγας· κ' είναι στη γης + οι προστάτες σας μέσα· ενώ αυτοί που κρατούν + την αρχήν, έχουν χέρια λερά, κι απ' αυτούς + ποιος μισήθηκε πιότερο απ' όλους; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Σαν σαϊτιά πέρα και πέρα χτύπησε + την ακοή μου αυτός σου ο λόγος. + Ω Δία, ω Δία, που κάτω από τη γης + στέλλεις την αργοτιμωρούσα Δίκη + στο χέρι, που όλα τα κακά τολμά + να τα πλερώση όμως με τον τόκο. + +ΧΟΡΟΣ + Άμποτε να ταξιωθώ + πικρόχολο να κελαδήσω μοιρολόγι + πάνου του εκεί που θα τον σφάζουνε + και πάνω της που θα την κόβουν· + γιατί πώς να το κρύψω αυτό + που μες στα φρένα μου πετά; + και μου χτυπάει κατάπρωρα + σαν άνεμος δριμύς, + η βράσι της καρδιάς + και το θεόργητό μου μίσος. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Μα πότε κι ο προστάτης μας + το χέρι του θα βάλη ο Δίας + και τα κεφάλια τους θα σχίση; + Στη χώρα μας η πίστις ας γυρίση, + το δίκιο από τους άδικους ζητώ + κι ακούσετέ μου, σεβαστές + του κάτω κόσμου εσείς Θεές. + +ΧΟΡΟΣ + Μα είναι νόμος, των αιμάτων οι στάλες + που στο χώμα χυθούν να ζητούν κι άλλο αίμα + γιατί κράζει εκδίκησι ο φόνος, + για να φέρη, από κείνους που χάθηκαν πριν, + άλλο πάθος στο πρώτο το πάθος. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Αλλοίμονο, του κάτω κόσμου βασιλιάδες, + δέτε, κατάρες παντοδύναμες + των σκοτωμένων, + δέτε και ταποδέλοιπα των Ατρειδών + έρμα κι απελπισμένα, δίχως στέγη· + πού να στραφή, θε μου, κανείς; + +ΧΟΡΟΣ + Πάλι ραγίζει μου η καρδιά + νακούω αυτά τα μοιρολόγια + και χάνω καθ' ελπίδα, + μαυρίζουν μου τα σωτικά + στα λόγια που γρικώ· + μα όταν σε βλέπω πάλι ν' αντρειεύεσαι + το θάρρος μου ξανάρχεται και διώχτει + το φόβο απ την καρδιά μου κατ' ανέμου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Πώς να τα πη κανείς σωστά; να πη τις συμφορές + που πάθαμ' από κείνη που μας 'γέννα; + καλόπιανε τις όσο θες, + μ' αυτές δεν είναι να μερέψουν· + γιατί είναι λύκος κακοτράχηλος + που δεν μερεύει με τα χάδια + η λύσσα, που κρατώ της μάννας μου. + +ΧΟΡΟΣ + Άριον θρήνο εμοιρολόγησα + σε νόμο Κισσιανής μοιρολογήτρας + κ' έβλεπες μαλλιοτράβηγμα και πάνω πανωτά + χέρι το χέρι, εδώ και κει, να συχνοπέφτη + κι από τους χτύπους βούυζε + το βροντημένο μου πανάθλιο το κεφάλι. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Ωιμέ ωιμένα φόνισσα + κακούργα μάννα! + σαν νάταν ξόδι ενός εχθρού + και δίχως νακλουθά ο λαός + την εκφορά του βασιλιά του, + το βάσταξ' η καρδιά σου αθρήνητο + τον άντρα σου να θάψης. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Είπες την πάσα, ωιμέ, ατιμία της + μα βέβαια και θα την πλερώση + την καταφρόνια του πατέρα μας· + πρώτα ο θεός κ' έπειτ' αυτό + το χέρι το δεξί μου, + θα την σκοτώσω κι ας χαθώ. + +ΧΟΡΟΣ + Το λείψανό του το ερεζίλεψαν, + μάθε και τούτο ακόμα + κ' έτσι σ' αυτό το χάλι τόνε θάψανε, + τέτοια ατιμία ανυπόφερτη + ζητόντας να κολλήσουν στη ζωή σου· + άκουσες του πατέρα σου τάτιμα πάθη. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Είδες την τύχη του πατέρα μας· + κ' εγώ από μακριά εστεκόμουν + για τίποτε άξια, περιφρονημένη + σαν δαγκανιάρικο σκυλλί + σ' ένα κατώι μαντρισμένη· + κλάιμα από γέλοια πιο άτιμο + μ' ανέβαινε, και στα κρυφά + πολύθρηνη βογγούσα· + μα εσύ τα τόσα πάκουσες + γράφε τα μες στο νου σου. + +ΧΟΡΟΣ + Κι ας τριβελίσουνε τα δυο σου αυτιά + τα λόγια αυτά και να κατασταλάξουν + στα ήσυχα βάθη της ψυχής σου· + έτσι είναι όπως μας τάκουσες + κ' έχεις λαχτάρα να τα μάθης + και τώρα πια μ' αλύγιστη + τη γνώμη τράβα εμπρός. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Κράζω σου με το μέρος μας νάσαι, πατέρα. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και γω μαζί, στα δάκρυά μου πνιγμένη. + +ΧΟΡΟΣ + Με μια φωνή κ' εμείς όλες μαζί, + άκου, σου κράζουμε κ' έβγα στο φως + και στάσου αντίκρυ στους εχθρούς, δίπλα με μας. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Θαρθούν στα χέρια ο Άρης με τον Άρη + κ' η Δίκη με τη Δίκη. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Και σεις πια φέρτε τα, ω θεοί, + όπως το δίκιο ορίζει. + +ΧΟΡΟΣ + Τρέμω π' ακούω αυτές σας τις ευχές· + το τι θα γίνη στέκει από καιρό, + μ' άμποτε καθώς εύχεσθε ναρθή. + Ωιμέν' αρρώστεια από γενιάς + και συμφοράς παράχορδη + πληγή αιματωμένη· + ω πένθη βαρυστέναχτα κι αβάσταγα + και πάθος που δε λέει να λουφάξη. + Γιατ' είν' η αρρώστεια ριζωμένη + στα σπίτια αυτά, κι όχι παρμένη + απόξω απ' άλλους, μα απ των ίδιων + την έχθρα, που αίμα δε χορταίνει. + + Στις θεές του κάτω κόσμου αυτός ο ύμνος! + Μ' ακούσετε μου, εσείς θεοί της γης, + αυτή μας την ευχή, και στα παιδιά + στείλτε βοήθεια πρόθυμη για να νικήσουν. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Πατέρα, που δεν πέθανες σα βασιλέας, + δόσε να πάρω κατοχή των παλατιώ σου. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Τέτοια κ' εγώ παράκλησι κάνω, πατέρα, + δος να σωθώ, μ' αφού τον Αίγιστο σκοτώσω. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Κ' έτσι μόνο τα νόμιμα δείπνα θε νάχης + της γης, αλλιώς, μες στους καλόδειπνους τους άλλους + νεκρούς, έμπυρα κνισωτά θε να στερείσαι. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Χοές κ' εγώ, στους γάμους μου, θε να σου φέρω + απ' όλη μου των πατρικών σπιτιών την προίκα + και πρώτο απ' όλ' αυτόν τον τάφο θα τιμήσω. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Άφις τον, Γη, να βγη να ιδή τον πόλεμό μας. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Κι ω Περσεφόνη, δόσε νίκη ευτυχισμένη! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Θύμας πατέρα τα λουτρά που σε σκοτώσαν! + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Θύμας και κείνο που εγκαινίασες το δίχτυ! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Σαν πιάστηκες στ' αχάλκευτά τους τα πεδούκλια. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Στ' άτιμα που σοφίστηκαν σκεπάσματά τους. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Τέτοιες ντροπές δε σε σηκώνουνε, πατέρα; + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Δεν σηκώνεις τάχα ορθό το αγαπητό κεφάλι; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Καν στείλε στους δικούς τη Δίκη σύμμαχό τους + κ' έτσι όμοια δος να λάβουνε ταπίχειρά τους, + αν θες μια που νικήθηκες ναντινικήσης. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Άκου κι αυτήν, πατέρα, τη στερνή βουή μου· + μας βλέπεις τα πουλιά σου αυτά πάνω στον τάφο + κ' ελέησε του γυιού τους θρήνους και της κόρης. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Και των Πελοπιδών το σπέρμ' αυτό μη σβύσης, + γιατ΄ έτσι κι αν απέθανες δε θα πεθάνης. + +ΗΛΕΚΤΡΑ + Αφού απ' αλήθεια ο πεθαμένος ζη και μένει + στόνομα των παιδιώ, που σα φελλοί κρατούνε + απ' το βυθό το κλώστινο του διχτυού νήμα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Άκου, κ' είναι για σέν' αυτά τα μοιρολόγια· + συ 'σαι που θα σωθής τα λόγι' αυτ' αν τιμήσης. + +ΧΟΡΟΣ + Μ' όλα τα δίκια σας αυτός ο πολύς θρήνος, + τιμή του τάφου για την άκλαυτή του μοίρα· + και τώρα, μια που τη βουλή σου έχεις στεριώση, + καιρός να δοκιμάζης στη δουλειά την τύχη. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Θα γίνη· μα δεν βλάβει ναρωτήσω ακόμα: + πόθε και πώς να στείλη τις χόες; ποιος λόγος + να θυμηθή τώρα στερνά ταγιάτρευτο κακό, + και πήε την άθλια χάρι σε νεκρό να στείλη, + που δεν αιστάνεται; και γω δε ξέρω τι να πω + γι' αυτά τα δώρα· μα 'ναι πάντ' από το κρίμα + μικρότερα· γιατ' όσους θησαυρούς κι αν δώσης + για το ένα το αίμα πόχυσες, του κάκου ο κόπος· + λοιπόν, αν ξέρης, πες μου ό,τι ζητώ να μάθω. + +ΧΟΡΟΣ + Ξέρω, παιδί μου, τι 'μουν μπρος: αλλαλιασμένη + απ' όνειρα και νυχτοπλάνητες τρομάρες + έστειλε αυτά τα δώρα η άθεη η γυναίκα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Μη μάθατε και τόνειρο να μου το πήτε; + +ΧΟΡΟΣ + Φαντάστηκε πως γέννησ' έναν όφιο λέει. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Κ' έπειτα τι; ποιο τέλος είχε τόνειρό της; + +ΧΟΡΟΣ + Στα σπάργανα τον τύλιξε σαν να είταν βρέφος. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Τι ζήταε το νιογέννητο θεριό να φάη; + +ΧΟΡΟΣ + Αυτή βυζί του πρόσφερε μες στόνειρό της. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Και τάφησε το σερπετό ασπάραχτο έτσι; + +ΧΟΡΟΣ + Τράβηξε με το γάλα της και κόμπον αίμα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Λοιπόν θα πη πως τόνειρο δε θάν' του κάκου. + +ΧΟΡΟΣ + Κ' έκραξ' εκείνη από τον ύπνο τρομαγμένη + και πλήθος φώτα, τυφλωμένα στο σκοτάδι, + ξανάφτουνε για χάρι της μες στα παλάτια· + και στέλλει ευθύς τα νεκρικά τα δώρα ετούτα + θαρρόντας πως μ' αυτά το κακό θα γιατρέψη. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Μα εγώ παρακαλώ τη Γη κι αυτό το μνήμα + σε καλό τέλος τόνειρο να βγη για μένα· + κ' έτσι το κρίνω αλήθεια νάναι ταιριασμένο: + Αφού απ την ίδια την κοιλιά βγήκε με μένα + και κουλουριάστηκε στα σπάργανά μου ο όφης + κι άνοιξε στόμα στο βυζί που μ' έχει θρέψη + κι ανάμιξε στο γάλα μου μια στάλα αίμα + κι έντρομη εκείνη ωλόλυξε γι' αυτό το πάθος + πρέπει λοιπόν, ως τόθρεψε τάγριο το τέρας, + να ποθάνη με βιά· και γω θα γίνω ο δράκος + καθώς το λέει και τόνειρο να τη σκοτώσω. + +ΧΟΡΟΣ + Ονειροκρίτη το λοιπόν γι' αυτά σε παίρνω + κ' έτσι ας γενή· για τάλλα τώρα οδήγησέ με + τι έχει να κάμη ο ένας κι ο άλλος να μην κάμη. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Απλός ο λόγος: πρώτ' αυτή να πάη στο σπίτι, + και θέλω όσα μιλήσαμε κρυφά να μένουν, + κι όπως με δόλο εσκότωσαν τον τίμιον άντρα + έτσι με δόλο να πιαστούν, και στα όμοια βρόχια + να σκοτωθούν καθώς το πρόσταξε κι ο Φοίβος + ο άναξ Απόλλων, μάντις αψευδής ως τώρα. + Λοιπόν ντυμένος στην εντέλεια ωσάν ξένος + θα πάω μ' αυτόν εδώ που βλέπεις τον Πυλάδη + στην πόρτα της αυλής σα φίλος σπιτικός των, + όπου κ' οι δυο, σαν νάμαστ' απ τα μέρη τάχα + του Παρνασού, θα κρένομε τη γλώσσα εκείνη + δίνοντας προφορά Φωκέικια στη φωνή μας· + πρόθυμοι βέβαια οι θυρωροί δε θα μας 'νοίξουν + γιατί δαιμόνου πείραξι βαστάει το σπίτι· + μα εμείς εκεί θα μείνουμε, ώσπου περνόντας + από κει κάποιος μας ιδή κ' έτσι μιλήση: + «Γιατί ναφήνη τον ικέτη έξω απ την πόρτα + ο Αίγιστος, αν είναι μέσα και το ξέρη;» + Μ' αν θα περάσω μια της πόρτας το κατώφλι + και νάβρω εκείνον στου πατέρα μου το θρόνο, + ή και κατόπι βγη μπροστά μου και σηκώση + τα μάτια καταπάνω μου — να το γνωρίζης, + πριν να προφτάση να μου πη «πούθεν ο ξένος;» + νεκρό με μια γοργή σπαθιά σου τον ξαπλώνω. + Κ' η Ερινύα, που δεν της λείβουνται σκοτώσια, + τρίτο ποτήρι θε να πιή άκρατον αίμα. + Εσύ λοιπόν το νου σου νάχης μες στο σπίτι, + για νάρθουν όλα βολικά τόνα με τάλλο· + και σεις διακριτικιά τη γλώσσα να κρατάτε, + λέγοντας όσα πρέπει κι όσα μη σιωπόντας. + Για τάλλα, τον θεόν καλώ να τα φροντίση + που μ' άμπωσε σ' αυτούς τους φονικούς αγώνες. + +ΧΟΡΟΣ + + $ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + Θρέφει κ' η γη πολλές + σκιάχτρων φριχτών τρομάρες, + οι αγκαλιές της θάλασσας + τέρατ' ανθρωπομάχα βράζουν· + κι ανάμεσα γης κι ουρανού + φωτιές επάνωθέ μας 'γγιάζουν. + Πετούμενα και στεριανά + έχουν να πουν + τις άγριες μπόρες σαν μανιάζουν. + + Μα ποιος θα πη του αντρός + τη δίχως όρια τόλμη + και των ξωφρένων γυναικών + τις άγριες αγάπες, + που μες στις συμφορές μας βόσκουν; + Ο θηλυκός ο έρωτας, + ο ανέρωτας, που δε λογιάζει + ταντρογυνοζευγάρωμα, + θηρία και μπόρες παρομοιάζει. + + Κι ας μάθη ναναθυμηθή + όποιος το νου δεν έχει κούφιο, + το τι σοφίστηκε η πανάθλια + κακούργα μάννα, του Θεστίου η κόρη, + που πήε να κάψη το δαυλό + το συνομήλικο του γυιού της, + που αφόντας απ' τον κόλφο της + πέφτοντας εκελάδησε, η ζωή του + ήταν δεμένη όλη μ' αυτόν + ως τη μοιρόγραφτή του μέρα. + + Κι ανάθεμα την άλλη που ιστορούν + την κόρη την κακούργα, + που χάλασε τον ίδιο τον πατέρα της + για έναν εχθρό, γιατί το νου της + ξεσήκωσαν τα κρητικά + του Μίνου δώρα, τα χρυσά γιορτάνια, + κ' έκοψε Νίσου του πατέρα της + που αξέγνοιαστα εκοιμόνταν + την τρίχα, η σκύλλα, την αθάνατη + κι άρπαξε τη ψυχή του ο χάρος. + + Πρώτο λογιέται μέσα σ' όλα τα κακά + της Λήμνου, κ' έχουν να το λένε + με σιχαμό το πομπιασμένο, + τόσο που και την ίδια συμφορά + «Λημνία» της έχουν όνομα δοσμένο· + από ένα κρίμα θεομίσητο + κάθε καμάρι ανθρώπινο πάει χαμένο· + γιατ' ό,τι εχθρεύουνται οι Θεοί κανείς δεν προσκυνά· + σε τι δεν έχω δίκιο απ' όλα αυτά; + + Και μια που πάθη ανήμερα μελέτησα, + δεν έχει εδώ τον τόπο του και τούτων των σπιτιών + τάνομο το ζευγάρωμα το ξορκισμένο, + κι ο άπιστος δόλος του γυναίκειου της μυαλού + για άντρα πολεμιστή αρματοζωσμένο + για άντρα που τούχαν ως κ' οι εχθροί του σέβας; + και να ψηφώ σπιτιών αθέρμαντη γωνιά, + την άναντρη εξουσία μιας γυναίκας; + + Της Δίκης στέκουν τα θεμέλια στερεά + και τον χαλκό από πριν δουλεύει η Μοίρα + που φτιάνει τα σπαθιά· + και μες στα σπίτια μπάζει το παιδί + των αρχαίων αιμάτων, για να εκδικηθή + με τον καιρό το κρίμα + η δοξαστή βαθύβουλη Ερινύς. + + Το κοφτερό πικρότατο σπαθί + κοντά στο ψυχικό τη δίνει + πέρα και πέρα τη λαβωματιά του + σε κείνον, που στα πόδια του πατεί + ανίερα κι άνομα τη Δίκη + και δεν ψηφάει το σεβαστό + του Δία το νόμο ταθανάτου. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Παιδί, αι παιδί, άκω η αυλόπορτα βροντάει, + ποιος είναι μέσα; αι παιδί, ματά σου κράζω· + νά, που φωνάζω τρεις φορές για να βγη κάποιος + αν είν το σπίτι του Αίγιστου ανοικτό στον ξένο. + +ΔΟΥΛΟΣ + Καλά. Ακούω. Ποιος και πούθεν είν' ο ξένος; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Δόσε στ' αφεντικά σου είδησι, όπου ήρθα + ξάργου γι' αυτούς κάτι μαντάτα να τους φέρω — + και βιάσου, γιατί βιάζεται θωρείς κ' η νύχτα + με τα μαύρα της τάλογα, κ' οι στρατολάτες + ώρα να ρίξουν άγκυρα σε κάποιο χάνι — + πες νάρθη εδώ η νοικοκερά έξω στην πόρτα + του παλατιού· μα πιο καλά θα ταίριαζε άντρας, + γιατ' η ντροπή δεν κάνει σκεπαστά τα λόγια + πόχει να πη και θαρρετά τα λέει ο άντρας + στον άντρα κ' έτσι καθαρά τα ξεδιαλύνει. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Λέγετε, ξένοι, ότι χρειάζεσθε· γιατί όλα + υπάρχουν όσα πρέπει τέτοιο σπίτι νάχη, + θερμά λουτρά κι ανάπαψι του κουρασμένου, + κρεββάτι και δικαίων ματιών η παρουσία· + αν όμως σπουδαιότερη σας φέρνη ανάγκη + αυτό 'ναι των άντρων δουλειά κ' ειδοποιούμε. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ξένος είμαι, Δαυλιώτης από τη Φωκίδα· + καθώς ξεκίναγα για τ' Άργος, φορτωμένος + τα πράματά μου μόνος μου, έτσι όπως ήρθα, + μ' εσίμωσ' ένας, που δε γνώριζα — κατόπι + τόμαθ' απ την κουβέντα: Στρόφιος Φωκιδιώτης — + κι αφού για πού με ρώτησε κ' είπε και κείνος + μου λέει «αφού έτσι κ' έτσι, ξένε, πας για τ' Άργος, + θύμας να πης για τον Ορέστη στους γονιούς του + πως πέθανε· και κοίταξε μην ταμελήσης· + κ' είτε κρίνουν εκεί να στείλουν να τον πάρουν, + είτ' εδώ να ταφή ξένος κ' έρμος στα ξένα, + μας λες στο γυρισμό σου τις παραγγελιές των· + τώρα το χάλκινο λεβέτι στα πλευρά του + κρύβει του νιου, που καλά κλάψαμε, τη στάχτη». + Είπα εγώ κείνα πάκουσα· τώρα δεν ξέρω + αν τάπα σ' όποιους έπρεπε και σε δικούς του, + μα βέβαια πρέπει να το μάθουν οι γονιοί του. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Ωιμέ, ποιος κατακέφαλα χαμός μας βρήκε! + Ω ανίκητη των παλατιών αυτών κατάρα, + πόσο πολλά, καλά καθούμενα, μακρυάθε + μ' αλάθευτες ματίζεις σαϊτιές και βρίσκεις! + όλους μου απομαδάς τους φίλους της τρισάθλιας· + και τώρα ο Ορέστης, πούχε την καλή την τύχη + νάν' έξω απ την κατάρατην αυτή τη λάσπη, + η μόνη ελπίδα πόμενε να μας γιατρέψη + απ το καλό μας χαροκόπι — πάει τανέμου! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Εγώ σε ξένους τόσο καλοτυχισμένους + από καλύτερη αφορμή να γνωριζόμουν + θάθελα και στο σπίτι τους να φιλευόμουν· + γιατί ποιος το καλό του ξένου του δε θέλει; + όμως αμάρτημα θα τόχα στη ψυχή μου + σε φίλους τέτοιο πράμα να μη φανερώσω, + μια πόδωκα το λόγο μου και με φιλεύουν. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Δε θάχης από μας πιο λίγο απ' ότι αξίζεις + κι ουδέ πιο λίγο φίλος του σπιτιού θα γένης· + τ' όμοιο ένας άλλος θάρχονταν τα νέα να φέρη. + Μα είναι καιρός οι ξένοι, που όλη την ημέρα + σε δρόμο επέρασαν μακρύ, ναναπαυθούνε· + οδήγησέ τον στο φιλόξενο ανδρωνίτη + κι αυτόν που τον ακολουθεί το σύντροφό του· + και να φροντίσης τίποτε να μην τους λείψη, + γιατί με σένα, ξέρε το, θάχω να κάμω. + Κ' εγώ στον άρχοντα του παλατιού θα φέρω + την είδησι· και δόξα ο Θεός έχομε φίλους + για να σκεφθούμε όσο γι' αυτά που μας ευρήκαν. + +ΧΟΡΟΣ + Λοιπόν πότε, γυναίκες πιστές του σπιτιού, + θενά δείξομ' εμείς + των ευχών μας τη δύναμι για τον Ορέστη; + Ω γη σεβαστή και χώμα ιερό + του τάφου του τώρα κρατεί το κορμί + βασιλιά του στολάρχου, + τώρ' απάκουσε τώρα βοήθεια ναρθής, + γιατί τώρα καιρός να κατέβουν μαζί + η δολία η Πειθώ και ο νύχτιος Ερμής + να επιβλέψουν σ' αυτές + των σπαθιών τις σκληρόψυχες μάχες. + +Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ + Κάτι κακό μου φαίνεται σκαρώνει ο ξένος· + βλέπω του Ορέστη τη βυζάστρ' αυτή κλαμμένη· + για πού πηγαίνεις, Κίλισσα, έξω απ τις θύρες + και λύπη, ακόλουθο άμισθο, σέρνεις μαζί σου; + +Η ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Τον Αίγισθο η βασίλισσα πρόσταξε αμέσως + να τρέξω για τους ξένους που ήρθαν να καλέσω, + για νάρθη και πιο ξάστερα σαν άντρας πούναι + το νέο αυτό το μήνυμα καλοεξετάση. + Και μπρος στους δούλους κάνοντας τη λυπημένη + κρύβει μες στα πικρά της μάτια τη χαρά της, + για την καλή τη συντυχιά, που ήρθε για κείνη, + μα συμφορά τρισάμοιρη γι' αυτό το σπίτι, + απ' το σωστό το μήνυμα που οι ξένοι εφέραν. + Α! πως θα ευφράνη βέβαια τη ψυχή του εκείνος + σα μάθη αυτή την είδησι, αλλοίμονό μου! + πόσο οι παλιές και τόσες συμφορές που ετύχαν + αβάσταγες μες στα παλάτια αυτά του Ατρέα + μου σπάραξαν τα σωτικά μέσα στα στήθια! + μα άλλη μια τέτοια δε δοκίμασα ως τα τώρα, + γιατί με υπομονή τα τράβηξα όλα τάλλα· + μα τον Ορέστη, της ψυχής μου γλυκειάν έγνοια, + π' από μάννας κοιλιά δέχτηκα κ' έθρεψά τον — + πόσα ξενύχτια ορθή στο πόδι απ τις φωνές του + και πόσα βάσαν' ανωφέλευτα για μένα + δεν πέρασα! γιατί σαν δεν αιστάνεσαι, είσαι + σα ζώο, που πρέπει με το νου κανείς να βρίσκη + ό,τι χρειάζεται, και μες στα σπάργανά του + το βρέφος δε μιλεί για να σου πη αν έχη + ή πείνα ή δίψα ή άλλη προς νερού του ανάγκη, + μα μόνη της δουλεύεται η κοιλιά του βρέφου. + Εγώ όλ' αυτά τα πρόβλεπα, μα πάντα βέβαια + γελιόμουν και πολλές φορές κ' έπρεπε τότε + πλύστρα μαζί λουτράρισα και βάγια νάμαι· + κι αυτές επάνω μου έχοντας τις διπλές τέχνες + του ανάθρεψα του βασιλιά μας τον Ορέστη· + τώρα μαθαίνω η άμοιρη το θάνατό του! + και πάω να 'βρω αυτόν πόχει ρημάξει τούτα + τα σπίτια· αχ, τι χαρά θα κάμη σαν το ακούση! + +ΧΟΡΟΣ + Και πώς του παραγγέλνει νάρθη ετοιμασμένος; + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Τι πώς; ξηγήσου καθαρώτερα να νοιώσω; + +ΧΟΡΟΣ + Τάχα με τους στρατιώτες του, ή μοναχός του; + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Μαζί και δορυφόρους του μηνάει να πάρη. + +ΧΟΡΟΣ + Λοιπόν αυτό μην του το πης, αν του έχης έχθρα, + αλλά μόνος ναρθή, μην έμπη σε υποψία, + πες του το γρηγορότερο, χαρούμενη έτσι· + σαν θέλη κάνει ο μηνυτής το στραβό ίσιο. + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Τάχεις σωστά; κατόπι απ' αυτά τα νέα; + +ΧΟΡΟΣ + Μ' αν τέλος θέλη ο Ζευς ναλλάξη πια την τύχη; + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Και πώς; ο Ορέστης, των σπιτιών η ελπίδα, πάει. + +ΧΟΡΟΣ + Ακόμη! όποιος το πη μάντις κακός θε νάταν. + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Τι λες; μη ξέρεις τίποτε χώρια 'πό τάλλα; + +ΧΟΡΟΣ + Πήγαιν' εκεί που σ' έστειλαν, το χρέος σου κάμε + και για όσα γνοιάζεται ο θεός την έγνοια του έχει. + +ΒΥΖΑΣΤΡΑ + Τραβώ και καταπώς μ' ορμήνεψες θα πράξω, + κι' άμποτ' ο θεός ότι 'ν' το πιο καλό ας μας δίνη. + +ΧΟΡΟΣ + + $ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + Τώρα σου δέομαι, των Ολύμπιων + θεών πατέρα Δία, + εμείς που λαχταρούμε το καλό μ' ευλάβεια, + δόσε να δούμε αλήθεια ευδία· + το δίκιο η κάθ' ευχή μας σου ζητά, + εσύ να τον φυλάγης, Δία. + Ναι, κάμε, ω Δία, νικητής, + μες στα παλάτια, των εχθρών να γίνη + κι αν τον υψώσης συ τρανό, + διπλή τριπλή την οφειλή + πρόθυμα θα σου δίνη. + + Φίλου σου ανθρώπου ταρφανό + πουλάρι, γνώριζέ το, + σ' έν' άρμα συμφορών εζεύχτηκε + και στο τρεχιό του βάλε συ ένα μέτρο· + ποιο βήμα τρέχοντας με τόση ορμή + σ' έδαφος τέτοιο να φυλάη το μέτρο; + Ναι, κάμε, ω Δία, νικητής, + μες στα παλάτια, των εχθρών να γίνη + κι αν τον υψώσης συ τρανό, + διπλή τριπλή την οφειλή + πρόθυμα θα σου δίνη. + + Και σεις, που μέσα στο παλάτι, τάδυτα + χαίρεσθε με τα πλούτη τα φαιδρά των, + ακούστε μας, ομόγνωμοι θεοί, + και με την νέα στερνήν εκδίκησι + των πρωτινών ξεπλύνετε το αίμα κριμάτων^ + και πια εδώ μέσ' ας μη ακλουθήση + ο γέρος φόνος να γεννοβολήση. + Συ που την τρίσβαθη σπηλιά + την ώριαν έχεις κατοικία, + κάμε το σπίτι τούτο ναναβλέψη + και λαμπρό φως ελευθεριάς + να δη με μάτια χαρωπά + μες απ τη σκοτεινή του σκέπη. + + Κι άμποτ' ο Ερμής, της Μαίας ο γυιός, + κ' είναι το δίκιο — χέρι να του δώση, + γιατ' είν' ο μόνος οπού δύνεται + μια πράξι αν θέλη να καταβοδώση· + κάτι σαν αίνιγμα θα πω: + στα μάτια και τη νύχτα σκότος χύνει + και την ημέρα πιότερο φως δεν αφίνει. + Συ που την τρίσβαθη σπηλιά + την ώριαν έχεις κατοικιά, + κάμε το σπίτι τούτο ναναβλέψη + και λαμπρό φως ελευθεριάς + να δη με μάτια χαρωπά + μέσ απ τη σκοτεινή του σκέπη. + + Και τότε πια φανερά + θα διώξω φόβους μακριά + και με γυναίκεια τραγούδια + φαιδρό θα στήσω χορό, + και όχι στριγγά μοιρολόγια + θε να κινήσω να πω· + πλέομε πρίμα, δική μου χαρά, + μακριά απ τους φίλους η συμφορά. + Και συ με θάρρος σαν έρθη + του έργου η ώρα κι ακούσης + να σου φωνάζη «παιδί μου! » + τόνομα πες του πατέρα σου + και τάψογο τέλειωνε κρίμα. + + Σαν του Περσέα καρδιά + κάμε στα στήθη σκληρά + και για τους φίλους που κάτω + κ' επάνω είναι στη γης + ξόφλησε τέλος το χρέος + της άτιμής του σφαγής, + να τρέξη το αίμα του μέσα ρονιά + και να ξεκάμης άθλιο φονιά. + Και συ με θάρρος σαν έρθη + του έργου η ώρα κι ακούσης + να σου φωνάζη «παιδί μου! » + τόνομα πες του πατέρα σου + και τάψογο τέλειωνε κρίμα + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + Μήνυμα μόστειλαν κι ακάλεστος δεν ήρθα· + καινούριαν είδησι έμαθα πως κάποιοι ξένοι + ήρθαν απόξω κ' έφεραν, όπου καθόλου + δεν είν' ευχάριστη, το θάνατο του Ορέστη· + και τούτο ακόμη να μας βρη, γι' αυτό το σπίτι· + θα είταν αιματοστάλαχτη πληγή, στις πρώτες + που ακόμα δεν εκλείσανε και μας πονούνε· + πώς είναι τάχα και σωστά να το πιστέψω; + ή λόγια γυναικών που τόχουν να φοβούνται, + μαζώματα του ανέμου και στο βρόντο σβύνουν; + τι έχεις να πης γι' αυτά και μένα να φωτίσης; + +ΧΟΡΟΣ + Τακούσαμε και μεις μα κάλλιο να περάσης + μέσα και να ξετάσης μόνος σου τους ξένους· + γιατί καμιά το μήνυμα δεν έχει αξία, + όσο αν τα μάθης απ' αυτούς τα πάντα ο ίδιος. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + Θέλω να ιδώ και νανακρίνω αυτό το ξένο + αν είτανε παρών που πέθανε κοντά του, + ή αν έτσι τόχει απ' ακουστά, λόγια τ' αέρα· + εμένα μάτια έχει ο νους και δε γελιέμαι. + +ΧΟΡΟΣ + Ω Δία, ω Δία, τι να πω κι από πού + ναρχινήσω ευλογίες να λέω κ' ευχές + και πώς λέγοντας πέρα να βγάλω + όσα θέλ' η καρδιά μου γι' αυτόν; + Γιατί έφθασ' η ώρα ταντρόφονα ξίφη + με την κόψι βαμμένη στο αίμα, + ή για πάντα τα σπίτια του Ατρείδη + από πρόσωπο γης ναφανίσουν, + ή φως και φωτιά για τη λευτεριά + στους βωμούς μας επάνω ν' ανάψη + και στα χέρια του πίσω τα σκήπτρα να πάρη + και τους πατρικούς θησαυρούς του. + Τέτοιο αγώνα μονάχος του έφεδρος έχει + ο ανδρείος Ορέστης με δύο να παλέψη + κι ο θεός πια ας του δίνη τη νίκη. + +ΑΙΓΙΣΘΟΣ + + (Φωνή από μέσα). + + Ώι, ώι, συμφορά μου! + +ΧΟΡΟΣ + Άκου, άκου· πώς νάγινε; + πώς το πράμα να τέλειωσε μέσα; + Μ' ας τραβηχτούμε κι ότι νάναι παίρνει τέλος, + για να μην πέση επάνω μας καμιά υποψία + όσο γι' αυτά· γιατ' έχει πια κριθή ο αγώνας. + +ΔΟΥΛΟΣ + Αλοί και πάλι αλοίμονο! πάει ο αφέντης + και τρεις φορές αλοίμονο ξανά φωνάζω· + τέλειωσε πάει ο Αίγισθος· ανοίξετέ μας + ευτύς αμέσως· ξεμπαρώσετε τις πόρτες + του γυναικείου· μα εδώ χρειάζεται άντρας κι άντρας, + όχι γι' αυτόν, τι τόφελος; πάει δουλειά του . . . + + Ε, σεις, ε σεις! + + Βροντώ σε κουφού πόρτα κι άγνοιαστοι κοιμούνται· + του κάκου κράζω· πούν' η Κλυταιμνήστρα, πούναι; + Μα θαρρώ τώρα κρέμεται κοπίδι επάνω + στο σβέρκο της να πέση δίκια χτυπημένος. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Τι τρέχει; τι 'ν' αυτή που σήκωσες η αντάρα; + +ΔΟΥΛΟΣ + Το ζωντανό σκοτώνουν, λέω, οι πεθαμένοι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Ωιμέ! + κατάλαβα τι παν να πουν τα αινίγματά σου + καθώς με δόλο εσφάξαμε και θα σφαγούμε· + μα ένα μπαλτά ας μου δώσουν γρήγορ' αντροφόνο, + να δούμε αν θα νικήσομε ή θα νικηθούμε, + αφού ως εδώ κατάντησε νάρθη το πράμα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Σένα και 'γω ζητώ· όσο γι' αυτόν, καλά ναι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Ωιμένανε! νεκρός, Αίγισθε φίλτατέ μου! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Τον αγαπάς αυτόν; λοιπόν στον ίδιο τάφο + μαζί, δε θα τον χωριστής νεκρόν ποτέ σου. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Στάσου, παιδί· και ντράπου καν ετούτο, γυιέ μου, + το στήθος, που πολλές φορές σ' αυτό υπνωμένος + άρμεξες με τα γούλια σου θραψερό γάλα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Πυλάδη, τι να κάνω; πώς να σφάξω μάννα; + + ΠΥΛΑΔΗΣ + Πού είναι λοιπόν οι επίλοιποι χρησμοί του Φοίβου + απ τους Δελφούς κ' οι ορκοδεμένες συμφωνίες; + πιο φίλο απ' τους θεούς κανένα μη νομίζης. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Κρίνω πως έχεις δίκιο και σωστά ορμηνεύεις· + ακλούθα μου· δίπλα του θέλω να σε σφάξω· + και ζώντας τον προτίμησες απ τον πατέρα, + κοίμου λοιπόν πλάι του νεκρή, αφού αγαπούσες + αυτόν και κείνον, που είταν ναγαπάς, μισούσες. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Σ' έθρεψα εγώ, μαζί σου θέλω να γεράσω. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Μαζί μου, του πατρός μου φόνισσα, να ζήσης; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Η μοίρα, γυιέ μου, σ' όλ' αυτά είν' η αιτία. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Λοιπόν η μοίρα ετοίμασε κι αυτόν το φόνο. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Παιδί μου, δεν ψηφάς διόλου κατάρες μάννας; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Στη δυστυχία μ' εγέννησες για να με ρίξης. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Σε χέρια φιλικά μονάχα σε είχα ρίξη. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ελεύθερος εγώ, πουλήθηκα έξω σκλάβος. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Και πού 'ναι η πλερωμή που δέχτηκα για σένα; + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ντρέπομαι φανερά και τούτο να σου βρίσω. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Μη, μόνον πες και τάδικα και του πατρός σου. + +ΟΡΕΣΤΗΣ. + Μην κρίνης το ξωμάχο εσύ, που μένεις σπίτι. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Τρώει τις γυναίκες ο καϋμός του αντρός να λείπη. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Μέσα στα σπίτια αυτές, του αντρός τις θρέφει ο κόπος. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Τόχεις το βλέπω απόφασι να με σκοτώσης. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Συ, κι όχι εγώ, τον εαυτό σου θα σκοτώσης. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Φυλάξου από τις μάννας σου τις άγριες σκύλλες. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Κι απ του πατέρα μου, πώς θα σωθώ αν σ' αφήσω; + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Θαρρώ του κάκου ζωντανή κλαίω μπρος στον τάφο. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Σου ορίζει αυτό το θάνατο του αντρός σου η μοίρα. + +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ + Ωιμένα, εγώ τον γέννησα κ' έθρεψα φίδι· + ω πόσο αληθινός του ονείρου βγήκε ο φόβος! + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Σκότωσες τόν δεν έπρεπε· και τ' όμοιο πάθε. + +Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ + Σπλαχνίζομαι κι αυτών των δυο τη μαύρη μοίρα· + μ' αφού στα τόσα τα αίματα έβαλεν άκρη + ο άθλιος ο Ορέστης, πιο καλά τουλάχιστο έχω + να μη χαθή για πάντα του σπιτιού το μάτι. + +ΧΟΡΟΣ + + $ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ + Ήρθε στους Πριαμίδες η Δίκη με καιρό + βαρύδικη ποινή· + ήρθε και στο παλάτι του Αγαμέμνονος + διπλό λιοντάρι, Άρης διπλός· + πέρα για πέρα τόβγαλεν + ο εξόριστος, που ανάγγειλε η Πυθώ + και την ορμή του ωδήγησεν η γνώμη των θεών. + Τραγούδια ψάλλετε χαράς + που γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιoς + από τα νύχια της φθοράς, + από τους δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό. + + Ήρθε κι ο που της μάχης γνοιάζεται της κρυφής + τη δολερή ποινή· + και τούπιασε το χέρι στη μάχ' η αληθινή + του Δία η κόρη — Δίκη εμείς + το βρήκαμε με πιτυχιά + τόνομα που της δίνομ' οι θνητοί, + και που έχθρα πνέει θανάσιμη για όσους της είν' εχθροί. + Τραγούδια ψάλλετε χαράς + που γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιος + από τα νύχια της φθοράς, + από τους δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό. + Εκείνα που ο Λοξίας, από τον Παρνασό, + πόχει το μέγα σπήλαιο στης γης τον ομφαλό, + εμάντευσε, τους βρήκαν + για το άπιστό τους κρίμα πόγινε χρονιακό· + ποτέ η θεία η δύναμις + δε βοηθάει κακούς· + δόξα στη δικαιοσύνη της ψηλά στους ουρανούς. + Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών + βγήκε ο ζυγός ο βαρύς. + Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό + χαμωπεσμένο στη γης. + + Ταχιά ο Καιρός, που σ' όλα βάζει τέλος, + την όψι θε ναλλάξη κι αυτών των παλατιών, + όταν το μίασμα ξορκιστή + απ τη γωνιά με καθαρμούς, που διώχτουν το κακό· + κ' η τύχη ιλαροπρόσωπη γυρνάει κατά μας + νακούη που θενά ψάλλομε: + «ο ξένος που σπιτώθηκε καιρός να βγη απεδώ». + Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών + βγήκε ο ζυγός ο βαρύς. + Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό + χαμωπεσμένο στη γης. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Ιδέτε τους διπλούς της χώρας μας τυράννους + φονιάδες του πατρός μου και ξεσπιτωτήδες· + ομόγνωμοι είχαν και σαν κάθονταν στο θρόνο, + φίλοι και τώρα, όπως μπορείς να συμπεράνης, + στη συμφορά τους και πιστοί στον όρκο που είπαν^ + γιατ' είχαν συμφωνήση μ' όρκο να σκοτώσουν + τον άθλιο τον πατέρα μου και ναποθάνουν + κ' οι δυο μαζί — και κράτησαν καλά τον όρκο. + Και ιδέτε ακόμα, οι μάρτυρες των κακών τούτων, + τη μηχανή τους, δέσιμο του αθλίου πατρός μου, + τα χεροπέδουκλα και τα ποδόλουρά του· + ξεδίπλωστέ το κι ολοτρόγυρα στεκόντας + δείχτε το ανθρωποδόκανο, να ιδή ο πατέρας, + όχι ο δικός μου, μα που όλ' αυτά επιβλέπει, + ο Ήλιος, της μητέρας μου τανόσια έργα, + για νάναι μάρτυρας στη δίκη μου μια μέρα + πως με το δίκιο μου έπραξα τούτο το φόνο + της μάννας μου — γιατί του Αιγίσθου ούτε τον λέω· + έχει τη δίκη ο ατιμαστής, που θέλει ο νόμος· + μα αυτή που το θεομίσητο κακό εσοφίστη + για τον άντρα, που βάσταξε κάτου απ τη ζώνη + το βάρος των παιδιώνε του, γλυκό της βάρος + έναν καιρό, μα τώρα, ως δείχνει, μισημένο, + πώς την νομίζεις; σμέρνα ή αμβίσβαινα, που μόνου + να 'γγίξη κάποιο εσάπισε κι αν δεν δαγκώση; + τι να την πω και στο σωστό να μη αστοχήσω; + βροχόλουρα θεριού; ή σκέπασμα ως τα πόδια + ενός νεκρού στον κράβατο; μα βέβαια δίχτυ + και βρόχια να την πης μπέρδεμα για τα πόδια. + Τέτοιο και νάχε ένας ληστής, τρόμος των ξένων, + που έχει για ζήση την κλεψιά, με τέτοιο δόλο + πολλούς σκοτώνοντας, χρυσές δουλειές που θάχε! + Παρά τέτοια συντρόφισσα στο σπιτικό μου + κάλλιο άκλερος ας δώσουν οι θεοί να σβύσω. + +ΧΟΡΟΣ + Αλλοίμονο, τι φοβερά κακά! + τον βρήκε θάνατος φριχτός· + μα και για κείνον πάργησεν, ιδού, + ανθίζει τώρα η συμφορά. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Έπραξεν ή δεν έπραξε; μάρτυραν έχω + το έντυμ' αυτό, πόβαψε του Αίγισθου το ξίφος· + σημάδι κ' οι πολυκαιρνές του αιμάτου οι βούλλες, + που πολλά χρώματα έφθειραν από τα ξόμπλια· + τώρα εγκωμιάζω το έργο μου και τώρ' αμέσως + το κλαίομαι πάλι, κ' ενώ λέω αυτό το ρούχο + του πατρός μου φονιά, τα κρίματα πονιούμαι, + τα πάθη μας κι όλη μας τη γενιά — κρατόντας + ταζήλευτα μιάσματα μιας τέτοιας νίκης. + +ΧΟΡΟΣ + Κανείς άνθρωπος δίχως κακό τη ζωή του + ως το τέλος αζημίωτος δε θα περάση, + αλλοί του! + τώρα η μια συμφορά, κ' η άλλη αμέσως θα φτάση. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Μα για να μάθης — γιατί που θα βγη δεν ξέρω, + κι όξω απ τον ίσιο δρόμο σαν πως να με τρέχουν + ταλόγατα, γιατί με σέρνει αθέλητά μου + που δεν ακούει γκέμι ο νους, και στην καρδιά μου + έτοιμη κοντοστέκ' η μάνητα να ψάλη + κι απίκου από το φόβο της να ορχιέται εκείνη — + μα όσο που ακόμα είμαι καλά, στους φίλους λέω + και διαλαλώ πως σκότωσα, μα με το δίκιο, + τη μάννα μου τη φόνισσα και θεών κατάρα· + κι αυτής της τόλμης την αποθυμιά καυχιούμαι + πως μόβαλε ο πυθόμαντις Λοξίας, που μούπε + όξω από κάθε φταίξιμο θάμαι αν το πράξω + κι αν ταμελήσω — δεν το λέω το τι θα πάθω, + ουδ' είν να βάλη ανθρώπου νους τις συμφορές μου· + και με βλέπετε τώρα πως ετοιμασμένος + μ' αυτούς τους κλώνους της ελιάς και τα στεφάνια + θα φτάσω στο μεσόμφαλο ιερό του Φοίβου, + τάσβυστο φέγγος της φωτιάς καθώς το λένε, + απ το συγγενικό διωγμένος αίμα, κι ούδε + σ' άλλο βωμό να σύρω μ' άφησε ο Λοξίας. + Γι' αυτό σας θέλω μιαν ημέρα όλ' οι Αργείτες + πως με ηύραν τούτα τα κακά να μαρτυράτε· + μα εγώ πλανήτης ξένος και χωρίς πατρίδα + ζωντανός και νεκρός τόνομ' αυτό θαφήσω. + +ΧΟΡΟΣ + Μα όλα καλά 'ναι, και στο στόμα σου μην παίρνης + λόγια κακομελέτητα και γλωσσοτρώεσαι· + ξεσκλάβωσες τη χώρα πάσα των Αργείων + πόκοψες τολμηρά των δυο φιδιώ την κάρα. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Α, α! + Πιστές μας δούλες, να τες κείνες σα Γοργόνες + σταχτόμαυρα ντυμένες, πλοκαμοζωσμένες + μ' αρμαθιές φίδια· δε μπορώ πια να βαστάξω. + +ΧΟΡΟΣ + Ποιες φρεναπάτες πολυαγάπητε σε δέρνουν; + Θάρρος· κι ας μη σε παρακυριεύει ο φόβος. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Δεν είναι φρεναπάτες των ματιών μου ετούτες, + μα οι οργισμένες, φανερά, σκύλλες της μάννας. + +ΧΟΡΟΣ + Γιατί 'ν' νωπό το αίμα των χεριώ σου ακόμα + κι αυτό 'ναι που σου φέρνει ταραγμό στο νου σου. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Άναξ Απόλλων! πώς πληθαίνουν αυτές τώρα + και στάζει από τα μάτια τους μισητόν αίμα! + +ΧΟΡΟΣ + Υπάρχουν καθαρμοί και 'γγίζοντάς σε ο Απόλλων + από τις συμφορές αυτές θα σε γλυτώση. + +ΟΡΕΣΤΗΣ + Εσείς δε θα τις βλέπετε· μα εγώ τις βλέπω + και δρόμο παίρνω· δε μπορώ πια να βαστάξω. + +ΧΟΡΟΣ + Πήγαινε στην ευχή! κι ο Θεός καλόσκεπός σου + ας σε φυλάη σ' αυτές τις τύχες που σε βρήκαν. + + Ιδού πάλιν επλάκωσε ο τρίτος χειμώνας + σηκωμένος σ' αυτά 'πό γενιάς τα παλάτια· + πρώτην έκανε αρχή του πανάθλιου Θυέστη + το φριχτό παιδοφάγωμα εκείνο· + δεύτερο ήρθε το πάθημα του βασιλιά μας + που μες στο λουτρό σκοτωμένος επήγε, + ο αντρείος αρχηγός των Ελλήνων· + τώρα πάλ' ήρθε τρίτο από κάπου κι αυτό + και πώς να το πω; σωτηρία ή χαμό; + μα πού τάχα θα βγη και πού θα σταθή + ησυχία να βρη αυτ' η άγρια η λύσσα; + + + + +Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας +σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν συστηματικά +στο Ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία, +φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, +στην πιό σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο. +Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο +Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο +Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ προσφέρονται και σήμερα, στις +κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, +Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη Βάρναλη, Αυγέρη, +Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου +κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης +γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα. + +Χοηφόροι. Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας·. Περιέχει την κυριώτερη +πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και που πάνω της +στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο Ορέστης +θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και +καταδιωκόμενος από τα φάσματα των Ερινύων παίρνει τον δρόμο της +εξορίας. + +Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ +ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ. + +ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 + +ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61 + + +Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» +ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ +ΒΙΒΛΙΟΥ. + +ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 + +ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61 + +ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10 + + + + + + + + +End of the Project Gutenberg EBook of The Libation Bearers, by Aeschylus + +*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK THE LIBATION BEARERS *** + +***** This file should be named 39073-0.txt or 39073-0.zip ***** +This and all associated files of various formats will be found in: + http://www.gutenberg.org/3/9/0/7/39073/ + +Produced by Sophia Canoni + +Updated editions will replace the previous one--the old editions +will be renamed. + +Creating the works from public domain print editions means that no +one owns a United States copyright in these works, so the Foundation +(and you!) can copy and distribute it in the United States without +permission and without paying copyright royalties. Special rules, +set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to +copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to +protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project +Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you +charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you +do not charge anything for copies of this eBook, complying with the +rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose +such as creation of derivative works, reports, performances and +research. They may be modified and printed and given away--you may do +practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is +subject to the trademark license, especially commercial +redistribution. + + + +*** START: FULL LICENSE *** + +THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE +PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK + +To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free +distribution of electronic works, by using or distributing this work +(or any other work associated in any way with the phrase "Project +Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project +Gutenberg-tm License (available with this file or online at +http://gutenberg.org/license). + + +Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm +electronic works + +1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm +electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to +and accept all the terms of this license and intellectual property +(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all +the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy +all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession. +If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project +Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the +terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or +entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. + +1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be +used on or associated in any way with an electronic work by people who +agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few +things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works +even without complying with the full terms of this agreement. See +paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project +Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement +and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic +works. See paragraph 1.E below. + +1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation" +or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project +Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the +collection are in the public domain in the United States. If an +individual work is in the public domain in the United States and you are +located in the United States, we do not claim a right to prevent you from +copying, distributing, performing, displaying or creating derivative +works based on the work as long as all references to Project Gutenberg +are removed. Of course, we hope that you will support the Project +Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by +freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of +this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with +the work. You can easily comply with the terms of this agreement by +keeping this work in the same format with its attached full Project +Gutenberg-tm License when you share it without charge with others. + +1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern +what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in +a constant state of change. If you are outside the United States, check +the laws of your country in addition to the terms of this agreement +before downloading, copying, displaying, performing, distributing or +creating derivative works based on this work or any other Project +Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning +the copyright status of any work in any country outside the United +States. + +1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: + +1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate +access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently +whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the +phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project +Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, +copied or distributed: + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + +1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived +from the public domain (does not contain a notice indicating that it is +posted with permission of the copyright holder), the work can be copied +and distributed to anyone in the United States without paying any fees +or charges. If you are redistributing or providing access to a work +with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the +work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 +through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the +Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or +1.E.9. + +1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted +with the permission of the copyright holder, your use and distribution +must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional +terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked +to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the +permission of the copyright holder found at the beginning of this work. + +1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm +License terms from this work, or any files containing a part of this +work or any other work associated with Project Gutenberg-tm. + +1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this +electronic work, or any part of this electronic work, without +prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with +active links or immediate access to the full terms of the Project +Gutenberg-tm License. + +1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, +compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any +word processing or hypertext form. However, if you provide access to or +distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than +"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version +posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org), +you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a +copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon +request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other +form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm +License as specified in paragraph 1.E.1. + +1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, +performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works +unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. + +1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing +access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided +that + +- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from + the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method + you already use to calculate your applicable taxes. The fee is + owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he + has agreed to donate royalties under this paragraph to the + Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments + must be paid within 60 days following each date on which you + prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax + returns. Royalty payments should be clearly marked as such and + sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the + address specified in Section 4, "Information about donations to + the Project Gutenberg Literary Archive Foundation." + +- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies + you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he + does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm + License. You must require such a user to return or + destroy all copies of the works possessed in a physical medium + and discontinue all use of and all access to other copies of + Project Gutenberg-tm works. + +- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any + money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the + electronic work is discovered and reported to you within 90 days + of receipt of the work. + +- You comply with all other terms of this agreement for free + distribution of Project Gutenberg-tm works. + +1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm +electronic work or group of works on different terms than are set +forth in this agreement, you must obtain permission in writing from +both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael +Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the +Foundation as set forth in Section 3 below. + +1.F. + +1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable +effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread +public domain works in creating the Project Gutenberg-tm +collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic +works, and the medium on which they may be stored, may contain +"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or +corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual +property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a +computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by +your equipment. + +1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right +of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project +Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project +Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all +liability to you for damages, costs and expenses, including legal +fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT +LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE +PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE +TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE +LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR +INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH +DAMAGE. + +1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a +defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can +receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a +written explanation to the person you received the work from. If you +received the work on a physical medium, you must return the medium with +your written explanation. The person or entity that provided you with +the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a +refund. If you received the work electronically, the person or entity +providing it to you may choose to give you a second opportunity to +receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy +is also defective, you may demand a refund in writing without further +opportunities to fix the problem. + +1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth +in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS' WITH NO OTHER +WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO +WARRANTIES OF MERCHANTIBILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. + +1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied +warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. +If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the +law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be +interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by +the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any +provision of this agreement shall not void the remaining provisions. + +1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the +trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone +providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance +with this agreement, and any volunteers associated with the production, +promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works, +harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, +that arise directly or indirectly from any of the following which you do +or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm +work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any +Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause. + + +Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm + +Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of +electronic works in formats readable by the widest variety of computers +including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists +because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from +people in all walks of life. + +Volunteers and financial support to provide volunteers with the +assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's +goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will +remain freely available for generations to come. In 2001, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure +and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations. +To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation +and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 +and the Foundation web page at http://www.pglaf.org. + + +Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive +Foundation + +The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit +501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the +state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal +Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification +number is 64-6221541. Its 501(c)(3) letter is posted at +http://pglaf.org/fundraising. Contributions to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent +permitted by U.S. federal laws and your state's laws. + +The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S. +Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered +throughout numerous locations. Its business office is located at +809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887, email +business@pglaf.org. Email contact links and up to date contact +information can be found at the Foundation's web site and official +page at http://pglaf.org + +For additional contact information: + Dr. Gregory B. Newby + Chief Executive and Director + gbnewby@pglaf.org + + +Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation + +Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide +spread public support and donations to carry out its mission of +increasing the number of public domain and licensed works that can be +freely distributed in machine readable form accessible by the widest +array of equipment including outdated equipment. Many small donations +($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt +status with the IRS. + +The Foundation is committed to complying with the laws regulating +charities and charitable donations in all 50 states of the United +States. Compliance requirements are not uniform and it takes a +considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up +with these requirements. We do not solicit donations in locations +where we have not received written confirmation of compliance. To +SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any +particular state visit http://pglaf.org + +While we cannot and do not solicit contributions from states where we +have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition +against accepting unsolicited donations from donors in such states who +approach us with offers to donate. + +International donations are gratefully accepted, but we cannot make +any statements concerning tax treatment of donations received from +outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. + +Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation +methods and addresses. Donations are accepted in a number of other +ways including checks, online payments and credit card donations. +To donate, please visit: http://pglaf.org/donate + + +Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic +works. + +Professor Michael S. Hart is the originator of the Project Gutenberg-tm +concept of a library of electronic works that could be freely shared +with anyone. For thirty years, he produced and distributed Project +Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support. + + +Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed +editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S. +unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily +keep eBooks in compliance with any particular paper edition. + + +Most people start at our Web site which has the main PG search facility: + + http://www.gutenberg.org + +This Web site includes information about Project Gutenberg-tm, +including how to make donations to the Project Gutenberg Literary +Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to +subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks. diff --git a/39073-0.zip b/39073-0.zip Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..52ba22c --- /dev/null +++ b/39073-0.zip diff --git a/39073-h.zip b/39073-h.zip Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..5e33b90 --- /dev/null +++ b/39073-h.zip diff --git a/39073-h/39073-h.htm b/39073-h/39073-h.htm new file mode 100644 index 0000000..0dd5985 --- /dev/null +++ b/39073-h/39073-h.htm @@ -0,0 +1,2127 @@ +<!DOCTYPE html PUBLIC "-//W3C//DTD HTML 4.01 Transitional//EN"> +<HTML> +<HEAD> +<META HTTP-EQUIV="Content-Type" CONTENT="text/html; charset=utf-8"> +<META NAME="generator" CONTENT="NoteTab Light"> +<TITLE>Χοηφόροι</TITLE> +</HEAD> +<BODY> + + +<pre> + +The Project Gutenberg EBook of The Libation Bearers, by Aeschylus + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + + +Title: The Libation Bearers + +Author: Aeschylus + +Translator: Ioannis Gryparis + +Release Date: March 7, 2012 [EBook #39073] + +Language: Greek + +Character set encoding: UTF-8 + +*** START OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK THE LIBATION BEARERS *** + + + + +Produced by Sophia Canoni + + + + + +</pre> + + +<p>Note: The tonic system has been changed from polytonic to <BR> +monotonic. The spelling of the book has not been changed <BR> +otherwise. </p> + +<p>Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε <BR> +μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου. </p> + +<IMG SRC="images/cover.jpg" WIDTH="453" HEIGHT="624" BORDER="0" ALT="Εξώφυλλο"> + +<h2 style="margin-top: 3em">ΑΙΣΧΥΛΟΣ</h2> + +<h2 style="margin-top: 3em">ΟΡΕΣΤΕΙΑ</h2> + +<h2 style="margin-top: 3em">ΧΟΗΦΟΡΟΙ</h2> + +<h3 style="margin-top: 3em">ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ<BR> +I. Ν. Γ Ρ Υ Π Α Ρ Η</h3> + +<p> +<BR> +ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ<BR> +ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</p> + +<p>ΑΙΣΧΥΛΟΥ</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΕΙΑ</p> + +<p>ΧΟΗΦΟΡΟΙ</p> + +<p>ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ</p> + +<p>I. Ν. Γ Ρ Υ Π Α Ρ Η</p> + +<p>ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ</p> + +<p> +<BR> +<h3 style="margin-top: 3em">Υ Π Ο Θ Ε Σ I Σ</h3> + +<p> +<BR> +Το δεύτερον δράμα της Ορεστείας, αι Χοηφόροι, περιέχουσι την <BR> +κυρίαν πράξιν, δηλ. την μητροκτονίαν του Ορέστου επί της οποίας <BR> +στηρίζεται το ηθικόν πρόβλημα της Τριλογίας.</p> + +<p>Η ένοχος Κλυταιμνήστρα ταρασσομένη από απαίσια όνειρα στέλλει την <BR> +κόρην της Ηλέκτραν με συνοδείαν δούλων γυναικών (ο χορός) δια να <BR> +εξευμενίση με νεκρωσίμους εκ μέρους της σπονδάς (χοάς) την σκιάν <BR> +τον αδικοσκοτομένου Αγαμέμνονος. — Εκεί επί του τάφου, γίνεται η <BR> +αναγνώρισις των δύο αδελφών, της Ηλέκτρας και του Ορέστου, όστις <BR> +κρυφίως εκ της Φωκίδος είχεν έλθη μετά τον φίλον του Πυλάδου διά <BR> +να λάβη εκδίκησιν του φόνου του πατρός του, συμφώνως με την <BR> +επιτακτικήν διαταγήν του Απόλλωνος. Οι δύο αδελφοί ψάλλουσιν <BR> +αμοιβαίον επιτάφιον θρήνον (κομμόν) επί τον τάφου του πατρός των, <BR> +και σχεδιάζουσι την εκδίκησιν.</p> + +<p>Πράγματι ο Ορέστης εισάγεται διά δόλου, όπως απήτησεν ο χρησμός <BR> +του δελφικού Θεού, εις το πατρικόν ανάκτορον, όπου φονεύει πρώτον <BR> +τον Αίγισθον και κατόπιν επί του πτώματος αυτού την μητέρα του <BR> +Κλυταιμνήστραν.</p> + +<p>Ακολούθως ανοίγει τας πύλας του ανακτόρου και επιδεικνύει εις τον <BR> +λαόν τους νεκρούς των τιμωρηθέντων ενόχων και αφ' ετέρου τον <BR> +πέπλον διά τον οποίον εκείνοι περιετύλιξαν τον πατέρα τον και τον <BR> +εδολοφόνησαν. Αλλά συγχρόνως αρχίζει να ταράσσεται το λογικόν του, <BR> +βλέπει ενώπιόν του τα φάσματα των τιμωρών Ερινύων, επικαλείται την <BR> +μαρτυρίαν των Αργείων διά την αθωότητά τον και τρέπεται εις <BR> +εκουσίαν εξορίαν.</p> + +<p> +</p> + +<h3 style="margin-top: 3em">Π Ρ Ο Σ Ω Π Α</h3> + +<p> +<BR> +ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +ΠΥΛΑΔΗΣ<BR> +ΧΟΡΟΣ<BR> +ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +ΔΟΥΛΟΣ<BR> +ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +ΤΡΟΦΟΣ<BR> +ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<h3 style="margin-top: 3em">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</h3> + +<h3 style="margin-top: 3em">ΧΟΗΦΟΡΟΙ</h3> + +<p> +<BR> +ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ω χθόνιε Έρμη, της πατρικής μου αρχής προστάτη,<BR> +σωτήρας, δέομαι, γίνε μου και σύμμαχος μου,<BR> +τώρα που πίσω ο εξόριστος φτάνω στη γη μας</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>και κράζω του πατέρα μου, σ' αυτόν επάνω<BR> +του τάφου του τον όχτο, να μ' ακούση . . </p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>. . . πλεξίδα πότρεφα του Ινάχου<BR> +κι' αυτή την άλλη για το πένθος του πατρός μου.</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>γιατί δεν ήμουν μπρος να κλάψω το νεκρό σου,<BR> +πατέρα, ουδέ στο ξόδι σου ν' απλώσω χέρι.</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>Α!</p> + +<p>τι 'ναι που βλέπω! σαν ποια νάναι η συνοδεία<BR> +των γυναικών αυτών των μαυροφορεμένων,<BR> +πόρχουνται δώθε; τι να φαντασθώ πως τρέχει;<BR> +μη βρήκε νέα το σπίτι μας συμφορά πάλι;<BR> +Ή δεν θα γελαστώ αν ειπώ πως του πατρός μου<BR> +φέρνουν χοές που τους νεκρούς καλοκαρδίζουν;<BR> +το δίχως άλλο! γιατί, νά, θαρρώ κ' η Ηλέκτρα<BR> +έρχεται η αδερφή μου εδώ βαρυπενθούσα.<BR> +Ω Δία, δόσε του πατέρα μου το φόνο <BR> +να εκδικηθώ και γίνε πρόθυμος βοηθός μου!<BR> +Πυλάδη, ας τραβηχτούμε, για να εξακριβώσω<BR> +τι νάναι αυτών των γυναικών η λιτανεία.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +(πάροδος)</p> + +<p>Ήρθα σταλμένη συνοδειά<BR> +χοές να φέρω απ' τα παλάτια<BR> +γοργά τα στήθια μου χεροχτυπόντας·<BR> +πρέπουν στα ματωμένα μάγουλά μου<BR> +ξεγδάρματ' απ' το νιόκοπο σπάραγμα των νυχιών<BR> + — όσο για θρήνους βόσκομαι καθημερνά μ' αυτούς.<BR> +Των πέπλων μου τα λινά φάδια<BR> +σχίστηκαν κ' έγιναν κουρέλια<BR> +από τη λύπη μου, πάνω στα στήθια,<BR> +που στόλιζαν, κομματιασμένα,<BR> +από τα αγέλαστά μας πάθια.<BR> +Γιατί φόβος ορθότριχος τρανός<BR> +ονειρομάντης των σπιτιών, στον ύπνο<BR> +φρουμάζοντας μ' οργή, στης νύχτας την καρδιά,<BR> +έβαλ' ένα ξεφωνητό τρομάρας στα παλάτια<BR> +στο γυναικίτη μέσα πέφτοντας βαρύς·<BR> +κι αυτού του ονείρου οι εξηγητάδες<BR> +είπαν, μ' εγγύησι θεϊκιά,<BR> +πως τόχουν οι κατωκοσμίτες<BR> +βαριά παρμένο στην καρδιά<BR> +και κρατούν όργητα στους φονιάδες.</p> + +<p>Ζητόντας χάρι αχάριστη, ω μάννα γη,<BR> +να στρέψη τούτα τα κακά απ' την κεφαλή της,<BR> +μ' έστειλ' εμένα δω η άθεη η γυναίκα·<BR> +όμως, φοβούμαι να τον πω το λόγο αυτό·<BR> +γιατί ποιάν έχει γιατρειά το αίμα που θα χυθή;<BR> +Αλλοί, σπίτι πανάθλιο,<BR> +θεμελιοξεσπιτώματα,<BR> +ανήλια ανθρωπομίσητα<BR> +σκοτάδια σε σκεπάζουνε,<BR> +με του κυρίου το θάνατο.</p> + +<p>Τώρα το πριν το σέβας ταπολέμητο<BR> +κι ανίκητο κι αδάμαστο, που μέσ' απ' του λαού<BR> +τ' αυτιά περνούσε και μέσ' απ' τα φρένα,<BR> +χάθηκε· και καθείς τέτοια ευτυχία φοβάται<BR> +πούναι θεός για τους θνητούς και κάτι πιο πολύ.<BR> +Της δίκης η απόφασι αγρυπνά<BR> +γι' άλλους γοργή καταμεσήμερα,<BR> +γι άλλους φυλάει με τον καιρό<BR> +την τιμωρία το σούρπωμα,<BR> +κι άλλους κρατάει μεσάνυχτα.</p> + +<p>Για τα αίματα που χύθηκαν και τάπιε η μάννα γης<BR> +μένει πηχτός κι ασκόρπιστος λύθρος εκδικητής·<BR> +κ' η βασανίστρα εκδίκησι τον σέρνει εδώ κ' εκεί<BR> +τον ένοχο, που πάσα αρρώστεια τυραγνεί.<BR> +Και να κρυφτή σε νυφικό δεν έχει γλυτωμό<BR> +κι όλοι ναρθούν οι ποταμοί<BR> +απόνα δρόμο, για να πλύνουν χέρι αιματωμένο,<BR> +του κάκου θε να ξεχειλίσουν.</p> + +<p>Μα εγώ αφού μου ωρίσανε οι θεοί<BR> +διπλή πατρίδα, κι απ' τα σπίτια<BR> +τα πατρικά με ρίξανε στην τύχη της σκλαβιάς — <BR> +πρέπει σε δίκια κι άδικα<BR> +των κύριων της ζωής μου<BR> +σύμφωνη νάμαι, πνίγοντας<BR> +την πικρήν έχθρα στην καρδιά μου·<BR> +και σκέποντας το πρόσωπο δακρύζω<BR> +του αφέντη μας την τυφλή τύχη<BR> +κ' οι κρυφές λύπες με μαργώνουν.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Πιστές μου σκλάβες, των σπιτιών μας κυβερνήτρες,<BR> +αφού μαζί μου έχετ' ερθή, της λιτανείας<BR> +ετούτης συνοδεία, ζητώ τη συμβουλή σας,<BR> +τώρα που αυτές τις νεκρικές χοές στο μνήμα<BR> +του πατέρα μου χύνω, ποιαν ευχή να κάμω<BR> +που να τούνε καλόδεχτη; να του πω τάχα<BR> +πως από μέρος της μητέρας μου τις φέρνω,<BR> +της καλής του γυναίκας στον καλό της άντρα;<BR> +Δεν έχω θάρρος αχ! και τι να πω δεν ξέρω,<BR> +ενώ την προσφορά στον τάφο του θα χύνω. <BR> +Ή να του δεηθώ, καθώς και νόμος είναι<BR> +ανθρώπινος, να δώση αυτών, που του τις στέλλουν<BR> +τις προσφορές, την πλερωμή που τους αξίζει;<BR> +ή δίχως λόγο, ατίμητα, καθώς και κείνος<BR> +εχάθηκε, να χύσω τις χοές στο χώμα,<BR> +που θα τις πιή και να γυρίσω έτσι οπίσω<BR> +σαν ένας που αφίνει καθαρμούς και φεύγει<BR> +δίχως τα μάτια του να στρέψη να κοιτάξη;<BR> +Και σεις την ίδια νάχετε, φίλες μου, γνώμη,<BR> +αφού την ίδιαν έχουμε στο σπίτι έχθρα·<BR> +ανοίξετέ μου δίχως φόβο την καρδιά σας,<BR> +γιατί τ' όμοιο γραφτό της μοίρας περιμένει<BR> +κ' ελεύθερο κι όποιος σε ξένα χέρια σκλάβος·<BR> +λέγε μου, τίποτε καλύτερό μου αν ξέρης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Σέβομαι σα βωμό το μνήμα του πατρός σου<BR> +κι αφού προστάζεις θα σου κρίνω απ' την καρδιά μου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Καθώς τον τάφο του σεβάστηκες, και κρίνε.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Χύνε, κ' εύχου καλό για όσους τον αγαπούνε</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και ποιοί 'ναι οι φίλοι αυτοί που λες να ονοματίσω;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Εσένα πρώτα πες κι όσοι 'ναι εχθροί του Αιγίσθου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Τότε για με και σε την ευχή λες να κάμω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μόνη σου πια κατάλαβε τι έχεις να κρίνης.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Ποιο λοιπόν άλλο μετά μάς να βάλω ακόμα;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τον Ορέστη μελέτησε, όμως κι αν λείπη.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Καλά λες, και τον έφερες και με στο νου μου.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τώρα θυμάμενη, γι' αυτούς που τον σκοτώσαν . . .</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Τι να πω; ξήγησέ μου της άμαθης να μάθω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Κάποιος γι' αυτούς άνθρωπος ή θεός να φτάση,</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και ποιο απ' τα δυο, κριτής των ή εκδικητής των;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τόσο φτάνει να πης, το αίμα να πάρη πίσω.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και μου είναι τούτο απ' τους θεούς συχωρεμένο;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πώς όχι, τον εχθρό με κακό να πλερώνης;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Κήρυκα μέγιστε της γης και τουρανού,<BR> +βοήθησέ μας, χθόνιε Ερμή, και στείλε μου τις<BR> +αυτές μου τις ευχές κάτω στη γης, ν' ακούσουν<BR> +του κάτω κόσμου οι θεοί, που το φυλάγουν<BR> +το αίμα του πατέρα μου, κ' η Γη που όλα<BR> +γεννά και θρέφει και το σπέρμα πίσω παίρνει.<BR> +Και γω σκορπόντας στους νεκρούς τα δώρα τούτα<BR> +λέω και κράζω «ελέησε και με, πατέρα,<BR> +και τον Ορέστη, να τον φέρουμε στα σπίτια,<BR> +που έτσι σαν πουλημένοι τώρα τριγυρνούμε<BR> +απ' την ίδια τη μάννα μας· κι άλλαξεν άντρα<BR> +τον Αίγιστο αντίς σε, το συνεργό του φόνου.<BR> +Κ' είμαι σε τόπο δούλας τώρα εγώ· κι ο Ορέστης<BR> +απ' τα δικά του εξόριστος, ενώ εκείνοι<BR> +χαροκοπούν απόκοτα μέσα στο βιος σου.<BR> +Μ' ας έρθη πια ο Ορέστης από κάποια τύχη,<BR> +παρακαλώ σε, κι άκουσέ μου εσύ πατέρα·<BR> +δόσε κ' εγώ πολύ πιο γνωστικιά να γίνω<BR> +απ' τη μητέρα και μ' αγνότερα τα χέρια.<BR> +Για μας αυτές οι ευχές· και στους εχθρούς μας πάλι <BR> +λέω να φανή, πατέρα μου, εκδικητής σου,<BR> +που τους φονιάδες με το δίκιο να σκοτώση·<BR> +[αυτά στη μέση βάζω της καλής ευχής μου<BR> +και λέω για κείνους την κακήν αυτή κατάρα· ]<BR> +σε μας τα καλά στέλλε μας, με τη βοήθεια<BR> +των θεών και της γης και της νικήτρας δίκης.<BR> +Σε τέτοιες πάνω ευχές τις σπονδές τούτες χύνω,<BR> +και σεις με μοιρολόγια στεφανώνετέ τις,<BR> +ως είναι νόμος, ψάλλοντας νεκρικόν ύμνο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Χύνετε δάκρυα μαύρ' από σταμνιού<BR> +ταδικοσκοτωμένου μας αφέντη,<BR> +τώρα πόχει πιωμένες τις χοές<BR> +αυτός ο τάφος των καλών η σκέπη<BR> +και προστασία και φυλακτό<BR> +για τα κακά τα ξωρκισμένα·<BR> +κι άκου και δέξου, σεβαστέ,<BR> +από τη μαύρη την καρδιά μου τις ευχές μας.<BR> +Αχ, και ποιος να είταν χεροδύναμος<BR> +νάρχονταν άντρας λυτρωτής μας,<BR> +δίστροφα σειόντας βέλη σκυθικά στον πόλεμο,<BR> +και στη δεξά καλόδετα μαχαίρια κυβερνόντας!</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Ήπιεν η γης κ' έχει ο πατέρας τις χοές μας,<BR> +μα τώρα ακούστε μου κι αυτόν τον νέο το λόγο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πες μου. . . χοροπηδά απ' το φόβο μου η καρδιά μου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Βλέπω στον τάφο την κομμένη αυτή πλεξίδα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ποιου τάχ' αντρός, ή ποιας χαμηλόζωστης κόρης;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Καθένας εύκολα μπορεί να ταπεικάση . . .</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πώς από σε τη νεώτερή μου θε να μάθω;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Άλλος, έξω από με, δεν μπόρειε να την κόψη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Γιατί 'ναι εκείνοι εχθροί πόπρεπε να πενθήσουν.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Κι όμως είν' ομοιότατη αυτή η πλεξίδα . . .</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Με ποια μαλλιά; αυτό ίσα ίσα να μου μάθης.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Με τα δικά μου να τα βλέπης πάρα μοιάζουν.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μην είναι τάχα κρυφό δώρο του Ορέστη;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Πάρα πολύ μ' εκείνου μοιάζει τις πλεξίδες.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Και πώς εκείνος τόλμησε ναρθή εδωπέρα;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Έστειλε τάμμα τα μαλλιά του στον πατέρα.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Αυτά που λες μου φέρνουν τώρα κι άλλα δάκρια,<BR> +αφού ποτέ δεν θα πατήση εδώ το πόδι.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και μένα στην καρδιά μου ανέβη πικρό κύμα<BR> +χολής, σαν να με πέρασε σπαθί για πέρα,<BR> +κι από τα μάτια μου καυτές μου πέφτουν στάλες<BR> +αβάσταγες, σα χειμωνιάτικης πλημμύρας,<BR> +ότι είδα την πλεξίδα αυτή· γιατί ποιανού άλλου<BR> +να φανταστώ πως ειμπορεί νάν' αυτ' η κόμη;<BR> +και βέβαια δεν την έκοψεν η φόνισσά του,<BR> +η μάννα μας! που ταιριαστή δεν έχει γνώμη<BR> +μ' αυτό η κακούργα τόνομα για τα παιδιά της.<BR> +Μα και πώς πάλι να παραδεχθώ πως είναι<BR> +του Ορέστη δώρο τακριβό στολίδι τούτο,<BR> +του φίλτατού μας; κι αχ, με τυραγνά η ελπίδα,<BR> +αλλοίμονο!<BR> +δεν ήταν νάχε μίλημα και κρίσι ανθρώπου<BR> +να μη στεκόμουν δίγνωμη στο ναι και στ' όχι,<BR> +μα ή να μπορούσα μια καλή να την πετάξω<BR> +αν είτανε κομμένη από κεφάλι εχθρού μας,<BR> +ή αν ήταν πάλι από δικό, να κλαίη μαζί μου<BR> +στόλισμα και τιμή σ' αυτό το μνήμα επάνω.<BR> +Μα εσείς θεοί, που ξέρετε, μάρτυρες νάστε<BR> +μέσα σε ποιους χειμώνες, σα θαλασσομάχοι,<BR> +παραδέρνουμ' εμείς! μα αν είναι να σωθούμε<BR> +τρανά θεμέλια από μικρή αφορμή στεριώνουν.<BR> +Μα νά και πατησιές, δεύτερο αυτό σημάδι,<BR> +γιατί είναι χνάρια δυο ποδιών στη γης γραμμένα<BR> +του ίδιου εκείνου αυτά και κάποιου σύντροφού του,<BR> +μετρώ και βρίσκω πως οι φτέρνες κ' οι πατούσες<BR> +με των δικώ μου συμφωνούν ποδιών το μέτρος·<BR> +ω πόνος που με παίρνει και του νου μου αντράλα!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Γνώριζε στους θεούς των ευχών σου το τέλος<BR> +κ' ευχήσου και τα επίλοιπα σε καλό νάβγουν.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Πώς τάχα τι από χάρι τους καλό με βρήκε;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Βλέπεις εμπρός σου αυτόν, που από καιρόν ευχόσουν</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και ποιον απ' τους ανθρώπους ξέρεις πως καλούσα;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ξέρω πως τον Ορέστη πάρα ελαχταρούσες.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και σε τι τάχα εισακουστήκανε οι ευχές μου;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Εγώ είμ' αυτός! κι άλλον πιο φίλο μη γυρεύης.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Μα δόλους τώρα εδώ πλέκεις για μένα, ξένε;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Τότε στον εαυτό μου πάει να πη τους πλέκω.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Μα τάχα θες ναναγελάς στις συμφορές μου;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Και στις δικές μου τότε, αφού στις εδικές σου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Να λέω λοιπόν πως είν' ο Ορέστης που μου κρίνει;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ενώ τον ίδιο βλέπεις, όμως αμφιβάλλεις·<BR> +μα όταν την πένθιμη κουρά των μαλλιών είδες<BR> +και των ποδιώ μου αναμετρούσες τα σημάδια,<BR> +σαν νάβλεπες εμένα πέταξε η καρδιά σου·<BR> +σίμωσε την πλεξίδα αυτή στην κεφαλή μου<BR> +και ιδές με τα μαλλιά πώς μοιάζει ταδερφού σου·<BR> +νά και τούτο το φόρεμα, έργο των χεριώ σου<BR> +και της σαΐτας σου διάσιμο τα ξόμπλια τούτα.<BR> +Κράτα το νου σου· κ' η χαρά σου ας μη ξεσπάση<BR> +γιατί πικροί μας είναι, ξέρω — οι φίλτατοί μας.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Ω εσύ, του πατρικού σπιτιού γλυκύτατη έγνοια,<BR> +πολύκλαυτη της σωτηρίας μας ελπίδα,<BR> +θαρρεύοντας στη δύναμί σου θε να πάρης<BR> +πίσω το θρόνο του πατέρα μας· ω μάτια,<BR> +γλυκύτατά μου μάτια, πόχετε για μένα<BR> +τέσσερ' αγάπης μερδικά, γιατί έχω χρέος<BR> +πατέρα μου να σ' ονομάζω, και μιας μάννας<BR> +που ολόδικα μισώ, σε σένα πέφτει η αγάπη,<BR> +και της θυσιασμένης άσπλαχν' αδερφής μου·<BR> +αλήθεια αδέρφι μου πιστό, τιμή μου φέρνεις.<BR> +Μόνον η Δύναμι κ' η Δίκη με τον τρίτο<BR> +το Δία τον πανυπέρτατον ας σου συντρέξουν.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ναι, Δία, στρέψε τα μάτια σου στις συμφορές μας, <BR> +και ιδές την ορφανή γενεά αητού πατέρα,<BR> +που μέσα στα σφιχτά ξεψύχησεν αρπάγια<BR> +καταραμένης όχεντρας· και τα ορφανά του<BR> +πείνα τρανή μας έσφιξε· γιατί δεν μπόρειου<BR> +άγρη στην πατρική φωλιά να φέρνω ακόμα.<BR> +Κ' έτσι νά μας, κ' εγώ και τούτη εδώ η Ηλέκτρα,<BR> +καθώς μας βλέπεις, ορφανούς από πατέρα,<BR> +κι αποδιωγμένους μέσ' από το γονικό μας·<BR> +και σαν εμάς, τανήλικα πουλιά, μας πήρες<BR> +πατέρα που σου θύσιαζε και σε τιμούσε,<BR> +τέτοιων δώρων τιμές από ποιο χέρι θάχης;<BR> +ούτ' αν τη γέννα φτείρης ταητού θε νάχης<BR> +να στέλλης μαντικά σημάδια στους ανθρώπους,<BR> +κι' ουδ' απ τη ρίζα αν μαραθή το αρχαίο το δέντρο<BR> +για τους βωμούς σου θα φελά στα πανηγύρια.<BR> +Βόηθα! κι απ' το τίποτα μπορείς να υψώσης<BR> +σπίτι ψηλό που για καλά τόχουν πεσμένο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ω τέκνα, ω της πατρικής εστίας σωτήρες,<BR> +σωπάτε μήπως και κανείς σάς νοιώση, ω τέκνα,<BR> +και πάει με γλώσσα έτσι άκριτη και πη τα πάντα<BR> +στους άρχοντες μας· που είθε να τους δω μια μέρα<BR> +νεκρούς μες τους πισσένιους τους ατμούς της φλόγας.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Δεν θα προδώση ο αλάθευτος χρησμός του Φοίβου,<BR> +που μ' έσπρωξε σ' αυτό τον κίντυνο και τόσο<BR> +με ξεσήκωσε λέγοντας φριχτές φοβέρες<BR> +και ψυχρές μπόρες μέσα στα ζεστά μου σπλάχνα,<BR> +αν έτσι αφήσω τους φονιάδες του πατρός μου<BR> +κι αν μ' όποιο τρόπο σκότωσαν δεν τους σκοτώσω,<BR> +με μια άγρια λύσσα, που άλλη πλερωμή δε στρέγει·<BR> +αλλιώς θαν το πλερώσω εγώ με τη ψυχή μου,<BR> +μ' όσα πολλά κι αγλύκαντα θα μ' εύρουν πάθια·<BR> +γιατί οι οργές των χολιασμένων απ' τον άδη<BR> +είπε πως στους δικούς θέλουνε προξενήση<BR> +φριχτές αρρώστειες, μ' άγριες να τραβούν σαγόνες<BR> +τις σάρκες, και λειχήνες που θα τις σπαράζουν<BR> +και θα κάνουν παράλλαμα την πρώτην όψι,<BR> +ως που να βγουν μ' άσπρα μαλλιά 'πό την αρρώστεια·<BR> +κι άλλες των Εριννύων πληγές μόλεγε ακόμα<BR> +που θα με βρουν από το αγδίκητο το γαίμα.</p> + +<p>. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</p> + +<p>Γιατί των σκοτωμένων συγγενών, που θέλουν<BR> +εκδίκησι, το μαύρο βέλος απ' τον Άδη<BR> +η λύσσα κι ο νυχτερινός ο μάταιος φόβος<BR> +σειεί και ταράζει κι όξω από τη χώρα διώχτει<BR> +με χαλκή μάστιγα κορμί παραδαρμένο·<BR> +και δεν μπορούν οι τέτοιοι μήτε σε τραπέζια<BR> +μήτε σε γιορτινές σπονδές να λάβουν μέρος·<BR> +κι' απ' τους βωμούς, αθώρητος, μακριά τον διώχτει<BR> +ο χολιασμένος του πατέρας· και κανένας<BR> +ουδέ στέγη του δίνει, μ' ουδέ και βοήθεια,<BR> +όσο που τέλος έρμος, καταφρονεμένος<BR> +κακήν του κακού, άθλιος να τον τυλίξη χάρος.<BR> +Πώς να μη μπιστευτώ λοιπόν σε χρησμούς τέτοιους,<BR> +που κι αν δεν μπιστευτώ, μα πρέπει να το πράξω;<BR> +γιατί πολλές μαζί αφορμές σ' ένα συντρέχουν:<BR> +η θεϊκιά η διαταγή, και του πατρός μου<BR> +το μέγα πένθος, κ' η ανέχεια με στενεύει,<BR> +για να μη μένη ένας λαός, γενναίος μες σ' όλους,<BR> +παφάνισεν από προσώπου γης την Τροία,<BR> +σκλάβος σε δυο γυναίκες· γιατ' αλήθεια εκείνος<BR> +γυναίκεια 'χει καρδιά . . . ειδέ ταχιά θα μάθη</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Αλλ' ω Μοίρες μεγάλες, ας δώση ο θεός ένα τέλος καλό<BR> +εκεί πόχουν το δίκιο μαζί τους.<BR> +«Με γλώσσα κακιά η γλώσσα η κακιά<BR> +να πλερώνεται πρέπει» φωνάζει τρανά<BR> +που ξοφλά τα χρωστούμενα η Δίκη.<BR> +«Κι αντίς φόνου πληγή πάλι φόνου πληγή,<BR> +να πλερώνεται· κάμεις θα βρης»<BR> +ο παμπάλαιος ο μύθος φωνάζει.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ω πατέρα τρισάμοιρε,<BR> +τι τάχα να πω ή να κάμω<BR> +που ήθε σου καλοσυντύχη<BR> +στη γη που κοιμάσαι;<BR> +Χώρια 'ν' το φως και χώρια το σκότος,<BR> +έτσι κλεισμένη κ' η χάρι των θρήνων<BR> +για τους αρχηγούς του σπιτιού μας<BR> +τους πρώτους Ατρείδες.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τέκνον, το πνεύμα του νεκρού δεν το δαμάζει<BR> +η φλογερή η φάουσα της φωτιάς<BR> +και κάπου φανερώνει την οργή του·<BR> +θρηνολογιέται ο πεθαμένος,<BR> +βγαίνει στη μέση ο εκδικητής του·<BR> +κι αν οι πατέρες γίνουν στάχτη<BR> +μπαίνει με βια και τους γυρεύει<BR> +μέσα στη γης το μοιρολόγι</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Άκου λοιπόν στη σειρά μου και μένα, πατέρα,<BR> +πολύκλαυτα πένθη·<BR> +των δυο των παιδιώ σου σε κλαίει επιτάφιος θρήνος <BR> +και ικέτες μαζί κ' εξορίστους <BR> +μας δέχεται αυτό σου το μνήμα·<BR> +τι καλόν έχομε; ποιο κακό λείπει;<BR> +δεν είν' απολέμητη η μαύρη μας μοίρα;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μ' αν θέλη ο θεός, ακόμη μπορεί κι απ' αυτά<BR> +να δώση τραγούδια γιομάτα χαρά·<BR> +κι' αντίς για επιτάφιους θρήνους<BR> +στου βασιλιά τα παλάτια, παιάνες<BR> +καινούργια να στήσουν κροντήρια χαράς.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Καν νάπεφτες νεκρός<BR> +κάτω στην Τροία, πατέρα,<BR> +απ' το κοντάρι κάποιου Τρωαδίτη,<BR> +δόξα στα σπίτια αφίνοντας<BR> +και κάνοντας στους δρόμους των παιδιώ σου <BR> +ζωή καλοπερπάτητη,<BR> +τάφο θε νάχες ψηλοστοίβαχτο<BR> +στη χώρα την περατινή<BR> +κ' υποφερτό για μας θε να είταν.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Φίλος στους φίλους πόπεσαν γενναία πέρα εκεί <BR> +θε νάπρεπες ξεχωριστός και κάτω από τη γης,<BR> +αφέντης πολυοτιμημένος,<BR> +κ' υπουργός πλάι στους δυνατούς<BR> +του κάτω κόσμου βασιλιάδες·<BR> +γιατ' ήσουν και σαν ζούσες βασιλιάς<BR> +και τέτοιον κλήρον έλαχες από τη μοίρα<BR> +να κυβερνάς με δύναμι και σκήπτρο τους λαούς.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Μα ουδέ και κάτω από τα Τρωικά<BR> +πατέρα μου, τα κάστρα σκοτωμένος<BR> +μάλλους που το κοντάρι δάμασε λαούς<BR> +νάσουν πλάι στο Σκάμαντρο θαμμένος.<BR> +Κάλλιο πριν έτσι να είχαν σκοτωθή<BR> +εκείνοι που σε σκότωναν και κάποιος<BR> +<από μακριά> να την εμάθαινε<BR> +τη φονικιά τη συντυχιά τους<BR> +ξένος σ' αυτές τις συμφορές.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πιο καλές κι απ το μάλαμα είν' αυτές σου οι ευχές <BR> +κι απ των Υπερβορείων τη μεγάλη ευτυχία<BR> +πολύ ανώτερ' ακόμη· κ' είν' αυτό που μπορείς.<BR> +Αλλά τώρα ως εκεί φτάνει ο χτύπος βαρύς<BR> +της διπλής σας της μάστιγας· κ' είναι στη γης<BR> +οι προστάτες σας μέσα· ενώ αυτοί που κρατούν<BR> +την αρχήν, έχουν χέρια λερά, κι απ' αυτούς<BR> +ποιος μισήθηκε πιότερο απ' όλους;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ <BR> +Σαν σαϊτιά πέρα και πέρα χτύπησε<BR> +την ακοή μου αυτός σου ο λόγος.<BR> +Ω Δία, ω Δία, που κάτω από τη γης<BR> +στέλλεις την αργοτιμωρούσα Δίκη<BR> +στο χέρι, που όλα τα κακά τολμά<BR> +να τα πλερώση όμως με τον τόκο.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Άμποτε να ταξιωθώ<BR> +πικρόχολο να κελαδήσω μοιρολόγι<BR> +πάνου του εκεί που θα τον σφάζουνε<BR> +και πάνω της που θα την κόβουν·<BR> +γιατί πώς να το κρύψω αυτό<BR> +που μες στα φρένα μου πετά;<BR> +και μου χτυπάει κατάπρωρα<BR> +σαν άνεμος δριμύς,<BR> +η βράσι της καρδιάς<BR> +και το θεόργητό μου μίσος.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Μα πότε κι ο προστάτης μας<BR> +το χέρι του θα βάλη ο Δίας<BR> +και τα κεφάλια τους θα σχίση;<BR> +Στη χώρα μας η πίστις ας γυρίση,<BR> +το δίκιο από τους άδικους ζητώ<BR> +κι ακούσετέ μου, σεβαστές<BR> +του κάτω κόσμου εσείς Θεές.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μα είναι νόμος, των αιμάτων οι στάλες<BR> +που στο χώμα χυθούν να ζητούν κι άλλο αίμα<BR> +γιατί κράζει εκδίκησι ο φόνος,<BR> +για να φέρη, από κείνους που χάθηκαν πριν,<BR> +άλλο πάθος στο πρώτο το πάθος.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Αλλοίμονο, του κάτω κόσμου βασιλιάδες,<BR> +δέτε, κατάρες παντοδύναμες<BR> +των σκοτωμένων,<BR> +δέτε και ταποδέλοιπα των Ατρειδών<BR> +έρμα κι απελπισμένα, δίχως στέγη·<BR> +πού να στραφή, θε μου, κανείς;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πάλι ραγίζει μου η καρδιά<BR> +νακούω αυτά τα μοιρολόγια<BR> +και χάνω καθ' ελπίδα,<BR> +μαυρίζουν μου τα σωτικά<BR> +στα λόγια που γρικώ·<BR> +μα όταν σε βλέπω πάλι ν' αντρειεύεσαι<BR> +το θάρρος μου ξανάρχεται και διώχτει<BR> +το φόβο απ την καρδιά μου κατ' ανέμου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Πώς να τα πη κανείς σωστά; να πη τις συμφορές<BR> +που πάθαμ' από κείνη που μας 'γέννα;<BR> +καλόπιανε τις όσο θες,<BR> +μ' αυτές δεν είναι να μερέψουν·<BR> +γιατί είναι λύκος κακοτράχηλος<BR> +που δεν μερεύει με τα χάδια<BR> +η λύσσα, που κρατώ της μάννας μου.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Άριον θρήνο εμοιρολόγησα<BR> +σε νόμο Κισσιανής μοιρολογήτρας<BR> +κ' έβλεπες μαλλιοτράβηγμα και πάνω πανωτά<BR> +χέρι το χέρι, εδώ και κει, να συχνοπέφτη <BR> +κι από τους χτύπους βούυζε<BR> +το βροντημένο μου πανάθλιο το κεφάλι.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Ωιμέ ωιμένα φόνισσα<BR> +κακούργα μάννα!<BR> +σαν νάταν ξόδι ενός εχθρού<BR> +και δίχως νακλουθά ο λαός<BR> +την εκφορά του βασιλιά του,<BR> +το βάσταξ' η καρδιά σου αθρήνητο<BR> +τον άντρα σου να θάψης.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Είπες την πάσα, ωιμέ, ατιμία της<BR> +μα βέβαια και θα την πλερώση<BR> +την καταφρόνια του πατέρα μας·<BR> +πρώτα ο θεός κ' έπειτ' αυτό<BR> +το χέρι το δεξί μου,<BR> +θα την σκοτώσω κι ας χαθώ.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Το λείψανό του το ερεζίλεψαν,<BR> +μάθε και τούτο ακόμα<BR> +κ' έτσι σ' αυτό το χάλι τόνε θάψανε,<BR> +τέτοια ατιμία ανυπόφερτη<BR> +ζητόντας να κολλήσουν στη ζωή σου·<BR> +άκουσες του πατέρα σου τάτιμα πάθη.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Είδες την τύχη του πατέρα μας·<BR> +κ' εγώ από μακριά εστεκόμουν<BR> +για τίποτε άξια, περιφρονημένη<BR> +σαν δαγκανιάρικο σκυλλί<BR> +σ' ένα κατώι μαντρισμένη·<BR> +κλάιμα από γέλοια πιο άτιμο<BR> +μ' ανέβαινε, και στα κρυφά<BR> +πολύθρηνη βογγούσα·<BR> +μα εσύ τα τόσα πάκουσες<BR> +γράφε τα μες στο νου σου.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Κι ας τριβελίσουνε τα δυο σου αυτιά<BR> +τα λόγια αυτά και να κατασταλάξουν<BR> +στα ήσυχα βάθη της ψυχής σου·<BR> +έτσι είναι όπως μας τάκουσες<BR> +κ' έχεις λαχτάρα να τα μάθης<BR> +και τώρα πια μ' αλύγιστη<BR> +τη γνώμη τράβα εμπρός.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Κράζω σου με το μέρος μας νάσαι, πατέρα.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και γω μαζί, στα δάκρυά μου πνιγμένη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Με μια φωνή κ' εμείς όλες μαζί,<BR> +άκου, σου κράζουμε κ' έβγα στο φως<BR> +και στάσου αντίκρυ στους εχθρούς, δίπλα με μας.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Θαρθούν στα χέρια ο Άρης με τον Άρη<BR> +κ' η Δίκη με τη Δίκη.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Και σεις πια φέρτε τα, ω θεοί,<BR> +όπως το δίκιο ορίζει.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τρέμω π' ακούω αυτές σας τις ευχές·<BR> +το τι θα γίνη στέκει από καιρό,<BR> +μ' άμποτε καθώς εύχεσθε ναρθή.<BR> +Ωιμέν' αρρώστεια από γενιάς<BR> +και συμφοράς παράχορδη<BR> +πληγή αιματωμένη·<BR> +ω πένθη βαρυστέναχτα κι αβάσταγα<BR> +και πάθος που δε λέει να λουφάξη.<BR> +Γιατ' είν' η αρρώστεια ριζωμένη<BR> +στα σπίτια αυτά, κι όχι παρμένη<BR> +απόξω απ' άλλους, μα απ των ίδιων<BR> +την έχθρα, που αίμα δε χορταίνει.</p> + +<p>Στις θεές του κάτω κόσμου αυτός ο ύμνος!<BR> +Μ' ακούσετε μου, εσείς θεοί της γης,<BR> +αυτή μας την ευχή, και στα παιδιά<BR> +στείλτε βοήθεια πρόθυμη για να νικήσουν.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Πατέρα, που δεν πέθανες σα βασιλέας,<BR> +δόσε να πάρω κατοχή των παλατιώ σου.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Τέτοια κ' εγώ παράκλησι κάνω, πατέρα,<BR> +δος να σωθώ, μ' αφού τον Αίγιστο σκοτώσω.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Κ' έτσι μόνο τα νόμιμα δείπνα θε νάχης<BR> +της γης, αλλιώς, μες στους καλόδειπνους τους άλλους<BR> +νεκρούς, έμπυρα κνισωτά θε να στερείσαι.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Χοές κ' εγώ, στους γάμους μου, θε να σου φέρω<BR> +απ' όλη μου των πατρικών σπιτιών την προίκα<BR> +και πρώτο απ' όλ' αυτόν τον τάφο θα τιμήσω.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Άφις τον, Γη, να βγη να ιδή τον πόλεμό μας.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Κι ω Περσεφόνη, δόσε νίκη ευτυχισμένη!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Θύμας πατέρα τα λουτρά που σε σκοτώσαν!</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Θύμας και κείνο που εγκαινίασες το δίχτυ!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Σαν πιάστηκες στ' αχάλκευτά τους τα πεδούκλια.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Στ' άτιμα που σοφίστηκαν σκεπάσματά τους.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Τέτοιες ντροπές δε σε σηκώνουνε, πατέρα;</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Δεν σηκώνεις τάχα ορθό το αγαπητό κεφάλι;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Καν στείλε στους δικούς τη Δίκη σύμμαχό τους<BR> +κ' έτσι όμοια δος να λάβουνε ταπίχειρά τους,<BR> +αν θες μια που νικήθηκες ναντινικήσης.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Άκου κι αυτήν, πατέρα, τη στερνή βουή μου·<BR> +μας βλέπεις τα πουλιά σου αυτά πάνω στον τάφο<BR> +κ' ελέησε του γυιού τους θρήνους και της κόρης.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Και των Πελοπιδών το σπέρμ' αυτό μη σβύσης,<BR> +γιατ΄ έτσι κι αν απέθανες δε θα πεθάνης.</p> + +<p>ΗΛΕΚΤΡΑ<BR> +Αφού απ' αλήθεια ο πεθαμένος ζη και μένει<BR> +στόνομα των παιδιώ, που σα φελλοί κρατούνε<BR> +απ' το βυθό το κλώστινο του διχτυού νήμα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Άκου, κ' είναι για σέν' αυτά τα μοιρολόγια·<BR> +συ 'σαι που θα σωθής τα λόγι' αυτ' αν τιμήσης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μ' όλα τα δίκια σας αυτός ο πολύς θρήνος,<BR> +τιμή του τάφου για την άκλαυτή του μοίρα·<BR> +και τώρα, μια που τη βουλή σου έχεις στεριώση,<BR> +καιρός να δοκιμάζης στη δουλειά την τύχη.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Θα γίνη· μα δεν βλάβει ναρωτήσω ακόμα:<BR> +πόθε και πώς να στείλη τις χόες; ποιος λόγος<BR> +να θυμηθή τώρα στερνά ταγιάτρευτο κακό,<BR> +και πήε την άθλια χάρι σε νεκρό να στείλη,<BR> +που δεν αιστάνεται; και γω δε ξέρω τι να πω<BR> +γι' αυτά τα δώρα· μα 'ναι πάντ' από το κρίμα<BR> +μικρότερα· γιατ' όσους θησαυρούς κι αν δώσης<BR> +για το ένα το αίμα πόχυσες, του κάκου ο κόπος·<BR> +λοιπόν, αν ξέρης, πες μου ό,τι ζητώ να μάθω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ <BR> +Ξέρω, παιδί μου, τι 'μουν μπρος: αλλαλιασμένη<BR> +απ' όνειρα και νυχτοπλάνητες τρομάρες<BR> +έστειλε αυτά τα δώρα η άθεη η γυναίκα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Μη μάθατε και τόνειρο να μου το πήτε;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Φαντάστηκε πως γέννησ' έναν όφιο λέει.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Κ' έπειτα τι; ποιο τέλος είχε τόνειρό της;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Στα σπάργανα τον τύλιξε σαν να είταν βρέφος.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Τι ζήταε το νιογέννητο θεριό να φάη;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Αυτή βυζί του πρόσφερε μες στόνειρό της.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Και τάφησε το σερπετό ασπάραχτο έτσι;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τράβηξε με το γάλα της και κόμπον αίμα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Λοιπόν θα πη πως τόνειρο δε θάν' του κάκου.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Κ' έκραξ' εκείνη από τον ύπνο τρομαγμένη<BR> +και πλήθος φώτα, τυφλωμένα στο σκοτάδι,<BR> +ξανάφτουνε για χάρι της μες στα παλάτια·<BR> +και στέλλει ευθύς τα νεκρικά τα δώρα ετούτα<BR> +θαρρόντας πως μ' αυτά το κακό θα γιατρέψη.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Μα εγώ παρακαλώ τη Γη κι αυτό το μνήμα<BR> +σε καλό τέλος τόνειρο να βγη για μένα·<BR> +κ' έτσι το κρίνω αλήθεια νάναι ταιριασμένο:<BR> +Αφού απ την ίδια την κοιλιά βγήκε με μένα<BR> +και κουλουριάστηκε στα σπάργανά μου ο όφης<BR> +κι άνοιξε στόμα στο βυζί που μ' έχει θρέψη<BR> +κι ανάμιξε στο γάλα μου μια στάλα αίμα<BR> +κι έντρομη εκείνη ωλόλυξε γι' αυτό το πάθος<BR> +πρέπει λοιπόν, ως τόθρεψε τάγριο το τέρας,<BR> +να ποθάνη με βιά· και γω θα γίνω ο δράκος<BR> +καθώς το λέει και τόνειρο να τη σκοτώσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ονειροκρίτη το λοιπόν γι' αυτά σε παίρνω<BR> +κ' έτσι ας γενή· για τάλλα τώρα οδήγησέ με<BR> +τι έχει να κάμη ο ένας κι ο άλλος να μην κάμη.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Απλός ο λόγος: πρώτ' αυτή να πάη στο σπίτι,<BR> +και θέλω όσα μιλήσαμε κρυφά να μένουν,<BR> +κι όπως με δόλο εσκότωσαν τον τίμιον άντρα<BR> +έτσι με δόλο να πιαστούν, και στα όμοια βρόχια<BR> +να σκοτωθούν καθώς το πρόσταξε κι ο Φοίβος<BR> +ο άναξ Απόλλων, μάντις αψευδής ως τώρα.<BR> +Λοιπόν ντυμένος στην εντέλεια ωσάν ξένος<BR> +θα πάω μ' αυτόν εδώ που βλέπεις τον Πυλάδη<BR> +στην πόρτα της αυλής σα φίλος σπιτικός των,<BR> +όπου κ' οι δυο, σαν νάμαστ' απ τα μέρη τάχα<BR> +του Παρνασού, θα κρένομε τη γλώσσα εκείνη<BR> +δίνοντας προφορά Φωκέικια στη φωνή μας·<BR> +πρόθυμοι βέβαια οι θυρωροί δε θα μας 'νοίξουν<BR> +γιατί δαιμόνου πείραξι βαστάει το σπίτι·<BR> +μα εμείς εκεί θα μείνουμε, ώσπου περνόντας<BR> +από κει κάποιος μας ιδή κ' έτσι μιλήση:<BR> +«Γιατί ναφήνη τον ικέτη έξω απ την πόρτα<BR> +ο Αίγιστος, αν είναι μέσα και το ξέρη;»<BR> +Μ' αν θα περάσω μια της πόρτας το κατώφλι<BR> +και νάβρω εκείνον στου πατέρα μου το θρόνο,<BR> +ή και κατόπι βγη μπροστά μου και σηκώση<BR> +τα μάτια καταπάνω μου — να το γνωρίζης,<BR> +πριν να προφτάση να μου πη «πούθεν ο ξένος;»<BR> +νεκρό με μια γοργή σπαθιά σου τον ξαπλώνω.<BR> +Κ' η Ερινύα, που δεν της λείβουνται σκοτώσια,<BR> +τρίτο ποτήρι θε να πιή άκρατον αίμα.<BR> +Εσύ λοιπόν το νου σου νάχης μες στο σπίτι,<BR> +για νάρθουν όλα βολικά τόνα με τάλλο·<BR> +και σεις διακριτικιά τη γλώσσα να κρατάτε,<BR> +λέγοντας όσα πρέπει κι όσα μη σιωπόντας.<BR> +Για τάλλα, τον θεόν καλώ να τα φροντίση<BR> +που μ' άμπωσε σ' αυτούς τους φονικούς αγώνες.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p><i>ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</i><BR> +Θρέφει κ' η γη πολλές<BR> +σκιάχτρων φριχτών τρομάρες,<BR> +οι αγκαλιές της θάλασσας<BR> +τέρατ' ανθρωπομάχα βράζουν·<BR> +κι ανάμεσα γης κι ουρανού<BR> +φωτιές επάνωθέ μας 'γγιάζουν.<BR> +Πετούμενα και στεριανά<BR> +έχουν να πουν<BR> +τις άγριες μπόρες σαν μανιάζουν.</p> + +<p>Μα ποιος θα πη του αντρός<BR> +τη δίχως όρια τόλμη<BR> +και των ξωφρένων γυναικών<BR> +τις άγριες αγάπες,<BR> +που μες στις συμφορές μας βόσκουν;<BR> +Ο θηλυκός ο έρωτας,<BR> +ο ανέρωτας, που δε λογιάζει<BR> +ταντρογυνοζευγάρωμα,<BR> +θηρία και μπόρες παρομοιάζει.</p> + +<p>Κι ας μάθη ναναθυμηθή<BR> +όποιος το νου δεν έχει κούφιο,<BR> +το τι σοφίστηκε η πανάθλια<BR> +κακούργα μάννα, του Θεστίου η κόρη,<BR> +που πήε να κάψη το δαυλό<BR> +το συνομήλικο του γυιού της,<BR> +που αφόντας απ' τον κόλφο της<BR> +πέφτοντας εκελάδησε, η ζωή του<BR> +ήταν δεμένη όλη μ' αυτόν<BR> +ως τη μοιρόγραφτή του μέρα.</p> + +<p>Κι ανάθεμα την άλλη που ιστορούν<BR> +την κόρη την κακούργα,<BR> +που χάλασε τον ίδιο τον πατέρα της<BR> +για έναν εχθρό, γιατί το νου της<BR> +ξεσήκωσαν τα κρητικά<BR> +του Μίνου δώρα, τα χρυσά γιορτάνια,<BR> +κ' έκοψε Νίσου του πατέρα της<BR> +που αξέγνοιαστα εκοιμόνταν<BR> +την τρίχα, η σκύλλα, την αθάνατη<BR> +κι άρπαξε τη ψυχή του ο χάρος.</p> + +<p>Πρώτο λογιέται μέσα σ' όλα τα κακά<BR> +της Λήμνου, κ' έχουν να το λένε<BR> +με σιχαμό το πομπιασμένο,<BR> +τόσο που και την ίδια συμφορά<BR> +«Λημνία» της έχουν όνομα δοσμένο·<BR> +από ένα κρίμα θεομίσητο<BR> +κάθε καμάρι ανθρώπινο πάει χαμένο·<BR> +γιατ' ό,τι εχθρεύουνται οι Θεοί κανείς δεν προσκυνά·<BR> +σε τι δεν έχω δίκιο απ' όλα αυτά;</p> + +<p>Και μια που πάθη ανήμερα μελέτησα,<BR> +δεν έχει εδώ τον τόπο του και τούτων των σπιτιών<BR> +τάνομο το ζευγάρωμα το ξορκισμένο,<BR> +κι ο άπιστος δόλος του γυναίκειου της μυαλού<BR> +για άντρα πολεμιστή αρματοζωσμένο<BR> +για άντρα που τούχαν ως κ' οι εχθροί του σέβας;<BR> +και να ψηφώ σπιτιών αθέρμαντη γωνιά,<BR> +την άναντρη εξουσία μιας γυναίκας;</p> + +<p>Της Δίκης στέκουν τα θεμέλια στερεά<BR> +και τον χαλκό από πριν δουλεύει η Μοίρα<BR> +που φτιάνει τα σπαθιά·<BR> +και μες στα σπίτια μπάζει το παιδί<BR> +των αρχαίων αιμάτων, για να εκδικηθή<BR> +με τον καιρό το κρίμα<BR> +η δοξαστή βαθύβουλη Ερινύς.</p> + +<p>Το κοφτερό πικρότατο σπαθί<BR> +κοντά στο ψυχικό τη δίνει<BR> +πέρα και πέρα τη λαβωματιά του<BR> +σε κείνον, που στα πόδια του πατεί<BR> +ανίερα κι άνομα τη Δίκη<BR> +και δεν ψηφάει το σεβαστό<BR> +του Δία το νόμο ταθανάτου.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Παιδί, αι παιδί, άκω η αυλόπορτα βροντάει,<BR> +ποιος είναι μέσα; αι παιδί, ματά σου κράζω·<BR> +νά, που φωνάζω τρεις φορές για να βγη κάποιος<BR> +αν είν το σπίτι του Αίγιστου ανοικτό στον ξένο.</p> + +<p>ΔΟΥΛΟΣ<BR> +Καλά. Ακούω. Ποιος και πούθεν είν' ο ξένος;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Δόσε στ' αφεντικά σου είδησι, όπου ήρθα<BR> +ξάργου γι' αυτούς κάτι μαντάτα να τους φέρω — <BR> +και βιάσου, γιατί βιάζεται θωρείς κ' η νύχτα<BR> +με τα μαύρα της τάλογα, κ' οι στρατολάτες<BR> +ώρα να ρίξουν άγκυρα σε κάποιο χάνι — <BR> +πες νάρθη εδώ η νοικοκερά έξω στην πόρτα<BR> +του παλατιού· μα πιο καλά θα ταίριαζε άντρας,<BR> +γιατ' η ντροπή δεν κάνει σκεπαστά τα λόγια<BR> +πόχει να πη και θαρρετά τα λέει ο άντρας<BR> +στον άντρα κ' έτσι καθαρά τα ξεδιαλύνει.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Λέγετε, ξένοι, ότι χρειάζεσθε· γιατί όλα<BR> +υπάρχουν όσα πρέπει τέτοιο σπίτι νάχη,<BR> +θερμά λουτρά κι ανάπαψι του κουρασμένου,<BR> +κρεββάτι και δικαίων ματιών η παρουσία·<BR> +αν όμως σπουδαιότερη σας φέρνη ανάγκη<BR> +αυτό 'ναι των άντρων δουλειά κ' ειδοποιούμε.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ξένος είμαι, Δαυλιώτης από τη Φωκίδα·<BR> +καθώς ξεκίναγα για τ' Άργος, φορτωμένος<BR> +τα πράματά μου μόνος μου, έτσι όπως ήρθα,<BR> +μ' εσίμωσ' ένας, που δε γνώριζα — κατόπι<BR> +τόμαθ' απ την κουβέντα: Στρόφιος Φωκιδιώτης — <BR> +κι αφού για πού με ρώτησε κ' είπε και κείνος<BR> +μου λέει «αφού έτσι κ' έτσι, ξένε, πας για τ' Άργος,<BR> +θύμας να πης για τον Ορέστη στους γονιούς του<BR> +πως πέθανε· και κοίταξε μην ταμελήσης·<BR> +κ' είτε κρίνουν εκεί να στείλουν να τον πάρουν,<BR> +είτ' εδώ να ταφή ξένος κ' έρμος στα ξένα,<BR> +μας λες στο γυρισμό σου τις παραγγελιές των·<BR> +τώρα το χάλκινο λεβέτι στα πλευρά του<BR> +κρύβει του νιου, που καλά κλάψαμε, τη στάχτη».<BR> +Είπα εγώ κείνα πάκουσα· τώρα δεν ξέρω<BR> +αν τάπα σ' όποιους έπρεπε και σε δικούς του,<BR> +μα βέβαια πρέπει να το μάθουν οι γονιοί του.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Ωιμέ, ποιος κατακέφαλα χαμός μας βρήκε!<BR> +Ω ανίκητη των παλατιών αυτών κατάρα,<BR> +πόσο πολλά, καλά καθούμενα, μακρυάθε<BR> +μ' αλάθευτες ματίζεις σαϊτιές και βρίσκεις!<BR> +όλους μου απομαδάς τους φίλους της τρισάθλιας·<BR> +και τώρα ο Ορέστης, πούχε την καλή την τύχη<BR> +νάν' έξω απ την κατάρατην αυτή τη λάσπη,<BR> +η μόνη ελπίδα πόμενε να μας γιατρέψη<BR> +απ το καλό μας χαροκόπι — πάει τανέμου!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Εγώ σε ξένους τόσο καλοτυχισμένους<BR> +από καλύτερη αφορμή να γνωριζόμουν<BR> +θάθελα και στο σπίτι τους να φιλευόμουν·<BR> +γιατί ποιος το καλό του ξένου του δε θέλει;<BR> +όμως αμάρτημα θα τόχα στη ψυχή μου<BR> +σε φίλους τέτοιο πράμα να μη φανερώσω,<BR> +μια πόδωκα το λόγο μου και με φιλεύουν.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Δε θάχης από μας πιο λίγο απ' ότι αξίζεις<BR> +κι ουδέ πιο λίγο φίλος του σπιτιού θα γένης·<BR> +τ' όμοιο ένας άλλος θάρχονταν τα νέα να φέρη.<BR> +Μα είναι καιρός οι ξένοι, που όλη την ημέρα<BR> +σε δρόμο επέρασαν μακρύ, ναναπαυθούνε·<BR> +οδήγησέ τον στο φιλόξενο ανδρωνίτη<BR> +κι αυτόν που τον ακολουθεί το σύντροφό του·<BR> +και να φροντίσης τίποτε να μην τους λείψη,<BR> +γιατί με σένα, ξέρε το, θάχω να κάμω.<BR> +Κ' εγώ στον άρχοντα του παλατιού θα φέρω<BR> +την είδησι· και δόξα ο Θεός έχομε φίλους<BR> +για να σκεφθούμε όσο γι' αυτά που μας ευρήκαν.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Λοιπόν πότε, γυναίκες πιστές του σπιτιού,<BR> +θενά δείξομ' εμείς<BR> +των ευχών μας τη δύναμι για τον Ορέστη;<BR> +Ω γη σεβαστή και χώμα ιερό<BR> +του τάφου του τώρα κρατεί το κορμί<BR> +βασιλιά του στολάρχου,<BR> +τώρ' απάκουσε τώρα βοήθεια ναρθής,<BR> +γιατί τώρα καιρός να κατέβουν μαζί<BR> +η δολία η Πειθώ και ο νύχτιος Ερμής<BR> +να επιβλέψουν σ' αυτές<BR> +των σπαθιών τις σκληρόψυχες μάχες.</p> + +<p>Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<BR> +Κάτι κακό μου φαίνεται σκαρώνει ο ξένος·<BR> +βλέπω του Ορέστη τη βυζάστρ' αυτή κλαμμένη·<BR> +για πού πηγαίνεις, Κίλισσα, έξω απ τις θύρες<BR> +και λύπη, ακόλουθο άμισθο, σέρνεις μαζί σου;</p> + +<p>Η ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Τον Αίγισθο η βασίλισσα πρόσταξε αμέσως<BR> +να τρέξω για τους ξένους που ήρθαν να καλέσω,<BR> +για νάρθη και πιο ξάστερα σαν άντρας πούναι<BR> +το νέο αυτό το μήνυμα καλοεξετάση.<BR> +Και μπρος στους δούλους κάνοντας τη λυπημένη<BR> +κρύβει μες στα πικρά της μάτια τη χαρά της,<BR> +για την καλή τη συντυχιά, που ήρθε για κείνη,<BR> +μα συμφορά τρισάμοιρη γι' αυτό το σπίτι,<BR> +απ' το σωστό το μήνυμα που οι ξένοι εφέραν.<BR> +Α! πως θα ευφράνη βέβαια τη ψυχή του εκείνος<BR> +σα μάθη αυτή την είδησι, αλλοίμονό μου!<BR> +πόσο οι παλιές και τόσες συμφορές που ετύχαν<BR> +αβάσταγες μες στα παλάτια αυτά του Ατρέα<BR> +μου σπάραξαν τα σωτικά μέσα στα στήθια!<BR> +μα άλλη μια τέτοια δε δοκίμασα ως τα τώρα,<BR> +γιατί με υπομονή τα τράβηξα όλα τάλλα·<BR> +μα τον Ορέστη, της ψυχής μου γλυκειάν έγνοια,<BR> +π' από μάννας κοιλιά δέχτηκα κ' έθρεψά τον — <BR> +πόσα ξενύχτια ορθή στο πόδι απ τις φωνές του<BR> +και πόσα βάσαν' ανωφέλευτα για μένα<BR> +δεν πέρασα! γιατί σαν δεν αιστάνεσαι, είσαι<BR> +σα ζώο, που πρέπει με το νου κανείς να βρίσκη<BR> +ό,τι χρειάζεται, και μες στα σπάργανά του <BR> +το βρέφος δε μιλεί για να σου πη αν έχη<BR> +ή πείνα ή δίψα ή άλλη προς νερού του ανάγκη,<BR> +μα μόνη της δουλεύεται η κοιλιά του βρέφου.<BR> +Εγώ όλ' αυτά τα πρόβλεπα, μα πάντα βέβαια<BR> +γελιόμουν και πολλές φορές κ' έπρεπε τότε<BR> +πλύστρα μαζί λουτράρισα και βάγια νάμαι·<BR> +κι αυτές επάνω μου έχοντας τις διπλές τέχνες<BR> +του ανάθρεψα του βασιλιά μας τον Ορέστη·<BR> +τώρα μαθαίνω η άμοιρη το θάνατό του!<BR> +και πάω να 'βρω αυτόν πόχει ρημάξει τούτα<BR> +τα σπίτια· αχ, τι χαρά θα κάμη σαν το ακούση!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Και πώς του παραγγέλνει νάρθη ετοιμασμένος;</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Τι πώς; ξηγήσου καθαρώτερα να νοιώσω;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τάχα με τους στρατιώτες του, ή μοναχός του;</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Μαζί και δορυφόρους του μηνάει να πάρη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Λοιπόν αυτό μην του το πης, αν του έχης έχθρα,<BR> +αλλά μόνος ναρθή, μην έμπη σε υποψία,<BR> +πες του το γρηγορότερο, χαρούμενη έτσι·<BR> +σαν θέλη κάνει ο μηνυτής το στραβό ίσιο.</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Τάχεις σωστά; κατόπι απ' αυτά τα νέα;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μ' αν τέλος θέλη ο Ζευς ναλλάξη πια την τύχη;</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Και πώς; ο Ορέστης, των σπιτιών η ελπίδα, πάει.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ακόμη! όποιος το πη μάντις κακός θε νάταν.</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Τι λες; μη ξέρεις τίποτε χώρια 'πό τάλλα;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πήγαιν' εκεί που σ' έστειλαν, το χρέος σου κάμε<BR> +και για όσα γνοιάζεται ο θεός την έγνοια του έχει.</p> + +<p>ΒΥΖΑΣΤΡΑ<BR> +Τραβώ και καταπώς μ' ορμήνεψες θα πράξω,<BR> +κι' άμποτ' ο θεός ότι 'ν' το πιο καλό ας μας δίνη.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p><i>ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</i><BR> +Τώρα σου δέομαι, των Ολύμπιων<BR> +θεών πατέρα Δία,<BR> +εμείς που λαχταρούμε το καλό μ' ευλάβεια, <BR> +δόσε να δούμε αλήθεια ευδία·<BR> +το δίκιο η κάθ' ευχή μας σου ζητά,<BR> +εσύ να τον φυλάγης, Δία.<BR> +Ναι, κάμε, ω Δία, νικητής,<BR> +μες στα παλάτια, των εχθρών να γίνη<BR> +κι αν τον υψώσης συ τρανό,<BR> +διπλή τριπλή την οφειλή<BR> +πρόθυμα θα σου δίνη.</p> + +<p>Φίλου σου ανθρώπου ταρφανό<BR> +πουλάρι, γνώριζέ το,<BR> +σ' έν' άρμα συμφορών εζεύχτηκε<BR> +και στο τρεχιό του βάλε συ ένα μέτρο·<BR> +ποιο βήμα τρέχοντας με τόση ορμή<BR> +σ' έδαφος τέτοιο να φυλάη το μέτρο;<BR> +Ναι, κάμε, ω Δία, νικητής,<BR> +μες στα παλάτια, των εχθρών να γίνη<BR> +κι αν τον υψώσης συ τρανό,<BR> +διπλή τριπλή την οφειλή<BR> +πρόθυμα θα σου δίνη.</p> + +<p>Και σεις, που μέσα στο παλάτι, τάδυτα<BR> +χαίρεσθε με τα πλούτη τα φαιδρά των,<BR> +ακούστε μας, ομόγνωμοι θεοί,<BR> +και με την νέα στερνήν εκδίκησι<BR> +των πρωτινών ξεπλύνετε το αίμα κριμάτων^<BR> +και πια εδώ μέσ' ας μη ακλουθήση<BR> +ο γέρος φόνος να γεννοβολήση.<BR> +Συ που την τρίσβαθη σπηλιά<BR> +την ώριαν έχεις κατοικία,<BR> +κάμε το σπίτι τούτο ναναβλέψη<BR> +και λαμπρό φως ελευθεριάς<BR> +να δη με μάτια χαρωπά<BR> +μες απ τη σκοτεινή του σκέπη.</p> + +<p>Κι άμποτ' ο Ερμής, της Μαίας ο γυιός,<BR> +κ' είναι το δίκιο — χέρι να του δώση,<BR> +γιατ' είν' ο μόνος οπού δύνεται<BR> +μια πράξι αν θέλη να καταβοδώση·<BR> +κάτι σαν αίνιγμα θα πω:<BR> +στα μάτια και τη νύχτα σκότος χύνει<BR> +και την ημέρα πιότερο φως δεν αφίνει.<BR> +Συ που την τρίσβαθη σπηλιά<BR> +την ώριαν έχεις κατοικιά,<BR> +κάμε το σπίτι τούτο ναναβλέψη<BR> +και λαμπρό φως ελευθεριάς<BR> +να δη με μάτια χαρωπά<BR> +μέσ απ τη σκοτεινή του σκέπη.</p> + +<p>Και τότε πια φανερά<BR> +θα διώξω φόβους μακριά<BR> +και με γυναίκεια τραγούδια<BR> +φαιδρό θα στήσω χορό,<BR> +και όχι στριγγά μοιρολόγια<BR> +θε να κινήσω να πω·<BR> +πλέομε πρίμα, δική μου χαρά,<BR> +μακριά απ τους φίλους η συμφορά.<BR> +Και συ με θάρρος σαν έρθη<BR> +του έργου η ώρα κι ακούσης<BR> +να σου φωνάζη «παιδί μου! » <BR> +τόνομα πες του πατέρα σου<BR> +και τάψογο τέλειωνε κρίμα.</p> + +<p>Σαν του Περσέα καρδιά<BR> +κάμε στα στήθη σκληρά<BR> +και για τους φίλους που κάτω<BR> +κ' επάνω είναι στη γης<BR> +ξόφλησε τέλος το χρέος<BR> +της άτιμής του σφαγής,<BR> +να τρέξη το αίμα του μέσα ρονιά<BR> +και να ξεκάμης άθλιο φονιά.<BR> +Και συ με θάρρος σαν έρθη<BR> +του έργου η ώρα κι ακούσης<BR> +να σου φωνάζη «παιδί μου! »<BR> +τόνομα πες του πατέρα σου<BR> +και τάψογο τέλειωνε κρίμα</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ<BR> +Μήνυμα μόστειλαν κι ακάλεστος δεν ήρθα·<BR> +καινούριαν είδησι έμαθα πως κάποιοι ξένοι<BR> +ήρθαν απόξω κ' έφεραν, όπου καθόλου<BR> +δεν είν' ευχάριστη, το θάνατο του Ορέστη·<BR> +και τούτο ακόμη να μας βρη, γι' αυτό το σπίτι·<BR> +θα είταν αιματοστάλαχτη πληγή, στις πρώτες<BR> +που ακόμα δεν εκλείσανε και μας πονούνε·<BR> +πώς είναι τάχα και σωστά να το πιστέψω;<BR> +ή λόγια γυναικών που τόχουν να φοβούνται,<BR> +μαζώματα του ανέμου και στο βρόντο σβύνουν;<BR> +τι έχεις να πης γι' αυτά και μένα να φωτίσης;</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Τακούσαμε και μεις μα κάλλιο να περάσης<BR> +μέσα και να ξετάσης μόνος σου τους ξένους·<BR> +γιατί καμιά το μήνυμα δεν έχει αξία,<BR> +όσο αν τα μάθης απ' αυτούς τα πάντα ο ίδιος.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ<BR> +Θέλω να ιδώ και νανακρίνω αυτό το ξένο<BR> +αν είτανε παρών που πέθανε κοντά του,<BR> +ή αν έτσι τόχει απ' ακουστά, λόγια τ' αέρα·<BR> +εμένα μάτια έχει ο νους και δε γελιέμαι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ω Δία, ω Δία, τι να πω κι από πού<BR> +ναρχινήσω ευλογίες να λέω κ' ευχές<BR> +και πώς λέγοντας πέρα να βγάλω<BR> +όσα θέλ' η καρδιά μου γι' αυτόν;<BR> +Γιατί έφθασ' η ώρα ταντρόφονα ξίφη<BR> +με την κόψι βαμμένη στο αίμα,<BR> +ή για πάντα τα σπίτια του Ατρείδη<BR> +από πρόσωπο γης ναφανίσουν,<BR> +ή φως και φωτιά για τη λευτεριά<BR> +στους βωμούς μας επάνω ν' ανάψη<BR> +και στα χέρια του πίσω τα σκήπτρα να πάρη<BR> +και τους πατρικούς θησαυρούς του.<BR> +Τέτοιο αγώνα μονάχος του έφεδρος έχει<BR> +ο ανδρείος Ορέστης με δύο να παλέψη<BR> +κι ο θεός πια ας του δίνη τη νίκη.</p> + +<p>ΑΙΓΙΣΘΟΣ</p> + +<p>(Φωνή από μέσα).</p> + +<p>Ώι, ώι, συμφορά μου!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Άκου, άκου· πώς νάγινε;<BR> +πώς το πράμα να τέλειωσε μέσα;<BR> +Μ' ας τραβηχτούμε κι ότι νάναι παίρνει τέλος,<BR> +για να μην πέση επάνω μας καμιά υποψία <BR> +όσο γι' αυτά· γιατ' έχει πια κριθή ο αγώνας.</p> + +<p>ΔΟΥΛΟΣ<BR> +Αλοί και πάλι αλοίμονο! πάει ο αφέντης<BR> +και τρεις φορές αλοίμονο ξανά φωνάζω·<BR> +τέλειωσε πάει ο Αίγισθος· ανοίξετέ μας<BR> +ευτύς αμέσως· ξεμπαρώσετε τις πόρτες<BR> +του γυναικείου· μα εδώ χρειάζεται άντρας κι άντρας,<BR> +όχι γι' αυτόν, τι τόφελος; πάει δουλειά του . . .</p> + +<p>Ε, σεις, ε σεις!</p> + +<p>Βροντώ σε κουφού πόρτα κι άγνοιαστοι κοιμούνται·<BR> +του κάκου κράζω· πούν' η Κλυταιμνήστρα, πούναι;<BR> +Μα θαρρώ τώρα κρέμεται κοπίδι επάνω<BR> +στο σβέρκο της να πέση δίκια χτυπημένος.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Τι τρέχει; τι 'ν' αυτή που σήκωσες η αντάρα;</p> + +<p>ΔΟΥΛΟΣ<BR> +Το ζωντανό σκοτώνουν, λέω, οι πεθαμένοι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Ωιμέ!<BR> +κατάλαβα τι παν να πουν τα αινίγματά σου<BR> +καθώς με δόλο εσφάξαμε και θα σφαγούμε·<BR> +μα ένα μπαλτά ας μου δώσουν γρήγορ' αντροφόνο,<BR> +να δούμε αν θα νικήσομε ή θα νικηθούμε,<BR> +αφού ως εδώ κατάντησε νάρθη το πράμα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Σένα και 'γω ζητώ· όσο γι' αυτόν, καλά ναι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Ωιμένανε! νεκρός, Αίγισθε φίλτατέ μου!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Τον αγαπάς αυτόν; λοιπόν στον ίδιο τάφο<BR> +μαζί, δε θα τον χωριστής νεκρόν ποτέ σου.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Στάσου, παιδί· και ντράπου καν ετούτο, γυιέ μου,<BR> +το στήθος, που πολλές φορές σ' αυτό υπνωμένος<BR> +άρμεξες με τα γούλια σου θραψερό γάλα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Πυλάδη, τι να κάνω; πώς να σφάξω μάννα;</p> + +<p>ΠΥΛΑΔΗΣ<BR> +Πού είναι λοιπόν οι επίλοιποι χρησμοί του Φοίβου<BR> +απ τους Δελφούς κ' οι ορκοδεμένες συμφωνίες;<BR> +πιο φίλο απ' τους θεούς κανένα μη νομίζης.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Κρίνω πως έχεις δίκιο και σωστά ορμηνεύεις·<BR> +ακλούθα μου· δίπλα του θέλω να σε σφάξω·<BR> +και ζώντας τον προτίμησες απ τον πατέρα,<BR> +κοίμου λοιπόν πλάι του νεκρή, αφού αγαπούσες<BR> +αυτόν και κείνον, που είταν ναγαπάς, μισούσες.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Σ' έθρεψα εγώ, μαζί σου θέλω να γεράσω.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Μαζί μου, του πατρός μου φόνισσα, να ζήσης;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Η μοίρα, γυιέ μου, σ' όλ' αυτά είν' η αιτία.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Λοιπόν η μοίρα ετοίμασε κι αυτόν το φόνο.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Παιδί μου, δεν ψηφάς διόλου κατάρες μάννας;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Στη δυστυχία μ' εγέννησες για να με ρίξης.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Σε χέρια φιλικά μονάχα σε είχα ρίξη.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ελεύθερος εγώ, πουλήθηκα έξω σκλάβος.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Και πού 'ναι η πλερωμή που δέχτηκα για σένα;</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ντρέπομαι φανερά και τούτο να σου βρίσω.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Μη, μόνον πες και τάδικα και του πατρός σου.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ.<BR> +Μην κρίνης το ξωμάχο εσύ, που μένεις σπίτι.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Τρώει τις γυναίκες ο καϋμός του αντρός να λείπη.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Μέσα στα σπίτια αυτές, του αντρός τις θρέφει ο κόπος.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Τόχεις το βλέπω απόφασι να με σκοτώσης.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Συ, κι όχι εγώ, τον εαυτό σου θα σκοτώσης.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Φυλάξου από τις μάννας σου τις άγριες σκύλλες.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Κι απ του πατέρα μου, πώς θα σωθώ αν σ' αφήσω;</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Θαρρώ του κάκου ζωντανή κλαίω μπρος στον τάφο.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Σου ορίζει αυτό το θάνατο του αντρός σου η μοίρα.</p> + +<p>ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<BR> +Ωιμένα, εγώ τον γέννησα κ' έθρεψα φίδι·<BR> +ω πόσο αληθινός του ονείρου βγήκε ο φόβος!</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Σκότωσες τόν δεν έπρεπε· και τ' όμοιο πάθε.</p> + +<p>Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<BR> +Σπλαχνίζομαι κι αυτών των δυο τη μαύρη μοίρα·<BR> +μ' αφού στα τόσα τα αίματα έβαλεν άκρη<BR> +ο άθλιος ο Ορέστης, πιο καλά τουλάχιστο έχω<BR> +να μη χαθή για πάντα του σπιτιού το μάτι.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ</p> + +<p><i>ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</i><BR> +Ήρθε στους Πριαμίδες η Δίκη με καιρό<BR> +βαρύδικη ποινή·<BR> +ήρθε και στο παλάτι του Αγαμέμνονος<BR> +διπλό λιοντάρι, Άρης διπλός·<BR> +πέρα για πέρα τόβγαλεν<BR> +ο εξόριστος, που ανάγγειλε η Πυθώ<BR> +και την ορμή του ωδήγησεν η γνώμη των θεών.<BR> +Τραγούδια ψάλλετε χαράς<BR> +που γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιoς<BR> +από τα νύχια της φθοράς,<BR> +από τους δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό.</p> + +<p>Ήρθε κι ο που της μάχης γνοιάζεται της κρυφής<BR> +τη δολερή ποινή·<BR> +και τούπιασε το χέρι στη μάχ' η αληθινή<BR> +του Δία η κόρη — Δίκη εμείς<BR> +το βρήκαμε με πιτυχιά<BR> +τόνομα που της δίνομ' οι θνητοί,<BR> +και που έχθρα πνέει θανάσιμη για όσους της είν' εχθροί.<BR> +Τραγούδια ψάλλετε χαράς<BR> +που γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιος<BR> +από τα νύχια της φθοράς,<BR> +από τους δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό.<BR> +Εκείνα που ο Λοξίας, από τον Παρνασό,<BR> +πόχει το μέγα σπήλαιο στης γης τον ομφαλό,<BR> +εμάντευσε, τους βρήκαν<BR> +για το άπιστό τους κρίμα πόγινε χρονιακό·<BR> +ποτέ η θεία η δύναμις<BR> +δε βοηθάει κακούς·<BR> +δόξα στη δικαιοσύνη της ψηλά στους ουρανούς.<BR> +Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών<BR> +βγήκε ο ζυγός ο βαρύς.<BR> +Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό<BR> +χαμωπεσμένο στη γης.</p> + +<p>Ταχιά ο Καιρός, που σ' όλα βάζει τέλος,<BR> +την όψι θε ναλλάξη κι αυτών των παλατιών,<BR> +όταν το μίασμα ξορκιστή<BR> +απ τη γωνιά με καθαρμούς, που διώχτουν το κακό·<BR> +κ' η τύχη ιλαροπρόσωπη γυρνάει κατά μας<BR> +νακούη που θενά ψάλλομε:<BR> +«ο ξένος που σπιτώθηκε καιρός να βγη απεδώ».<BR> +Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών<BR> +βγήκε ο ζυγός ο βαρύς.<BR> +Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό<BR> +χαμωπεσμένο στη γης.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Ιδέτε τους διπλούς της χώρας μας τυράννους<BR> +φονιάδες του πατρός μου και ξεσπιτωτήδες·<BR> +ομόγνωμοι είχαν και σαν κάθονταν στο θρόνο,<BR> +φίλοι και τώρα, όπως μπορείς να συμπεράνης,<BR> +στη συμφορά τους και πιστοί στον όρκο που είπαν^<BR> +γιατ' είχαν συμφωνήση μ' όρκο να σκοτώσουν<BR> +τον άθλιο τον πατέρα μου και ναποθάνουν<BR> +κ' οι δυο μαζί — και κράτησαν καλά τον όρκο.<BR> +Και ιδέτε ακόμα, οι μάρτυρες των κακών τούτων,<BR> +τη μηχανή τους, δέσιμο του αθλίου πατρός μου,<BR> +τα χεροπέδουκλα και τα ποδόλουρά του·<BR> +ξεδίπλωστέ το κι ολοτρόγυρα στεκόντας<BR> +δείχτε το ανθρωποδόκανο, να ιδή ο πατέρας,<BR> +όχι ο δικός μου, μα που όλ' αυτά επιβλέπει,<BR> +ο Ήλιος, της μητέρας μου τανόσια έργα,<BR> +για νάναι μάρτυρας στη δίκη μου μια μέρα<BR> +πως με το δίκιο μου έπραξα τούτο το φόνο<BR> +της μάννας μου — γιατί του Αιγίσθου ούτε τον λέω· <BR> +έχει τη δίκη ο ατιμαστής, που θέλει ο νόμος·<BR> +μα αυτή που το θεομίσητο κακό εσοφίστη<BR> +για τον άντρα, που βάσταξε κάτου απ τη ζώνη<BR> +το βάρος των παιδιώνε του, γλυκό της βάρος<BR> +έναν καιρό, μα τώρα, ως δείχνει, μισημένο,<BR> +πώς την νομίζεις; σμέρνα ή αμβίσβαινα, που μόνου <BR> +να 'γγίξη κάποιο εσάπισε κι αν δεν δαγκώση;<BR> +τι να την πω και στο σωστό να μη αστοχήσω;<BR> +βροχόλουρα θεριού; ή σκέπασμα ως τα πόδια<BR> +ενός νεκρού στον κράβατο; μα βέβαια δίχτυ<BR> +και βρόχια να την πης μπέρδεμα για τα πόδια.<BR> +Τέτοιο και νάχε ένας ληστής, τρόμος των ξένων,<BR> +που έχει για ζήση την κλεψιά, με τέτοιο δόλο<BR> +πολλούς σκοτώνοντας, χρυσές δουλειές που θάχε!<BR> +Παρά τέτοια συντρόφισσα στο σπιτικό μου<BR> +κάλλιο άκλερος ας δώσουν οι θεοί να σβύσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Αλλοίμονο, τι φοβερά κακά!<BR> +τον βρήκε θάνατος φριχτός·<BR> +μα και για κείνον πάργησεν, ιδού,<BR> +ανθίζει τώρα η συμφορά.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Έπραξεν ή δεν έπραξε; μάρτυραν έχω<BR> +το έντυμ' αυτό, πόβαψε του Αίγισθου το ξίφος·<BR> +σημάδι κ' οι πολυκαιρνές του αιμάτου οι βούλλες,<BR> +που πολλά χρώματα έφθειραν από τα ξόμπλια·<BR> +τώρα εγκωμιάζω το έργο μου και τώρ' αμέσως<BR> +το κλαίομαι πάλι, κ' ενώ λέω αυτό το ρούχο<BR> +του πατρός μου φονιά, τα κρίματα πονιούμαι,<BR> +τα πάθη μας κι όλη μας τη γενιά — κρατόντας<BR> +ταζήλευτα μιάσματα μιας τέτοιας νίκης.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Κανείς άνθρωπος δίχως κακό τη ζωή του<BR> +ως το τέλος αζημίωτος δε θα περάση,<BR> +αλλοί του!<BR> +τώρα η μια συμφορά, κ' η άλλη αμέσως θα φτάση.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Μα για να μάθης — γιατί που θα βγη δεν ξέρω,<BR> +κι όξω απ τον ίσιο δρόμο σαν πως να με τρέχουν<BR> +ταλόγατα, γιατί με σέρνει αθέλητά μου<BR> +που δεν ακούει γκέμι ο νους, και στην καρδιά μου<BR> +έτοιμη κοντοστέκ' η μάνητα να ψάλη<BR> +κι απίκου από το φόβο της να ορχιέται εκείνη —<BR> +μα όσο που ακόμα είμαι καλά, στους φίλους λέω<BR> +και διαλαλώ πως σκότωσα, μα με το δίκιο,<BR> +τη μάννα μου τη φόνισσα και θεών κατάρα·<BR> +κι αυτής της τόλμης την αποθυμιά καυχιούμαι<BR> +πως μόβαλε ο πυθόμαντις Λοξίας, που μούπε<BR> +όξω από κάθε φταίξιμο θάμαι αν το πράξω<BR> +κι αν ταμελήσω — δεν το λέω το τι θα πάθω,<BR> +ουδ' είν να βάλη ανθρώπου νους τις συμφορές μου·<BR> +και με βλέπετε τώρα πως ετοιμασμένος<BR> +μ' αυτούς τους κλώνους της ελιάς και τα στεφάνια<BR> +θα φτάσω στο μεσόμφαλο ιερό του Φοίβου,<BR> +τάσβυστο φέγγος της φωτιάς καθώς το λένε,<BR> +απ το συγγενικό διωγμένος αίμα, κι ούδε<BR> +σ' άλλο βωμό να σύρω μ' άφησε ο Λοξίας.<BR> +Γι' αυτό σας θέλω μιαν ημέρα όλ' οι Αργείτες<BR> +πως με ηύραν τούτα τα κακά να μαρτυράτε·<BR> +μα εγώ πλανήτης ξένος και χωρίς πατρίδα<BR> +ζωντανός και νεκρός τόνομ' αυτό θαφήσω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Μα όλα καλά 'ναι, και στο στόμα σου μην παίρνης<BR> +λόγια κακομελέτητα και γλωσσοτρώεσαι·<BR> +ξεσκλάβωσες τη χώρα πάσα των Αργείων<BR> +πόκοψες τολμηρά των δυο φιδιώ την κάρα.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Α, α!<BR> +Πιστές μας δούλες, να τες κείνες σα Γοργόνες<BR> +σταχτόμαυρα ντυμένες, πλοκαμοζωσμένες<BR> +μ' αρμαθιές φίδια· δε μπορώ πια να βαστάξω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Ποιες φρεναπάτες πολυαγάπητε σε δέρνουν;<BR> +Θάρρος· κι ας μη σε παρακυριεύει ο φόβος.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Δεν είναι φρεναπάτες των ματιών μου ετούτες,<BR> +μα οι οργισμένες, φανερά, σκύλλες της μάννας.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Γιατί 'ν' νωπό το αίμα των χεριώ σου ακόμα<BR> +κι αυτό 'ναι που σου φέρνει ταραγμό στο νου σου.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Άναξ Απόλλων! πώς πληθαίνουν αυτές τώρα<BR> +και στάζει από τα μάτια τους μισητόν αίμα!</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Υπάρχουν καθαρμοί και 'γγίζοντάς σε ο Απόλλων<BR> +από τις συμφορές αυτές θα σε γλυτώση.</p> + +<p>ΟΡΕΣΤΗΣ<BR> +Εσείς δε θα τις βλέπετε· μα εγώ τις βλέπω<BR> +και δρόμο παίρνω· δε μπορώ πια να βαστάξω.</p> + +<p>ΧΟΡΟΣ<BR> +Πήγαινε στην ευχή! κι ο Θεός καλόσκεπός σου<BR> +ας σε φυλάη σ' αυτές τις τύχες που σε βρήκαν.</p> + +<p>Ιδού πάλιν επλάκωσε ο τρίτος χειμώνας<BR> +σηκωμένος σ' αυτά 'πό γενιάς τα παλάτια·<BR> +πρώτην έκανε αρχή του πανάθλιου Θυέστη<BR> +το φριχτό παιδοφάγωμα εκείνο·<BR> +δεύτερο ήρθε το πάθημα του βασιλιά μας<BR> +που μες στο λουτρό σκοτωμένος επήγε,<BR> +ο αντρείος αρχηγός των Ελλήνων·<BR> +τώρα πάλ' ήρθε τρίτο από κάπου κι αυτό<BR> +και πώς να το πω; σωτηρία ή χαμό;<BR> +μα πού τάχα θα βγη και πού θα σταθή<BR> +ησυχία να βρη αυτ' η άγρια η λύσσα;</p> + +<p>Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας<BR> +σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν συστηματικά<BR> +στο Ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη (ιστορία,<BR> +φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε<BR> +δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου,<BR> +στην πιό σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο.<BR> +Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο<BR> +Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο<BR> +Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ προσφέρονται και σήμερα, στις<BR> +κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη,<BR> +Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη Βάρναλη, Αυγέρη,<BR> +Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου<BR> +κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης<BR> +γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</p> + +<p>Χοηφόροι. Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας·. Περιέχει την κυριώτερη <BR> +πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και που πάνω της <BR> +στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο Ορέστης <BR> +θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και <BR> +καταδιωκόμενος από τα φάσματα των Ερινύων παίρνει τον δρόμο της <BR> +εξορίας.</p> + +<p>Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<BR> +ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</p> + +<p>ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 </p> + +<p>ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</p> + +<p> +Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» <br> +ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</p> +<p>ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<BR> +ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</p> +<p>ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</p> + + + + + + + + +<pre> + + + + + +End of the Project Gutenberg EBook of The Libation Bearers, by Aeschylus + +*** END OF THIS PROJECT GUTENBERG EBOOK THE LIBATION BEARERS *** + +***** This file should be named 39073-h.htm or 39073-h.zip ***** +This and all associated files of various formats will be found in: + http://www.gutenberg.org/3/9/0/7/39073/ + +Produced by Sophia Canoni + +Updated editions will replace the previous one--the old editions +will be renamed. + +Creating the works from public domain print editions means that no +one owns a United States copyright in these works, so the Foundation +(and you!) can copy and distribute it in the United States without +permission and without paying copyright royalties. Special rules, +set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to +copying and distributing Project Gutenberg-tm electronic works to +protect the PROJECT GUTENBERG-tm concept and trademark. Project +Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you +charge for the eBooks, unless you receive specific permission. If you +do not charge anything for copies of this eBook, complying with the +rules is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose +such as creation of derivative works, reports, performances and +research. They may be modified and printed and given away--you may do +practically ANYTHING with public domain eBooks. Redistribution is +subject to the trademark license, especially commercial +redistribution. + + + +*** START: FULL LICENSE *** + +THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE +PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK + +To protect the Project Gutenberg-tm mission of promoting the free +distribution of electronic works, by using or distributing this work +(or any other work associated in any way with the phrase "Project +Gutenberg"), you agree to comply with all the terms of the Full Project +Gutenberg-tm License (available with this file or online at +http://gutenberg.org/license). + + +Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg-tm +electronic works + +1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg-tm +electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to +and accept all the terms of this license and intellectual property +(trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all +the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy +all copies of Project Gutenberg-tm electronic works in your possession. +If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project +Gutenberg-tm electronic work and you do not agree to be bound by the +terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or +entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. + +1.B. "Project Gutenberg" is a registered trademark. It may only be +used on or associated in any way with an electronic work by people who +agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few +things that you can do with most Project Gutenberg-tm electronic works +even without complying with the full terms of this agreement. See +paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project +Gutenberg-tm electronic works if you follow the terms of this agreement +and help preserve free future access to Project Gutenberg-tm electronic +works. See paragraph 1.E below. + +1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation ("the Foundation" +or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project +Gutenberg-tm electronic works. Nearly all the individual works in the +collection are in the public domain in the United States. If an +individual work is in the public domain in the United States and you are +located in the United States, we do not claim a right to prevent you from +copying, distributing, performing, displaying or creating derivative +works based on the work as long as all references to Project Gutenberg +are removed. Of course, we hope that you will support the Project +Gutenberg-tm mission of promoting free access to electronic works by +freely sharing Project Gutenberg-tm works in compliance with the terms of +this agreement for keeping the Project Gutenberg-tm name associated with +the work. You can easily comply with the terms of this agreement by +keeping this work in the same format with its attached full Project +Gutenberg-tm License when you share it without charge with others. + +1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern +what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in +a constant state of change. If you are outside the United States, check +the laws of your country in addition to the terms of this agreement +before downloading, copying, displaying, performing, distributing or +creating derivative works based on this work or any other Project +Gutenberg-tm work. The Foundation makes no representations concerning +the copyright status of any work in any country outside the United +States. + +1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: + +1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate +access to, the full Project Gutenberg-tm License must appear prominently +whenever any copy of a Project Gutenberg-tm work (any work on which the +phrase "Project Gutenberg" appears, or with which the phrase "Project +Gutenberg" is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, +copied or distributed: + +This eBook is for the use of anyone anywhere at no cost and with +almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or +re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included +with this eBook or online at www.gutenberg.org + +1.E.2. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is derived +from the public domain (does not contain a notice indicating that it is +posted with permission of the copyright holder), the work can be copied +and distributed to anyone in the United States without paying any fees +or charges. If you are redistributing or providing access to a work +with the phrase "Project Gutenberg" associated with or appearing on the +work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 +through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the +Project Gutenberg-tm trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or +1.E.9. + +1.E.3. If an individual Project Gutenberg-tm electronic work is posted +with the permission of the copyright holder, your use and distribution +must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional +terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked +to the Project Gutenberg-tm License for all works posted with the +permission of the copyright holder found at the beginning of this work. + +1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg-tm +License terms from this work, or any files containing a part of this +work or any other work associated with Project Gutenberg-tm. + +1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this +electronic work, or any part of this electronic work, without +prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with +active links or immediate access to the full terms of the Project +Gutenberg-tm License. + +1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, +compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any +word processing or hypertext form. However, if you provide access to or +distribute copies of a Project Gutenberg-tm work in a format other than +"Plain Vanilla ASCII" or other format used in the official version +posted on the official Project Gutenberg-tm web site (www.gutenberg.org), +you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a +copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon +request, of the work in its original "Plain Vanilla ASCII" or other +form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg-tm +License as specified in paragraph 1.E.1. + +1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, +performing, copying or distributing any Project Gutenberg-tm works +unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. + +1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing +access to or distributing Project Gutenberg-tm electronic works provided +that + +- You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from + the use of Project Gutenberg-tm works calculated using the method + you already use to calculate your applicable taxes. The fee is + owed to the owner of the Project Gutenberg-tm trademark, but he + has agreed to donate royalties under this paragraph to the + Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments + must be paid within 60 days following each date on which you + prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax + returns. Royalty payments should be clearly marked as such and + sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the + address specified in Section 4, "Information about donations to + the Project Gutenberg Literary Archive Foundation." + +- You provide a full refund of any money paid by a user who notifies + you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he + does not agree to the terms of the full Project Gutenberg-tm + License. You must require such a user to return or + destroy all copies of the works possessed in a physical medium + and discontinue all use of and all access to other copies of + Project Gutenberg-tm works. + +- You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any + money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the + electronic work is discovered and reported to you within 90 days + of receipt of the work. + +- You comply with all other terms of this agreement for free + distribution of Project Gutenberg-tm works. + +1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg-tm +electronic work or group of works on different terms than are set +forth in this agreement, you must obtain permission in writing from +both the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and Michael +Hart, the owner of the Project Gutenberg-tm trademark. Contact the +Foundation as set forth in Section 3 below. + +1.F. + +1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable +effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread +public domain works in creating the Project Gutenberg-tm +collection. Despite these efforts, Project Gutenberg-tm electronic +works, and the medium on which they may be stored, may contain +"Defects," such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or +corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual +property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a +computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by +your equipment. + +1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the "Right +of Replacement or Refund" described in paragraph 1.F.3, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project +Gutenberg-tm trademark, and any other party distributing a Project +Gutenberg-tm electronic work under this agreement, disclaim all +liability to you for damages, costs and expenses, including legal +fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT +LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE +PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE +TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE +LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR +INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH +DAMAGE. + +1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a +defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can +receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a +written explanation to the person you received the work from. If you +received the work on a physical medium, you must return the medium with +your written explanation. The person or entity that provided you with +the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a +refund. If you received the work electronically, the person or entity +providing it to you may choose to give you a second opportunity to +receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy +is also defective, you may demand a refund in writing without further +opportunities to fix the problem. + +1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth +in paragraph 1.F.3, this work is provided to you 'AS-IS' WITH NO OTHER +WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO +WARRANTIES OF MERCHANTIBILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. + +1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied +warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. +If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the +law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be +interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by +the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any +provision of this agreement shall not void the remaining provisions. + +1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the +trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone +providing copies of Project Gutenberg-tm electronic works in accordance +with this agreement, and any volunteers associated with the production, +promotion and distribution of Project Gutenberg-tm electronic works, +harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, +that arise directly or indirectly from any of the following which you do +or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg-tm +work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any +Project Gutenberg-tm work, and (c) any Defect you cause. + + +Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg-tm + +Project Gutenberg-tm is synonymous with the free distribution of +electronic works in formats readable by the widest variety of computers +including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists +because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from +people in all walks of life. + +Volunteers and financial support to provide volunteers with the +assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg-tm's +goals and ensuring that the Project Gutenberg-tm collection will +remain freely available for generations to come. In 2001, the Project +Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure +and permanent future for Project Gutenberg-tm and future generations. +To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation +and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 +and the Foundation web page at http://www.pglaf.org. + + +Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive +Foundation + +The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non profit +501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the +state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal +Revenue Service. The Foundation's EIN or federal tax identification +number is 64-6221541. Its 501(c)(3) letter is posted at +http://pglaf.org/fundraising. Contributions to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent +permitted by U.S. federal laws and your state's laws. + +The Foundation's principal office is located at 4557 Melan Dr. S. +Fairbanks, AK, 99712., but its volunteers and employees are scattered +throughout numerous locations. Its business office is located at +809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887, email +business@pglaf.org. Email contact links and up to date contact +information can be found at the Foundation's web site and official +page at http://pglaf.org + +For additional contact information: + Dr. Gregory B. Newby + Chief Executive and Director + gbnewby@pglaf.org + + +Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg +Literary Archive Foundation + +Project Gutenberg-tm depends upon and cannot survive without wide +spread public support and donations to carry out its mission of +increasing the number of public domain and licensed works that can be +freely distributed in machine readable form accessible by the widest +array of equipment including outdated equipment. Many small donations +($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt +status with the IRS. + +The Foundation is committed to complying with the laws regulating +charities and charitable donations in all 50 states of the United +States. Compliance requirements are not uniform and it takes a +considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up +with these requirements. We do not solicit donations in locations +where we have not received written confirmation of compliance. To +SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any +particular state visit http://pglaf.org + +While we cannot and do not solicit contributions from states where we +have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition +against accepting unsolicited donations from donors in such states who +approach us with offers to donate. + +International donations are gratefully accepted, but we cannot make +any statements concerning tax treatment of donations received from +outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. + +Please check the Project Gutenberg Web pages for current donation +methods and addresses. Donations are accepted in a number of other +ways including checks, online payments and credit card donations. +To donate, please visit: http://pglaf.org/donate + + +Section 5. General Information About Project Gutenberg-tm electronic +works. + +Professor Michael S. Hart is the originator of the Project Gutenberg-tm +concept of a library of electronic works that could be freely shared +with anyone. For thirty years, he produced and distributed Project +Gutenberg-tm eBooks with only a loose network of volunteer support. + + +Project Gutenberg-tm eBooks are often created from several printed +editions, all of which are confirmed as Public Domain in the U.S. +unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily +keep eBooks in compliance with any particular paper edition. + + +Most people start at our Web site which has the main PG search facility: + + http://www.gutenberg.org + +This Web site includes information about Project Gutenberg-tm, +including how to make donations to the Project Gutenberg Literary +Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to +subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks. + + +</pre> + +</BODY> +</HTML> + + diff --git a/39073-h/images/cover.jpg b/39073-h/images/cover.jpg Binary files differnew file mode 100644 index 0000000..c7c8938 --- /dev/null +++ b/39073-h/images/cover.jpg diff --git a/LICENSE.txt b/LICENSE.txt new file mode 100644 index 0000000..6312041 --- /dev/null +++ b/LICENSE.txt @@ -0,0 +1,11 @@ +This eBook, including all associated images, markup, improvements, +metadata, and any other content or labor, has been confirmed to be +in the PUBLIC DOMAIN IN THE UNITED STATES. + +Procedures for determining public domain status are described in +the "Copyright How-To" at https://www.gutenberg.org. + +No investigation has been made concerning possible copyrights in +jurisdictions other than the United States. Anyone seeking to utilize +this eBook outside of the United States should confirm copyright +status under the laws that apply to them. diff --git a/README.md b/README.md new file mode 100644 index 0000000..e24ea46 --- /dev/null +++ b/README.md @@ -0,0 +1,2 @@ +Project Gutenberg (https://www.gutenberg.org) public repository for +eBook #39073 (https://www.gutenberg.org/ebooks/39073) |
